ΕΛΛAΔΑ
Μιχάλης Χρυσοχοϊδης: Πώς εξάρθρωσε τη 17 Νοέμβρη
Τον ρόλο του πληροφοριοδότη «Χι» στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη και τη χαρτογράφηση- ταυτοποίηση προσώπων που αποδείχθηκε στην πορεία ότι ήταν μέλη της οργάνωσης, καιρό πριν από την έκρηξη της βόμβας στα χέρια του Σάββα Ξηρού αναδεικνύει στο αυτοβιογραφικό του βιβλίο «Στον ίδιο δρόμο» ο Μιχάλης Χρυσοχοϊδης, όπως αναφέρει το protothema.gr.
Δίνοντας ελάχιστα στοιχεία για το συγκεκριμένο πρόσωπο, που κατά την αφήγηση έπαιξε καταλυτικό ρόλο στην εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης είτε περιγράφοντας πρόσωπα και ρόλους, είτε επιβεβαιώνοντας υποψίες και σενάρια, ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη αφηγείται με συναρπαστικές λεπτομέρειες την πορεία προς την αλλαγή δόγματος για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας όταν βρέθηκε για πρώτη φορά «στον λάκκο με τα φίδια»- αυτός είναι ο τίτλος του κεφαλαίου του βιβλίου του, στο οποίο περιγράφει την πρώτη του θητεία στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, τότε.
Ο «Χι» εμφανίστηκε το καλοκαίρι του 2001 και κατά την εκτίμηση του Χρυσοχοϊδη ίσως είχε περάσει από τον ΕΛΑ, αποδείχθηκε ωστόσο, πολύτιμος πληροφοριοδότης.
Η αφήγηση του υπουργού Προστασίας του Πολίτη για το ξετύλιγμα του κουβαριού της τρομοκρατίας, ξεκινά ουσιαστικά από ένα περιστατικό κατά την πρώτη του συνάντηση με τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα, το 1999: «Η κουβέντα μας με τον Μπερνς πολύ σύντομα πήγε στην τρομοκρατία. Εγώ ίσα που είχα συμπληρώσει μήνα στη θέση μου και δεν είχα ακόμα καθόλου καθαρή εικόνα του τι πραγματικά συμβαίνει. Ετσι, έκανα στον Αμερικανό πρέσβη, μία, όπως αποδείχθηκε, αφελέστατη ερώτηση: "Τι στοιχεία έχετε εσείς για τη 17 Νοέμβρη;".
Ο Μπερνς με κοίταξε με μείγμα απορίας, έκπληξης και επιτίμησης στο βλέμμα του. “Εμείς τι στοιχεία έχουμες Εσείς πρέπει να έχετε στοιχεία, εσείς είστε το κράτος που βρίσκεται επί 25 χρόνια κάτω από την απειλή των τρομοκρατών, χωρίς να έχετε, όπως φαίνεται, κάνει καμία πρόοδο για την αντιμετώπισή τους.
Ο Χρυσοχοϊδης περιγράφει τις προσπάθειές του να κατανοήσει ο ίδιος την τρομοκρατία και ακολούθως να διαπιστώσει πού βρισκόταν το ζήτημα. Διαπίστωσε γρήγορα ότι υπήρχε φόβος στην Αντιτρομοκρατική για την κριτική που δεχόταν για γκάφες τύπου Λουίζης Ριανκούρ, για τη στάση της κοινής γνώμης απέναντι στους τρομοκράτες, αλλά και τα κινήματα υπεράσπισης προσώπων που συλλαμβάνονταν.
«Αρχές καλοκαιριού του ‘99 συγκάλεσα μία σύσκεψη στην οποία μετείχαν ο Νασιάκος, (τότε διοικητής της Αντιτρομοκρατικής) ο Φώτης Παπαγεωργίου, που ήταν τμηματάρχης της εσωτερικής τρομοκρατίας και ο αρμόδιος εισαγγελέας Γιάννης Διώτης. Το πρώτο πράγμα που τους είπα ήταν ότι το θέμα της τρομοκρατίας δεν παρουσιαζόταν στην κοινωνία με τον τρόπο που της άρμοζε. Ο κόσμος άκουγε για περιστατικά εγκληματικής βίας, άκουγε ψυχρές πληροφορίες, αλλά δεν είχε συνειδητοποιήσει το αιματοκύλισμα που επέφεραν αυτές οι ενέργειες. Θυμάμαι το σοκ που μου είχαν προκαλέσει οι φωτογραφίες των θυμάτων της τελευταίας εικοσαετίας, όταν ζήτησα και μου τις έφεραν για να τις δω. Οι Ελληνες πολίτες δεν είχαν υποστεί τέτοιο σοκ, αυτό ήταν σαφές».
Μάλιστα, ο Χρυσοχοϊδης αποκαλύπτει ότι τότε είχε διαρρεύσει στον Τύπο την έκθεση Νασιάκου για την τρομοκρατία, που αποτελούσε ουσιαστικά την πλήρη αποτύπωση για όσα γνώριζε η υπηρεσία για τη δράση των τρομοκρατών στην Ελλάδα, προκειμένου να ταρακουνηθεί η κοινή γνώμη.
«...δεν υπήρχε πουθενά μια τόση δα άκρη ενός νήματος για να αρχίσεις να ξηλώνεις τον ιστό του αίματος. Και στις λίγες περιπτώσεις που μια τέτοια άκρη εμφανίστηκε από τύχη, δεν είχε αξιοποιηθεί σωστά. Πέρα από την περίπτωση της Λουίζης Ριανκούρ, ένα χαρακτηριστικότατο παράδειγμα ήταν η σύλληψη του Βασίλη Τζωρτζάτου το 1992, βασικού, όπως αποδείχθηκε δέκα χρόνια αργότερα, μέλους της 17Ν. Τότε, άντρες της Αντιτρομοκρατικής τον είχαν συλλάβει ως ύποπτο για τρομοκρατική ενέργεια, επειδή παρακολουθούσε τον αμερικανό στρατιωτικό ακόλουθο Μακιντάιρ. Αλλά, ενώ κρατήθηκε για ένα 24ωρο στην ασφάλεια, δεν προέκυψε τίποτα σε βάρος του και αφέθηκε ελεύθερος. Το ενδιαφέρον είναι ότι ο Τζωρτζάτος έστειλε τότε σε διάφορα έντυπα επιστολή διαμαρτυρίας για την κράτησή του και αυτά την είχαν πρόθυμα αναπαραγάγει», αφηγείται.
Η πρώτη αναφορά στον Γιωτόπουλο
«Οσο περνούσε ο καιρός προσπαθούσα να σκέφτομαι πιο σφαιρικά, με τη βοήθεια των αρχείων της αντιτρομοκρατικής, που βέβαια εκτείνονταν και σε προηγούμενες ενσαρκώσεις της και από εποχές διόλου δημοκρατικές, έκανα μια καταγραφή όλων των αντιφρονούντων εξόριστων ελλήνων που έμεναν στο Παρίσι κατά τη διάρκεια της Χούντας. Ο λόγος που είχε αρχίσει το ενδιαφέρον μας να εστιάζεται ειδικά στο Παρίσι ήταν ότι από την ανάλυση των προκηρύξεων που είχαν γίνει στην υπηρεσία, αλλά ακόμη και από δημοσιευμένες στον Τύπο απόψεις ανθρώπων που γνώριζαν το τότε κλίμα, έβγαινε το συμπέρασμα ότι οι προκηρύξεις μύριζαν Γαλλία, γαλλική παιδεία, γαλλική κουλτούρα, γαλλικές πολιτικές αντιλήψεις της εποχής εκείνης» συνεχίζει, εξηγώντας πώς κινήθηκε την περίοδο πριν από την εξάρθρωση της 17Ν» .
«Προς επίρρωσιν της ακρίβειας της λίστας μου πήγα και συνάντησα τον Θόδωρο Πάγκαλο που είχε γίνει στο μεταξύ υπουργός Πολιτισμού. Η κουβέντα μας περιστράφηκε γύρω από όσους είχαν τότε εκδηλώσει ανοιχτά την πεποίθησή τους για ένοπλο αγώνα κατά της χούντας (…) Οσους μπορέσαμε τελικά να καταγράψουμε ως οπαδούς της ένοπλης βίας, αρχίσαμε να τους ψάχνουμε. Τι είχαν απογίνει μετά το τέλος της δικτατορίας, τι διαδρομή είχαν ακολουθήσει, πού βρίσκονταν τώρα και τι απόψεις εξέφραζαν; Ηδη με τις πρώτες σιωπηλές έρευνες που έκανε η αντιτρομοκρατική, μόνο δύο άτομα δεν μπορέσαμε να βρούμε τι απέγιναν και πού βρίσκονταν. Ο ένας από αυτούς εντοπίστηκε εν τέλει στην Πολωνία να ζει μια ζωή που δεν ήγειρε υποψίες. Ο δεύτερος ήταν ο Αλέξανδρος Γιωτόπουλος. (…) Μοιράστηκα τη θεωρία του Γιωτόπουλου με τον Νασιάκο και τον Παπαγεωργίου, καθώς και με τον αρμόδιο εισαγγελέα Διώτη».
Στο μεταξύ, ο Φώτης Νασιάκος έχει γίνει αρχηγός της Αστυνομίας και στην Αντιτρομοκρατική επέλεξε διοικητή τον προερχόμενο από το κοινό έγκλημα, τον Στέλιο Σύρο. Το γεγονός που άλλαξε τον τρόπο που η αστυνομία λειτουργούσε απέναντι στην τρομοκρατία, αλλά και που η κοινή γνώμη αντιδρούσε, ήταν η δολοφονία του βρετανού ταξιάρχου Στήβεν Σόντερς.
Ο Χρυσοχοϊδης βρέθηκε κοντά στους ανθρώπους της πρεσβείας, αλλά και τη γυναίκα του Σόντερς, την ώρα που ανακοινώθηκε ότι είχε υποκύψει στα τραύματά του. Ο ίδιος παραλληλίζει τον θάνατο του Σόντερς με τη στιγμή που είχε δει νεκρή την αδικαίωτη νεκρή της τρομοκρατίας, τη Βιργινία Κωνσταντίνου, που σκοτώθηκε από βόμβα την οποία είχαν τοποθετήσει τρομοκράτες, ασύλληπτοι έως σήμερα, έξω από το ξενοδοχείο Ιντερκοντινένταλ. Γράφει: «Εάν τη μέρα του περιστατικού στο Ιντερκοντινένταλ με τη Βιργινία ένιωσα αφόρητη λύπη όταν την είσα νεκρή, στην περίπτωση του Σόντερς, αντιθέτως, θύμωσα, έγινα έξω φρενών. Ενα κύμα οργής με κατέκλυσε μπροστά στο νεκρό του σώμα. Είπα μέσα μου: δεν είναι δυνατόν, δεν θα γλιτώσετε, ως εδώ!
Η πληροφοριοδότης Μαρία Τσιντέρη
Μετά τη δολοφονία Σόντερς, εμφανίστηκε τηλεφωνικά στην Κατεχάκη, μια γυναίκα που ισχυριζόταν ότι είχε πληροφορίες. Η περίφημη Μαρία Τσιντέρη «ταλαιπώρησε» τις υπηρεσίες για ένα διάστημα.
Ο Χρυσοχοϊδης περιγράφει: «με ενημέρωσαν ότι μια γυναίκα θέλει να μιλήσει αποκλειστικά μαζί μου. Μου πέρασαν τη γραμμή και άκουσα μια γυναικεία φωνή να μου λέει: Θέλω να σας ενημερώσω και να σας δώσω πολύ συγκεκριμένες πληροφορίες για το σημερινό περιστατικό. Θα σας οδηγήσω πολύ γρήγορα στους δολοφόνους, να το ξέρετε. Εγώ αντέδρασα ψύχραιμα. Ηξερα από την αξιολόγηση στοιχείων που είχαμε ήδη κάνει τον αμφιλεγόμενο ρόλο που είχαν παίξει κάποιοι δυνάμει πληροφοριοδότες. Η γυναίκα στο τηλέφωνο συνέχισε λέγοντάς μου ότι ήθελε να με δει προσωπικά».
-Η άγνωστη γυναίκα ξαναήρθε σε επαφή μαζί μας μετά από ενάμιση μήνα. Εξουσιοδότησα τον Σύρο να πάει να τη συναντήσει. Το ραντεβού τους προγραμματίσθηκε σε μια καφετέρια στον Διόνυσο. Κατά τη συνάντησή τους, εκείνη του είπε ότι ήθελε για τις πληροφορίες που θα έδινε 14 εκατ. Δραχμές. Ονομαζόταν Μαρία Τσιντέρη. Όπως είπε στον Σύρο, δεν γνώριζε η ίδια στοιχεία για τη 17Ν, αλλά μια άλλη γυναίκα, που τώρα πια είχε καταφύγει στη Ρωσία, κάπου στη Σιβηρία, είπε. Εκείνος, έξυπνα φερομενος της είπε να πάνε μαζί στη Ρωσία να τη βρούνε, ώστε να της παραδώσουν στα χέρια της μιας τραπεζική επιταγή με το ποσό που ζητούσε. Η Τσιντέρη δεν δέχθηκε, οπότε ο Σύρος της είπε ορθά κοφτά ότι δεν την πιστεύει. Μετά από λίγους μήνες η τσιντέρη ήρθε εκ νέου σε επαφή μαζί μας. Αυτή τη φορά πήγε στο ραντεβού μαζί με τον Σύρο και ένας συνεργάτης του αξιωματικός, ο Φώτης Παπαγεωργίου. Με το που είδε όμως, τον Παπαγεωργίου, η Τσιντέρη αρνήθηκε να μιλήσει λέγοντας ότι αυτός είναι “πράκτορας των Αμερικάνων” και η ίδια δεν θέλει μπλεξίματα. Ετσι, η ιστορία αυτή κατέληξε εκεί που όφειλε εξαρχής, στον κάλαθο των αχρήστων, μαζί με τα παραμύθια των διαφόρων αυτόκλητων πληροφοριοδοτών, που, όπως αποδείχθηκε, είχαν αποσπάσει στο παρελθόν αρκετά εκατομμύρια για να αποκαλύψουν υποτιθέμενα μέλη της 17Ν».