ΑΠΟΨΕΙΣ
Ορθόδοξα Χριστούγεννα
Τα Χριστούγεννα είναι μια κλήση για συνάντηση με το «Νέον Παιδίον», αυτό που η Γέννησή Του ανανεώνει και βαθαίνει τον χρόνο της ζωής μας.
Ας θυμηθούμε πρώτα τι είναι τα Χριστούγεννα. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος έχει αποκαλέσει τα Χριστούγεννα «μητρόπολη των εορτών», δικαιολογώντας την ονομασία αυτή ως εξής: «από αυτήν ξεκίνησαν και έλαβαν το θέμα τους τα Θεοφάνια και το ιερό Πάσχα και η Ανάληψη και η Πεντηκοστή. Γιατί, αν ο Χριστός δεν γεννιόταν ως άνθρωπος, δεν θα βαπτιζόταν, που είναι η εορτή των Θεοφανίων‧ δεν θα σταυρωνόταν, που είναι η εορτή του Πάσχα, και δεν θα έστελνε το Πνεύμα, που είναι η εορτή της Πεντηκοστής. Επομένως, από τα Χριστούγεννα γεννήθηκαν οι εορτές μας, όπως διάφοροι ποταμοί που πηγάζουν από κάποια πηγή.» Όπως, δηλαδή, στην αρχαιότητα η μητρόπολη ήταν η μητέρα-πόλη, από την οποία δημιουργούνταν οι αποικίες, έτσι και η Γέννηση του Χριστού είναι το γεγονός από το οποίο ξεκίνησαν όλα τα άλλα γεγονότα της ζωής του Χριστού και, στη συνέχεια, η θεσμοθέτηση των εορτών του εορτολογίου της Εκκλησίας. Κεντρικός, επομένως, ο ρόλος της εορτής της του Χριστού Γεννήσεως, ενός γεγονότος ιστορικού που συνέβη σε συγκεκριμένο χωρόχρονο, και άρα δεν πρόκειται για κάποιο παραμύθι, όπου η αφήγηση τοποθετεί τα «γεγονότα» σε ένα απροσδιόριστο ειδυλλιακό χώρο και στον χρόνο τού «μια φορά κι έναν καιρό», δηλαδή εκτός τόπου και χρόνου. Και φτάνουμε στο κεντρικό σημείο της σημασίας της εορτής: το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, ο Υιός και Λόγος του Θεού, ενανθρωπίζεται, συλλαμβάνεται στη μήτρα της Μαρίας «εκ Πνεύματος Αγίου», προσλαμβάνει την ανθρώπινη φύση, σώμα και ψυχή, την ενώνει αδιάσπαστα και ασύγχυτα με την θεία φύση και γεννιέται ο Χριστός, ως τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, από την Παναγία, στη μικρή πόλη της Βηθλεέμ, επί αυτοκράτορος της Ρώμης Καίσαρος Αυγούστου. Η ένωση αυτή είναι ένα γεγονός μοναδικό στην ανθρώπινη ιστορία, είναι «το πάντων καινών καινότατον», δηλαδή το πιο καινούργιο από τα καινούργια γεγονότα, αφού ο Θεός γίνεται άνθρωπος πραγματικά και όχι μυθικά και εισέρχεται στην ανθρώπινη ιστορία, την οποία τέμνει στα δυο, οπότε ο χρόνος ανακαινίζεται. Από τη στιγμή της Γέννησής Του και στο εξής η ανθρωπότητα έχει νέες δυνατότητες, μπορεί να ατενίζει το μέλλον αισιόδοξα, αφού ο Θεός γίνεται ένας από εμάς (χωρίς αμαρτία) κι εμείς μπορούμε, ακολουθώντας Τον, να ενωθούμε μαζί Του και να ζήσουμε μια νέα ζωή κοντά Του, τη ζωή της αγάπης με τον Θεό και τον πλησίον. Ο Μ. Αθανάσιος με μια φράση έχει δώσει το νόημα της Ενανθρώπησης του Θεού: «Αὐτὸς ἐνηθρὠπησε ἵνα ἡμεῖς θεοποιηθῶμεν.» Η Γέννηση του Χριστού και η ένωση στο πρόσωπό Του της θείας και ανθρώπινης φύσης δίνει τη δυνατότητα στον άνθρωπο όχι μόνο να θεραπευτεί από τις κακίες, το μίσος, το φθόνο, τη μνησικακία και όλα τα πάθη, αλλά και να γίνει ο ίδιος «κατά χάριν» θεός, καθώς ο Θεός της αγάπης δεν είναι πια κάπου μακριά, άγνωστος και απρόσιτος, αλλά κοντά μας, δίπλα μας, μέσα μας. Έτσι, μπορεί να δημιουργηθεί η νέα κοινωνία, η «πολιτεία του Θεού», όπου η συνεκτική δύναμη είναι η αγάπη. Αυτή η νέα κοινωνία είναι η Εκκλησία, εκεί όπου αγιάζεται ο άνθρωπος, παρά τις αδυναμίες και τις αστοχίες των ανθρώπων που την υπηρετούν.
Μπροστά σε αυτό το παράδοξο μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, ο εκκλησιαστικός υμνογράφος Κοσμάς ο Μελωδός ψάλλει εκστατικός: «Μυστήριον ξένον ὁρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ Σπήλαιον· θρόνον Χερουβικόν τὴν Παρθένον· τὴν φάτνην χωρίον· ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός· ὃν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν». Αυτό το ακατάληπτο για τις γνωστικές και αντιληπτικές ικανότητες του ανθρώπου μυστήριο εορτάζουμε τα Χριστούγεννα, ένα μυστήριο που οι ορθόδοξοι χριστιανοί πάντοτε προσκυνούσαν με ευλάβεια. Και παρόλο που η εορτή των Χριστουγέννων συνδέθηκε από νωρίς με έθιμα παγανιστικά, ωστόσο αυτή η ευλάβεια ενώπιον του μυστηρίου κυριαρχούσε στις συνειδήσεις τους. Γι’ αυτό και η προσέλευση στην εκκλησία την ημέρα των Χριστουγέννων ήταν ομόθυμη και σχεδόν καθολική, όπως και η Θεία Κοινωνία.
Ίσως τώρα μπορούμε να δικαιολογήσουμε τον προσδιορισμό «ορθόδοξα» στον τίτλο τούτου του άρθρου. Αρκεί να σκεφτούμε πώς αντιμετωπίζουμε εμείς σήμερα τα Χριστούγεννα και να δούμε σε ποια σχέση βρίσκεται ο τρόπος που τα εορτάζουμε και τα προσλαμβάνουμε με το ορθόδοξο νόημά τους, όπως το εκθέσαμε εν ολίγοις. Ίσως η λέξη «αλλοτρίωση» θα ήταν εκείνη που μπορεί να περιγράψει τον τρόπο που προσλαμβάνουμε σήμερα το νόημα της εορτής. Η Γέννηση του Χριστού έχει αλλοτριωθεί από αυτό που είναι για τον άνθρωπο, για τον κόσμο. Από τη μέθεξη στην αποκάλυψη του Θεού, φτάσαμε σχεδόν στην επιστροφή ενός είδους ειδωλολατρίας. Και εξηγούμαι. Πρώτα-πρώτα, αντιμετωπίζουμε το ιστορικό γεγονός της Γεννήσεως του Θεού σχεδόν ως μυθικό, πράγμα που το απογυμνώνει από την ανθρωπολογική και κοσμολογική σημασία του, αφού κανείς δεν λαμβάνει σοβαρά υπόψη του ένα παραμύθι, άρα καμιά σημασία δεν έχει για τον άνθρωπο και τον κόσμο. Από την άλλη, ας αναλογιστούμε τον χώρο και τα γεγονότα της Γέννησης του Θεού: γεννιέται φτωχός και άσημος σε σταύλο και ανακλίνεται σε φάτνη, τον προσκυνούν βοσκοί και κάποιοι παράξενοι αστρολόγοι που ήλθα από τα μέρη της Βαβυλώνας, τον ψάχνει η εξουσία της εποχής να τον εξοντώσει. Σε ποια σχέση βρίσκονται αυτά με το σημερινό τρόπο της γιορτής; Ο Χριστός σχεδόν κανένα ρόλο δεν έχει στα εορταστικά μας δρώμενα, ο σταύλος και η φάτνη κατέληξαν σε ξέφρενους στολισμούς και πλούσια «χριστουγεννιάτικα τραπέζια», τα μόνα για τα οποία ενδιαφέρονται η ειδησεογραφία και η διαφήμιση. Τα Χριστούγεννα κατάντησαν εύκολες «ευχές» και γλέντι, ρεβεγιόν, δώρα και φαγοπότι. Η παγίδα έχει στηθεί με τέχνη: στη θέση του Χριστού μπήκε ένας χοντρός «κοκκινοσκουφίτσος», που τον βαπτίσανε, ελέω κόκα-κόλα, άγιο-Βασίλη, ο οποίος τάχα μοιράζει δώρα, που πληρώνουν βέβαια αδρά και ακριβά οι καταναλωτές. Και βλέπεις σε όλο τον πλανήτη τους ανθρώπους να τιμούν, λένε, τα Χριστούγεννα, ντυμένοι (ο Θεός να τους κάνει) αγιοβασίληδες, μεταβάλλοντας τα Χριστούγεννα σε παρέλαση μεταμφιεσμένων που χοροπηδούν ξέφρενα, χωρίς καμιά αίσθηση του μυστηρίου και της σημασίας της εορτής. Το μυστήριο της Γέννησης του Θεού έχει μετατραπεί σε ένα όργιο κατανάλωσης και ξεφάντωσης κι όποιος δεν μπορεί να συμμετάσχει σ’ αυτά βυθίζεται στην κατάθλιψη, όπως υποστηρίζουν οι ψυχολόγοι.
Ίσως υπάρξει η αντίρρηση ότι τα Χριστούγεννα πάντοτε συνοδεύονταν από το χριστουγεννιάτικο τραπέζι, που ήταν διαφορετικό από αυτό των άλλων ημερών. Αυτό όντως συνέβαινε, αλλά δεν ήταν το πρωταρχικό. Στο τραπέζι των ορθοδόξων χριστιανών ψαλλόταν πρώτα το απολυτίκιο των Χριστουγέννων κι έπειτα με τελετουργικό τρόπο ξεκινούσε το φαγητό και η ευωχία σε οικογενειακό κλίμα και αφού η οικογένεια είχε εκκλησιαστεί και κοινωνήσει. Στο οικογενειακό τραπέζι, δηλαδή, που ήταν συνέχεια της Αγίας Τράπεζας, ήταν παρών ο Χριστός. Αυτό έδινε μια άλλη προοπτική, ένα άλλο βάθος κι ένα άλλο νόημα στην εορτή. Σήμερα τη θέση του οικογενειακού τραπεζιού εν πολλοίς έχει πάρει το κοσμικό κέντρο διασκέδασης, εκεί όπου όλα σβήνουν στο ποτό, στο χορό και στο φαγητό. Ο εορτασμός εξαντλείται σε μια ρηχότητα, όπως ρηχός είναι και ο τρόπος που προσλαμβάνει πολλά πράγματα ο σύγχρονος άνθρωπος. Η ρηχότητα αυτή φαίνεται ακόμη και στα χριστουγεννιάτικα τραγούδια που ακούγονται κατά κόρον αυτές τις ημέρες. Τραγούδια ξενόφερτα, εύπεπτα, χωρίς βάθος, που δεν παραπέμπουν στο μέγα γεγονός της σαρκώσεως του Λόγου. Μια απλή σύγκρισή τους με τους ύμνους της Εκκλησίας ή ακόμη και με τα λαϊκά κάλαντα του τόπου μας αρκεί, για να φανεί ο επιφανειακός τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζουν τα τραγουδάκια αυτά την Ενανθρώπηση του Θεού. Το σημείο αναφοράς της εορτής, ο Χριστός, έχει παραμεριστεί ή και ξεχαστεί. Τα Χριστούγεννα γιορτάζονται χωρίς Αυτόν, όχι μόνο επειδή λείπει από την εορτή, αλλά κυρίως επειδή πιο μπροστά παραμερίστηκε από τις συνειδήσεις των ανθρώπων.
Ποιο είναι το συμπέρασμα; Φτάσαμε να γιορτάζουμε τα Χριστούγεννα όχι ορθόδοξα, όχι έστω με τον ελληνικό τρόπο, αλλά προτεσταντικά, ο καθένας όπως νομίζει, θηρεύοντας μόνο την ευχαρίστηση του σώματος, χωρίς ίχνος πνευματικότητας, χωρίς βάθος, με παραμορφωμένο και αλλοτριωμένο το νόημα της εορτής. Για τους ορθοδόξους, όμως, που βεβαίως δεν αγνοούν την ανάγκη για σωματική ευωχία, αφού ο Χριστός δεν είναι κάποιο χριστουγεννιάτικο «πνεύμα» αλλά ιστορικό πρόσωπο με σάρκα και οστά, τα Χριστούγεννα είναι προσανατολισμένα προς μια άλλη κατεύθυνση. Οι ορθόδοξοι χαιρόμαστε και συμμετέχουμε στο χριστουγεννιάτικο οικογενειακό τραπέζι, αφού πρώτα έχουμε συμμετάσχει στο τραπέζι του Χριστού, στη χριστουγεννιάτικη Θεία Λειτουργία. Η Γέννηση του Χριστού είναι μια πρόσκληση, όπως χαρακτηριστικά γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο, Θεολόγος και επαναλαμβάνει ο υμνογράφος άγιος Κοσμάς ο Μελωδός: «Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε. Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε. Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε, ᾌσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ ἀνυμνήσατε λαοί». Ο Χριστός είναι το κέντρο της εορτής, Αυτός γεννιέται, Αυτόν καλούμαστε να δοξολογήσουμε, Αυτόν να συναντήσουμε, για να υψωθούμε από τα γήινα «λίγο ψηλότερα», όπως λέει ο Γ. Σεφέρης. Να γιορτάσουμε ευωχούμενοι, αλλά να μην ξεχνάμε ότι η ζωή πάει πιο πέρα και πιο πάνω από το ρεβεγιόν, το γλέντι, τις αγορές και το χριστουγεννιάτικο δένδρο, που ύστερα από λίγες μέρες θα πεταχτεί σε κάποιο υπόγειο ή στον κάδο απορριμμάτων. Τα Χριστούγεννα είναι μια κλήση για συνάντηση με το «Νέον Παιδίον», αυτό που η Γέννησή Του ανανεώνει και βαθαίνει τον χρόνο της ζωής μας.
Φωτογραφία από ErikaWittlieb από το Pixabay