ΑΠΟΨΕΙΣ

Ο μήνας που περιμέναμε όλοι!

Αύγουστος είναι ο μήνας των νεράιδων, των ξωτικών, των άστρων, των παραμυθιών!

Ο μήνας που περιμέναμε όλοι!

 

Της Ελένης Μπετεινάκη

«Η Ασημένια ήταν μια γέρικη ελιά πάνω από ενενήντα χρονών στην άκρη του αμπελιού μας. Την λέγαμε έτσι γιατί όπως έπεφτε ο ήλιος πάνω στα κλαδιά και τα φύλλα της , μοιάζανε ασημένια και μεις τα θεωρούσαμε πολύτιμα…

Κάθε Αύγουστο λίγο μετά το πανηγύρι της Παναγιάς κατηφορίζαμε στο αμπέλι. Ήταν η πιο καλή μας ώρα, έλεγε ο πατέρας μου, αν βοηθούσαμε κι εμείς στο μάζεμα των σταφυλιών θα μας έδινε μεροκάματο 20 δραχμές στον καθένα μας. Το αποφασίζαμε χωρίς δεύτερη κουβέντα και ριχνόμασταν με όρεξη στη δουλειά αλλά λίγο πριν τελειώσει η πρώτη ώρα είχαμε ήδη βαρεθεί και τρέχαμε να ξεκουραστούμε κάτω από το δέντρο μας. Τα τζιτζίκια δεν μας άφηναν ούτε λεπτό σε ησυχία και για να τα τιμωρήσουμε ανεβαίναμε πάνω στα κλαδιά της γέρικης ελιάς και ψάχναμε για τα «πουκάμισά»  τους. Νομίζαμε  πως ήταν οι «πιτζάμες» τους και τους παίρναμε, να τα κρύψουμε να τ΄ αναζητούν σαν ερχόταν η νυχτιά. Το καλύτερο μας ήταν εκείνη τη βραδιά που μείναμε κάτω από την ελιά μας να φυλάμε τη σταφίδα γατί ένα σωρό κλέφτες γύριζαν από οψιγιά*  σε οψιγιά και έπαιρναν τον κόπο και τη σοδειά μιας ολόκληρης χρονιάς. Στην απόλυτη ησυχία της νύχτας, αν και φοβόμασταν λίγο, ακούγαμε τον πατέρα μου να μας λέει ιστορίες για δράκους, λιμάνια, πολιτείες και πειρατές κάτω από ένα τεράστιο ολόγιομο φεγγάρι και έναν υπέροχο ξάστερο ουρανό. Η φαντασία μας θέριευε και γινόταν πραγματικότητα όλες εκείνες οι ιστορίες. Μεταμορφώνονταν οι κουρμούλες* σε γιγάντια πειρατικά καράβια, τα πανιά τους ήταν τα φύλλα, και τα σπαθιά ήταν τα κλήματα που υψώνονταν κι είχαν γυμνωθεί. Όλα γίνονταν εκεί μπροστά μας, μέχρι το ξημέρωμα που το φεγγάρι έδινε τη θέση του σε έναν άλλο πρίγκιπα του ουρανού εξίσου λαμπρό και μοναδικό που σαν ξυπνούσε τα χαράματα φορούσε  απίστευτα χρώματα, τον Ήλιο.…

Ευτυχώς η μεγάλη ελιά των παιδικών μας χρόνων μπήκε στο παραμύθι της Χρωματούσας μου και αν ποτέ βρεθείτε στα μέρη μου θα τη δείτε που υπάρχει ακόμα, ολοζώντανη και ας κοντεύει πια τα εκατό!

Πρωταυγουστιά σήμερα.  Του μήνα που από την προκοπή και την μεγαλοσύνη της ψυχής του  θρέφει όλους τους υπόλοιπους με τα καλά και τα κακά του. Ο Σείριος έλαμπε στον ουρανό σήμερα πρωί πρωί λίγο πριν συναντήσει τον Ήλιο, να τον καλημερίσει, να του ευχηθεί για τον ερχομό τούτου του όμορφου παλληκαριού, του τρίτου γιού του Καλοκαιριού,  που όλοι το αγαπούν  γιατί φροντίζει για όλους τους άλλους. Του μήνα με τις Δρίμες ή Αλουστίνες, τα μερομήνια, τις ζέστες, τις γιορτές. Με τα σύκα του και τα σταφύλια,  με τις πιο ώριμες ντομάτες από ποτέ, με τους καρπούς όλους γινωμένους. Με  τον Αφέντη Χριστό να υψώνει την Χάρη Του σ΄όλες τις βουνοκορφές και την Παναγιά να γιορτάζει σε  όλα τα χωριά, τις πόλεις, ακόμα και στα μικρά, ξεχασμένα ξωκλήσια. Κι εκείνος ο τζίτζικας  να μην σταματά ούτε για μια στιγμή το τραγούδι του, μονότονο, χαρούμενο αλλά και απαραίτητο για να θυμίζει πως «επάτησεν»  πια ο χιλιόχρονος, ο πιο ερωτικός, ο Φεγγαράς, ο Συκολόγος , ο Τραπεζοφόρος, ο Πενταφάς, ο Δριμάρης Αύγουστος!

Αρχανες

Μήνας που όλες οι νεράιδες και  τα ξωτικά ζουν μια από τις καλύτερες ώρες τους. Δώδεκα μέρες  χορεύουν και λικνίζονται και ανακατώνουν τα σπίτια, τα νερά και τους καρπούς. Σπέρνουν το χάος και την αταξία τούτες οι Δρίμες σαν άλλοι καλικάντζαροι που εκείνοι έρχονται ανήμερα των Χριστουγέννων και μένουν κι αυτοί για δώδεκα μέρες. Τα ξωτικά όμως τ΄Αυγούστου  δεν κάνουν μόνο σκανταλιές αλλά σπέρνουν παντού τον πανικό γιατί «μαγαρίζουν» τα νερά εκτός και ρίξεις ένα καρφί ή ένα πέταλο στη θάλασσα, στο ποτάμι, στο πηγάδι,  και τότε το κακό δεν θα σε βρει ποτέ. Αν όμως ξεχαστείς και λουστείς τούτες τις μέρες, τότε τα πράγματα δυσκολέυουν.  Κι αν κατά λάθος πλύνεις τα ρούχα ή τα σκεπάσματα ίσως τα βρεις τρύπια και σκισμένα.

Τούτες  τις δώδεκα ή έξι πρώτες μέρες μέχρι του Χριστού, ανάλογα με την περιοχή μαντεύουν και τον καιρό. Κάθε μέρα ή κάθε δυο τα λεγόμενα μερομήνια,  ό,τι καιρό κάνει ή δείχνουν τα σημάδια θα ‘ ναι ο καιρός κάθε μήνα με τη σειρά, ξεκινώντας απ’ το Σεπτέμβρη.

Πρωταυγουστιά, και όσοι έμειναν την νύχτα  ξάγρυπνοι να κοιτάνε αστέρια, τα σημάδια και το άνοιγμα του ουρανού το προηγούμενο βράδυ,  έριχναν άμμο μέσα στο σπίτι για να υπάρχει αφθονία και ευτυχία και σαν ξημέρωνε, οι γυναίκες καθάριζαν τα χάλκινα αγγεία τους πρωί πρωί για να τα προλάβουν μέχρι να πάνε στην εκκλησιά , να πάρουν τον αγιασμό της μέρας, του μήνα ολόκληρου , να ξεκινήσει η πρώτη νηστεία για χάρη της Παναγιάς , της μάνας όλου του κόσμου. Δυο μάνες λένε πως έχει ο άνθρωπος. Η μια είναι εκείνη που τον γέννησε, η άλλη είναι η Παναγιά που πάντα την φέρνει στο μυαλό τις δύσκολες ώρες. Αυτή επικαλείται για βοήθεια στα μεγάλα του ζόρια.

Και περνούν  οι δύσκολες πρώτες μέρες, ίσαμε τη Χάρη του Χριστού στις 6 του μήνα. Αφέντη τον φωνάζουμε στην Κρήτη, όχι από δουλοπρέπεια, αλλά για να δείξουμε  το ψήφος, την εκτίμηση, την Αγάπη. Όλες σχεδόν οι εκκλησιές Του βρίσκονται πάνω στις βουνοκορφές κι αυτό γιατί  βουνό σημαίνει ανύψωση, ανάταση και επαφή με τον ίδιο το Θεό. Μεγάλη γιορτή, πολλά τα πανηγύρια( αν και δύσκολο φέτος), αμέτρητες οι προσφορές. Λέγαν πως την  παραμονή το βράδυ ξανάνοιγαν πάλι, οι ουρανοί  κι όσοι το πίστευαν δεν έβλεπαν πια νεράιδες, ή βασίλισσες ή ξωτικά αλλά ένα άγιο φως κι αυτό ήταν σημάδι, το ‘χαν για καλό.

Την άλλη μέρα η νηστεία του δεκαπεντάγουστου  διακόπτεται. Μπορεί να καταναλωθεί για φαγητό το ψάρι και η σκορδαλιά. Είναι η μέρα που ο παπάς λέει ευχή για τα σταφύλια και τα σύκα που θα προσκομιστούν στην εκκλησία και ανάλογα με τον καιρό που θάχει θα φανεί σαν προμήνυμα φθινοπώρου ίσως γιατί  οι πελαργοί αρχίζουν το φευγιό τους σιγά σιγά  σε χώρες με θερμότερο κλίμα. Και θα γεμίσουν τα σπίτια κι οι εκκλησιές βασιλικούς ως τη γιορτή της Παναγιάς, προσφορά στη Χάρη Της. Σ΄ άλλα μέρη τούτη τη  μέρα ζύμωναν ψωμί, με το πρώτο αλεσμένο στάρι και τον έκαναν προσφορά στη Βρύση του χωριού κι είχε και σχήμα τζιτζικιού μιας και πίστευαν πως το στοιχείο του νερού έμοιαζε σε αυτό το έντομο και το ψωμί το ονόμαζαν «τζιτζιρόκλιτο».

Αρχανες

Η Χάρη της Παναγιάς, η Κοίμηση της στις 15 είναι το δεύτερο Πάσχα της Ελλάδας ολόκληρης. Αν και  εγκαταλείπει  τα εγκόσμια, η ίδια θέλησε να καλέσει γνωστούς κι αγαπημένους φίλους και συνοδοιπόρους της γύρω από την νεκρική κλίνη , να κλείσει τα μάτια και να «κοιμηθεί». Κανείς να μην κλάψει τούτη τη μέρα, έτσι ήθελε,  γιατί η θύμηση θα έμενε και μένει πάντα στο μυαλό και την ψυχή. Όλος ο κόσμος Την γιορτάζει, απ’ άκρη σ’ άκρη ο Χριστιανισμός, η Ελλάδα πανηγυρίζει την Χάρη της. Και αμέσως την  επόμενη μέρα όλος ο κόσμος ανάστατος πάλι. Τα σταφύλια είναι πια ώριμα κι είναι η ώρα που θα αρχίσει ο «πόλεμος του θέρους». Η πιο μεγάλη αγροτική φιέστα, η πιο πολυπόθητη ώρα για τον γεωργό. Κι είναι βιαστικοί, να τα μαζέψουν, να απλώσουν την σταφίδα, γιατί ο σοφός λαός όσο κι αν αγαπάει τον Αύγουστο, τον φοβάται και χαρακτηριστικά λέει :  «Επάτησεν ο Αύγουστος, η άκρα του χειμώνα».

Και λίγο πριν φύγει και τούτο το τελευταίο παιδί του καλοκαιριού είναι οι γιορτές  του Αγίου Φανουρίου, του Αι Γιάννη του αποκεφαλιστή, του Αγίου Αλεξάνδρου και της Αγίας Ζώνης. Γιορτές γεμάτες θρύλους και δοξασίες για χαμένα αντικείμενα που βρίσκονται, με τάματα από φανουρόπιτες για τον άγιο που θεωρείται προστάτης στην Κρήτη των βοσκών και ειδικά στα μέρη εκείνα των ζωοκλοπών γιατί στο όνομά  του πάντα ορκίζονταν και έβρισκαν τα πρόβατα τους όσοι τα έχαναν. Μπροστά στην εικόνα του Αγίου κανείς δεν μπορεί να αρθρώσει ψεύτικο λόγο κι έτσι οι ζωοκλέφτες «έτρεμαν» τούτη τη ρήση σαν την άκουγαν από τα χείλη των βοσκών. Δεν χρειαζόταν την γνωστή φανουρόπιτα, ο λόγος και μόνο έφτανε. Τάζοντας στον Άγιο μια πίτα θα φανερώσει όλα τα ζητούμενα ακόμα και πρόσωπα όπως  στις κοπελιές θα φανερώνονταν ο γαμπρός που περίμεναν. Και το εθιμικό θέλει η πίτα να είναι ζυμωμένη μόνο με επτά ή εννιά υλικά για να ‘χει δύναμη το τάμα. Οι βοσκοί έστελναν στον Άγιο ένα από τα ζώα τους γιατί οι πίτες ήταν «γυναικείες δουλειές». Οι γεωργοί πάλι του πρόσφεραν λάδι κι αλλοίμονο αν δεν εκπλήρωναν την υπόσχεσή τους , λάδι δεν θα έμενε στο σπίτι τους.  Με ρίγη θα πορευτούν όσοι  δεν νηστέψουν την μέρα του Αι Γιαννιού στις 29 και με την τελευταία μέρα του μήνα που την λένε και «κλειδοχρονιά» γιατί κλείνει με αυτήν ο καλοκαιρινός χρόνος. Είναι το τελευταίο άναμμα της φωτιάς για να διωχτεί ο κακός καιρός και χρόνος και να μπουν με δύναμη και ελπίδα στον καλό καιρό, στις καλύτερες μέρες του φθινοπώρου…

Καλό μήνα !

 

Οψιγιάς : Ο χώρος που άπλωναν  τη σταφίδα

Κουρμούλα : Το φυτό του αμπελιού

ΠΗΓΕΣ : https://zhtunteanagnostes.blogspot.com/

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση