ΑΠΟΨΕΙΣ

Οκτώβριος, ο μήνας των Χρωμάτων, των Χρυσανθέμων και των κυκλάμινων!

Λένε πως είναι φτωχός στα καλούδια του, είναι όμως ο πιο πλούσιος στην ψυχή του. Είναι η έμπνευση του ποιητή, του ζωγράφου, είναι ο ύμνος της ομορφιάς, ο προστάτης, ο φύλακας της ίδιας της Γης

Οκτώβριος, ο μήνας των Χρωμάτων, των Χρυσανθέμων και των κυκλάμινων!

 

Της Ελένης Μπετεινάκη

 

Αν είχε γενέθλια μέρα η μαγισσούλα μου,  η Χρωματούσα,  θα΄πρεπε να ΄ναι τώρα που μπαίνει ο Οκτώβριος. Όμως τόσες χιλιάδες χρόνια που ζει,  κάνεις  δεν θυμάται την ακριβή ημερομηνία. Ούτε καν η ίδια…

Τούτες τις μέρες πάλι,  ταξιδεύει πολύ… Με το μαγικό της πινέλο και την κατακόκκινη Καμέλια προσπαθούν να ομορφύνουν με χρώμα και ψυχή άλλες «πατρίδες», όπου υπάρχουν παιδιά…

Και σήμερα το πρωί σε τόπο αλαργινό ξύπνησε χάραμα πάλι. Έβαψε τον ουρανό με όλες τις αποχρώσεις του κόκκινου, του κίτρινου και του πορτοκαλί. Έβαλε σκιές στα σύννεφα κι εκείνα τής χαμογέλασαν πλατιά. Σαν να τα γαργαλούσε το πινέλο της και από τα πολλά τους γέλια άλλαζαν σχήματα και έπαιζαν κρυφτό με τον ήλιο που προσπαθούσε να προβάλει μέσα από τη θάλασσα. Μαγική η στιγμή της πρώτης καλημέρας του καινούργιου μήνα. Χρυσοκόκκινη η ανατολή. Άξιζε το ξενύχτι πάνω από την τσουκάλα της να πετύχει τις σωστές αποχρώσεις. Ο Οκτώβριος, ο αγαπημένος της μήνας έπρεπε να έχει τα πιο ζωντανά, τα πιο όμορφα, τα πιο σπάνια χρώματα που θα χάριζε στην Φύση και στους ανθρώπους.  Κι έτσι τώρα η παλέτα της τα είχε όλα : Κόκκινο, πορτοκαλί, κίτρινο, ροζ, βυσσινί, και βαθύ γαλάζιο… Και σαν σκόρπισε γύρω της ομορφιά και καλωσόρισε τον μικρό Οκτώβρη, ανέβηκε σε ένα απαλό σύννεφο και καμάρωσε την πλάση ολόκληρη. Κι άρχισε πάλι τα παιχνίδια της και με τα άλλα σύννεφα. Όπως εκείνα προχωρούσαν έκανε άλλοτε  βουτιές στη θάλασσα και άλλοτε πηδούσε  πάνω στα δέντρα και έβαζε ασημένιο ή  χρυσό στα φύλλα τους. Σε άλλα πάλι συμπλήρωνε κίτρινο, καφέ ή λίγο πράσινο. Και σαν τέλειωσε τη δουλειά της κρύφτηκε  πίσω από τους κορμούς τους για να χαρεί με τα παιχνίδια των παιδιών. Σήκωναν ψηλά τα φύλλα τα πετούσανε  στον Αέρα κι εκείνος θέλοντας να πάρει μέρος στο παιχνίδι τους φυσούσε κάποιες φορές με όλη του τη δύναμη και ανακατεύονταν όλα, φτιάχνοντας ένα πολύχρωμο υφαντό της νεράιδας Γης απλώνοντας το απ’ άκρη σ άκρη της.»*

Λένε πως τούτος ο μήνας είναι φτωχός στα καλούδια του, είναι όμως ο πιο πλούσιος στην ψυχή του. Είναι η έμπνευση του ποιητή, του ζωγράφου, είναι ο ύμνος της ομορφιάς, μα πάνω απ΄όλα είναι ο  προστάτης, ο φύλακας της ίδιας της Γης, γιατί κρύβει μέσα του τη ζωή, σκεπάζει και «κοιμίζει» τον σπόρο που θα τη γιομίσει με νέα βλαστάρια την Άνοιξη. Κι είναι γεμάτος δουλειές για τους γεωργούς. Δουλειές που δίνουν ζωή αφού ο Οκτώβρης είναι εκτός από τον  μήνα της σποράς και του οργώματος, τού κατευόδιου από τα βουνά στα χειμαδιά και της άνθησης του πιο όμορφου φθινοπωρινού λουλουδιού του χρυσάνθεμου.

Οκτωβριος

Τον αποκαλούν με πολλά ονόματα  Αϊ- Δημητριάτη, Bροχάρη, Σποριάτη, Σποριά, Σπαρτό, Μπρουμάρη, Σκοτεινό, Ομιχλώδη. Η γη γεμίζει φύλλα. Κυκλάμινα και  χρυσάνθεμα έχουν την τιμητική τους.

Μήνας αφιερωμένος στο όργωμα και τη σπορά, λόγω των βροχών του και της πιο μεγάλης και σπουδαίας εργασίας των γεωργών. Αν και η προετοιμασία του σπόρου, στη σπορά,  αρχίζει με τη γιορτή του Τιμίου Σταυρού στις 14 του Σεπτέμβρη, ο Οκτώβρης θεωρείται ο «πατέρας» τούτης της σημαντικής δουλειάς που φτάνει μέχρι και τα Χριστούγεννα οριοθετώντας το τέλος της. Σε μια χώρα, όπως είμαστε  εμείς, με χιλιάδες παραδόσεις και έθιμα ήταν αδύνατον να μην δημιουργηθούν χίλιες δυο δοξασίες, μαντέματα και μαγικά μηνύματα για να δυναμώσει ο σπόρος που θα πέσει στη γη για το πιο σημαντικό πράγμα της επιβίωσης των οικογενειών μέχρι και τις μέρες  μας. Και τούτο λένε πως το κατάφερναν με δύο τρόπους. Ο πρώτος ήταν με την προσφορά δώρου στα «θεία», η «θεραπεία » όπως έλεγαν μέσω σεβασμού, κατάνυξης και προσευχής. Ο δεύτερος ήταν ο «μαγικός». Με μαγικές πράξεις, συνήθως παράλογες αλλά για όσους πίστευαν σ΄ αυτές απόλυτα λογικές. Τον Οκτώβρη έχουν ήδη ξεκινήσει τα πρωτοβρόχια. Αν δεν ποτιστεί η γη, η σπορά δεν μπορεί να ξεκινήσει κι αν  για κάποιους λόγους η βροχή αργεί τότε άρχιζαν τα κατά τόπους έθιμα που σκοπό  είχαν να εξαναγκάσουν τα «θεία» σε βοήθεια. Το πιο διαδεδομένο έθιμο ήταν αυτό της Περπερούνας που αν και ανοιξιάτικο αν υπήρχε ανάγκη το επικαλούνταν και το φθινόπωρο:

« Ένα κοριτσάκι οκτώ – δέκα χρονών συνήθως φτωχό και ορφανό το στόλιζαν τα άλλα κορίτσια με λουλούδια και πρασινάδα, για να  πρασινίσουν οι κάμποι… Πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούσαν ένα παραδοσιακό τραγούδι και κάθε νοικοκυρά έβγαινε στην εξώπορτα με ένα κανάτι και έχυνε πάνω στο κεφάλι της Περπερούνας νερό λέγοντας την ευχή: Καλή βροχή να δώσει ο θεός, όπως βρέχω κι εγώ την Περπερούνα! Στο τέλος έδινε η νοικοκυρά στο κοριτσάκι ένα νόμισμα ή ότι άλλο είχε για το καλό.»

Άλλο έθιμο ήταν εκείνο της χελώνας. Πολύ συχνά οι γεωργοί ειδικά σε περίοδο ανομβρίας έβρισκαν στο δρόμο τους χελώνες. Τις  γύριζαν ανάσκελα και βάζανε πάνω στην κοιλιά τους ένα μεγάλο σβόλο από χώμα. Η χελώνα αν δεν έβρεχε δεν θα μπορούσε να σηκωθεί μ΄αυτό το βάρος πάνω της και για αυτό θα έπρεπε κι εκείνη να παρακαλέσει τον Θεό για βροχή. Σ΄ άλλα μέρη της Ελλάδας σκότωναν φίδια και τα έβαζαν ανάσκελα στα τρίστρατα ή τα κρεμούσαν στα δέντρα για να προσελκύσουν τα αρπαχτικά πουλιά που όταν πετούσαν χαμηλά σήμαινε πως έρχεται βροχή.

‘Έθιμα που σπάνια συναντάμε πια είναι και αυτά της προετοιμασίας του σπόρου. Ο πρώτος σπόρος του σταριού παρασκευαζόταν με μεγάλη επιμέλεια. Τον τοποθετούσαν σε ένα σάκο μαζί με βασιλικό, ρόδι, σκόρδο κι ένα ασημένιο νόμισμα ή δακτυλίδι. Ο βασιλικός χρησίμευε για να γίνουν το ίδιο πράσινα τα στάρια. Το ρόδι συμβόλιζε την ευφορία για να είναι  γεμάτο το σπίτι όλο το χρόνο, το σκόρδο ήταν για το κακό μάτι και το ασήμι έδειχνε την εξασφάλιση της καλής ποιότητας της σοδειάς. Όλα αυτά μαζί με λίγο σπόρο δένονταν σε ένα μικρό σποροσάκουλο με μια κόκκινη μεταξένια κλωστή και φυλάσσονταν σε ένα μέρος του σπιτιού μέχρι και το τέλος της σποράς. Η πρώτη μέρα που θα βγαίνε ο σπόρος από το σπίτι ήταν εξαιρετικής σημασίας. Δεν έδιναν ούτε  έπαιρναν χρήματα, δεν δάνειζαν ψωμί, αλεύρι, αλάτι και φωτιά, πράγματα που έκλειναν μέσα τους τη δύναμη του σπιτιού. Οι νοικοκυρές το βράδυ έκαναν πίτες με σπανάκι, λάχανο και άλλα χόρτα και σαν την  έβαζαν στο τραπέζι να την φάει όλη η οικογένεια εύχονταν «να φυτρώσουν γρήγορα τα στάχυα και να πρασινίσουν όπως τα χόρτα της πίτας».

Η μέρα που ξεκινούσε η σπορά έπρεπε να είναι Δευτέρα ή Τετάρτη ποτέ Τρίτη. Η σημαδιακή φράση που έλεγε ο γεωργός ήταν: « Ώρα καλή μας και καλά μπερεκέτια!», δηλαδή να έχουμε πλούσια σοδειά!

Αν η αρχή στο χωράφι γινόταν από κορίτσι ανύπανδρο έπρεπε να πει :«Μονάχη μου το σπέρνω και μ΄ άλλον θα το θερίσω (δηλ. θα παντρευτώ)». Δεν μπορούσε κάθε άνθρωπος να είναι ο Σπορέας. Χρειαζόταν τέχνη για να μην σκορπιστεί ο σπόρος αραιά ή πυκνά και σαν τέλειωνε την πρώτη του γύρα να ζέχνει τα βόδια για να «κάμει» το χωράφι. Όργωνε και έσπερνε τουλάχιστον 2-3 φορές έτσι ώστε ο πολύτιμος σπόρος να πάει παντού.

Επιστρέφοντας στο εορταστικό καλαντάρι ξεχωρίζουν οι γιορτές του Αγίου Διονυσίου του Αρεοπαγίτου στις 3 του μήνα, πολιούχος Άγιος των Αθηνών, του Αγίου Ιερόθεου στις 4 και της Αγίας Βερίνης. Την ίδια ημερομηνία στη γείτονα χώρα μας, την Ιταλία, γιορτάζει ο Άγιος Φραγκίσκος της Ασίζης. Κατά την παράδοση αγαπούσε πολύ και ημέρευε τα ζώα και οι καθολικοί τον έκαναν προστάτη τους, και μάλιστα ορίστηκε  διεθνώς την ημέρα της μνήμης του σαν «Ημέρα Προστασίας των ζώων». Πολλές γιορτές ακολουθούν, λιγότερο γνωστές σε μας, της Χαριτίνης, του Σέργιου, της Πελαγίας, του Ευλάμπιου, του Βαλάντη, της Χρύσας και του Λουκιανού μέχρι στις 18 του μήνα που είναι του Αγίου Λουκά που έχει σαν σύμβολό του το ήρεμο βόδι. Η παράδοση θέλει να έχει ζωγραφίσει τούτος ο Άγιος την μορφή της Παναγιάς και μάλιστα Βρεφοκρατούσας με την παλιά τεχνική του κεριού σε τρείς εικόνες.  Λένε πως τη μία την παρέδωσε στην ίδια κι εκείνη ευχαριστήθηκε και τις  ευλόγησε κι έγιναν θαυματουργές. Μάλιστα του αποδίδουν πως πρώτος αυτός απεικόνισε του Αποστόλους. Η λαογραφία θέλει τούτη τη μέρα να θεωρείται ορόσημο για τη σπορά των κουκιών, όχι όμως την ημέρα της γιορτής του που θεωρείται αργία, αλλά την παραμονή ή την επομένη. Ο μύθος λέει πως κάποτε  ένας γεωργός που πήγε  να σπείρει καλαμπόκια την μέρα του Αγίου Λουκά έπιασε μια νεροποντή και όλη η σοδειά χάθηκε. Από τότε λένε πως είναι ο άγιος που «πνίγει τα καλαμπόκια». Τέλος οι γεωργοί μας πιστεύουν πως από τούτη τη μέρα ξεκινά το «μικρό καλοκαιράκι» και η γη θα στεγνώσει τόσο όσο χρειάζεται για τις επόμενες μέρες η σπορά τους. Στις 20 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Γερασίμου που λατρεύεται στην Κεφαλονιά και φτάνουμε στην  πιο μεγάλη γιορτή του Αγίου Δημητρίου στις 26. Γιορτή που συνδέεται με την πόλη της Θεσσαλονίκης μιας και ο Άγιος Δημήτριος ήταν γέννημα, θρέμμα της συμπρωτεύουσας.

Την μέρα αυτή ανοίγονται συνήθως τα νέα κρασιά. Καλούν ένα παπά, σ΄ όλους τους αναπαραγωγικούς τόπους, να αγιάσει τα βαρέλια και αφού ευχηθεί, να δοκιμάσει πρώτος το νέο κρασί. Η μέρα αυτή είναι επίσης ορόσημο και για τους κτηνοτρόφους. Λίγο πριν και λίγο μετά ο καιρός φτιάχνει λίγο και έχει μείνει στην συνείδηση του λαού το «μικρό καλοκαιράκι του Αι Δημήτρη». Συμπίπτει με το διάστημα που χρειάζονταν οι τσομπάνηδες για να κατεβάσουν τα κοπάδια τους στα χειμαδιά. Η σημασία της γιορτής τονίζεται στο ότι η παρουσία ενός Αγίου, νέου και αξιόλογου που περπατά καβάλα σε άλογο τους έδινε την ευκαιρία να ορίσουν τη γιορτή του σαν χρονολογία ξεκινήματος, εξασφαλίζοντας θάρρος και εμπιστοσύνη για το δρόμο τους. Κι όλα αυτά σε συνδυασμό με μίαν άλλη γιορτή ορόσημο κι αυτή του Αγίου Γεωργίου στις 23 του Απρίλη που τα ζώα οδηγούνται ξανά πάνω στα βουνά με ένα άλλο καβαλάρη Άγιο εξίσου νέο και αξιόλογο. Ορόσημο μέρα και για τους ταξιδεμένους, τους ναυτικούς  που επιστρέφουν στο σπίτι τους για να περάσουν το χειμώνα.

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι ελληνικές οικογένειες που εξέλεγαν τους Δημογέροντες λογάριαζαν κι αυτοί τα εξάμηνα τους με τις γιορτές του Αι  Δημήτρη και Αι Γιωργιού. Με τη διαφορά αυτή των εξαμήνων έβαζαν τους ραγιάδες να πληρώνουν τους φόρους  τους και όριζαν σαν ελεύθερο χρόνο ναυσιπλοΐας τις δύο αυτές γιορτές.

Την μέρα του Αϊ Δημήτρη γιόρταζαν και οι Συντεχνίες, ιδιαίτερα οι οικοδόμοι, οι ασβεστάδες, οι σοβατζήδες, οι ξυλουργοί, οι κεραμιδάδες, οι σιδεράδες  και οι κλειδαράδες που επισφράγιζαν την καλοκαιρινή εργασία με τα κέρδη τους ή την πρωτογιόρταζαν όσοι άρχιζαν τώρα την χειμωνιάτικη εμπορική τους δράση όπως οι μπακάληδες, οι δερματέμποροι, οι παπουτσήδες, οι υφασματέμποροι και οι ταβερνιάρηδες.

 

Τέλος τούτος ο μήνας είναι ο μήνας των χρυσανθέμων. Ανθίζουν κάθε χρόνο τον Οκτώβρη εκεί γύρω στη  γιορτή του Αϊ Δημήτρη και για αυτό τα λένε και αγιοδημητριάτικα και τα συναντάμε σε πάνω από 180 ποικιλίες. Είναι το λουλούδι  του φθινοπώρου, τα άνθη του χρυσού και  καλλιεργούνται εδώ και χιλιάδες χρόνια στην μακρινή Ανατολή που θεωρείται πατρίδα τους.

Στη χώρα μας τα συναντάμε παντού ακόμα και στην ύπαιθρο σαν αυτοφυές φυτό και μάλιστα οι Κρητικοί τρώνε τους τρυφερούς του βλαστούς με λαδόξυδο ενώ τα άνθη τους τα χρησιμοποιούν για να διώχνουν τους ψύλλους και να βάφουν με ωραίο κίτρινο χρώμα τα βαμβακερά τους ρούχα. Το κρητικό χρυσάνθεμο του Οκτώβρη έχει ένα ακόμη συμβολισμό.

Με το μάδημα του μικροί  και μεγάλοι  όπως το «σ΄αγαπώ-μ΄αγαπάς» της μαργαρίτας ψάχνουν το σκοτεινό υπαρξιακό ερώτημα:  Κόλαση ή παράδεισος;

 

Καλό μήνα !

 

ΠΗΓΕΣ:

Λουκάτος Δημήτριος, Τα φθινοπωρινά, Αθήνα 1995

Γ. Μέγας, «Ελληνικαί  εορταί και έθιμα της λαϊκής λατρείας», Αθήνα 1956

*Ελένη Μπετεινάκη, Λόγια του αέρα, υπό έκδοση

 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση