Πεζοπορία στο Πάνω Μεραμπέλλο, Σέλλες-Λούμα

Πεζοπόροι του Ορειβατικού Συλλόγου Αγίου Νικολάου

 Στις ‘Ενωμένες Πολιτείες του Μεραμπέλλου, όπως ονόμαζαν παλιά τα χωριά του Πάνω Μεραμπέλλου οι ντόπιοι, περπάτησαν την Κυριακή 23 Οκτωβρίου πεζοπόροι από τον Ορειβατικό Σύλλογο Αγίου Νικολάου. Ακολουθήσαμε για πρώτη φορά μια καινούρια διαδρομή και διαπιστώσαμε και πάλι ότι ακόμη και οι πολυπερπατημένες, γνώριμες περιοχές επιφυλάσσουν απρόσμενες εκπλήξεις.

          Αρχηγός μας στην πεζοπορία η Caris, από τα παλιότερα μέρη της ομάδας, μια Αγγλίδα που έκανε τον Άγιο Νικόλαο δεύτερη της πατρίδα και έχει ‘οργώσει’ και γνωρίζει την περιοχή μας καλύτερα από τους ντόπιους... Μας ακολούθησαν στην πεζοπορία (μαζί με την συνοδό τους) ο Μαρίνος, ο Χρήστος και ο Μανώλης, τρία αγόρια από την Παιδόπολη της Νεάπολης, που με το νεανικό τους σφρίγος και την προθυμία τους να μας φανούν χρήσιμοι έδωσαν νέα ζωντάνια στην ομάδα!
          Η κυκλική μας πεζοπορία ξεκίνησε ανάμεσα από τα χωριά Σέλλες και Λούμα, από οριοθετημένο ανάμεσα σε ψηλούς ‘τράφους’ κτισμένους με ξερολιθιά, μονοπάτι. Παλιό μονοπάτι στρωμένο με καλντερίμι, που μόλις ξεχώριζε ανάμεσα από την πυκνή βλάστηση που το έκανε σχεδόν αδιάβατο. Κύριο γνώρισμα της περιοχής τα ατέλειωτα χιλιόμετρα από εγκαταλειμμένα σήμερα μονοπάτια, που ο φροντισμένος τρόπος κατασκευής μαρτυρά τη σπουδαιότητα τους σε αλλοτινούς καιρούς για την τοπική οικονομία. Πολλά είναι αρκετά φαρδιά (4 μέτρα ή όπως έλεγαν παλιά πλάτος που χωρά δύο φορτωμένους γαϊδάρους) και όλα ξεχωρίζουν από τα διπλανά χωράφια με ψηλούς ‘τράφους’ χτισμένους με αμέτρητες πέτρες. Με τον ίδιο τρόπο έχουν κτιστεί και στην πιο απομακρυσμένη βουνοπλαγιά και οι ‘πεζούλες’, απόδειξη του μόχθου των παλιών ξωμάχων να ‘ξεπετρίσουν’ τα χωράφια τους και να μπορέσουν να συγκρατήσουν το λιγοστό γόνιμο χώμα.
            Αγέρωχοι μάρτυρες της οργάνωσης της γεωργικής οικονομίας και οι παλιοί πέτρινοι πεταλόσχημοι ανεμόμυλοι, που ξεδοντιασμένοι και χωρίς τη φτερωτή τους στέκονται σήμερα άπραγοι κοιτώντας όλοι προς τον βορρά. Τεράστιες στέρνες (στρογγυλές ή τετράγωνες), με πέτρινα σκαλιά να οδηγούν στο βάθος τους, θυμίζουν πως και η τελευταία σταγόνα της βροχής σε αυτόν τον άνυδρο τόπο δεν έπρεπε να χαθεί. Πιο εντυπωσιακή η ενετική, σκεπαστή με θολωτή πετρόχτιστη οροφή στέρνα, που διατηρεί το αρχιτεκτονικό της σχέδιο (μαζί και τον καταπότη/υδραγωγό που οδηγούσε το νερό), μετά από την αναστύλωση της το 1883 (όπως μας πληροφορεί ένθετη χαραγμένη πλάκα).
          Περπατάμε πάντα ανηφορικά με την θέα όσο ανεβαίνουμε ψηλότερα να γίνεται όλο και πιο μαγευτική: η θάλασσα στον κόλπο της Ελούντας αστράφτει ασημένια κάτω από το δυνατό φως του πρωινού φθινοπωρινού ήλιου και η Σπιναλόγκα μοιάζει μικροσκοπική δίπλα στην σκουρόχρωμη Κολοκύθα με το αλλόκοτο σχήμα της. Κάναμε στάση για ξεκούραση σε μια γκρεμισμένη στάνη, με πανοραμική θέα στην Πλάκα και τις αλυκές. Προσπαθήσαμε να ‘φυλακίσουμε’ ένα κομμάτι της ομορφιάς που απλώνονταν μπροστά μας με πολλές φωτογραφίες και συνεχίσαμε με κατεύθυνση το χωριό Λούμα.
          Εκεί μας υποδέχτηκαν με κεράσματα ο κ. Νικόλαος και η κ. Ελένη Δρακωνάκη και με περηφάνια μας ξενάγησαν στο μουσείο που με αγάπη και μεράκι δημιούργησαν. Ο χώρος που πριν από πολλές δεκαετίες λειτουργούσε σαν τυροκομείο, αγοράστηκε από τον παππού της οικογένειας που το μετέτρεψε σε ‘φάμπρικα’ δηλ. λιοτρίβι, το οποίο ακολούθησε στη διάρκεια της λειτουργίας του την τεχνολογική εξέλιξη (πετρέλαιο και μετά ηλεκτρισμός). Όταν ο παραγωγικός κύκλος του ολοκληρώθηκε, ο ευρύχωρος χώρος του χρησιμοποιήθηκε για να φιλοξενήσει παλιά αντικείμενα: αργαλειός, σκαλιστοί καναπέδες και μπουφέδες στολισμένοι με περίτεχνα υφαντά και λεπτεπίλεπτα κεντίδια, διακοσμητικά και χρηστικά αντικείμενα, παλαιοί καθρέφτες και εργαλεία, βρήκαν τη θέση τους στο χώρο της πρώην φάμπρικας. Θαυμάσιος χώρος, διαμορφωμένος με τόση καλαισθησία, ώστε καταφέρνει να κάνει τα άψυχα αντικείμενα να εκπέμπουν μια ιδιαίτερη αύρα, να μεταδίδουν στον επισκέπτη ένα αίσθημα φροντίδας και γενναιόδωρης αγάπης, που δεν συναντάς στους σύγχρονους εκθεσιακούς χώρους!
          Συνεχίσαμε μέσα από το χωριό και ακολουθήσαμε κατηφορικά μονοπάτια και χωματόδρομους με κατεύθυνση τις Σέλλες. ΄Εξω από το χωριό ξεχώριζε ένα μεγάλο οίκημα, πετρόκτιστο με βουλιαγμένη σκεπή και καλοδουλεμένα πελέκια στην είσοδο. Παλιό συνεταιριστικό τυροκομείο που λειτουργούσε από την περίοδο της Τουρκοκρατίας και ανακαινίστηκε το 1895. Σήμερα στέκει έρημο, με κουρσεμένα τα πελέκια από τα παράθυρα και τα τζάκια, ακόμη ένας μάρτυρας της περασμένης ακμής της κτηνοτροφίας στην περιοχή.
          Αφήσαμε πίσω μας το παροπλισμένο ‘τυροκομιό’ και μετά από μια τελευταία ανηφόρα (που η αφύσικη για την εποχή ψηλή θερμοκρασία έκανε ακόμη πιο κουραστική), φτάσαμε στο σημείο της αφετηρίας μετά από 4.5 περίπου ώρες, έχοντας διανύσει σχεδόν 8χλμ.
          Ολοκληρώσαμε την εξόρμηση μας με παγωμένη μπύρα σε ταβέρνα της περιοχής και ανανεώσαμε το ραντεβού για την επόμενη Κυριακή. Φωτογραφίες και video από την πεζοπορία στο blog του Συλλόγου pezopories.blogspot.gr και στη σελίδα μας στο facebook.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ