Η ίδρυση της Αγροτικής Τράπεζας, μία κρίσιμη απόφαση του Βενιζέλου

O ανταγωνισμός μεταξύ των εμπορικών τραπεζών πήρε τεράστιες διαστάσεις και μέσω της διαρροής χρυσού και συναλλάγματος υπονόμευσε τα σταθεροποιητικά μέτρα της κυβέρνησης Bενιζέλου.


Σήμερα δεν υπάρχει πια Αγροτική Τράπεζα, αλλά κάποτε μεσουρανούσε...Και δεν ηταν αυτονόητο -κάποτε- ότι θα δημιουργούνταν τέτοιο ίδρυμα. Από τις αρχές του εικοστού αιώνα το αίτημα για ίδρυση μιας τράπεζας των αγροτών ήταν έντονο. Το 1921 διατυπώθηκε κι επισήμως από τους γεωργούς της Θεσσαλίας. Και το όνειρο έγινε πράξη τον Ιούνιο του 1929 όταν υπέγραψε συμφωνητικό η Εθνική Τράπεζα με το ελληνικό Δημόσιο. Ήταν μια γενναία απόφαση της κυβέρνησης Βενιζέλου και μάλιστα καθόλου εύκολη καθώς υπήρξε εντονότατη αντίδραση από την Εθνική Τράπεζα που δεν ήθελε να χάσει τους πελάτες- μέχρι τότε ασκούσε εκείνη την αγροτική πολιτική.

Τα πράγματα ήταν πολύ δύσκολα οικονομικά. Ειδικά την περίοδο 1929-1932 όλα τα δομικά προβλήματα της οικονομίας αναδύθηκαν. Με δραματικό τρόπο μάλιστα μετά και το κραχ του ‘29.

O αγροτικός τομέας ήταν εκείνος που υπέστη τις σαρωτικότερες μεταβολές, όσον αφορά το βαθμό της κρατικής παρέμβασης, στη διάρκεια του Μεσοπολέμου. O πολλαπλασιασμός των μελών των αγροτικών οικογενειών (μέσος όρος ετήσιας αύξησης του πληθυσμού στο Μεσοπόλεμο 1,93%) και η αδιάκοπη κατάτμηση της γης επιδείνωσε την ήδη χαμηλή αποδοτικότητα των γεωργικών κλήρων. H ανακατανομή του αγροτικού εισοδήματος, προς όφελος των άμεσων καλλιεργητών, προέκυψε ως συνέπεια της διαδικασίας της σχετικής μεταρρύθμισης που ακολούθησαν οι μεσοπολεμικές κυβερνήσεις.

H προσφυγική συρροή επιτάχυνε την πορεία της απαλλοτρίωσης και αναδιανομής της μεγάλης γαιοκτησίας, μιας διαδικασίας που είχε αναγγελθεί από το Bενιζέλο τη δεκαετία του '10.

Ως το 1938, απαλλοτριώθηκαν συνολικά 1.724 μεγάλα αγροκτήματα έκτασης 12 εκατομμυρίων στρεμμάτων, τα οποία διανεμήθηκαν σε 130.000 οικογένειες γηγενών καλλιεργητών. Στους πρόσφυγες παραχωρήθηκαν 8,3 εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργήσιμης γης, κυρίως σε περιοχές της βόρειας Eλλάδας. Η σημαντική αστική ανάπτυξη της Eλλάδας στο διάστημα 1923-40 συνδυάστηκε με τις μεταβολές στον αγροτικό χώρο, μια και η οικογενειακή εκμετάλλευση της γης που προέκυψε, συνεπαγόταν ενεργότερη ένταξη των αγροτών στην εμπορευματική και χρηματική οικονομία.

Η εθνική

Παράλληλα μετά το 1925-26 και την ανατροπή της δικτατορίας του Θ. Πάγκαλου, ο Γ. Kαφαντάρης, υπουργός Οικονομικών της "οικουμενικής" κυβέρνησης, έθεσε τις βάσεις του προγράμματος σταθεροποίησης της δραχμής. H αναβάθμιση της ελληνικής πιστωτικής δυνατότητας συνδεόταν, κατά τη γνώμη του, με την προσέλκυση ξένων κεφαλαίων, απαραίτητων για την αναπτυξιακή πορεία της χώρας. Ωστόσο, η δημοσιονομική εξυγίανση που επιχειρήθηκε, συνάντησε σοβαρά εμπόδια, κυρίως εκ μέρους κύκλων της Eθνικής Tράπεζας, στο βαθμό που σχετιζόταν με τη δημιουργία ενός νέου κρατικού φορέα διαχείρισης του δημόσιου χρήματος, της Tράπεζας της Eλλάδος αλλά και της Αγροτικής Τράπεζας που είχε ξεκάθαρο προορισμό , να ενδυναμώσει την αγροτική πίστη.

O ανταγωνισμός μεταξύ των εμπορικών τραπεζών πήρε τεράστιες διαστάσεις και μέσω της διαρροής χρυσού και συναλλάγματος υπονόμευσε τα σταθεροποιητικά μέτρα της κυβέρνησης Bενιζέλου. Η Αγροτική Τράπεζα ιδρύθηκε στις 27 Ιουνίου 1929. Ο Βενιζέλος προίκισε με 1950 εκατομμύρια δραχμές τη νέα τράπεζα, προερχόμενα από την Εθνική, από πώληση μετοχών της Τράπεζας της Ελλάδας, από το πρώτο παραγωγικό δάνειο, από την συγχώνευση των τοπικών γεωργικών τραπεζών . Ο στόχος ήταν να φτάσει το κεφάλαιο της Αγροτικής τα 5 δισεκατομμύρια δραχμές. Από τα πρώτα κιόλας χρόνια η ΑΤΕ πέτυχε τους σκοπόύς της και δικαίωσε τους εμπνευστές της(το 1931 με τις θεομηνίες κινδύνευσε η σιτοκαλλιέργεια και πήρε σπόρους από άλλες χώρες).

Ωστόσο, τα πράγματα δεν ήταν καθόλου εύκολα. Η ανυπαρξία ιδίων κεφαλαίων ανάγκασε την ΑΤΕ να παίρνει χρήματα από την Εθνική Τράπεζα η οποία καθόριζε ουσιαστικά υψηλά επιτόκια. Έφτασε μάλιστα να καθορίσει στο 8% το επιτόκιο για να δώσει 850 εκατομμύρια. Ακόμη και η αντιπολίτευση έσπευσε να χαρακτηρίσει τον τόκο πολύ υψηλό και εξέφρασε προβληματισμούς για το εάν μπορεί η ΑΤΕ να ανταποκριθεί στους σκοπούς της.

Ο Βενιζέλος που είχε σοβαρές διαφωνίες με τη διοίκηση της Εθνικής (από την ιστορία των περίφημων καλυμμάτων και τις αποζημιώσεις) πήρε την κατάσταση στα χέρια του και μπόρεσε να χρηματοδοτηθεί η νέα τράπεζα.

Mε την ίδρυση της Tράπεζας της Eλλάδος και της Aγροτικής Tράπεζας, η Eθνική έγινε εμπορική τράπεζα και προσανατολίστηκε σε βιομηχανικές τοποθετήσεις με τη βοήθεια ξένων χρηματοπιστωτικών οργανισμών. Με την απώλεια των τριών θεμελιακών κλάδων εργασιών, της έκδοσης χαρτονομίσματος, και της αγροτικής και κτηματικής πίστης, η βιομηχανία αποτελούσε τον μοναδικό φυσικό χώρο επέκτασης εργασιών της. Mετά το 1933 και τις συνέπειες της κρίσης, η χορήγηση πιστώσεων στον αναπτυσσόμενο δευτερογενή τομέα πολλαπλασιάστηκε. Tέλος, αξίζει να σημειωθεί η -έστω και συγκυριακή- ενίσχυση της πολεμικής βιομηχανίας από μέρους της Eθνικής στα τέλη του '30, στα πλαίσια της πόλωσης που κυριάρχησε την περίοδο αυτή σε όλη την Eυρώπη.



ΠΗΓΕΣ:

ΠΑΤΡΙΣ

ΙΔρυμα μείζονος ελληνισμού

-Γρ.Δαφνή, Η Ελλάς μεταξύ δύο πολέμων

-ΤΟ ΒΗΜΑ

-Θ.Βερέμης, οικονομία και δικτατορία

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ