ΑΠΟΨΕΙΣ
Ποιους συγκινεί η 3η του Σεπτέμβρη;
Οι αναφορές των ινστρουχτόρων συνεχίζουν να απευθύνονται στο θυμικό του ψηφοφόρου, παραγνωρίζοντας ότι οι συναισθηματικοί δεσμοί των πολιτών είναι ανθεκτικοί αλλά όχι αναλλοίωτοι
*Του Αργύρη Αργυριάδη
Άλλη μια επέτειος. Ελάχιστα πανηγυρική πια. Σε κάποιους θυμίζει επικήδειο. Σίγουρα θα ειπωθούν αρκετά. Όχι όσα πρέπει. Το ΠΑΣΟΚ (άλλως ΚΙΝΑΛ) εξακολουθεί να πολιτεύεται με τον ίδιο τρόπο που έπρατταν οι Βρετανοί μετά το Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και την οριστική κατάρρευση της αυτοκρατορίας τους. «Περασμένα μεγαλεία και διηγώντας τα να κλαις»…
Οι αναφορές των ινστρουχτόρων συνεχίζουν να απευθύνονται στο θυμικό του ψηφοφόρου, παραγνωρίζοντας ότι οι συναισθηματικοί δεσμοί των πολιτών είναι ανθεκτικοί αλλά όχι αναλλοίωτοι. Η κλασική πολιτική επιστήμη διατύπωνε το θέσφατο ότι όσο ισχυρότερες υπήρξαν οι συναισθηματικές κομματικές ταυτίσεις – που δημιουργούνται συνήθως την περίοδο «πολιτικής κοινωνικοποίησης» του ατόμου και επηρεάζονται επιπροσθέτως από τον κοντινό οικογενειακό περίγυρο – τόσο πιο προβλέψιμη και σταθερή θα ήταν η εκλογική συμπεριφορά του. Και ύστερα ήρθαν τα μνημόνια, όπως θα παρατηρήσουν πολλοί…
Και όμως. Τα πρώτα σημάδια της διάρρηξης των συναισθηματικών σχέσεων με το ΠΑΣΟΚ άρχισαν να εμφανίζονται από το 2007. Τότε συνέβη το πρωτοφανές στα μεταπολιτευτικά χρονικά: μειώθηκαν στις εκλογές, ταυτόχρονα, τα ποσοστά τόσο της κυβέρνησης (η ΝΔ, εύλογα, έχασε 4 μονάδες σε σχέση με τις εκλογές του 2004) όσο και της αξιωματικής αντιπολίτευσης (το ΠΑΣΟΚ, παραδόξως, από το 40,5% του 2004 έπεσε στο 38,1%). Η πτώση φαινομενικά μικρή αλλά ήταν το χαμηλότερο ποσοστό στη μέχρι τότε ιστορία του. Ποσοστό ακόμη χαμηλότερο και από το «βρώμικο 1989» οπόταν βρέθηκε αντιμέτωπο με τη «σκανδαλολογία Κοσκωτά» και δίχως ουσιαστικές πολιτικές συμμαχίες. Μάλιστα, στις δημοσκοπήσεις που ακολούθησαν το ποσοστό του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε δραστικά επαυξημένο (κινούμενο από το 5% το Σεπτέμβριο του 2007 στο 17% στο Μάρτιο του 2008). Το ΠΑΣΟΚ παραδομένο στις εσωτερικές του διενέξεις αδυνατούσε να εκφράσει πειστικό λόγο που θα κινητοποιούσε τα μεσαία δυναμικά στρώματα, την παραδοσιακή ραχοκοκαλιά του. Λίγα χρόνια μετά, με αφορμή – και όχι αιτία – τα μνημόνια, το φλερτ με το ΣΥΡΙΖΑ μετατράπηκε σε σχέση. Αυτό που μένει να φανεί είναι εάν θα εξελιχθεί και σε … γάμο.
Προφανώς, τούτο θα συμβεί όσο το ΚΙΝΑΛ (άλλως υποκρυπτόμενο ΠΑΣΟΚ) αδυνατεί να κατανοήσει τρία βασικά πράγματα. Πρώτον δεν μπορεί να μιλάει για τους πάλαι ποτέ ψηφοφόρους του ωσάν να είναι αντικείμενα και μάλιστα ιδιοκτησίας του (πόσοι τιτουλάριοι πανελίστες του πάλαι ποτέ κραταιού ΠΑΣΟΚ δεν απευθύνονταν στα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ λέγοντας ξεδιάντροπα ότι «μας κλέψατε τους ψηφοφόρους»). Δεύτερον ακόμη και όσοι λίγοι εξακολουθούν να λειτουργούν συναισθηματικά προεχόντως ταυτίζονται «παραταξιακά» και όχι αμιγώς «κομματικά». Και την προοδευτική παράταξη δεν την εκφράζει σήμερα μονοδιάστατα ούτε το ΠΑΣΟΚ ούτε ο ΣΥΡΙΖΑ αποκλειστικά. Τρίτον πρέπει να γίνει αντιληπτό ότι οι σημερινοί ψηφοφόροι δεν δημιουργούν δεσμούς μακράς διάρκειας με τα πολιτικά κόμματα, όπως έκαναν παλιότερα οι παππούδες και οι πατεράδες τους. Οι συναισθηματικοί τους δεσμοί με κόμματα και ηγεσίες είναι σχεδόν ανύπαρκτοι, ενώ το έλλειμα εμπιστοσύνης προς το σύνολο του πολιτικού προσωπικού υπερμέγεθες.
Το μόνον βέβαιο είναι ότι μια νέα διακήρυξη του προοδευτικού χώρου αποτελεί αδήριτη ανάγκη. Και σίγουρα οφείλει να λάβει υπόψη της όλα τα ανωτέρω…