ΙΣΤΟΡΙΑ
Ο πάπας που αγάπησε την Κρήτη και πέθανε γι’ αυτήν
Ο λογοτέχνης και ποιητής που γίνεται πάπας, θέτει σκοπό της ζωής του την υπεράσπιση της χριστιανοσύνης στην Ανατολή και την απελευθέρωση της Κρήτης από τους Οθωμανούς
Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ (*)
Μέρος 1ο
Αυτό το φθινόπωρο συμπληρώνονται ακριβώς 350 χρόνια. Τα ίχνη του φευγαλέου παρόντος, αδήριτος νόμος της φύσης κι ενός διαρκώς μεταβαλλόμενου κόσμου που χάνονται νομοτελειακά δημιουργώντας το παρελθόν, υφαίνουν αυτό που λέμε Ιστορία. Εκείνη, που το φως μεταφέρει αενάως στα μακρινά άστρα και που ο άνθρωπος δεν θα φτάσει ποτέ για την ξαναδεί έστω σαν αυθεντικό αποτύπωμα σε ταινία. Κανείς εξάλλου δεν μπαίνει στο ίδιο ποτάμι δυο φορές, έλεγε ο Ηράκλειτος.
Η συγκλονιστική ιστορία ενός Ρωμαίου ποντίφικα που έθεσε ως κορυφαίο στόχο της δίχρονης παποσύνης του την υπεράσπιση της χριστιανοσύνης στην Ευρώπη από τον ισλαμικό κίνδυνο, και μέσα απ’ αυτόν τη σωτηρία του πολιορκούμενου Χάνδακα από τους Οθωμανούς, είναι ένα άγνωστο ιστορικό στοιχείο που πρέπει να εμπλουτίσει τα γεγονότα της ύστατης περιόδου του Κρητικού Πολέμου (1667-1669), αφού η Ιστορία είναι φτιαγμένη εκτός από τη σιωπή των νεκρών και με τη μεγαλοσύνη της δίκαιης κρίσης των ζωντανών που (πρέπει να) κελεύει η ωριμότητα του χρόνου.
Σήμερα, στη συναρπαστική ζωή και κυρίως στην παποσύνη του Τζούλιο Ροσπιλιόζι, εκείνου που πέρασε στην Ιστορία ως πάπας Κλήμης Θ’, μόνο το ίδιο το στοιχειωμένο στο χρόνο Βατικανό και το συγκρότημα των θερινών κατοικιών των ποντιφικών στο Καστέλ Γκαντόλφο στις όχθες της λίμνης Αλμπάνο στα νότια περίχωρα της Ρώμης, το παλιό ορθογώνιο κάστρο Μισέλ Άγγελο με τα κρημνοπρεπή μπεντένια του στο λιμάνι της Τσιβιτά Βέκια, το άλλοτε επίνειο του ισχυρού παπικού στόλου και σημείο συγκέντρωσης των γαλλικών γαλερών του Λουδοβίκου ΙΔ’ προς την Κρήτη, μια ανάσα βορειοδυτικά από το Βατικανό στις ακτές του βόρειου Τυρρηνικού πελάγους, οι οχυρώσεις του Χάνδακα, το φρούριο του δικού μας Κούλε κι ό,τι απέμεινε από τη βενετοκρατούμενη Κάντια, μαζί με κάποιες εκατοντάδες επιστολές του ίδιου που σώζονται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού, με το πυκνό δίκτυο των διαπιστευμένων νούντσιων του παπικού κράτους στις ευρωπαϊκές Αυλές του 17ου αιώνα, καθώς και αρκετά πορτρέτα του, είναι τα ισχνά νήματα που φυγοδικούν με τη μνήμη και που πιστώνουν το έργο ζωής του. Εκείνο της υπεράσπισης της χριστιανοσύνης και του απειλούμενου Χάνδακα. Όλα συνθέτουν μιαν άγνωστη ιστορία ενός από τους πιο κραταιούς Ρωμαίους ποντίφικες που συνδέσανε την παποσύνη τους με την καθοριστική ατυχή έκβαση τα δυο τελευταία χρόνια της εικοσιδυάχρονης πολιορκίας της τελευταίας κτήσης της Βενετίας στη Μεσόγειο, την Κρήτη. Άλλωστε, πάπας εκλέχτηκε την ύστατη καθοριστική περίοδο κορύφωσης του Κρητικού Πολέμου: Στις 20 Ιουνίου 1667 μέχρι και το θάνατό του στις 9 Δεκεμβρίου 1669 λίγες μέρες μετά την πτώση του Χάνδακα.
Σκοπός του παρόντος σημειώματος δεν είναι η συγγραφή μιας θυελλώδους βιογραφίας (πως μπορεί άλλωστε να γίνει μέσα σε λίγες αράδες), αλλά η περίτρανη ιστορική μαρτυρία της προσφοράς του Κλήμη Θ’ στην σθεναρή υπεράσπιση της χριστιανοσύνης στην Ευρώπη μπροστά στον κίνδυνο εξάπλωσης του οθωμανικού κινδύνου, αφού η πτώση της Κρήτης ήταν ένα αναμφισβήτητο διαβατήριο για την ισλαμοποίηση της γηραιάς ηπείρου.
Γεννημένος το 1600 στην Πιστουά, στο μεγάλο Δουκάτο της Τοσκάνης, μέσα σε μια παλιά οικογένεια ευγενών που είχε δώσει πολλούς άρχοντες στην ομώνυμη Δημοκρατία της πόλης και πολλούς αξιωματούχους στο τάγμα των Ιπποτών της Μάλτας, με ικανότητες που έγιναν εμφανείς από τη στιγμή της εισόδου του στον κλήρο, για έντεκα χρόνια κατείχε με μεγάλη επιτυχία τη θέση του νούντσιου στη Μαδρίτη, έχοντας τον τίτλο του αρχιεπισκόπου της Ταρσού. Ο προκάτοχός του Αλέξανδρος Ζ’ του έδωσε τον πίλο του Καρδιναλίου και αργότερα τον χειροτόνησε τοποτηρητή της Ρώμης και ύπατο γραμματέα (πρωθυπουργό) του παπικού κράτους.
Στο κονκλάβιο εκλογής πάπα το 1667, παρ’ ότι ο Τζούλιο Ροσπιλιόζι εκλέχτηκε με την αξία του, από τη μερίδα εκείνη του ιερού κολλεγίου που αντιδρούσε στις μεγάλες δυνάμεις της εποχής, αλλά και από τους Ισπανούς εκλέκτορες αφού είχε υπηρετήσει για πολλά χρόνια νούντσιος στη Μαδρίτη, ωστόσο παρ’ ότι αρεστός του Λουδοβίκου ΙΔ’ ήταν ένας άλλος φίλος του πρωθυπουργού Μαζαρίνου, γρήγορα μετά την εκλογή του, οι δύο άνδρες απέκτησαν μια ιδιαίτερη «χημεία» που θα αποδεικνύονταν καθοριστική για την εξέλιξη των γεωπολιτικών σχέσεων στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο, και φυσικά κατ’ επέκταση στο πρόβλημα της Κρήτης.
«Σε δεύτερη θέση είναι ο καρδινάλιος Ροσπιλιόζι που εκτελεί προς το παρόν καθήκοντα γραμματέως του κράτους του πάπα. Είναι ένα άτομο που συγκεντρώνει στις επιστημονικές και φιλολογικές του γνώσεις, μεγάλη εμπειρία των υποθέσεων του κόσμου, πράγμα που αποτελεί ένα από τα πιο απαραίτητα προσόντα για έναν καλό πάπα. Προσόντα που έδειξε τόσο κατά την παραμονή του στο εξωτερικό όσο και κατά την επιστροφή του στη Ρώμη, στην θέση την οποίαν κατέχει» διεμήνυε στις ακροάσεις προς τους πρεσβευτές του στη Ρώμη ο Λουδοβίκος ΙΔ’ λίγο πριν την εκλογή του νέου ποντίφικα.
Σε αυτά του τα προσόντα ο πάπας προσέθετε «μια μεγάλη καλοσύνη και μια εξαιρετικά καλή διάθεση. Ήταν ένα πνεύμα ήπιο, συγκροτημένο, λογικός, γεννημένος αγαθοεργός. Είδαμε λίγες ψυχές με περισσότερες διαθέσεις προς την γενναιοδωρία και την μεγαλοσύνη. Η αγαπημένη του λέξι, σε όλες τις περιστάσεις όπου κάποιος του ζητούσε μια χάρη, ήταν: «concediamo» (να παραχωρηθεί). Ήταν πάντα διατεθειμένος να δώσει και να προξενήσει ευχαρίστηση» έγραφε στα Γαλλικά ανάκτορα του Σαμπόρτ ο Γάλλος πρέσβης στη Ρώμη.
Η πραότητά του δεν απέκλειε καθόλου τη σταθερότητα του χαρακτήρα του κάθε φορά που διακυβεύονταν τα συμφέροντα της Εκκλησίας ή η αξιοπρέπεια της Αγίας Έδρας. Παρά το σαθρό της υγείας του ο Κλήμης Θ’, επεξεργαζόταν με εμμονή τα γενναιόδωρα σχέδιά του για την απελευθέρωση του Χάνδακα, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσε να συμβιβάσει τη Ρώμη με την αίρεση στη γαλλική εκκλησία, που γινόταν κάθε μέρα όλο και πιο δυνατή περιφρουρώντας και εξασφαλίζοντας για μεγάλο διάστημα την ειρήνη μέσα στους κόλπους της.
Κατά τη νεότητά του ο Τζούλιο Ροσπιλιόζι, είχε αποκτήσει τη φήμη αξιόλογου ποιητή και φιλολόγου και παρότι αργότερα οι ασχολίες του στη θρησκευτικοπολιτική σταδιοδρομία τον απορροφούσαν τόσο πολύ ώστε να μην μπορεί να αφοσιωθεί τελείως στη λογοτεχνία, παρέμεινε ωστόσο ένας λεπτός και ευαίσθητος άνθρωπος των γραμμάτων.
Ανερχόμενος στον παπικό θρόνο ο Κλήμης Θ’ δεν εγκατέλειψε την πολιτική που άρχισε ως γραμματέας του κράτους. Έθεσε κύριο και πρωταρχικό σκοπό του την απελευθέρωση της Κρήτης, την οποία θεωρούσε ως την πιο σημαντική λεωφόρο του χριστιανικού πολιτισμού προς την Ανατολή.
Οι περιστάσεις φαίνονταν όμως υπέρ του δέοντος περίπλοκες για την υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Εκτός από το βασιλιά της Γαλλίας, κανένας άλλος από τους χριστιανούς πρίγκιπες δεν ήταν σε θέση να αναμετρηθεί μόνος του με την ισχυρή Οθωμανική Αυτοκρατορία, και όλοι οι παλαιοί στρατιώτες του Χριστού ήσαν ανίκανοι να ξαναρχίσουν τον αγώνα. Η Γερμανική Αυτοκρατορία που μόλις επούλωνε τις πληγές της, ήταν δεσμευμένη με τη συνθήκη της Βασβάρ και διατηρούσε με κόπο τις κτήσεις της στην Ουγγαρία. Η Πολωνία πάλευε με τις ίντριγκες μιας εκλογής του βασιλιά και ο Λουδοβίκος ΙΔ’ είχε αρχίσει ανοικτό πόλεμο με τους Ισπανούς στις Κάτω Χώρες, εξ αιτίας των δικαιωμάτων που ισχυρίζονταν επ’ αυτών η βασίλισσά τους.
Όσο η ειρήνη δεν θα είχε αποκατασταθεί ανάμεσα σε αυτές τις δύο μεγάλες καθολικές δυνάμεις, ο Κλήμης Θ’ δεν μπορούσε να ελπίζει σε καμία βοήθεια για την Κρήτη. Πριν απ’ όλα, έβλεπε ως πρώτη του υποχρέωση να αναλάβει πρωτοβουλίες ώστε να σταματήσουν οι εχθροπραξίες που κατέτρωγαν τη Δύση.
Στις επιστολές τις οποίες κοινοποίησε με την εκλογή του στους ηγεμόνες για να τους ευχαριστήσει για τη συνδρομή τους μέσω των πρέσβεών τους και των καρδιναλίων των εθνών τους, ο νέος πάπας δεν παρέλειπε να εκθέσει το πολιτικό του σχέδιο, που προέβλεπε την αποκατάσταση της ειρήνης στην Ευρώπη και την απελευθέρωση της Κρήτης, απ’ όλους τους χριστιανούς πρίγκιπες ενωμένους σε αυτό τον ευγενικό σκοπό. Για το λόγο αυτό ικέτευε τους ηγεμόνες να καταθέσουν τα όπλα και να αποδεχθούν τη μεσολάβησή του.
Οι Τούρκοι, έγραφε στο βασιλιά της Γαλλίας, προξενούν στη χριστιανική θρησκεία τους πιο μεγάλους κινδύνους, τόσο στην Κρήτη όσο και τη Δαλματία. Δεν υπάρχει παρά ένας τρόπος να αποτρέψουμε αυτό τον κίνδυνο. «Η Μεγαλειότης σας να καταθέσει τα όπλα, τουλάχιστον μέχρι να μπορέσουμε να βρούμε μέσα συμφιλιώσεως που να είναι τα πιο κατάλληλα τόσο στην καλοσύνη σας, όσο και στις προσπάθειές μας, και να απελευθερώσετε με την γενναιοδωρία σας, έναν πατέρα που σας αγαπά τόσο στοργικά, από την οδύνη που του προξενεί η θέα μιας χριστιανοσύνης εκτεθειμένης σε ανεπανόρθωτες καταστροφές».
Στο επόμενο: Είναι η προκατάληψη ή η άγνοια άραγε η ίδια η υγρή μελάνη που γράφεται η Ιστορία; 350 χρόνια μετά, η ιστορική δικαίωση της Αλήθειας ακόμη προσμένει…
(*) Το παραπάνω κείμενο βασίζεται σε αδημοσίευτη στην Ελλάδα έρευνα από άγνωστο αρχειακό υλικό δυτικών πηγών κυρίως από τα αρχεία του Βατικανού, του πάπα Κλήμη IX και τις παπικές νουντσιατούρες στην Ευρώπη που αφορά στον Κρητικό Πόλεμο και την τελευταία περίοδο πολιορκίας του Χάνδακα (1667-1669) μέσα από την ευρωπαϊκή διπλωματία της εποχής.
Ο κ. Κωστής Μαυρικάκης είναι Πολιτικός Μηχανικός με ενδιαφέροντα στη συγγραφή και την ιστορική έρευνα. Έχει βραβευτεί (2017) με τον έπαινο της Τάξης Ηθικών και Πολιτικών Επιστημών της Ακαδημίας Αθηνών.