Τα παιδιά έχουν ξεχάσει να χαμογελάνε

Μαρία Τζανή
Μαρία Τζανή

Στη σειρά, ανά δυο τρία καταστήματα, νεαρά παιδιά, λιπόσαρκα, κουλουριασμένα, με το κεφάλι σκυφτό, το μόνο δε που αποδείκνυε ότι ήταν ακόμα στη ζωή ήταν το άδειο κυπελλάκι που κρατούσαν στα χέρια τους, χωρίς φωνή, ευελπιστώντας στην γεναιόδωρη διάθεση των περαστικών.

Της Μαρίας Τζανή

 

 Την Παρασκευή το μεσημέρι περπατούσα στη Σταδίου με βιαστικό βήμα προσπαθώντας να είμαι συνεπής στις επαγγελματικές υποχρεώσεις που με είχαν φέρει για μια ακόμα φορά στην Αθήνα.
   Όσο κι αν βιαζόμουν όμως, κάθε λίγο το βήμα μου γινόταν πιο αργό, πιο διστακτικό...
   Στη σειρά, ανά δυο τρία καταστήματα, νεαρά παιδιά, λιπόσαρκα, κουλουριασμένα, με το κεφάλι σκυφτό, το μόνο δε που αποδείκνυε ότι ήταν ακόμα στη ζωή ήταν το άδειο κυπελλάκι που κρατούσαν στα χέρια τους, χωρίς φωνή, ευελπιστώντας στην γεναιόδωρη διάθεση των περαστικών.
   Των περαστικών που περπατούσαν, άλλοι βιαστικά, προφανώς εν ώρα εργασίας και άλλοι με πιο χαλαρό βήμα κρατώντας τσάντες απ' τα επώνυμα καταστήματα της περιοχής (ποιά οικονομική κρίση;;;) όλοι όμως μ' ένα κοινό χαρακτηριστικό : Αποστρέφοντας το βλέμμα τους απ' το πεζοδρόμιο και κοιτώντας ίσια μπροστά, συνηθισμένοι προφανώς σ' αυτή την τραγικά θλιβερή εικόνα που έχει γίνει πλέον σήμα κατατεθέν του κέντρου της πρωτεύουσας.
   Άπειρες φορές έχω περάσει από αυτούς τους δρόμους και άπειρες φορές έχω νιώσει ένα σφίξιμο στο στομάχι και τα ίδια συναίσθηματα :
   Θλίψη γι' αυτά τα παιδιά που λιώνουν αβοήθητα και που κάποτε υπήρξαν φίλοι , συμμαθητές, γείτονες, γνωστοί μας, που κάποτε έκαναν σχέδια για το μέλλον.
   Θλίψη για όλους εμάς που προσπερνάμε την "ενοχλητική" αυτή εικόνα έχοντας μάλιστα τη συνείδηση μας ήσυχη αφού "Δεν τους δίνουμε χρήματα για να μην πάρουν τη δόση τους".
   Οργή, μεγάλη οργή για την πολιτεία που αδιαφορεί και δεν μεριμνεί γι' αυτούς τους πολίτες "Γ' κατηγορίας", γι' αυτά τα άρρωστα παιδιά που χρήζουν ανάγκης ιατρικής περίθαλψης.
   Και κάθε φορά θυμάμαι τον Λάμπρο : 
   Ήταν η πρώτη χρονιά που ασκούσα το επάγγελμα του δικηγόρου, μόλις είχα πάρει την άδεια μου.Θυμάμαι ότι ήταν Παρασκευή, παραμονές της εορτής του Αγίου Μηνά. Είχα αναλάβει την υπεράσπιση του Λάμπρου, ενός νεαρού χρήστη ναρκωτικών ουσιών απ' την Αθήνα, ο οποίος είχε έρθει στο Ηράκλειο και είχε συλληφθεί με τις κατηγορίες κλοπής και κατοχής μικροποσότητας κάνναβης.
   Τελειώνοντας η δίκη, έπρεπε να πληρωθεί το ποσό των 350 ευρώ για να αφεθεί ελεύθερος, διαφορετικά θα παρέμενε στα κρατητήρια όλο το Σαββατοκύριακο.Δεν το είχε το ποσό αυτό, είχε μόλις 150 ευρώ μαζί του.
   Βλέποντας την απελπισία του και διαπιστώνοντας ότι δεν υπήρχε κάποια άλλη λύση του είπα ότι θα του δάνειζα το ποσό των 200 ευρώ που χρειαζόταν επιπλέον για να μπορέσει να αφεθεί ελεύθερος, εν γνώση μου  φυσικά ότι υπήρχαν ελάχιστες πιθανότητες να μου επιστραφούν  ποτέ τα χρήματα αυτά.
   Μια εβδομάδα μετά είχα μια τηλεφωνική κλήση από Αθήνα, ήταν ο Λάμπρος ο οποίος μου είπε ότι θα μου έστελνε σε λίγες μέρες τα χρήματα, ευχαριστώντας με για την παράτολμη και ανεξήγητη γι' αυτόν εμπιστοσύνη που του έδειξα.
   Κράτησε το λόγο του και έπειτα από μερικές μέρες μου επέστρεψε το ποσό που του είχα δανείσει.
   Συνέχισε να με παίρνει ανα διαστήματα τηλέφωνο, πάντοτε από διαφορετικά νούμερα κινητών τηλεφώνων καθώς προσπαθούσε, όπως έλεγε, να ξεφύγει απ' τα κυκλώματα του λευκού θανάτου.
   Μου έλεγε ότι ήθελε να βρει μια δουλειά, να αγοράσει ένα μικρό αυτοκινητάκι, να πάει σε οδοντίατρο για να φτιάξει τα, κατεστραμμένα από τις καταχρήσεις, δόντια του γιατί ντρεπόταν και γι' αυτό δε χαμογελούσε ποτέ ("έχω ξεχάσει να χαμογελάω..."), να βρει ένα κορίτσι.
   Κάποια στιγμή χάθηκε, δεν ξαναπήρε τηλέφωνο.
   Κάθε φορά λοιπόν που περνάω από το κέντρο της Αθήνας, θυμάμαι τον Λάμπρο κι εύχομαι να μην τον συναντήσω εκεί, ανάμεσα στα άλλα παιδιά, αλλά να βρίσκεται κάπου μακριά, με το κορίτσι του και να χαμογελάει...»
 
Για τον Λάμπρο λοιπόν και για όλα τα παιδιά που έχουν ξεχάσει να χαμογελάνε γιατί τα δόντια τους είναι σάπια από την ηρωίνη το ΚΕΘΕΑ πρέπει να παραμείνει στη θέση του. 
Γιατί είναι η τελευταία ελπίδα για όσους έχουν «χάσει» τη ζωή τους και θέλουν να την ξαναπάρουν πίσω. 
Γιατί δυστυχώς τίποτα δεν έχει αλλάξει από το 2010 που γράφτηκε το παραπάνω κείμενο, ο λευκός θάνατος συνεχίζει να θερίζει στην Ελλάδα. 
Ο αριθμός των ατόμων που κάνουν χρήση ναρκωτικών ολοένα και αυξάνεται .Έφηβοι, φοιτητές, άτομα από κάθε κοινωνική τάξη και από κάθε επαγγελματικό χώρο έχουν βυθιστεί στο παραμύθι των ψευδαισθήσεων.  Λένε ψέμματα στους δικούς τους, εξαπατούν, χάνουν την αξιοπρέπεια τους, νομίζουν ότι ξεγελούν τους γύρω τους, πιστεύουν ότι το «ελέγχουν». Και ολοένα βυθίζονται.
Συνεχώς ακούμε για μεγαλοποσότητες ναρκωτικών που βρέθηκαν, για μεγάλες διακινήσεις που κατάφερε η αστυνομία να εξαρθρώσει πριν φτάσουν στον προορισμό τους.
Όλα αυτά τα ναρκωτικά πάνε κάπου, σωστά; Κάποιοι τα περιμένουν. Και είναι πάρα πολλοί αν κρίνουμε από τις τεράστιες ποσότητες που αναφέρουν καθημερινά τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. 
Σε έναν τέτοιο κόσμο, όχι και τόσο αγγελικά πλασμένο, μια δομή όπως το Κέντρο Θεραπείας Εξαρτημένων Ατόμων (ΚΕΘΕΑ) αποτελεί, από το 1987 που ιδρύθηκε, μια όαση στην έρημο. 
Δομή αυστηρή, με κανόνες, που αν δεν τους τηρείς φεύγεις, αν όμως βρεις τη δύναμη να τους τηρήσεις ξέρεις ότι κάπου στο βάθος θα καταφέρεις να ανοίξεις ξανά την πόρτα στην ζωή για σένα και την οικογένεια σου. 
Γιατί ο τοξικομανής δε ζει ουσιαστικά , στερεί όμως τη ζωή και στους δικούς του ανθρώπους που βυθίζονται στην απελπισία και τον πόνο, συγκρούονται μαζί του, ίσως και με λάθος τρόπο κάποιες φορές, αν δεν υπάρχει η κατάλληλη δομή να τους συμβουλεύσει, από την επιθυμία τους να βοηθήσουν. Το ΚΕΘΕΑ στηρίζει το οικογενειακό περιβάλλον του εξαρτημένου, δίνοντας του ισχυρό ρόλο, ζητώντας την ενεργή συμμετοχή της οικογένειας στην απεξάρτηση και επανένταξη του  ασθενή.
Δομή που δεν χρησιμοποιεί υποκατάστατα αλλά βοηθά και στηρίζει τους εξαρτημένους αρχικά στην απεξάρτηση και μετέπειτα στην κοινωνική τους επανένταξη χωρίς κανένα οικονομικό όφελος αφού οι υπηρεσίες της παρέχονται δωρεάν στις ευπαθείς αυτές ομάδες. 
Δε θα ξεχάσω ποτέ την πεζοπορία στον Στρούμπουλα  που διοργάνωσε ο αθλητικός σύλλογος στον οποίο ανήκω  με το ΚΕΘΕΑ πριν μερικά χρόνια. Τα παιδιά, όμορφα αγόρια και κορίτσια ανέβαιναν, μιλούσαν, γελούσαν, αλληλοπειράζονταν, έβγαζαν φωτογραφίες. Τίποτα δεν πρόδιδε την σκοτεινή πλευρά τους που είχαν καταφέρει να νικήσουν, τίποτα δεν μπορούσε να τους σταματήσουν να ελπίζουν και να κάνουν σχέδια. 
Αμέτρητες φορές έχουμε αγοράσει χριστουγεννιάτικα στολίδια και πασχαλινά διακοσμητικά σε παζάρι του ΚΕΘΕΑ, φτιαγμένα από χέρια που μέχρι πριν κάποιο καιρό το μόνο που κρατούσαν ήταν τα σύνεργα της δόσης τους.
Και εσύ και εγώ έχουμε, έστω και μια φορά στη ζωή μας, χάσει τη γη κάτω από τα πόδια μας ανακαλύπτοντας ότι κάποιος κοντινός μας άνθρωπος είναι χρήστης. 
Και η πρώτη κουβέντα που μας έρχεται στο στόμα είναι: 
Στο ΚΕΘΕΑ να πας, εκεί όλα θα πάνε καλά.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ