ΙΣΤΟΡΙΑ
«Ο Γέρος και η Θάλασσα»: Η νουβέλα του Έρνεστ Χέμινγουεϊ που έμεινε στην ιστορία
Ήταν 8 Σεπτεμβρίου 1952
Ήταν 8 Σεπτεμβρίου 1952, όταν για πρώτη φορά δημοσιεύεται «ο Γέρος και η Θάλασσα», ένα μυθιστόρημα ή καλύτερα μια νουβέλα γραμμένη από τον Αμερικανό συγγραφέα Έρνεστ Χέμινγουεϊ το 1951 στην Κούβα. Ήταν το τελευταίο μεγάλο έργο της φαντασίας που έγραψε ο συγγραφέας και δημοσιεύτηκε στη διάρκεια της ζωής του.
Είχε προηγηθεί το πρώτο του μυθιστόρημα «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα» το οποίο πραγματεύεται μία ρομαντική ιστορία που εκτυλίσσεται στην μεταπολεμική Βενετία. Το μυθιστόρημα έλαβε κακές κριτικές ενταγμένες σε μία γενικότερη αμφισβήτηση της ικανότητάς του να συνεχίσει να δημιουργεί σημαντικά έργα. Η θεώρηση αυτή ανατράπηκε δύο χρόνια αργότερα, με την ολοκλήρωση της νουβέλας Ο Γέρος και η Θάλασσα.
Είναι η ιστορία μιας μάχης μεταξύ ενός παλαιού, έμπειρου ψαρά του Santiago και ενός μεγάλου μάρλιν ( είδος ξιφία). Ο Santiago έχει περάσει 84 ημέρες μ ε το καΐκι του στη θάλασσα χωρίς να πιάσει ένα ψάρι κι αυτό θεωρείται "Salao" δηλαδή η χειρότερη μορφή ατυχίας. Είναι τόσο άτυχος που ο νεαρός μαθητευόμενος του, ο Manolin, έχει απαγορευτεί από τους γονείς του να πλεύσει και να ψαρεύει μαζί του και αντί αυτού βρίσκεται πάντα με επιτυχείς ψαράδες. Το αγόρι επισκέπτεται καλύβα του Σαντιάγο κάθε βράδυ, με τα είδη αλιείας του, λίγο έτοιμο φαγητό, συζητούν για το αμερικανικό μπέιζμπολ και τον αγαπημένο του παίκτη τον Joe DiMaggio. Ένα βράδυ ο Santiago λέει στον Manolin ότι την επόμενη ημέρα, θα βγει πολύ έξω στο Ρεύμα του Κόλπου, βόρεια της Κούβας στα Στενά της Φλόριντα για να ψαρέψει με την πεποίθηση ότι η ατυχία του πλησιάζει στο τέλος της.
Οι μέρες περνούν και την ογδοηκοστή πέμπτη ημέρα κάτι αρχίζει να αλλάζει. Ο Santiago ανοίγεται στο Ρεύμα του Κόλπου, ορίζει τις γραμμές του και, από το μεσημέρι στο δόλωμά του βρίσκει με ένα μεγάλο ψάρι που είναι σίγουρος ότι είναι ένα μάρλιν. Ανίκανος να το τραβήξει προσπαθεί δύο μέρες και δυο νύχτες αλλά μάταια. Το ψάρι είναι πολύ δυνατό και μάλλον τον τραβάει παρά τραβιέται από αυτόν. Αν και πληγωμένος από τον αγώνα και στον πόνο, ο Santiago εκφράζει μια συμπονετική εκτίμηση για τον αντίπαλό του και συχνά αναφέρεται σε αυτόν ως έναν αδελφό. Φτάνει να καθορίσει πως κανένας ποτέ δεν θα τολμήσει να φάει το μάρλιν.
Την τρίτη ημέρα, το ψάρι αρχίζει να κυκλώσει το καΐκι. Ο Santiago, αν και κουρασμένος , χρησιμοποιεί όλη του τη δύναμη να τραβήξει το ψάρι επάνω στην πλευρά του καϊκιού με μια μαχαιριά κι ένα καμάκι Το δένει με ιμάντες στην μια πλευρά του καϊκιού και αρχίζει να σκέφτεται την υψηλή τιμή που θα του δώσει αυτό το ψάρι στην αγορά και πόσοι άνθρωποι θα τροφοδοτηθούν από αυτό.
Με την επιστροφή του, οι καρχαρίες έλκονται από το αίμα μάρλιν του. Ο Santiago σκοτώνει ένα μεγάλο καρχαρία με το καμάκι του αλλά χάνει το όπλο του. Με ένα κουπί για βοηθό θα προσπαθήσει να αποκρούσει τους καρχαρίες που έχουν μαζευτεί. Σκοτώνονται πέντε αλλά το σούρουπο που ξανάρχονται καταβροχθίζουν σχεδόν όλο του το ψάρι αφήνοντας μόνο τον σκελετό το, την ραχοκοκαλιά δηλαδή, την ουρά και το κεφάλι του. Φτάνοντας στην ακτή το ξημέρωμα της επόμενης μέρας πηγαίνει στην καλύβα του και αμέσως πέφτει γα ύπνο.
Μια ομάδα ψαράδων συγκεντρώνεται την επόμενη μέρα γύρω από τη βάρκα, όπου ο σκελετό του ψαριού είναι ακόμα κολλημένος. Ένας από τους ψαράδες το μέτρα και βλέπει ότι είναι 18 πόδια (5,5 μ) από τη μύτη μέχρι την ουρά. Οι τουρίστες από το κοντινό καφέ νομίζουν ότι αυτό ήταν ένας καρχαρίας. Ο Manolin ανησυχεί για τον γέρο ψαρά , αρχίζει να τον αναζητά , του φωνάζει να τον ξυπνήσει και του φέρνει καφέ και εφημερίδες . Του υπόσχεται πως θα ψαρέψουν μαζί για μια ακόμα φορά και ο Santiago βυθίζεται πάλι σε ύπνο βλέποντας όνειρα από την νιότη του με λιοντάρια σε μια αφρικάνικη παραλία.
Αμέσως μετά τη θερμή υποδοχή της νουβέλας, ο Χεμινγουέι ταξίδεψε αρχικά στην Ισπανία και αργότερα στην Αφρική. Επί αφρικανικού εδάφους, συμμετείχε σε δύο αεροπορικά ατυχήματα τα οποία τού προκάλεσαν σοβαρούς τραυματισμούς. Ενδεικτικό της σοβαρότητάς τους είναι το γεγονός πως αφού επέστρεψε στην Κούβα, του στάθηκε αδύνατο να παραστεί στην απονομή του Νόμπελ Λογοτεχνίας, η οποία έλαβε χώρα στις 28 Οκτωβρίου του 1954. Αντ' αυτού, απέστειλε ένα γράμμα, το οποίο διάβασε ο Αμερικανός πρεσβευτής στη Σουηδία, Τζον Κάμποτ, ανακοινώνοντας την αποδοχή του βραβείου εκ μέρους του συγγραφέα. Ο Γέρος και η Θάλασσα είχε ήδη τιμηθεί με το βραβείο Πούλιτζερ για μυθιστόρημα το 1953.
Όταν προδημοσιεύτηκε τον Σεπτέμβριο του 1952, το περιοδικό Lifeπου το δημοσίευσε , πούλησε πέντε εκατομμύρια αντίτυπα μέσα σε δύο μέρες. Ο Χεμινγουέϊ έγινε μια διασημότητα και η πρώτη έκδοση του βιβλίου έγινε σε 50.000 αντίτυπα. Η εικονογραφημένη έκδοση ήταν σε ασπρόμαυρες εικόνες από τους Charles Tunnicliffe και Raymond Sheppard.
ΠΗΓΕΣ :
Wikipedia.org
Cretalive.gr
Life magazine, 1952