ΑΠΟΨΕΙΣ
Ο Κώστας Ουράνης και το μετάλλιο του Μουσολίνι που του χάρισαν στη Νεάπολη το 1947
Ένα περιηγητικό κείμενο του μεγάλου έλληνα λογοτέχνη για το άγνωστο φασιστικό μετάλλιο των Ιταλών που του δωρίθηκε στη Νεάπολη της Κρήτης το 1947
Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ
Ο Έλληνας ποιητής, πεζογράφος, κριτικός λογοτεχνίας, μεταφραστής, δοκιμιογράφος και δημοσιογράφος Κώστας Ουράνης ως γεννημένος Κωνσταντινουπολίτης σε μια εποχή που το Ρωμαίικο κλέος δεν το έψαχνες με τα κιάλια, ήταν άνθρωπος πολυταξιδεμένος. Είχε τον παλιό κοσμοπολιτισμό που διέκρινε και ήταν κύριο χαρακτηριστικό του ελληνισμού της εποχής. Από τότε που τέλειωσε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια της Γαλλίας, της Ελβετίας και του Βελγίου άρχισε να ταξιδεύει, είτε ως χρονογράφος, συντάκτης, ανταποκριτής ή έκτακτος απεσταλμένος μεγάλων εφημερίδων. Μάλιστα διετέλεσε ανταποκριτής και διευθυντής της μεγάλης εφημερίδας του Καΐρου της Αιγύπτου «Αλ Αχράμ» στην Ελλάδα.
Έγραψε πεζογραφήματα καθώς και ταξιδιωτική λογοτεχνία, χρονογραφήματα, δοκίμια κυρίως για θέματα εικαστικών τεχνών ενώ ασχολήθηκε και με τη λογοτεχνική κριτική και τη μετάφραση. Στα ταξιδιωτικά του έργα ό Ουράνης με την υποκειμενική, ρομαντική και αισθητική θεώρηση των πραγμάτων συνδυασμένη με την ενσυνείδητη πρόθεση του να μην αλλοιωθεί το φυσικό τοπίο ή το κοινωνικό περιβάλλον, δημιουργούν ένα ισορροπημένο αποτέλεσμα κι ένα αυτόνομο λογοτεχνικό είδος.
Επτά χρόνια πριν πεθάνει, μετά το τέλος του Β’ παγκοσμίου πολέμου και στην έβδομη επέτειο κήρυξης του ελληνοϊταλικού πολέμου βρέθηκε στην Κρήτη, και ανήμερα την 28η Οκτωβρίου 1947 στη Νεάπολη. Εκεί, όπως περιγράφει ο ίδιος στα περιηγητικά του κείμενα, κάποιος του χάρισε ένα μετάλλιο των ιταλών κατακτητών, που είχε κόψει ο Μουσολίνι σε χάλκινη και αργυρή έκδοση εις ανάμνηση της «κατοχής της Ελλάδας το 1941». Η σειρά σχεδιάστηκε και κατασκευάστηκε από την εταιρεία Lorioli στο Μιλάνο.
Στην εμπρόσθια όψη του μεταλλίου που έχει διάμετρο 34 mm εικονίζεται ο ρωμαϊκός αετός, κουρνιασμένος πάνω στο έμβλημα του ιταλικού «φάτσιο» και ο οποίος απλώνει το ένα φτερό του πάνω από την ελληνική επικράτεια. Πάνω και κάτω οι λέξεις «ROMA» και «DOMA» και ένας διπλός κόμπος στα δεξιά. Ακριβώς κάτω από τον ανάγλυφο σχηματοποιημένο χάρτη της Ελλάδας βρίσκεται η υπογραφή του χαράκτη «F. GIANNONE».
Στο πίσω μέρος φαίνεται η μια όψη του Παρθενώνα επίσης πάνω στο έμβλημα του ιταλικού «φάτσιο». Στο επάνω μέρος η ημερομηνία «1941 - A.XIX» και στο κάτω μισό η φράση «OCCUPAZIONE ITALIANA DELLA GRECIA» (ΙΤΑΛΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ). Στην περιφέρεια του κύκλου εικονίζεται το σήμα του κατασκευαστή «LORIOLI» με τον αριθμό «800» δίπλα του για να υποδηλώσει την ποιότητα του μετάλλου που χρησιμοποιήθηκε από το εργαστήριο.
Γράφει χαρακτηριστικά, μεταξύ άλλων ο συγγραφέας, περιγράφοντας το μετάλλιο αλλά και κριτικάροντας την καθυστερημένη πρωτοβουλία της μεταπολεμικής Ελλάδας να ανεγείρει αναθηματικό δοξαστικό μνημείο για την εποποιία του Ελληνοϊταλικού πολέμου:
«Στὴ Νεάπολη τοῦ Μεραμπέλου τῆς Κρήτης, όπου βρισκόμουν τελευταῖα, κάποιος μου χάρισε ένα χάλκινο μετάλλιο που χάραξαν οἱ Ἰταλοὶ σ᾽ ἀνάμνηση — καὶ δόξα (!) – τῆς κατοχῆς τῆς χώρας μας κι ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἶχαν σταλεί κάσες ὁλόκληρες στὴν Κρήτη, γιὰ νὰ διανεμηθοῦν στοὺς Ιταλοὺς στρατιῶτες ποὺ φρουροῦσαν τὴν ἑλληνικὴ μεγαλόνησο.
Ἡ διανομὴ δὲν μπόρεσε νὰ γίνει, γιατί, στὸ μεταξύ, μεσολάβησε ἡ ἰταλικὴ «γονυκλισία» καὶ οἱ Γερμανοί, ποὺ τὶς βρήκαν στὶς ἰταλικὲς ἀποθῆκες ἀνεφοδιασμοῦ μαζὶ μὲ σαλάμια, μακαρόνια καὶ παρμεζάνες, κράτησαν τὰ φαγώσιμα καὶ πέταξαν τὶς κάσες μὲ τὰ μετάλλια.
Τὸ ἀναμνηστικὸ αὐτὸ μετάλλιο ἔχει ὅλη τὴ θεατρικότητα, ὅλο τὸν στόμφο που χαρακτήριζε τὴν Ιταλία τοῦ Μουσσολίνι. Στὸ ἕνα πλευρό του βλέπει κανένας χαραγμένο τὸν Παρθενῶνα πάνω σὲ μιὰ βάση σχηματισμένη ἀπὸ τὸ ἐμβλημα τοῦ ἱταλικοῦ «φάτσιο» καὶ διαβάζει τις λέξεις: Occupazione Italiana della Grecia, μὲ τὴ χρονολογία 1941 - A - XIX. Στὸ ἄλλο πλευρὸ ἔχουν χαράξει ένα χάρτη τῆς ῾Ελλάδας, ποὺ τὸν σκέπει μὲ τὸ ἕνα φτερό του ο ρωμαϊκὸς ἀετός, καὶ τὶς ἀγέρωχες λέξεις: Roma-Doma – Ρώμη Δεσπόζει.
᾿Αν κάνω ἐδῶ λόγο γιὰ τὸ μετάλλιο αὐτό, δὲν εἶναι γιὰ νὰ ὑπογραμμίσω τὸ γελοῖο ποὺ παρουσιάζει ή χάραξή του ἀπὸ μιὰ χώρα ποὺ δὲ γνώρισε παρὰ μόνον ἧττες στὸν πόλεμό της μὲ τὴν ῾Ελλάδα, γιατὶ εἶναι τὸ πιὸ κοινὸ πρᾶγμα, σ᾿ ὅλο τὸν κόσμο, νὰ λέγεται ὅτι οἱ Ἰταλοὶ δὲν εἶχαν ποτὲ τὴν αἴσθηση τοῦ γελοίου. Τὸ κάνω, γιατὶ εἶδα νὰ περνάει σὲ μᾶς καὶ ἡ ἑβδομη ἐπέτειος τῆς 28ης Οκτωβρίου 1940, δίχως νὰ ἔχει ἀκόμα ἀποφασισθεῖ ἢ καὶ νὰ γίνεται κὰν λόγος νὰ διαιωνισθεῖ, σὲ μάρμαρο ἢ σὲ χαλκό, ἡ ἀνάμνηση τοῦ ῾Ελληνοϊταλικοῦ Πολέμου — καὶ ἡ νίκη μας —, ἐνῶ διαβάζω στὶς ἐφημερίδες ὅτι οἱ ὁμοεθνεῖς μας τῆς ᾿Αμερικῆς κάνουν ἔρανο γιὰ νὰ μᾶς στείλουν νὰ στήσομε ἕναν ἀνδριάντα τοῦ Τρούμαν.
´Ας μὴν εἰπωθεῖ ὅτι δὲ μᾶς ἔμεινε καιρὸς γι᾿ αὐτό, ὅτι εἶχαμε καὶ ἔχομε πιὸ ἐπείγοντα καὶ πιὸ ἀπορροφητικὰ πράματα νὰ σκεφθούμε – καὶ νὰ κάνομε. Οὔτε οἱ κάθε είδους δυσχέρειες, μέσα στὶς ὁποῖες παλαίομε, οὔτε τὰ πολύπλοκα προβλήματα ποὺ ἀντιμετωπίζομε μποροῦν νὰ δικαιολογήσουν μιὰ τέτοια παράλειψη ἢ ἀναβολή.
Τὸ ἀναμνηστικὸ αὐτὸ εἶναι ἕνα ἱερὸ χρέος καὶ ἕνα χρέος τιμῆς σ᾿ ὅλους ὅσους ἔπεσαν στὴν Πίνδο γιὰ νὰ συγκρατήσουν τὴν ὕπουλη εἰσβολὴ τῶν Ιταλῶν στὰ χώματά μας καὶ σ᾿ ὅλους όσους μετάφεραν καὶ κράτησαν τὸν πόλεμο στὴν ᾿Αλβανία, κατατροπώνοντας σὲ κάθε μάχη τὶς Ιταλικὲς μεραρχίες μὲ τὶς «θηριώδεις» ἐπονομασίες καὶ κουρελιάζοντας ἀξιοθρήνητα τὴν ἰταλικὴ λεοντῆ. Καὶ θά 'πρεπε τὸ χρέος αὐτὸ νὰ τὸ ἐξοφλήσομε πρὶν ἀπὸ κάθε ἄλλο — ὅπως ἔκαναν οἱ ἀρχαῖοι Ελληνες, ποὺ τὸ πρῶτο τους μέλημα ὕστερ᾽ ἀπὸ ἕναν πόλεμο εἶταν ν᾿ ἀνεγείρων ἀναθηματικὰ καὶ δοξαστικὰ μνημεῖα τόσο μᾶλλον ποὺ ὁ ῾Ελληνοϊταλικὸς Πόλεμος δὲν εἶναι ἕνας ἐπὶ πλέον πόλεμος στὴν ἱστορία μας, μία ἐπί πλέον σελίδα δόξας σ᾿ αὐτήν, ἀλλὰ ἔχει μία αἰώνια καὶ παγκόσμια ἠθικὴ σημασία ποὺ τὸν τοποθετεῖ πλάϊ στὸ Μαραθῶνα, γιατί νικήσαμε, ποὺ θὰ τὸν τοποθετοῦσε πλάϊ στις Θερμοπύλες, ἐὰν νικιόμαστε».
Κεντρική φωτογραφία: Το χάλκινο μετάλλιο που δωρίθηκε το 1947 στον Κώστα Ουράνη στη Νεάπολη Λασιθίου. Στις άλλες φωτογραφίες το μετάλλιο στην έκδοση από άργυρο.