ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Τι γνωρίζουν και πόσο ενδιαφέρονται οι μαθητές για τα καιρικά φαινόμενα και τους κινδύνους από αυτά
Τι έδειξε έρευνα του Meteo
Σε χαμηλά επίπεδα κινείται το ενδιαφέρον και η ενασχόληση των μαθητών/τριών σε όλη την Ελλάδα με τα καιρικά φαινόμενα και τους κινδύνους που ελλοχεύουν. Αυτό επισημαίνει μεταξύ άλλων πρόσφατη μελέτη ερευνητριών/ών της μονάδας ΜΕΤΕΟ του Ινστιτούτου Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών με θέμα τον κλιματικό εγγραμματισμό των μαθητών για τα καιρικά φαινόμενα και τους συνδεόμενους κινδύνους. Παρόλα αυτά οι μαθητές παίρνουν αρκετά "καλό βαθμό" στην κατανόηση των καιρικών φαινομένων αλλά και στις δεξιότητες για την αξιολόγηση και προσαρμογή στους κινδύνους που απορρέουν από αυτά.
Η μελέτη που διεξήχθη με τη συμμετοχή 474 μαθητών ηλικίας 12-16 ετών σε περισσότερα από 30 δημόσια σχολεία, αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού των μαθητών, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, όπως η Ανατολική Μεσόγειος.
Όπως επισημαίνει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η ειδική λειτουργική επιστήμονας στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κατερίνα Παπαγιαννάκη, η έρευνα, η οποία εστιάζει στους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αποκαλύπτει ότι, ενώ οι μαθητές διαθέτουν μια καλή κατανόηση των καιρικών φαινομένων, αλλά και δεξιότητες για την αξιολόγηση και προσαρμογή στους κινδύνους που απορρέουν από αυτά, η συνολική τους ενασχόληση και το ενδιαφέρον για μάθηση σε αυτά τα θέματα είναι αισθητά χαμηλά.
«Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι μαθητές αποκτούν σχετικές γνώσεις κυρίως μέσω δομημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αλλά τους λείπει το προσωπικό ενδιαφέρον, η υποστήριξη από γονείς ή δασκάλους και η αυτοπεποίθηση στις ικανότητές τους. Αυτό το κενό δείχνει την επείγουσα ανάγκη για πιο εμπνευσμένες και πρακτικές προσεγγίσεις στην εκπαίδευση, με την ενσωμάτωση πραγματικών σεναρίων που συνδέουν τους μαθητές με πιο ουσιαστικό τρόπο με την επιστήμη της μετεωρολογίας και παράλληλα με τη γνώση για την επικινδυνότητα των καιρικών και κλιματικών φαινομένων», αναφέρει χαρακτηριστικά η κυρία Παπαγιαννάκη.
Όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς, ο κλιματικός εγγραμματισμός είναι κρίσιμος για να ενδυναμώσει τη νέα γενιά να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες, οι καύσωνες και οι πυρκαγιές, που έχουν σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις. Η μελέτη δείχνει ότι η βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού δεν αφορά μόνο στην παρουσίαση δεδομένων - αφορά στην καλλιέργεια μιας βαθύτερης σύνδεσης και εμπιστοσύνης στην επιστήμη μέσω καινοτόμων εκπαιδευτικών στρατηγικών.
Με βάση τα ευρήματα, οι συγγραφείς προτείνουν πολιτικές που υποστηρίζουν πιο ελκυστικές, βιωματικές εμπειρίες μάθησης, όπως η αξιοποίηση ελεύθερα προσβάσιμων δεδομένων (open data), εικονικών προσομοιώσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων που επεκτείνουν τη μάθηση πέρα από την τάξη. Με την προώθηση αυτών των αλλαγών σε επίπεδο πολιτικής και εντός των σχολικών μονάδων, η εκπαίδευση μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενημερωμένων, ευαισθητοποιημένων και ενεργών πολιτών που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις κλιματικές προκλήσεις του μέλλοντος.
Σύμφωνα με την κυρία Παπαγιαννάκη χρειάζονται καινοτόμα εργαλεία τόσο εικονικής πραγματικότητας όσο και επαυξημένης πραγματικότητας τα οποία θα βοηθήσουν την εκπαίδευση κάποιων ζητημάτων μέσα σε σχολεία. Μέσα σε αυτά, όπως εξηγεί, είναι και το κομμάτι του καιρικού κινδύνου. «Μπορούν να μπουν πιλοτικά στα σχολεία. Υπάρχουν σχολεία που έχουν κάνει συμφωνία μαζί μας να τα αξιοποιήσουν μόλις τελειώσουν. Αυτό που συνειδητοποιούμε είναι ότι πρέπει να ανοιχτούμε κάπως διαφορετικά σε αυτό το κομμάτι της εκπαίδευσης», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Παράλληλα, ένα από τα συμπεράσματα της έρευνας είναι η υψηλή εμπιστοσύνη που δείχνουν οι μαθητές στην επιστήμη αναγνωρίζοντας την σημασία και την αξία της επιστημονικής γνώσης. Όπως επισημαίνει η έρευνα αυτή η εμπιστοσύνη πιθανόν να οφείλεται και να προωθείται από το οικογενειακό ή το εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Το μειωμένο ωστόσο ενδιαφέρον των μαθητών για τα καιρικά φαινόμενα και τους συνδεόμενους κινδύνους φαίνεται πως προβληματίζει την επιστημονική κοινότητα ιδιαίτερα σε μία περίοδο που οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι όλο και εντονότερες. «Η απουσία ενδιαφέροντος για ένα ζήτημα, ακόμα και αν έχεις κάποια γνώση, σου δημιουργεί έλλειμμα ως προς την ουσιαστική, αντιμετώπιση του προβλήματος. Εάν πραγματικά δεν έχεις ενδιαφέρον και πλήρη κατανόηση και γνώση, και γνώση με διαδραστικούς τρόπους που να είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα, όπως εικονικές προσομοιώσεις, τότε δεν συνδέεσαι τόσο πολύ με αυτό το κομμάτι», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Παπαγιαννάκη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Erasmus+ 'TripGift' σε όλη την Ελλάδα με την έγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Όπως τονίζει η κυρία Παπαγιαννάκη δεν είχε διεξαχθεί στο παρελθόν στο σχολείο παρόμοια μελέτη που να περιλαμβάνει θεματικές όπως η μετεωρολογία, οι φυσικές καταστροφές κλπ., ενώ όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς μελέτες έχουν δείξει ότι η σχολική εκπαίδευση σε θέματα καταστροφών είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των ζημιών που προκαλούνται από αυτές .
Σημειώνεται ότι την μελέτη εκπονούν η Κ. Παπαγιαννάκη, Κ. Μακρή, Β. Κοτρώνη, Κ. Λαγουβάρδος. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη εδώ: https://doi.org/10.3390/geohazards5030043
Η μελέτη που διεξήχθη με τη συμμετοχή 474 μαθητών ηλικίας 12-16 ετών σε περισσότερα από 30 δημόσια σχολεία, αναδεικνύει την επιτακτική ανάγκη για βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού των μαθητών, ιδιαίτερα σε περιοχές με υψηλή ευπάθεια στην κλιματική αλλαγή, όπως η Ανατολική Μεσόγειος.
Όπως επισημαίνει στο Αθηναϊκό - Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η ειδική λειτουργική επιστήμονας στο Ινστιτούτο Ερευνών Περιβάλλοντος και Βιώσιμης Ανάπτυξης του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, Κατερίνα Παπαγιαννάκη, η έρευνα, η οποία εστιάζει στους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης στην Ελλάδα, αποκαλύπτει ότι, ενώ οι μαθητές διαθέτουν μια καλή κατανόηση των καιρικών φαινομένων, αλλά και δεξιότητες για την αξιολόγηση και προσαρμογή στους κινδύνους που απορρέουν από αυτά, η συνολική τους ενασχόληση και το ενδιαφέρον για μάθηση σε αυτά τα θέματα είναι αισθητά χαμηλά.
«Τα ευρήματα υποδεικνύουν ότι οι μαθητές αποκτούν σχετικές γνώσεις κυρίως μέσω δομημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων, αλλά τους λείπει το προσωπικό ενδιαφέρον, η υποστήριξη από γονείς ή δασκάλους και η αυτοπεποίθηση στις ικανότητές τους. Αυτό το κενό δείχνει την επείγουσα ανάγκη για πιο εμπνευσμένες και πρακτικές προσεγγίσεις στην εκπαίδευση, με την ενσωμάτωση πραγματικών σεναρίων που συνδέουν τους μαθητές με πιο ουσιαστικό τρόπο με την επιστήμη της μετεωρολογίας και παράλληλα με τη γνώση για την επικινδυνότητα των καιρικών και κλιματικών φαινομένων», αναφέρει χαρακτηριστικά η κυρία Παπαγιαννάκη.
Όπως υποστηρίζουν οι συγγραφείς, ο κλιματικός εγγραμματισμός είναι κρίσιμος για να ενδυναμώσει τη νέα γενιά να αντιμετωπίσει τις αυξανόμενες προκλήσεις που θέτουν τα ακραία καιρικά φαινόμενα, όπως οι πλημμύρες, οι καύσωνες και οι πυρκαγιές, που έχουν σημαντικές κοινωνικές επιπτώσεις. Η μελέτη δείχνει ότι η βελτίωση του κλιματικού εγγραμματισμού δεν αφορά μόνο στην παρουσίαση δεδομένων - αφορά στην καλλιέργεια μιας βαθύτερης σύνδεσης και εμπιστοσύνης στην επιστήμη μέσω καινοτόμων εκπαιδευτικών στρατηγικών.
Με βάση τα ευρήματα, οι συγγραφείς προτείνουν πολιτικές που υποστηρίζουν πιο ελκυστικές, βιωματικές εμπειρίες μάθησης, όπως η αξιοποίηση ελεύθερα προσβάσιμων δεδομένων (open data), εικονικών προσομοιώσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων που επεκτείνουν τη μάθηση πέρα από την τάξη. Με την προώθηση αυτών των αλλαγών σε επίπεδο πολιτικής και εντός των σχολικών μονάδων, η εκπαίδευση μπορεί να παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση ενημερωμένων, ευαισθητοποιημένων και ενεργών πολιτών που είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις κλιματικές προκλήσεις του μέλλοντος.
Σύμφωνα με την κυρία Παπαγιαννάκη χρειάζονται καινοτόμα εργαλεία τόσο εικονικής πραγματικότητας όσο και επαυξημένης πραγματικότητας τα οποία θα βοηθήσουν την εκπαίδευση κάποιων ζητημάτων μέσα σε σχολεία. Μέσα σε αυτά, όπως εξηγεί, είναι και το κομμάτι του καιρικού κινδύνου. «Μπορούν να μπουν πιλοτικά στα σχολεία. Υπάρχουν σχολεία που έχουν κάνει συμφωνία μαζί μας να τα αξιοποιήσουν μόλις τελειώσουν. Αυτό που συνειδητοποιούμε είναι ότι πρέπει να ανοιχτούμε κάπως διαφορετικά σε αυτό το κομμάτι της εκπαίδευσης», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Παράλληλα, ένα από τα συμπεράσματα της έρευνας είναι η υψηλή εμπιστοσύνη που δείχνουν οι μαθητές στην επιστήμη αναγνωρίζοντας την σημασία και την αξία της επιστημονικής γνώσης. Όπως επισημαίνει η έρευνα αυτή η εμπιστοσύνη πιθανόν να οφείλεται και να προωθείται από το οικογενειακό ή το εκπαιδευτικό περιβάλλον.
Το μειωμένο ωστόσο ενδιαφέρον των μαθητών για τα καιρικά φαινόμενα και τους συνδεόμενους κινδύνους φαίνεται πως προβληματίζει την επιστημονική κοινότητα ιδιαίτερα σε μία περίοδο που οι επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι όλο και εντονότερες. «Η απουσία ενδιαφέροντος για ένα ζήτημα, ακόμα και αν έχεις κάποια γνώση, σου δημιουργεί έλλειμμα ως προς την ουσιαστική, αντιμετώπιση του προβλήματος. Εάν πραγματικά δεν έχεις ενδιαφέρον και πλήρη κατανόηση και γνώση, και γνώση με διαδραστικούς τρόπους που να είναι πιο κοντά στην πραγματικότητα, όπως εικονικές προσομοιώσεις, τότε δεν συνδέεσαι τόσο πολύ με αυτό το κομμάτι», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Παπαγιαννάκη.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε με την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Erasmus+ 'TripGift' σε όλη την Ελλάδα με την έγκριση του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής. Όπως τονίζει η κυρία Παπαγιαννάκη δεν είχε διεξαχθεί στο παρελθόν στο σχολείο παρόμοια μελέτη που να περιλαμβάνει θεματικές όπως η μετεωρολογία, οι φυσικές καταστροφές κλπ., ενώ όπως επισημαίνουν οι συγγραφείς μελέτες έχουν δείξει ότι η σχολική εκπαίδευση σε θέματα καταστροφών είναι ζωτικής σημασίας για τη μείωση των ζημιών που προκαλούνται από αυτές .
Σημειώνεται ότι την μελέτη εκπονούν η Κ. Παπαγιαννάκη, Κ. Μακρή, Β. Κοτρώνη, Κ. Λαγουβάρδος. Μπορείτε να διαβάσετε ολόκληρη τη μελέτη εδώ: https://doi.org/10.3390/geohazards5030043