ΚΟΣΜΟΣ
HΠΑ: Θανατοποινίτης που πάσχει από βαριάς μορφής σχιζοφρένεια δεν θα εκτελεστεί
Σύμφωνα με απόφαση ομοσπονδιακού δικαστηρίου.
Ένας άνδρας που πάσχει από σχιζοφρένεια και είχε καταδικαστεί σε θάνατο για τη δολοφονία των πεθερικών του στο Τέξας το 1992, δεν θα εκτελεστεί, λόγω της ασθένειάς του, αποφάσισε σήμερα ένα ομοσπονδιακό δικαστήριο, έπειτα από δικαστική διαμάχη είκοσι ετών.
Ο ομοσπονδιακός δικαστής του Όστιν, της πρωτεύουσας αυτής της Πολιτείας, κατέληξε σε αυτήν την απόφαση κρίνοντας ότι η ψυχική ασθένεια του Σκοτ Πανέτι, 65 ετών σήμερα, «δεν του επιτρέπει να κατανοήσει τους λόγους της εκτέλεσή του».
Ο Πανέτι καταδικάστηκε σε θάνατο το 1995.
Η εκτέλεσή του «θα παραβίαζε την Όγδοη Τροπολογία (του Συντάγματος) που απαγορεύει κάθε βάναυση και ασυνήθιστη τιμωρία», πρόσθεσε ο δικαστής Ρόμπερτ Πίτμαν, επικαλούμενος μια απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ, του 1986. Ο δικαστής έφτασε σε αυτό το συμπέρασμα έπειτα από τριήμερη ακροαματική διαδικασία που αφορούσε μόνο την ψυχική υγεία του θανατοποινίτη.
Η απόφαση «εμποδίζει την Πολιτεία του Τέξας να εκδικηθεί έναν άνθρωπο που πάσχει από σχιζοφρένεια βαριάς μορφής και ως αποτέλεσμα αντιλαμβάνεται με στρεβλό τρόπο τον κόσμο που τον περιβάλλει» δήλωσε ο δικηγόρος του, Γκρέγκορι Γουίρσιοκ.
Μολονότι οι γιατροί είχαν διαγνώσει ότι ο Σκοτ Πανέτι έπασχε από σχιζοφρένεια από νεαρή ηλικία, οι αρχές του Τέξας επέμεναν να εφαρμοστεί η θανατική ποινή αφού απορρίφθηκε και η ύστατη προσφυγή του στο Ανώτατο Δικαστήριο το 2003.
Τον Σεπτέμβριο του 1992 ο Πανέτι σκότωσε τα πεθερικά του μπροστά στα μάτια της συζύγου του, που τον είχε εγκαταλείψει, και της τρίχρονης κόρης τους. Τρία χρόνια αργότερα ο δικαστής που τον δίκασε του έδωσε την άδεια, παρά τις αντιρρήσεις ακόμη και των εισαγγελέων, να αναλάβει μόνος του την υπεράσπισή του. «Ντυμένος με μπορντό καουμπόικη στολή, ο Πανέτι έλεγε ασυναρτησίες καθ’ όλη τη διάρκεια της δίκης» και κάλεσε ως μάρτυρες υπεράσπισης τον Ιησού Χριστό, τον δολοφονημένο πρόεδρο Τζον Φ. Κένεντι και τον πάπα Ιωάννη Παύλο Β΄, υπενθύμισε ο δικαστής Πίτμαν.