ΚΟΣΜΟΣ

ΗΠΑ: Ρεκόρ νέων θέσεων εργασίας και παραιτήσεων

Ανακάμπτει με εντυπωσιακό ρυθμό η απασχόληση στην αμερικανική αγορά

ΗΠΑ: Ρεκόρ νέων θέσεων εργασίας και παραιτήσεων

Η θεαματική ανάκαμψη της αμερικανικής αγοράς εργασίας συνεχίζεται με εντυπωσιακούς ρυθμούς, αλλά με εξίσου εντυπωσιακό ρυθμό συνεχίζεται και το πρωτοφανές φαινόμενο της λεγόμενης «μεγάλης παραίτησης», που παρουσιάστηκε εν μέσω του πρώτου κύματος της πανδημίας.

Μέχρι τα τέλη Απριλίου η αγορά εργασίας της υπερδύναμης είχε ανακτήσει το 95% των 22 εκατ. θέσεων που χάθηκαν εξαιτίας της πανδημίας, ενώ τον Μάρτιο οι αμερικανικές επιχειρήσεις σημείωσαν ρεκόρ στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, που έφτασαν στα 11,5 εκατομμύρια. Αναμφίβολα καθοριστικός παράγοντας στάθηκε το πρόγραμμα στήριξης ύψους 1,9 τρισ. δολ. που διέθεσε στις αρχές του περασμένου έτους η κυβέρνηση του προέδρου Μπάιντεν. Το πρόβλημα είναι, όμως, πως όλο και λιγότεροι υποψήφιοι ενδιαφέρονται να προσληφθούν στις νέες θέσεις και οι επιχειρήσεις εξακολουθούν να ανταγωνίζονται για να εξασφαλίσουν νέα ταλέντα ή ακόμη και να κρατήσουν το υφιστάμενο προσωπικό τους.

Στο μεταξύ, συνεχίζεται η «μεγάλη παραίτηση», όπως χαρακτηρίστηκε το κύμα των μαζικών παραιτήσεων εκατομμυρίων εργαζομένων, που εγκατέλειψαν τις θέσεις τους εν μέσω του πρώτου κύματος της πανδημίας. Οι μαζικές παραιτήσεις ήταν εξίσου πολλές τόσο στους τομείς των χαμηλόμισθων ή και κακοπληρωμένων εργασιών, μεταξύ των οποίων και σε εκείνες που εγκυμονούσαν κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων, όσο και μεταξύ των πολλά υποσχόμενων νέων υψηλής εξειδίκευσης και μεγάλων φιλοδοξιών. Τον Απρίλιο εγκατέλειψαν τις θέσεις τους 4 εκατ. εργαζόμενοι στις ΗΠΑ, ενώ είχαν προηγηθεί τον Μάρτιο άλλα 4,5 εκατ. παραιτήσεις. Η τάση είναι σαφές πως θα συνεχιστεί σύμφωνα με την τελευταία σχετική έρευνα της Deloitte, από την οποία προκύπτει πως σχεδιάζουν να εγκαταλείψουν τις θέσεις εργασίας τους μέσα στο επόμενο έτος οι δύο στους τρεις εργαζομένους της λεγόμενης γενιάς Ζ. Πρόκειται για τη γενιά που έρχεται αμέσως μετά από τη γενιά της χιλιετίας, όσους γεννήθηκαν δηλαδή μέσα στα τελευταία 15 χρόνια πριν από το τέλος του 20ού αιώνα και είναι οι σημερινοί τριαντάρηδες και τριανταπεντάρηδες. Σε ό,τι αφορά δε τη γενιά της χιλιετίας, τους σημερινούς σαρανταπεντάρηδες, δηλώνουν επίσης πως σχεδιάζουν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους σε εξίσου υψηλό ποσοστό και συγκεκριμένα 24%.

4 εκατ. εργαζόμενοι εγκατέλειψαν τις θέσεις τους τον Απρίλιο και η τάση αναμένεται να συνεχιστεί.

Προς το παρόν επικρατούν στην αμερικανική αγορά εργασίας οι ίδιες συνθήκες, με τους εργοδότες να προσφέρουν άφθονες νέες θέσεις και τους υποψήφιους υπαλλήλους να έχουν αυξημένη διαπραγματευτική δυνατότητα. Οι ειδικοί προειδοποιούν πως η συγκυρία είναι επικίνδυνη. Ο πληθωρισμός αυξάνεται και οι κεντρικές τράπεζες ανά τον κόσμο, με προεξάρχουσα την αμερικανική Federal Reserve, στρέφονται σε περιοριστική νομισματική πολιτική τερματίζοντας τις αγορές ομολόγων και αυξάνοντας επιθετικά τα επιτόκια. Η στροφή αναμένεται να «παγώσει» την οικονομία και πολύ πιθανόν να οδηγήσει σε ύφεση με πολλές και ευρύτατες συνέπειες για τον κόσμο της εργασίας. Μιλώντας στο αμερικανικό δίκτυο CNBC, ο Αντονι Κλοτζ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Τέξας που βάφτισε το φαινόμενο «μεγάλη παραίτηση», τόνισε πως στις περισσότερες περιπτώσεις οι εργαζόμενοι θα πρέπει να σκεφτούν καλύτερα προτού παραιτηθούν. Οπως διευκρίνισε, πρόκειται για μεγάλη απόφαση και συχνά δεν είναι εύκολο να ζυγιάσει κανείς τα υπέρ και τα κατά, αλλά «το ενδεχόμενο μιας επιβράδυνσης δυσχεραίνει περαιτέρω αυτόν τον υπολογισμό».

Την άποψή του συμμερίζονται οι σύμβουλοι καριέρας, που προειδοποιούν όσους αναζητούν εργασία ότι πρέπει να επιδείξουν σύνεση σε ένα τόσο ευμετάβλητο περιβάλλον. Οι απολύσεις και οι μειώσεις προσωπικού είναι συνήθεις σε μια ύφεση. Στη διάρκεια της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, για παράδειγμα, χάθηκαν 22 εκατ. θέσεις εργασίας. Συνήθως, όμως, οι εργοδότες τείνουν να κρατούν στις θέσεις τους περισσότερο όσους υπαλλήλους είναι παλαιότεροι και έχουν γνώση της επιχείρησης.

Παράλληλα, πάντως, η εικόνα της αμερικανικής αγοράς εργασίας εμπνέει μια ακόμη ανησυχία στους οικονομολόγους. Η διαπραγματευτική ισχύς που έχουν αποκτήσει οι εργαζόμενοι και όσοι αναζητούν εργασία έχει ήδη οδηγήσει σε εκτεταμένες αυξήσεις μισθών. Κατά μέσον όρο οι μισθοί στις ΗΠΑ αυξήθηκαν στη διάρκεια του περασμένου έτους 4,4%. Παράλληλα, πολλές επιχειρήσεις έχουν καταφύγει σε μια πολιτική παροχής μπόνους, που σε συνδυασμό με τις αυξήσεις των μισθών μπορεί να αποτελέσει παράγοντα επιτάχυνσης του πληθωρισμού. Μπορεί, εν ολίγοις, να οδηγήσει σε μια επανάληψη του πληθωρισμού της δεκαετίας του 1970, όταν οι εργαζόμενοι ασκούσαν πιέσεις για όλο και υψηλότερους μισθούς για να αντεπεξέλθουν στον πληθωρισμό και οι αυξήσεις των μισθών τροφοδοτούσαν νέες πληθωριστικές πιέσεις.

Πηγή:Καθημερινή

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση