ΑΠΟΨΕΙΣ
Ο Ζαχαριής, το φέρετρο και η θολούρα!
Ανάθεμά με το παράωρο, είδα τη κάσα που προεξείχε από το πορτ-μπαγκάζ και δεν είδα το αμάξι ή τα κωλοφάναρα σκιάς, μόνο εθάρρουνε πως ήτανε τα μάτια του διαόλου...
του Γιώργου Μηλιαρά*
- Μια δα πιούμε ακόμη και ύστερα δα φύγεις να πας όπου θες, είπε ο Ζαγιανός του Ζαχαριή, στο καφενείο του Πόρου που καθότανε και λέγανε ο γείς τ' αλλού τα κατωρθόματά ντως....
_Δε πίνω μωρέ άλλη σου λέω, γιατί ναι αργά και δα γιαγύρω στο Λασίθι απόψε. Είναι και κακός ο καιρός, άσε με νάχω το νού μου στη στράτα μη πάρω κάτω από κιανένα δέτη...
_Εγώ την ήβαλα δα, μόνο άντε εβίβα και καλοστραθιά, εσυνέχισε ο άλλος...
_Να με μεθύσεις θες Γιώργη, μα ύστερα δα με κονέψεις κιόλας επαέ, γιατί εγώ δε μπαίνω πιωμένος
στο δρόμο και με ετσά καιρό, του απάντησε γελώντας ο Ζαχαριής, αλλά εκατέβασε ταυτόχρονα μονορούφι τη "παπαδιά" που του είχε σερβίρει ο άλλος...και εσυνέχισε: -Μπα, να φύγω θέλει φίλε, να πάω νωρίς στο χωριό γιατί 'χω και δουλειά, μόνο άντε γειά...
_Ήντα δουλειά χεις μωρέ κοντό τέτοια ώρα, τσοι πατάτες δα πα να ποτίσεις Χριστουγεννιάτικα, ή το Πατατάκι δα πα να δεις ανέ μεγάλωσε, τονε κάρφωσε ο Ζαγιανός...
_Σκάσε ανάθεμά σε και βούκινο δα μας σε κάμεις πρίχου τσ' ώρας μας, εγώ χω καλό σκοπό...του απάντησε σφυριχτά ο Ζαχαριής που έπιασε το υποννοούμενο και σηκώθηκε διαολισμένος. Έβγαλε και επέταξε στο τραπεζάκι ένα δεκάρικο γιά το ρεφενέ του και εκαληνύχτισε το Ζαγιανό, που χαμογέλασε πονηρά κάτω από το κατάμαυρο μουστάκι του.
Εμπήκε ο Ζαχαριής στη κλούβα ντου και ήβαλε ομπρός με τη τρίτη προσπάθεια τση μίζας. -Ανάθεμά σε για τουτού και μπαταρία θες πάλι και δα με βγάλεις από το πενηντάρικο, εψιθύρησε, μα εσώπασε ντελόγω γιατί σκέφτηκε πως εδά τελευταία εξέχνανε σαφή τα φώτα αναμένα. Εγύρευγε το νού ντου κι όλο στο Μαρμακέτω τον ήβρισκε... Είχε αρχίσει να ψιλοβρέχει και σκέφτηκε και τη νύχτα που είχε προχωρήσει μα δεν εδείλιασε να μπει στο δρόμο. Ήκαμε το σταυρό ντου τρείς φορές γιατί θυμήθηκε τη κουβέντα τση μάννας του "όποιος κάνει το σταυρό ντου, άρμα έχει στο πλευρό ντου" και πήρε το δρόμο για το Λασίθι. Ήβαλε και το ράδιο στο δεύτερο πρόγραμμα που είχε λαϊκά και παραδόθηκε στη σκέψη της μικρής Μαρίας... Επέρασε το Καρτερό, το Κακό Όρος, Κοκκίνι Χάνι,Γούβες, πιάνει Αγριανά και στρίβει απάνω τη μεγάλη ευθεία για Ξεροκαμάρες και Λαγκάδα. Εκειά όμως η βροχή ήτανε πιό δυνατή και λίγο πιό πάνω από τσοι Γωνιές ήπιασε και αφούρα και τα πράγματα εδυσκολέψανε, μα το αυτί του Ζαχαριή δεν ίδρωνε με τέτοια. Μαθημένα τα βουνά από τα χιόνια , ωστόσο ήσφιξε το τιμόνι περισσότερο και ήσκυψε πιό πολύ προς το μπαρμπρίζ να θωρεί καλύτερα. Το ράδιο είχε παράσιτα κι ο Ζαχαριής ενοχλημένος από τη τραβάγια που ήκανε, έστριψε το κουμπί και τόκλεισε κι ας έπαιζε εκείνη την ώρα ένα αγαπημένο του τραγούδι με τη Φούλη Δημητρίου "...στη Παναγιά ορκίστηκα και στη καρδιά μου απάνω, εσένα πρωταγάπησα με σένα να πεθάνω..." Η βροχή εδυνάμωνε και η αφούρα γινότανε όλο και πιό πυκνή, σα το μπαμπάκι...
_ Διάλε το στανιό ντου, αν είναι ετσά στην Άμπελο, δα με ζορίσει να περάσω, ήντα καιρός είναι μωρέ τουτοσάς,εμονολόγησε, όχι γιατί παραμιλούσε αμοναχός του, αλλά για να μερώσει λίγο την ανησυχία και το φόβο που είχε αρχίσει να του προκαλεί η άγρια νύχτα και η κακοκαιρία...Εθυμήθηκε όμως και τη γηθειά που είχε ακούσει από τη μάννα ντου και άρχισε την απαγγελία: -" Φύγε αφούρα φύγε αντάρα, φύγε γρα κατσικαντάρα, κι ο Αη Γιάννης σε ζυγώνει με σπαθί και με τιμόνι, να σε φορτώσει αλάτσι, χίλιες (οκάδες) από τη μια μεριά και χίλιες απού την άλλη και χίλιες μεσοσώμαρα και κείνος καβαλάρης..." Επέρασε τη διασταύρωση στο Κράσι και πογύρισε στη Κερά. Εξανάκαμε το σταυρό ντου και εσιγομουρμούρισε: -"Παναγία μου και δείχνε μου το δρόμο..." Και για να αποδείξει στην Παναγία επί τόπου την ευσέβειά ντου άρχισε μεγαλοφώνως τη ψαλμωδία: " Τους τρείς μεγίστους φωστηράδες...."
Καλά κακά μουρμουρίζοντας τη ψαλμωδία, φτάνει παραπάνω στη βρύση στον απλάτανο. Από κει και πάνω δεν ήκοβε την αφούρα ούτε με το μαχαίρι κι ας είχε λιγοστέψει η βροχή. Σταματά ο Ζαχαριής τη ψαλμωδία και αρχίζει τα καντήλια:- Ανάθεμά σε για καιρός και δε δα μ' αφήσεις να πάω στο χωριό απόψε...Δε με γνοιάζει μόνο να μη τσουρλήξω αποπαέ κάτω και δα με βρούνε τη ταχινή στο φαράγγι τση Ρόζας στοι Γωνιές...
'Υστερα εσώπασε, ήνοιξε το τζάμι του οδηγού και ήβγαλε όξω την κεφαλή ντου, να θωρεί καλύτερα και εσυνέχισε τον ανήφορο με "βήμα σημειωτόν". Παίρνει ακόμη δυό-τρείς στροφές και φτάνει αποκάτω από το χτήμα του Μεταξά. Σταματά πάλι γιατί είχε γενεί βουρίδι από τη βροχή και είχανε παγώσει τα αυτιά ντου. Κλείνει το τζάμι και ξεκινά πάλι σιγά σιγά. Στρίβει την άλλη στροφή και "ξεραίνεται". Πατεί φρένο, ανοιγοκλείνει τα μάθια ντου να καθαρίσουνε, μα η εικόνα είναι η ίδια: Μιά κάσα ποθαμένου είναι στη μέση-μέση του δρόμου! Προσπαθεί να καταλάβει ο Ζαχαριής μα ούτε μυαλό του κλουθά ούτε ψυχραιμία... Αρχίζει να σταυροκοπιέται και να λέει φωναχτά:-"Ο Ισούς Χριστός νικά κι όλα τα κακά σκορπά"... Αφού τα φόρτωσε στο Χριστό, αναθάρρησε λίγο και άρχισε να λειτουργεί ο νούς του. Μα εκειά τούρθε η χαριστική βολή: Γροικά να του χτυπούνε το τζάμι του οδηγού, και το αίμα παγώνει στη ραχοκοκαλιάντου...-"Παναγία μου και ήφαέ με..."εσκέφτηκε. Παλεύει τη καρδιά ντου να μη λιγωθεί, κι ακούει και μια φωνή να του φωνάζει:-"Βοήθεια κουμπάρε, άνοιξε..." Γυρίζει και θωρεί μια φάτσα που δεν έμοιαζε ποθαμένου, και παίρνει η καρδιά ντου αέρα.
Ανοίγει ίσαμε ένα δαχτύλι το τζάμι και απαντά με προσποιητή ψυχραιμία:
_Ήντα θες μωρέ;
_Βοήθεια θέλω κουμπάρε, ταξιτζής είμαι μπρέ και μου δώκανε από το ΒΕΝΙΖΕΛΕΙΟ ένα ποθαμένο να τονε φέρω στο Λασίθι, μα χάθηκα επαέ με την αφούρα...δε θωρώ μπλιό μπροστά μου...τρεις ώρες είμαι στο δρόμο και δε λέω να φτάξω σ'αυτό το παντέρμο Λασίθι. Πως δα φτάξω μπρέ;..
_"Ε κακομοίρη μου κι εσύ..." του λέει ησυχασμένος ο Ζαχαριής, -"κάμε στη μπάντα να περάσω, και κλούθα μου στο ζάλο μέσα να δω ανέ φτάξομε απόψε εκειά που πάμε κι δυό..."
Κλείνει το τζάμι ο Ζαχαριής και προσπερνά το ταξί που το είδε τώρα καθαρά και άρχισε να αυτοσαρκάζεται ευδιάθετος που αφενός εγλύτωσε του "ποθαμένου τα δόντια" και αφετέρου έδιδε πολύτιμη βοήθεια στο δύστυχο το ταξιτζή...
-Ανάθεμά με το παράωρο, είδα τη κάσα που προεξείχε από το πορτ-μπαγκάζ και δεν είδα το αμάξι ή τα κωλοφάναρα σκιάς, μόνο εθάρρουνε πως ήτανε τα μάτια του διαόλου...αλλά πως να το δω και τ' αμάξι, με τόση αφούρα και γκρί χρώμα που ήτανε;, εδικαιολόγησε τον εαυτό ντου.... Εκατάλαβε όμως εκείνη τη στιγμή και μια ογρασά στα σκέλια ντου και επανικοβλήθηκε: -Ανάθεμά με, εκατουρήθηκα; εσκέφτηκε...αλλά εθυμήθηκε πως ανέβαινε από τη Κερά και πάνω με ανοιχτό το τζάμι του αμαξού και μάλλον εγίνηκε η ζημιά από τη βροχή, εδικαιολογήθηκε αμοναχός του...
-Μωρέ κακό συναπάντημα ήτανε ετούτονε απόψε, αλλά ας είναι δα... Ωστόσο ήφταξε μέσα στο κάμπο και βλέποντας τα πρώτα φώτα του Πινακιανού, επήρε η καρδιά ντου αέρα, άλλαξε εντελώς η διάθεσή ντου και άρχισε να σιγοτραγουδεί: " στο στάδιο που μέφερε η αγάπη η εδική σου...αμάν αμάν η αγάπη η εδική σου...."
Εξέχασε και το ταξιτζή και το ποθαμένο και μπαίνοντας στο Τζερμιάδω ήσυρε ο νους του ένα καμπανό μέχρι το Μαρμακέτω και ησυχασμένος, σταμάτησε μπροστά στου Μαρκόπουλου το καφενείο. Οπίσω ντου εσταμάτησε ο ταξιτζής και του κόρναρε να τονε ευχαριστήσει...
_Ε ήντα να σου πω εδά να κατεβείς να σε κεράσω με το ποθαμένο, δε γίνεται...'Αμε στο καλό κι όπως σου είπα, το έβδομο χωριό αποπαέ, είναι εκειά που πας και στη Κρουσταλένια δεξιά, αλλιώς δα περάσεις από το Μέσα Λασίθι μα είναι πιό αλάργο..., άμε στο καλό, του είπε και άνοιξε τη πόρτα του καφενείου να μπει, αποφασισμένος να μη πει κουβέντα για τη περιπέτεια και τη τρομάρα ντου....
ΣΣ: 'Ετσι γινότανε τότε οι μεταφορές των φερέτρων με τους νεκρούς από το Ηράκλειο ( δεκαετία του '60 ), για να αποφεύγονται τα περίσια έξοδα της νεκροφόρας αλλά και γιατί δεν υπήρχαν εύκολα διαθέσιμες. Το φέρετρο κατά το ήμισυ στο πορτ μπαγκάζ και το υπόλοιπο μισό να προεξέχει από το αμάξι λοξά σφιχτοδεμένο με σχοινί. Βέβαια υπάρχουν αναφορές απώλειας των φερέτρων καθ' οδόν και σχετικές κωμικοτραγικές ιστορίες από εκείνη την εποχή...
-Η παραπάνω ιστορία, είναι αληθινή με ολίγον αλατοπίπερο...
-Τα ονόματα μπορεί να είναι και συμπτωματικά...
-Ο Ζαχαριής έχει όμως και άλλα να μας διηγηθεί...