ΑΠΟΨΕΙΣ
Την ώρα του σεισμού...
Η υπάλληλος τον κατάλαβε πρώτη το σεισμό. Εγώ κοίταζα μια την μπλε ρουα βαλίτσα, μία την κόκκινη. Αμήχανη ποια να διαλέξω.
Της Μαρίας Λιονάκη
Σε ένα πολυκατάστημα στην πλατεία του Αγίου Τίτου με βρήκε ο σεισμός. Να ψάχνω μια βαλίτσα. Όχι δε θα πάω ταξίδι εγώ. Τέτοια εποχή δουλεύω, δεν μπορώ. Εγώ θα διάλεγα τη βαλίτσα μόνο και ποιος ξέρει ίσως στο μέλλον να τη χρησιμοποιούσα κι εγώ. Πάντα μια βαλίτσα είναι μια αγορά που σε γεμίζει αισιοδοξία. Όποιος κι αν ταξιδεύει. Ήμουν λοιπόν ανάμεσα σε δύο. Μια μπλε ρουα επενδυμένη εσωτερικά με γκρι γυαλιστερό ύφασμα και με δύο θήκες τακτοποίησης ρούχων, με πολλά φερμουάρ και δυνατότητα επέκτασης που εμένα μου θύμισε φυσούνα ακορντεόν. Με διπλά ροδάκια και εξωτερικά σκληρά τοιχώματα, ανθεκτική, αν και το τελευταίο δεν είναι ποτέ σίγουρο. Εξαρτάται πού θα πέσει μου είπε η υπάλληλος. Το ίδιο κι ο άνθρωπος σκέφτηκα εγώ. Είναι ανθεκτικός, μα εξαρτάται πού θα πέσει. Ήταν πολύ καλή επιλογή είπε η υπάλληλος πειστικά. Και μια κόκκινη κατασκευασμένη με το κλασικό αδιάβροχο ύφασμα που ήταν πιο οικονομική, άλλα ήθελε λίγη παραπάνω προσοχή. Μην παραγεμίσει και σπάσουν τα φερμουάρ. Το ίδιο κι ο άνθρωπος σκέφτηκα πάλι. Άμα μαζευτούν πολλά δυσάρεστα στη βαλίτσα της ψυχής του, λυγίζει, σπάει.
Η υπάλληλος τον κατάλαβε πρώτη το σεισμό. Εγώ κοίταζα μια την μπλε ρουα βαλίτσα, μία την κόκκινη. Αμήχανη ποια να διαλέξω.
«Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε. Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά; Πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο που έχει η εκλογή σου;
Tο πολύ ν’ αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια. Για εξοικείωση. Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια».(Κική Δημουλά)
Σεισμός! είπε πάλι η υπάλληλος με τη μαύρη στολή και τότε μόνο πρόσεξα πως κουνιόντουσαν όλα γύρω μας. Ράφια, γυάλινα τραπέζια, τσάντες, τσαντάκια, βαλίτσες, βαλιτσάκια, σταντ με ομπρέλες, χάρτινες ρεκλάμες διαφημιστικές, καρτελάκια που υπόσχονταν εκπτώσεις. Σεισμός! επανέλαβε τρέμοντας, αγκαλιάζοντας μια άλλη συνάδελφο της που ήρθε να την ηρεμήσει. Φοβόταν πολύ η καημένη. Δεν κάνει καμία έκπτωση ο κοσμοσείστης σκέφτομαι για πάνω από δύο βδομάδες τώρα. Ο Ποσειδώνας, όπως πίστευαν οι αρχαίοι. Δεν έχει σταματήσει να κουνάει. Από εκείνη την ειμαρμένη Δευτέρα που έκανε το χαλασμό στο Αρκαλοχώρι και τα γύρω χωριά.
«Να εκκενωθεί το κτίριο, να εκκενωθεί το κτίριο!» ακούγεται από το μεγάφωνο κι όλοι παίρνουμε να κατεβαίνουμε με βήμα ταχύ. Υπάκουοι, σαν έτοιμοι από καιρό. Οι κυλιόμενες σκάλες δεν λειτουργούσαν, για ασανσέρ ούτε λόγος, εξάλλου είναι σε αχρηστία λόγω κορωνοϊού.
Στην πλατεία του Αγίου Τίτου λίγο μετά, κόσμος πολύς έχει μαζευτεί. Τουρίστες που ξεναγούνταν στο ναό, κόσμος από τα εμπορικά τριγύρω, από τις καφετέριες απέναντι. Κόσμος με μια συγκρατημένη όμως ανησυχία, με μια ορατή εξοικείωση με το φαινόμενο. Ανάμεσά μας ένας επαίτης παρακαλεί για λίγα κέρματα να πάρει μια τυρόπιτα. Δε συναντά ανταπόκριση, καθώς οι πιο πολλοί είναι στα τηλέφωνα ή χαμένοι στις σκέψεις τους. Το προσωπικό του πολυκαταστήματος μαζεμένο έχει κάνει πηγαδάκι, «Σεισμός, είναι η αγάπη σεισμός! « λέει ένας τους τραγουδιστά για να ευθυμήσουν, πού τη βρίσκεις την όρεξη λέει η κοπέλα που με εξυπηρετούσε λίγο πριν, ενώ η συνάδελφος της, κοιτώντας το κινητό της ανακοινώνει: « Εξι κόμμα τρία ήταν, με επίκεντρο ανατολικά της Ζάκρου.» Εν τω μεταξύ περιστέρια, αδιάφορα για το φυσικό φαινόμενο που μας τάραξε, με ψυχολογία ιδιοκτησίας του χώρου της πλατείας φτερουγίζουν ανάμεσά μας δημιουργώντας ένα τοπίο πολύ ρομαντικό συμπληρωμένο από τη συννεφιά του καιρού, τα βιτρό του Αγίου Τίτου, Βεζίρ τζαμί επί Τουρκοκρατίας και τα νεοκλασικά, διατηρητέα κτίρια στην οδό πλάνης, με τα μαρμάρινα σκαλίσματα και τα αρχοντικά μπαλκόνια. Τα κοιτάμε με εμπιστοσύνη. Όπως άντεξαν τόσα χρόνια θα αντέξουν και τώρα.
Σε ένα παγκάκι της πλατείας καθισμένη λίγο μετά, ακούω λαθραία χωρίς να το θέλω, μια συνομιλία. Ανάμεσα σε δύο φίλες. Έχουν καιρό να βρεθούν. Πως κάνει χημειοθεραπείες εξηγεί η μία στην άλλη. Πως έχει φλέβα για να δέχεται τα φάρμακα, φλέβα που τη δυσκολεύει όταν κάνει μπάνιο, αλλά έχει και κάπως εξοικειωθεί. Σήμερα όμως γλίστρησε στη μπανιέρα. Δυστυχώς όλο το καλοκαίρι δεν έκανε ούτε ένα μπάνιο. Ούτε σε πισίνα που τη ρώτησε η φίλη της. Πως έχει θυμώσει με το γιατρό της έλεγε. Γιατί δεν της λέει πόσο θα κρατήσει όλο αυτό. Ένας φίλος τους περνάει και τις χαιρετάει διαχυτικά: « Το μόνο που μένει φέτος είναι να εκραγεί το ηφαίστειο της Σαντορίνης!» τους λέει.
Περίμενα αρκετή ώρα στην πλατεία. Παρέα με τον κόσμο, τα περιστέρια. Το κτίριο είναι πολυώροφο και δεν ρίσκαραν να μπούμε γρήγορα. Σε λίγο άρχισε βροχή, μια δυνατή βροχή. Αθηνά τη λένε την κακοκαιρία που έχει ήδη πλήξει άλλα μέρη της Ελλάδας. Στην αρχαιότητα η θεά Αθηνά είχε ανταγωνισμό με τον Ποσειδώνα για την ονοματοδοσία της Αθήνας. Βρέχει…νερό, σεισμούς, αρρώστιες, φτώχεια… Η βαλίτσα δεν αγοράστηκε τελικά. Ίσως αύριο. Δύσκολη η απόδραση, τα ταξίδια…ανέκαθεν.