ΚΟΣΜΟΣ
Ο Μπάιντεν κρατάει κλειστά τα σύνορα στους Ευρωπαίους ταξιδιώτες
Οι ΗΠΑ έχουν χαλαρώσει το μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων περιορισμών αλλά τα διεθνή ταξίδια παρέμειναν υπό αυστηρούς κανόνες
SHARE:
Οι ΗΠΑ αρνήθηκαν στην Ευρώπη αμοιβαιότητα στο θέμα της υποδοχής ευρωπαίων τουριστών προκαλώντας την απογοήτευση στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, όπως αναφέρει το πρακτορείο Bloombegr.
Αναλυτικότερα, η κυβέρνηση Μπάιντεν αρνήθηκε να άρει τους ταξιδιωτικούς κανόνες που εμποδίζουν τους περισσότερους πολίτες των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ταξιδέψουν στις ΗΠΑ, επικαλούμενη ασυνεπείς κανόνες, οικονομικά κόστη και μια ξεπερασμένη στρατηγική για την ανάσχεση της πανδημίας.
Οι ΗΠΑ έχουν χαλαρώσει το μεγαλύτερο μέρος των εγχώριων περιορισμών αλλά τα διεθνή ταξίδια παρέμειναν υπό αυστηρούς κανόνες εν μέσω της αύξησης των κρουσμάτων της εξαιρετικά μεταδοτικής παραλλαγής Δέλτα.
Σύμφωνα με διπλωμάτες, η διοίκηση του Μπάιντεν δεν έδωσε καμία ένδειξη για το πότε θα μπορούσε να αντιστρέψει τους κανόνες που απαγορεύουν τα ταξίδια από τη ζώνη Σένγκεν των 26 εθνών μήνες μετά τη δημιουργία μιας ομάδας εργασίας για την αντιμετώπιση του ζητήματος.
Το ζήτημα είναι βέβαιο ότι θα συζητηθεί την Πέμπτη όταν η Άνγκελα Μέρκελ κατά την πιθανώς τελευταία επίσημη επίσκεψή της στην Ουάσινγκτον ως Γερμανίδα καγκελάριος.
Οι επισκέψεις των Ευρωπαίων στις ΗΠΑ τον Μάιο παρέμειναν 95% χαμηλότερα από τα επίπεδα προ πανδημίας τον ίδιο μήνα δύο χρόνια νωρίτερα, σύμφωνα με την Αμερικανική Ταξιδιωτική Ένωση.
Σχολιάζοντας το θέμα Ευρωπαίος διπλωμάτης, δήλωσε ότι η κατάσταση είναι τώρα απελπιστική και μεγαλώνει ο θυμός. Ενώ η Ευρώπη ήρε τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς για τους Αμερικανούς ταξιδιώτες τον Ιούνιο, οι ΗΠΑ αρνήθηκαν να πράξουν το ίδιο, ουσιαστικά καταστρέφοντας την καλοκαιρινή τουριστική περίοδο. Η απαγόρευση περιπλέκει επίσης τη ζωή για ταξιδιώτες επαγγελματίες, μαθητές και άλλους.
Όσοι επικρίνουν την απόφαση των ΗΠΑ, υποστηρίζουν ότι η ταξιδιωτική απαγόρευση των Ευρωπαίων την οποία επέβαλε ο πρώην πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ τον Μάρτιο του 2020, δεν συνάδει με την επιμονή της κυβέρνησης Μπάιντεν να ακολουθήσει την επιστήμη.