ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο Σουλεϊμάν Αγάς στις Βερσαλλίες
Ο Οθωμανός Διπλωμάτης που εξόργισε το βασιλιά Λουδοβίκο και έκανε ως πρέσβης μόδα την κατανάλωση καφέ στο Παρίσι του 17ου αιώνα!
Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ (*)
Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, γίνονται γνωστές οι αποφάσεις της Συνόδου κορυφής της Ε.Ε. για τις κυρώσεις εναντίον της μόνιμης πια παραβατικής συμπεριφοράς της Τουρκίας στην ανατολική Μεσόγειο. Οι συστηματικές εμπρηστικές δηλώσεις και οι εμμονές του Τούρκου Προέδρου απέναντι στο Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν, επιβεβαιώνουν την Ιστορία ως διαχρονικό θησαυρό, που ακόμη «κι αν δεν επαναλαμβάνεται, ωστόσο κάνει σημαντικές ομοιοκαταληξίες» όπως θα ξανάγραφε γνωστός ιστορικός. Είναι χαρακτηριστικές οι ομοιότητες και τα γεγονότα, στο βάθος των αιώνων, τόσο που κάνουν τη σημερινή διπλωματία, να έχει μοναδικό καθοδηγητή στις αποφάσεις της, την ίδια την Ιστορία που σχεδόν μιλά από μόνη της.
Οι παράλογες αιτιάσεις και απαιτήσεις της γείτονος, και η παραβατικότητά της έναντι του διεθνούς δικαίου, είναι ένα μόνιμο όπλο στα χέρια της, που αιώνες τώρα, έχει μάθει να χρησιμοποιεί για την επιβίωσή της. Είναι χαρακτηριστική η άγνωστη ιστορία ενός Τούρκου διπλωμάτη, έμπιστου απεσταλμένου του Σουλτάνου Μεχμέτ Δ’, τις τελευταίες ημέρες πριν από την πτώση του Χάνδακα, που με τον αέρα των θριαμβευτών (γνώριζαν ότι η παράδοσή του ήταν πια θέμα χρόνου), έφτανε στη Γαλλία για να εκβιάσει το Βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ’. Να απαιτήσει από θέση ισχύος, με δεδομένη την αίσια έκβαση σ’ ένα 22χρονο πόλεμο που ήταν ο πλέον καθοριστικός, καθώς αποτελούσε ένα στοίχημα για την ίδια την Ιστορία της Ευρώπης.
Ο Müteferrika Süleyman Ağa ή Soliman Musta-Feraga ή απλά Σουλεϊμάν Αγάς - αυτός ήταν ο Τούρκος απεσταλμένος, έκτακτος πρέσβης - αποβιβάστηκε με την εικοσαμελή ακολουθία του και τον αρχιγραμματέα του Αρμένιο Kirkor στο λιμάνι της Τουλών στις αρχές Αυγούστου του 1669. Μόλις λίγες ημέρες πριν, έγινε η αποτυχημένη απόπειρα βοήθειας του ενωμένου χριστιανικού στόλου μπροστά από τα τείχη της πολιορκούμενης πόλης και η απρόσμενη βύθιση της ναυαρχίδας La Therese ανοιχτά στον όρμο του Δερματά. Ήδη, είχε δρομολογηθεί η αναπόφευκτη παράδοση του Χάνδακα. Η περίεργη άφιξη του Τούρκου αξιωματούχου στη Γαλλία, είχε προκαλέσει έντονες ανησυχίες στην Παπική και την Ενετική διπλωματία. Οι ανησυχίες αυτές εντείνονταν ακόμη περισσότερο, με την τήρηση άκρας μυστικότητας ως προς το χαρακτήρα της αποστολής του. Οι οδηγίες που είχαν δοθεί στο νούντσιο (πρέσβη) του Βατικανού στο Παρίσι, ήταν «να χρησιμοποιήσει όλη τη διπλωματική του δεινότητα για να πείσει το βασιλιά (σ.σ. βασιλιά Ήλιο, Λουδοβίκο ΙΔ’) να κλείσει τα αυτιά του σε οποιαδήποτε προσφορά ή προνόμια τα οποία θα μπορούσαν να τον δελεάσουν και να τον αποπροσανατολίσουν από τις ειλημμένες βασιλικές του αποφάσεις προς όφελος της Κάντια, για την υπεράσπιση της αγίας ημών θρησκείας την οποία προς στιγμήν δεν μπορούσε να υπερασπίσει παρά μόνον ο βραχίονας της Μεγαλειότητός του». Αυτά έγραφαν οι εμπιστευτικές επιστολές του πάπα Κλήμη Θ’ που έφταναν σωρηδόν με το ταχυδρομείο του Βατικανού.
Σύμφωνος με τον ενετό πρέσβη στο Παρίσι Μοροζίνι (συνωνυμία με τον Φραντζέσκο Μοροζίνι) ο οποίος είχε προειδοποιήσει το βασιλιά ότι ποτέ ο αυτοκράτορας δεν θα δεχόταν ένα Τούρκο απεσταλμένο που δεν θα είχε την ιδιότητα του πρέσβη, ο νούντσιος του Βατικανού Νίκολας Μπαρτζελίνι, κατόρθωσε να αποσπάσει από τον ντε Λιόν υπουργό εξωτερικών του Λουδοβίκου, την υπόσχεση ότι «ο Τούρκος δεν θα γινόταν δεκτός από το βασιλιά εάν ερχόταν με την ιδιότητα του απλού απεσταλμένου, ενώ δεν θα μπορούσαν να του αρνηθούνε μιαν ακρόαση εάν έφερε τον τίτλο του πρέσβη. Βεβαίως και θα εμείνουμε ώστε ο κοινός εχθρός να μην κατορθώσει με τη συνήθη του δολιότητα, να αποτρέψει τη βοήθεια του Γαλλικού Έθνους προς την Κάντια».
Στο μεταξύ, ο Σουλεϊμάν Αγάς, γνωστοποίησε το σκοπό της αποστολής του και διεκήρυξε ότι ο Μέγας Κύριός του (ο Σουλτάνος), τον έστελνε στη Γαλλία για να ρωτήσει το βασιλιά εάν ήθελε να διατηρήσει την συμφωνία του με την Πύλη και να ανανεώσει τις παλαιές συνθήκες των διομολογήσεων. Εάν ναι, ο Σουλτάνος θα έστελνε στο Παρίσι έναν από τους κυριότερους πασάδες του με την ιδιότητα του ειδικού πρέσβη, για να επισυνάψει και να επικυρώσει μια νέα πλεονεκτική συμφωνία για το γαλλικό εμπόριο στην Ανατολή. Παρ’ όλες τις προσπάθειες του παπικού νούντσιου και του ενετού πρέσβη, ο Τούρκος απεσταλμένος κατά τη διάρκεια του Νοεμβρίου, έγινε δεκτός σε ακρόαση από του υπουργό εξωτερικών ντε Λιόν, με το εν χρήσει εθιμοτυπικό στην Τουρκία για την υποδοχή των Γάλλων πρέσβεων από το Μεγάλο Βεζίρη. Ο Σουλεϊμάν Αγάς, αρνήθηκε να διαπραγματευτεί με τον υπουργό εξωτερικών και ισχυρίστηκε, ότι όφειλε να επιδώσει, με κίνδυνο να χάσει το κεφάλι του, μία επιστολή εκ μέρους του Κυρίου του, που απευθύνονταν προσωπικά προς το βασιλιά Λουδοβίκο ΙΔ’.
Αυτή η στάση προξένησε μεγάλη ανησυχία σε ολόκληρη τη Γαλλική, την Ενετική και την Ποντιφική διπλωματία. Αν και ο απεσταλμένος ισχυρίζονταν ότι ήρθε στη Γαλλία εκ μέρους του Σουλτάνου, ο πρέσβης του Βατικανού στο Παρίσι, εξέφρασε στη Ρώμη το φόβο, ότι ο σκοπός της αποστολής του «ήταν να αποτρέψει το Λουδοβίκο από τη χριστιανική του πολιτική και τα σχέδιά του για μια νέα μεγάλη αποστολή στην Ανατολή, κάνοντάς τον να πιστέψει ότι μετέφερε πολύ δελεαστικές προσφορές ειρήνης και φιλίας εκ μέρους του Σουλτάνου».
Ο πρέσβης του Βατικανού Νίκολας Μπαρτζελίνι δεν είχε κάνει λάθος. Με τα μισόλογά του, και τη συνεχή του προσπάθεια να διατηρήσει μέχρι τέλους το
μυστηριώδη χαρακτήρα της αποστολής του, ο Σουλεϊμάν Αγάς κατάφερε να περιβληθεί με ένα κύρος και μια σπουδαιότητα την οποία δεν άξιζε, ώστε να εξαπατήσει το βασιλιά και τους υπουργούς του.
Κρατώντας τον στο περιθώριο, αν και με πολλές τιμές, όσο η τύχη του Χάνδακα και όλης της Κρήτης εκκρεμούσε, ο Τούρκος απεσταλμένος είδε ξαφνικά να μεγαλώνει η διασημότητά του μόλις έγινε γνωστή η παράδοση της πόλης. Έγινε δεκτός από τον υπουργό εξωτερικών και σε λίγο, παρά τις επίσημες και επανειλημμένες διαβεβαιώσεις του ντε Λιόν προς τον παπικό νούντσιο, έγινε δεκτός και στις Βερσαλλίες από τον ίδιο το βασιλιά Ήλιο.
Η ακρόαση έλαβε χώρα στις 5 Δεκεμβρίου 1669, μέσα σε μια ανείπωτη πολυτέλεια, με κάθε βασιλική μεγαλοπρέπεια και σε ιδιαίτερη αντίθεση με την άσχημη εμφάνιση του Τούρκου απεσταλμένου.
Όπως μας πληροφορεί ο γάλλος ιστορικός, συγγραφέας και δικαστής Olivier Lefèvre d'Ormesson (1616-1686), ο πρέσβης Μπαρτζελίνι έγραψε εμπιστευτικά στον πρωθυπουργό του πάπα καρδινάλιο Ζακ Ροσπιλιόζι, περιγράφοντας την ακρόαση αυτή:
«Για να τον υποδεχτεί με τη μεγαλύτερη μεγαλοπρέπεια ο βασιλιάς παρήγγειλε μια ενδυμασία γεμάτη από διαμάντια, συνολικής αξίας 14 εκατομμυρίων. Είδα εκ του σύνεγγυς το καπέλο του με τα πιο μεγάλα διαμάντια. Ήταν επίσης ντυμένος και στολισμένος με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, ενώ ο κ. Δούκας μόνο με διαμάντια. Για να υποδεχθούν τον Τούρκο είχαν ετοιμάσει ένα θρόνο στην άκρη της γαλαρίας του Σατώ Νεφ, η οποία ήταν στολισμένη με τούς πιο όμορφους τάπητες τοίχου και άλλα υφάσματα με ζωγραφισμένα πρόσωπα τα οποία είχε επιμεληθεί ο κ. Λε Μπρέν. Όλα τα ασημένια τραπεζάκια, γραφεία, ερμάρια, βάζα, λεκάνες ήταν εκεί. Ανάμεσα στα δύο κάστρα ήταν οι δύο λόχοι των οπλιτών με μουσκέτα πεζή, με εφαρμοστές στολές από μαύρο βελούδο και χάλκινα επιχρυσωμένα κουμπιά. Οι Ελβετοί και Γάλλοι σωματοφύλακες ήταν σε στάση τιμητικής φρουράς. Πίσω από αυτούς ήταν χωροφύλακες, το ελαφρύ ιππικό άλλων σωματοφυλάκων παρατεταγμένο σε οκτώ ίλες από την κάθε πλευρά και οι θυροφύλακες. Κατά τις τρείς η ώρα, έφθασε ο Τούρκος έφιππος, προπορευόμενων είκοσι Τούρκων με πράσινα σερζ καφτάνια και μανδύες με πολύ βρώμικα τουρμπάνια. Φορούσε μια κόκκινη ζακέτα καμηλό και τίποτε από μετάξι ή καμιά χρυσή διακόσμηση. Μετά ακολουθούσαν οκτώ έφιπποι εξ ίσου άσχημα ντυμένοι όπως και οι προηγούμενοι. Δεν μπορούσε κανείς να φαντασθεί τίποτε το φτωχότερο και μίζερο. Εισήλθε αρκετά υπερήφανος και αλαζονικός στη γαλαρία, κρατώντας με τα δύο του χέρια ένα χρυσοκέντητο σάκο όπου ήταν η επιστολή του Σουλτάνου. Έκαμε τρεις υποκλίσεις σκύβοντας μόνο το κεφάλι, και έδωσε την επιστολή στο βασιλιά ζητώντας του να τη διαβάσει. Ο βασιλιάς την άνοιξε και όπως αυτή ήταν μακροσκελής, είπε ότι θα την έβλεπε και θα απαντούσε. Ο Τούρκος με αυθάδες ύφος παραπονέθηκε αμέσως, ότι ο βασιλιάς δεν σηκώθηκε για να παραλάβει την επιστολή, λέγοντας ότι του φέρθηκαν άσχημα. Ο βασιλιάς απάντησε ότι συμπεριφέρθηκε κατά τη βασιλική εθιμοτυπία, και ο Τούρκος απεσύρθη δυσαρεστημένος. Αυτή η επιστολή του Σουλτάνου που ο Σουλεϊμάν Αγάς παρέδωσε στο βασιλιά με τόση αυθάδεια, ήταν ασήμαντη και δεν περιείχε καμία από τις ωραίες υποσχέσεις που αυτός είχε προαναγγείλει» γράφει ο d'Ormesson.
Αυτά τα νέα δεν μπορούσαν πλέον να φθάσουν στον πάπα που ήταν κατάκοιτος εδώ και καιρό. Για την Ιστορία, τέσσερεις μέρες μετά, στις 9 Δεκεμβρίου 1669 ο πάπας Κλήμης Θ’, ο πάπας που αγάπησε την Κρήτη και πέθανε από τον καημό του γι’ αυτήν, θα άφηνε την τελευταία του πνοή.
Αυτή η λεπτομερής καταγραφή ενός σημαντικού ιστορικού γεγονότος πριν από τρεισήμισι αιώνες, δεν παύει να σηματοδοτεί την διαχρονική αντίληψη η οποία διέπει και σήμερα τον ίδιο λαό και τους ηγέτες του στους κανόνες των διεθνών σχέσεων.
Όμως ο Σουλεϊμάν Αγάς, παρότι εξόργισε τα Γαλλικά ανάκτορα και τον ίδιο το βασιλιά Λουδοβίκο, θα αποκτούσε πλέον την ιδιότητα του μόνιμου πρέσβη του Σουλτάνου στη Γαλλία. Στο κέντρο του Παρισιού, στις όχθες του Σηκουάνα, εγκατέστησε την πρεσβευτική του κατοικία και επιδόθηκε παράλληλα στην εισαγωγή καφέ για την παριζιάνικη κοινωνία. Η οθωμανική πρεσβεία στο Παρίσι αποτέλεσε γρήγορα μια μικρογραφία του μυστηρίου της Ανατολής στην καρδιά της Ευρώπης. Διακοσμημένη με βαριά ανατολίτικα έπιπλα, περσικά χαλιά, ακριβά υφάσματα και μαξιλάρια αλλά και με το γενικότερο μέχρι τότε άγνωστο και εξωτικό ανατολίτικο στυλ, έγινε γρήγορα ένα περιζήτητο στέκι για την υψηλή κοινωνία του Παρισιού. Πολλές κυρίες απ’ αυτήν ανυπομονούσαν να προσκληθούν για να απολαύσουν τα άγνωστα μέχρι τότε αρώματα και τη γεύση του τουρκικού καφέ που εισήγαγε ο τούρκος διπλωμάτης, και η κατανάλωσή του έγινε μόδα. Ιδιαίτερα ελκυστικός ήταν ο χιουμοριστικός χαρακτήρας του που τον έκαναν γρήγορα αρκετά δημοφιλή.
Όταν ο Σουλεϊμάν Αγάς εγκατέλειπε ως πρέσβης το Παρίσι, πίσω του θα άφηνε τον έμπιστο αρχιγραμματέα του αρμένιο Kirkor, ο οποίος θα άλλαζε το όνομά του σε Pascal και το 1686 θα άνοιγε την πρώτη επικερδή επιχείρηση καφενείου, στη θέση του σημερινού ιστορικού εστιατορίου «Le Procope», το οποίο έγινε στέκι για τους μετέπειτα τρεις αιώνες, όλης της διανόησης του Παρισιού, με θαμώνες τους εγκυκλοπαιδιστές, γνωστούς ηθοποιούς, συγγραφείς, μουσικούς, ποιητές, φιλοσόφους, πολιτικούς, επιστήμονες, κ.α.
(*) Απαγορεύεται από το δίκαιο της πνευματικής ιδιοκτησίας η καθ΄ οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση, αναμετάδοση, αναπαραγωγή ή ιδιοποίηση του παρόντος κειμένου, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη.