ΚΡΗΤΗ
«Η επιστήμη δεν μπορεί να είναι συνοδοιπόρος της Εκκλησίας»
Τι λέει στο Cretalive ο πρόεδρος της Ελληνικής Εξελικτικής Εταιρείας, Δρ. Σπύρος Σφενδουράκης.
Της Κατερίνας Μυλωνά
«Ο Δαρβίνος μας έφερε μια προμηθεϊκή γνώση που καίει πολλές παραδοσιακές πλάνες…», αναφέρει χαρακτηριστικά, σε συνέντευξή του στο Cretalive o καθηγητής του Τμήματος Βιολογικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Κύπρου και πρόεδρος της Ελληνικής Εξελικτικής Εταιρείας (Ελ.Εξ.Ε.), Δρ Σπύρος Σφενδουράκης.
Η Εταιρεία, με αφορμή την Ημέρα του Δαρβίνου, διοργανώνει εκδήλωση στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης το Σάββατο 17 Φεβρουαρίου στις 6 το απόγευμα με θέμα «Μια μέρα με τον Κάρολο Δαρβίνο στο Ηράκλειο της Κρήτης».
Η συνέντευξη του Δρ. Σπύρου Σφενδουράκη έχει ως εξής:
Το κεντρικό ερώτημα της επερχόμενης εκδήλωσης αφορά στο κατά πόσο ο Δαρβίνος είναι ξεπερασμένος ή διαχρονικός. Υπάρχει μία και μόνη απάντηση σε αυτό;
«Ναι, υπάρχει: η μία και μόνη απάντηση είναι ότι είναι διαχρονικός και διόλου ξεπερασμένος. Πρόκειται για έναν από τους - μετρημένους στα δάχτυλα του ενός χεριού - σημαντικότερους επιστήμονες στην ιστορία της ανθρωπότητας καθώς το έργο του άλλαξε ριζικά και αμετάκλητα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη φύση και τον εαυτό μας, κάτι που δεν θα ανατραπεί όσα κι αν αλλάξουν στο μέλλον όσον αφορά το τεχνικό μέρος της εξελικτικής διαδικασίας. Έτσι, έχει οπωσδήποτε κατοχυρώσει εξέχουσα θέση στο «πάνθεο» της ανθρώπινης διανόησης μα, ταυτόχρονα, παραμένει και επίκαιρος, καθώς οι θεωρίες του δεν έχουν ξεπεραστεί μέχρι σήμερα παρά τα όσα μάθαμε για τους μηχανισμούς της κληρονομικότητας και της εξέλιξης! Ο κεντρικός πυρήνας της σύγχρονης εξελικτικής βιολογίας, αυτό που στην επιστημολογία αποκαλούμε «υπόδειγμα» (paradigm), παραμένει δαρβινικός.»
Ήταν το 1859 όταν διατυπώθηκε η Θεωρία της Εξέλιξης. Μέχρι σήμερα πόσο την έχουμε… εξελίξει και πόσα ακόμα μένουν να μάθουμε;
«Όπως είναι αναμενόμενο, αναπόφευκτο θα έλεγα, για την επιστήμη, μέσα στα 165 χρόνια από τη διατύπωση των βασικών θεωριών του Δαρβίνου για την εξέλιξη έχουν ανακαλυφθεί πολλά που αγνοούσαν οι επιστήμονες την εποχή εκείνη. Αυτά έχουν να κάνουν με τους λεπτομερείς μηχανισμούς της κληρονομικότητας, το ίδιο το γενετικό υλικό που είναι ο φορέας της (DNA), τη διαδικασία με την οποία επιτελείται η μεταφορά της πληροφορίας που περιέχει το DNA από γονείς σε απογόνους, τη διαδικασία με την οποία η πληροφορία αυτή μεταφράζεται σε απτά αποτελέσματα μέσα από την αλληλεπίδραση του DNA με το περιβάλλον των οργανισμών, και πολλά άλλα σε μοριακό και κυτταρικό επίπεδο αλλά και στο επίπεδο ολόκληρων οργανισμών και οικοσυστημάτων. Ταυτόχρονα, συσσωρεύθηκε και τεράστιος πλούτος πραγματολογικών στοιχείων, όπως απολιθώματα και δεδομένα από τη μελέτη του τρόπου που συμπεριφέρονται οι οργανισμοί (ηθολογία και οικολογία της συμπεριφοράς), της εξάπλωσής τους στον χώρο (βιογεωγραφία), του τρόπου που αναπτύσσεται ένα έμβρυο (αναπτυξιακή βιολογία και εμβρυολογία) και πολλούς άλλους σχετικούς επιστημονικούς τομείς. Οι γνώσεις που έχουμε αποκτήσει, οδήγησαν μέσα στον 20ο αιώνα σε αυτό που αποκαλούμε «Μοντέρνα Σύνθεση», δηλαδή στον συνδυασμό όλων αυτών των γνώσεων με τις θεωρίες του Δαρβίνου. Το εντυπωσιακό είναι ότι όλος αυτός ο τεράστιος όγκος γνώσης, πειραματικής και θεωρητικής, ταιριάζει εξαιρετικά με το θεωρητικό πλαίσιο που διαμόρφωσε ο Δαρβίνος! Ακόμα και κάποιες διαδικασίες που μερικές φορές φάνηκε να τραντάζουν το οικοδόμημα του δαρβινισμού, στην πορεία φάνηκε ότι εντάσσονται μια χαρά στο πλαίσιό του, χωρίς να χρειάζεται κάποια ανατροπή ή ένα νέο «υπόδειγμα». Προφανώς και θα μαθαίνουμε διαρκώς νέα πράγματα και θα προσδιορίζουμε με όλο και μεγαλύτερη ακρίβεια το πώς ακριβώς εκδηλώνονται οι εξελικτικές διεργασίες, πώς συνδέονται όλα τα κλαδιά του δέντρου της ζωής, ποιες είναι οι λεπτομέρειες των μεταβολών που οδηγούν σε νέα χαρακτηριστικά, πώς ακριβώς συμβαίνει η διαρκής αλληλεπίδραση γονιδίων-περιβάλλοντος και άλλα πολλά. Αλλά μέχρι σήμερα, τουλάχιστον, δεν έχει φανεί κάτι που να μας οδηγεί έξω από το δαρβινικό πλαίσιο. Φυσικά, η επιστήμη είναι ανοικτή σε «επαναστάσεις», σε ανατροπές, σε νέες γνώσεις. Είναι, ίσως, η μοναδική πνευματική προσπάθεια του ανθρώπου που επιδιώκει διαρκώς τη διάψευση των όσων έχει κατακτήσει, την ανατροπή των κατεστημένων θεωριών. Όσο αυτό δεν επιτυγχάνεται παρά τη συσσώρευση όλο και περισσότερων δεδομένων, όμως, τόσο πιο ισχυρές γίνονται οι θεωρίες. Αυτό έχει συμβεί με τον δαρβινισμό μέχρι σήμερα.»
Αισθάνεστε ακόμα και σήμερα πως ο κάθε επιστήμονας πρέπει να παλέψει με δεισιδαιμονίες; Είναι η κληρονομιά (ή κατάρα) του ερευνητή από την οποία ποτέ δε θα απαλλαγεί;
«Δυστυχώς, όπως είχε πει ο σπουδαίος Ισαάκ Ασίμοφ το 1988, «η πιο λυπηρή πτυχή της ζωής σήμερα είναι το ότι η επιστήμη συσσωρεύει γνώση γρηγορότερα απ’ ό,τι η κοινωνία συσσωρεύει σοφία». Το χάσμα αυτό διευρύνεται διαρκώς, καθώς η επιστήμη τρέχει με εξαιρετικά γρήγορους ρυθμούς ενώ η παιδεία και η διάχυση της γνώσης με αρκετά πιο αργούς. Έτσι, δεδομένης και της μεγάλης ανισομέρειας στο επίπεδο των γνώσεων μεταξύ των ανθρώπων αλλά και της ευκολίας στην κοινοποίηση των απόψεων του κάθε ανθρώπου, είναι αναπόφευκτο να αντιμετωπίζουμε διαρκώς δεισιδαιμονίες, ψευδείς ειδήσεις, ψευδοεπιστημονικές δοξασίες και άλλα πολλά. Δεν βλέπω τρόπο να απαλλαγούμε από αυτό σύντομα. Οπωσδήποτε χρειάζεται πολύ καλύτερη παιδεία για όλους τους ανθρώπους και περισσότερη προσπάθεια στη διάδοση της επιστήμης τόσο από τους ίδιους τους επιστήμονες όσο και από τα ποικίλα Μέσα. Αλλά και πάλι, φοβάμαι ότι, αν δεν προκύψουν κάποιες ριζικές τομές στον τρόπο διάδοσης της γνώσης (ίσως με τη βοήθεια της Τεχνητής Νοημοσύνης; - ποιος ξέρει;), το χάσμα θα συνεχίσει να διευρύνεται.»
Μέσα από την Ελληνική Εξελικτική Εταιρεία αλλά και το συγγραφικό σας έργο, προσπαθείτε να φέρετε κοντά το κοινό με ό,τι έχει να κάνει με την εξέλιξη. Τελικά, πόσα γνωρίζουμε εμείς οι «απλοί» άνθρωποι; Πόσο λάθος μπορεί να έχουμε «διαβάσει» τον Δαρβίνο;
«Η αλήθεια είναι ότι υπάρχουν πάρα πολλές παρανοήσεις όσον αφορά τον τρόπο που πολλοί μη ειδικοί αντιλαμβάνονται την εξέλιξη. Προσπάθησα στο πρώτο μου βιβλίο (Στον Καθρέφτη του Δαρβίνου) να διαλευκάνω με απλά λόγια πολλές από αυτές. Η Ελληνική Εξελικτική Εταιρεία, επίσης, μέσα από διάφορες εκδηλώσεις προσπαθεί να διαδώσει την ορθή επιστημονική ερμηνεία της εξέλιξης. Αλλά οι παρανοήσεις επιμένουν. Από τη μια μεριά, αυτό έχει να κάνει με τον τρόπο που έχει εξελιχθεί ο εγκέφαλός μας να αντιλαμβάνεται τον κόσμο, όπως για παράδειγμα όταν απαιτούμε κάποιον σκοπό στην εξέλιξη, κι από την άλλη έχει να κάνει με βαθιές συναισθηματικές ανάγκες και ιδεολογικές δεσμεύσεις που έχουν κυριαρχήσει για χιλιετίες, όπως όταν φθάνουμε σε σύγκρουση με θρησκευτικές δοξασίες. Επίσης, είναι πολύ δύσκολο για πολλούς ανθρώπους να αποδεχθούν ότι δεν είμαστε κάτι ριζικά διαφορετικό από τους υπόλοιπους ζωντανούς οργανισμούς κι ότι εξελιχθήκαμε κι εμείς όπως και οι υπόλοιποι. Ας μη γελιόμαστε. Μπορεί η επίλυση κάποιων παρανοήσεων να είναι σχετικά εύκολη αν κάποιος θέλει να ακούσει αλλά κάποιων άλλων απαιτεί την αναθεώρηση βαθιά ριζωμένων αντιλήψεων για τον εαυτό μας και τον κόσμο. Ο Δαρβίνος μας έφερε μια προμηθεϊκή γνώση που καίει πολλές παραδοσιακές πλάνες…»
Ένας επιστήμονας έχει το περιθώριο να έχει πίστη στον Θεό; Δε γίνεται σύγκρουση μέσα του; Η Εκκλησία, τελικά, είναι απέναντι στην επιστήμη ή μπορεί να είναι ακόμα και σύμμαχος ή, έστω, συνοδοιπόρος;
«Πρόκειται για διακριτά ερωτήματα. Καταρχάς, αν το δούμε ιστορικά, πολλοί επιστήμονες διατήρησαν την πίστη τους στον Θεό. Ή καλύτερα, σε κάποιον θεό. Γιατί αν το εξετάσουμε προσεκτικότερα, αυτό που διατήρησαν οι περισσότεροι, δεν είναι ο Θεός που αντιλαμβάνεται η πλειονότητα των ανθρώπων αλλά μια ιδέα περί θεότητας που, εν πολλοίς, κατασκεύασαν οι ίδιοι. Αν προσπαθήσουμε, πάντως, να πάμε πέρα από την, καθόλα σεβαστή, προσωπική εσωτερική ανάγκη κάθε ανθρώπου και επιχειρήσουμε να εξετάσουμε τη σχέση της επιστημονικής θεώρησης του κόσμου με εκείνη του θεϊσμού ή ακόμα και του ντεϊσμού (δηλαδή, της πεποίθησης ότι μια υπερφυσική, «θεϊκή» δύναμη έδωσε κίνηση στον κόσμο αλλά δεν παρεμβαίνει έκτοτε σε αυτόν) θα βρεθούμε σύντομα σε σύγκρουση. Εξάλλου, η ιδέα του «θεού» έχει προκύψει από την προσπάθεια των ανθρώπων να κατανοήσουν τον κόσμο, κάτι που σήμερα καταφέρνει εξαιρετικά και απίστευτα γρήγορα η επιστήμη. Ο μετασχηματισμός της ιδέας αυτής σε κάτι «υπερφυσικό», «εκτός του κόσμου», σε κάτι που δεν μπορεί να αγγίξει η επιστήμη, συνέβη εν πολλοίς ως άμυνα στην αύξηση της επιστημονικής γνώσης. Ναι, η επιστήμη μάς προσφέρει όλο και περισσότερους καρπούς του Δένδρου της Γνώσης, οπότε και η εξορία μας από τη θεϊκή Εδέμ είναι αμετάκλητη.
Όσον αφορά την Εκκλησία τώρα, το θέμα είναι διαφορετικό. Αρχικά, η χριστιανική εκκλησία, κυρίως η Καθολική, υποστήριξε και βοήθησε την ανάπτυξη της επιστήμης. Εξάλλου, τα πρώτα πανεπιστήμια οργανώθηκαν με τη ενεργό στήριξη της τότε Εκκλησίας. Η σχέση της χριστιανικής θρησκείας με την επιστήμη, πέρα από τις πρακτικές, πολιτικές και στρατιωτικές ανάγκες, βασίστηκε στην επιθυμία να κατανοήσουμε το θαύμα της θεϊκής Δημιουργίας και να θαυμάσουμε τη σοφία του Θεού. Στην πορεία, βέβαια, ήρθε η αναπόφευκτη σύγκρουση, καθώς τα ευρήματα της επιστήμης δεν ταίριαζαν και πολύ με αυτή την προσέγγιση… Έτσι, ενώ η Εκκλησία αποδέχεται εν γένει και συχνά στηρίζει την επιστήμη όσο αυτή αφορά αντικείμενα ανώδυνα από θεολογική, δογματική σκοπιά, έρχεται σε άμεση σύγκρουση με αυτή όταν η επιστήμη ασχολείται με ζητήματα που είναι πολύ «δύσκολα», για να το πω ήπια, για τη δογματική ερμηνεία. Με απλά λόγια, η επιστήμη δεν μπορεί να είναι συνοδοιπόρος της Εκκλησίας, εάν την δούμε στο σύνολό της και όχι μόνο ως παραγωγό τεχνολογίας. Η εξέλιξη των έμβιων οργανισμών, ειδικά, είναι ίσως το πλέον ασύμβατο πεδίο. Όχι, βέβαια, ότι πάνε πίσω η αστροφυσική και η κβαντομηχανική, αλλά εκεί τα πράγματα είναι πιο δυσπρόσιτα για τους εκκλησιαστικούς κύκλους και, κυρίως, για τους πιστούς, οπότε και η Εκκλησία δεν ενοχλείται και πολύ...»
Δείτε επίσης:
Μια μέρα με τον Κάρολο Δαρβίνο στο Ηράκλειο!
Διαβάστε περισσότερες ειδήσεις από την Κρήτη και το Ηράκλειο