ΙΣΤΟΡΙΑ
Αγία Αικατερίνη Σιναϊτών, Ζουλφικάρ Αλή πασά Τζαμισί!
Η ιστορική Σχολή της Αγίας Αικατερίνης του Χάνδακα, που λειτουργούσε από το 15ο αιώνα, αποτέλεσε πολύμορφο σχολείο με τμήματα γραμματικής, λογικής, ρητορικής, μαθηματικών, ζωγραφικής, μουσικής, κλπ, από όπου αποφοίτησαν πολλοί γνωστοί Κρητικοί που διέπρεψαν στα γράμματα, στις τέχνες και στην εκκλησία
«Λοιπόν, αξιότιμοι αδερφοί μου! Τέτοιο τζαμί δεν υπάρχει άλλο μέσα στο Χάνδακα, ίσως και σ' όλες τις οθωμανικές χώρες. Ήταν εκκλησία των Ρωμιών και είχε ήδη πέτρινο θόλο. Δεν υπάρχει στο εσωτερικό της τίποτε ξύλινο. Οι πόρτες και οι τοίχοι της είχαν χρυσοποίκιλτα σχέδια. Τώρα χίλιες φορές περισσότερα σχέδια και στολίδια έχει. Όλοι οι τοίχοι είναι καλυμμένοι με χρυσά σχέδια. Είναι ένα φωτεινό τζαμί...
Ο μιναρές του τζαμιού ήταν παλιό καμπαναριό. Όμως η κορυφή του φτιάχτηκε σύμφωνα με την αρχιτεκτονική των μιναρέδων και προστέθηκε κι ένα μπαλκόνι για την πρόσκληση της προσευχής. Είναι ένα έργο τέχνης. Αυτό το όμορφο τζαμί μοιάζει με περίπτερο του παραδείσου, έτσι που βρίσκεται μέσα σε τριακόσια βήματα πλατύ κήπο του Ιρέμ (κήποι του παραδείσου) με τριαντάφυλλα και υακίνθους. Οι τρούλοι του τζαμιού είναι κόκκινοι και σοβαντισμένοι με χορασάνι και ασβέστη. Γύρω υπάρχουν τα δωμάτια των μαθητών, το σχολείο, ο μεντρεσές (Ιεροδιδασκαλείο) κι άλλα όμορφα κτίσματα. Δεν υπάρχει άλλο τέτοιο τζαμί στο Χάνδακα ούτε κι αλλού. Ας προστατεύει ο Θεός τον κόσμο!...»
«Όταν είδε ο Εβλιά τούτο το τζαμί είπε το χρονόγραμμά του: Ας είναι σ' αυτό το κτίσμα ο Παντοτινός Θεός Διώκτης της αμαρτίας και Βοηθός. Έτος 1080».*
Η Αγία Αικατερίνη, Καθολικό της ομώνυμης Σιναϊτικής μονής, βρίσκεται βορειοανατολικά του Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Μηνά. Η Αγία Αικατερίνη είναι βασιλική με εγκάρσιο κλίτος. Το βόρειο τμήμα του Ναού διαμορφώθηκε με τρούλο σε παρεκκλήσιο των Αγίων Δέκα.
Λειτουργεί ως Μουσείο Βυζαντινών Εικόνων. Ιδρύθηκε τη Β' Βυζαντινή περίοδο και αποτέλεσε πνευματικό και καλλιτεχνικό κέντρο από το 15ο έως το 17ο αι. με τμήμτα γραμματικής, λογικής,ρητορικής, μαθηματικών, ζωγραφικής, μουσικής κλπ. απ’ όπου αποφοίτησαν πολλοί γνωστοί Κρητικοί που διέπρεψαν στα γράμματα, στις τέχνες και στην εκκλησία. Ανάμεσα τους ξεχωρίζει ο ζωγράφος Μιχαήλ Δαμασκηνός, κυριότερος εκπρόσωπος της "Κρητικής Σχολής", του οποίου οι έξι φορητοί πίνακες εκτίθενται σήμερα στο χώρο του μουσείου.
Με τα εισοδήματα που διέθετε ήταν σε θέση να συντηρεί πολλούς μοναχούς.
Στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας μετατράπηκε σε τζαμί, γνωστό με το όνομα Ζουλφικάρ Αλή Πασά Τζαμισί.
Η ιστορική Σχολή της Αγίας Αικατερίνης του Χάνδακα, που λειτουργούσε από το 15ο αιώνα, αποτέλεσε πολύμορφο σχολείο με τμήματα γραμματικής, λογικής, ρητορικής, μαθηματικών, ζωγραφικής, μουσικής, κλπ, από όπου αποφοίτησαν πολλοί γνωστοί Κρητικοί που διέπρεψαν στα γράμματα, στις τέχνες και στην εκκλησία. Ανάμεσα τους ξεχωρίζουν ο Πατριάρχης Κύριλλος Λούκαρης, ο Πατριάρχης Μελέτιος Πηγάς, ο Επίσκοπος Εμμανουήλ Μαργούνιος κλπ.
Για το κτίσιμο της εκκλησίας δεν διατίθενται και πολλά στοιχεία .Συναντάται στα τούρκικα έγγραφα και σύμφωνα με την μετάφραση του Νικόλαου Σταυρινίδη βρέθηκε έγγραφο που δείχνει κάτι σχετικό με την επιδιόρθωση του τζαμιού στα 1720.
«31 Αυγούστου 1720 - 26 Seval 1132
Π. Μ. Η στέγη των προπυλαίων του τεμένους Ζουλφικάρ ήτο κεραμωτή. Κατά τον χειμώνα τα όμβρια ύδατα εισερχόμενα δια των κεράμων ημπόδιζον τους προσκυνητάς από του να εκτελούν την προσευχήν των. Κατόπιν διαταγής του Πασά Χάνδακος μετέβη επί τόπου ο Αρχιτέκτων του Δημοσίου Μιχάλης, όστις μετ' άλλων εμπειρογνωμόνων υπελόγισε την απαιτηθησομένην δαπάνην, καθώς και ταύτην των υδαταγωγών του τεμένους.»
Σύμφωνα με τον Στέργιο Σπανάκη και το βιβλίο του «Το Ηράκλειο στο πέρασμα των αιώνων» αναφέρει ένα μικρό γεγονός σχετικό με το Ζουλφικάρ Αλή Πασά Τζαμισί. Λέει πως οι φανατικοί Τούρκοι δεν ανέχονταν στο μαχαλά τους την νέα εκκλησία των Χριστιανών , τον Άγιο Μηνά .Το θεωρούσαν μεγάλο αμάρτημα γιατί καταστρεφόταν το μουσουλμανικό στοιχειό της περιοχής και ήθελαν να « κλείσουν» την εκκλησία των Χριστιανών. Μια επιτροπή διορίστηκε να εξετάσει το ζήτημα σύμφωνα με τους θρησκευτικούς κανόνες και αποφάνθηκε πως δεν συντρέχει τέτοιος λόγος. Έτσι ο πασάς διέταξε να μην υποβληθεί ποτέ ξανά μια τέτοια αναφορά γιατί η ποινή θα ήταν δήμευση περιουσίας και θάνατος
Ένα βασιλικό διάταγμα στις 12 Μαρτίου 1919, ήταν αρκετό για την μελλοντική χρήση τού μέχρι τότε μουσουλμανικού τεμένους της πόλης μας. «Προς απόδοσιν αυτού εις την χριστιανικήν λατρείαν» , είναι ο τίτλος ενός άρθρου του αείμνηστου θεολόγου καθηγητή Νικολάου Ζευγαδάκη, του οποίου το αρχείο βρίσκεται στη Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη. Πιο συγκεκριμένα μας αναφέρει σ’ ένα απόσπασμα:
“Εις τον ούτω πως ανακαινιζόμενον και καθιερούμενον λαμπρόν ναόν θα λαμβάνη χώραν μεγαλοπρεπής και επιβλητική η πανήγυρις της Αγίας Αικατερίνης, θα τελούνται δε, εκτός άλλων ακολουθιών, και το καθιερωμένον κατά Ιούλιον μνημόσυνον υπέρ του αειμνήστου μεγάλου Οικουμενικού Πατριάρχου Κυρίλλου του Λουκάρεως, εκλεκτού της πόλεως τέκνου, σπουδάσαντος και διδάξαντος εν τη περί τον ναόν τούτον περιφήμω σχολή, μετά του οποίου μνημοσύνου θα είναι δυνατόν να συνδυθασθή γενικώτερον τοιούτον και υπέρ των εν τη σχολή ταύτη εκπαιδευθέντων και διδαξάντων μεγάλων δ’ έπειτα αποβάντων εις τα γράμματα και την Εκκλησίαν ανδρών της μεγαλονήσου”.
Για τον συγκεκριμένο Ιερό Ναό γίνονται κατά καιρούς διάφορες σκέψεις προκειμένου ο χώρος αυτός να χρησιμοποιηθεί για την λειτουργία των κατηχητικών σχολείων, για το θείο κήρυγμα και διάφορες ηθοπλαστικές διαλέξεις, ακόμα και για τη στέγαση του Βυζαντινού μουσείου αλλά και της Εκκλησιαστικής Βιβλιοθήκης. Τελικά επί δημαρχίας Μηνά Γεωργιάδη, τον χώρο αυτό επισκέφθηκε ειδικός υπάλληλος του υπουργείου Παιδείας και αφού εξέτασε το προαναφερόμενο κτήριο διαπίστωσε ότι ένας τέτοιος χώρος για την καλή διατήρηση των βιβλίων είναι ακατάλληλος.
Λέγεται ότι μέχρι τα μέσα του ΙΣΤ’ αιώνα, δεσπόζουσα θέση στο Σιναϊτικό Μοναστηριακό μετόχι του Χάνδακα, κατέχει η Εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης, πολιούχου Αγίας του Όρους Σινά. Ο ηγούμενός του αντικαθιστούσε ελλείποντα τον Αρχιεπίσκοπο Κρήτης. Όλοι οι μοναχοί ήταν εγγράμματοι και η Εκκλησία της Αγίας Αικατερίνης ήταν η πιο λαμπρή, από τις Εκκλησίες του Χάνδακα.
Με την εισβολή των Τούρκων ο Ορθόδοξος Ναός μετατράπηκε σε μουσουλμανικό τέμενος και δωρήθηκε στον Ζουλφικάρ Αλή Πασά. Στα βιβλία των Βακουφίων, σημειώνεται ως “Κετχουντά Βέη Τζαμισί”. Ο Ζαχαρίας Πρακτικίδης στη χωρογραφία του η οποία συντάχθηκε το 1818 αναφέρει: “Κεχαγιάμπεη τζαμισί. Το πάλαι Ναός της Αγίας Αικατερίνης, εις του οποίου την αυλήν ευρίσκεται μια στέρνα γλυκυτάτου ύδατος και ψυχροτάτου”. Αργότερα, όταν χτίστηκε ο ιερός Μητροπολιτικός Ναός του Αγίου Μηνά, στον οποίο ως γνωστόν υπάρχει μεγάλη υπόγεια δεξαμενή, η οποία δέχονταν το νερό των πολλών υδρορροών του Ναού (τώρα αυτές οι υδρορροές βγαίνουν έξω και δεν πάνε στην υπόγεια δεξαμενή), το νερό αυτό πήγαινε σ’ αυτήν την στέρνα της Αγίας Αικατερίνης. Υπήρχε δηλαδή κάποιος αγωγός που από την υπόγεια δεξαμενή οδηγούνταν το νερό σ’ αυτή τη στέρνα. Την περίοδο του Μεσοπολέμου έπαιρναν νερό από εκεί οι Ηρακλειώτες!
Τέλος η Αγία Αικατερίνη σύμφωνα με το βιβλίο 8ο Πρακτικών του Ιερού Μητροπολιτικού ναού του Αγίου Μηνά, δεχόταν πρόσφυγες πριν ακόμα από το 1922.
Ο Ιερός Ναός της Αγίας Αικατερίνης ανακαινίσθηκε το έτος 1943 και αποδόθηκε, όπως ήταν φυσικό, για λατρεία στους πιστούς του Μεγάλου Κάστρου. Χαρακτηριστική η αναφορά του Νικολάου Ζευγαδάκη.
“Το ιερουργηθέν το πρώτον κατά την 25ην Νοεμβρίου 1943 παρεκκλήσιον του ειρημένου παλαιού ενταύθα ναού ελειτούργησεν από τότε άνευ εγκαινίων δι αντιμηνσίου ως ευκτήριος οίκος της Αγίας Αικατερίνης, επ’ ονόματι της οποίας ετιμάτο ο όλος ναός.
Θα διατηρήση όμως το παρεκκλήσιον την τοιαύτην του ονομασίαν εφ’ όσον, ως είναι γνωστόν, ετιμάτο επ’ ονόματι των Αγίων Δέκα των εν Κρήτη μαρτυρησάντων, το όνομα δε της Αγίας Αικατερίνης έφερε το μέγα του ναού κλίτος, ποίαν δε ονομασίαν ενδείκνυεται όπως λάβη τούτο κατά τα ιερά εγκαίνια; Περί τας απορίας ταύτας, αίτινες ως λίαν φυσικαί, προεβλήθησαν ευθύς εξ αρχής, θα περιστραφή το παρόν σημείωμα”.
Σήμερα γίνεται αποκατάσταση και συντήρηση του χώρου και θα λειτουργήσει ξανά σαν μουσείο με συλλογή αντιπροσωπευτικών έργων βυζαντινής και μεταβυζαντινής τέχνης. πολλές εικόνες , άμφια και εκκλησιαστικά είδη.
Μεταξύ αυτών εξέχουσα θέση θα κατέχουν οι εικόνες που αποδίδονται στον ζωγράφο 'Αγγελο, έναν από τους διασημότερους καλλιτέχνες του 15ου αιώνα και του Μιχαήλ Δαμασκηνού κυριότερου εκπρόσωπου της "Κρητικής Σχολής", του οποίου οι έξι φορητοί πίνακες, «Η Βάτος», «Η θεία Λειτουργία», «Μη μου Άπτου», «Η Προσκύνησις των Μάγων», «Ο Μυστικός Δείπνος», και «Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος», που στόλιζαν το μικρό Άγιο Μηνά θα είναι εκεί.
Στη Συλλογή της Αγ. Αικατερίνης, η 13η Εφορεία Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων Κρήτης έχει επίσης συμπεριλάβει αποτοιχισμένες τοιχογραφίες από το ναό του Μιχαήλ Αρχαγγέλου στα Πρεβελιανά Μονοφατσίου, από το ναό της Παναγίας στην Πατσό Αμαρίου και από άλλα μνημεία του νησιού.
Επιμέλεια κειμένου: Ελένη Μπετεινάκη
ΠΗΓΕΣ :
*Εβλιά Τσελεμπί, Οδοιπορικό στην Ελλάδα (1668-1671), Εκάτη, Αθήνα 1994, σσ 201-202
Νικολάου Σ. Σταυρινίδη, ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΕΓΓΡΑΦΩΝ ΑΦΟΡΩΝΤΩΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ, , Τόμος Δ' - ΕΓΓΡΑΦΑ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ 1715-1752, σελ. 58, ΒΙΚΕΛΑΙΑ ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ 1984
Το Ηράκλειο στο πέρασμα των αιώνων, Στέργιου Σπανάκη, εκδ. Δήμου Ηρακλείου 1990
Εφημερίδα ΠΑΤΡΙΣ, άρθρο Δημήτρη Σάββα
Ελένη Μπετεινάκη, Με το ποδήλατό μου στις γειτονιές του Μεγάλου Κάστρου, υπό έκδοση
Ηeraklion.gr