ΑΠΟΨΕΙΣ
Νίκος Ανδρουλάκης: Αν δεν ενωθούμε, θα λεηλατηθούμε
"Χρειαζόμαστε ανοιχτές διαδικασίες πολιτικής συμμετοχής, χωρίς ίχνος περιχαράκωσης"...
Όλη η ζωή του ευρωπαϊκού σοσιαλδημοκρατικού κινήματος στηρίχτηκε σε ένα πολιτικό «Χρυσό κανόνα»: Η διαφωνία είναι ζωή και όχι πρόβλημα. Ο σεβασμός της διαφορετικής φωνής διαχώρισε άμεσα σοσιαλδημοκράτες και φιλελευθέρους από τους πολιτικούς τους αντιπάλους.
Αυτό βέβαια δεν συνέβαινε πάντοτε. Δεν είναι η πρώτη φορά που στο χώρο μας η έκφραση διαφορετικής άποψης παρουσιάζεται ως δήθεν υπονόμευση σε μια προσπάθεια να απαξιωθεί ηθικά και πολιτικά. Αντίθετα έχουμε πολλαπλά παραδείγματα με αποτέλεσμα να οδηγούμαστε σε επαναλαμβανόμενα στρατηγικά λάθη που θα μπορούσαν να είχαν αποφευχθεί.
Το 2010 όταν τέθηκε θέμα υπερψήφισης της δανειακής σύμβασης με ενισχυμένη πλειοψηφία, η τότε ηγεσία του κόμματος έκρινε ότι δεν ήταν απαραίτητο, για να καταλήξει μόλις ένα χρόνο αργότερα να προτείνει στην αξιωματική αντιπολίτευση να συμμετάσχει στη κυβέρνηση.
Στη συνέχεια, πρότεινε και στο ακροδεξιό ΛΑΟΣ να συμμετάσχει παρά το γεγονός ότι η κυβερνητική πλειοψηφία ήταν κατοχυρωμένη. Αντίστοιχα, η τρικομματική κυβέρνηση που προέκυψε από τις εκλογές του 2012 οικοδομήθηκε στη βάση της γνωστής κατανομής 4-2-1 με αποτέλεσμα να πλήξει εξ αρχής το πολιτικό κεφάλαιο της.
Και στις τρεις περιπτώσεις, είχαν εκφραστεί εντονότατες επιφυλάξεις στο εσωτερικό του κόμματος, οι οποίες όμως, όχι μόνο δεν εισακούστηκαν αλλά και δεν συζητήθηκαν. Εάν υπήρχε διάλογος και σύνθεση απόψεων τότε μπορεί το σημερινό πολιτικό σκηνικό να ήταν εντελώς διαφορετικό.
Στη δική μας περίπτωση, ένα αίτημα που στον κόσμο της παράταξης έχει σχεδόν καθολική αποδοχή, αυτό της διεύρυνσης και της ανανέωσης της κεντροαριστεράς, ώστε πριν τις επόμενες εκλογές οι πολίτες να έχουν μια ισχυρή εναλλακτική επιλογή, έτοιμη να πρωταγωνιστήσει απέναντι στη Νέα Δημοκρατία και τον ΣΥΡΙΖΑ, οδήγησε σε αναπάντεχη κρίση. Αν δεν ενωθούμε θα λεηλατηθούμε.
Πιστεύω, ότι το εγχείρημα αυτό δεν μπορεί να προχωρήσει μόνο με συμφωνίες κορυφής. Άλλωστε έως σήμερα οι πρωταγωνιστές δεν βρίσκουν πεδίο συνεννόησης. Όμως πέρα από αυτό, ο κύριος λόγος είναι ότι ακόμα και αν καταλήξει το σύνολο των κομμάτων του χώρου σε μία διαδρομή συμπόρευσης, οι κοινωνικές, πολιτικές και ιδεολογικές διαθεσιμότητες είναι πολύ πιο ευρείς από τα στενά όρια των σημερινών κομματικών σχηματισμών.
Χρειαζόμαστε λοιπόν ανοιχτές διαδικασίες πολιτικής συμμετοχής, χωρίς ίχνος περιχαράκωσης. Ο τόπος έχει ανάγκη όσο ποτέ άλλοτε αυτή την προσπάθεια. Έχει ανάγκη από μία ισχυρή δημοκρατική παράταξη, ένα μαζικό θεσμικό κόμμα που θα μπορεί να υπερασπισθεί την πολιτική του αυτονομία έναντι οικονομικών ελίτ που επεμβαίνουν με θρασύτητα, προσπαθώντας να επηρεάσουν σημαντικές αποφάσεις για το μέλλον της κοινωνίας μας.
Τώρα είναι η ώρα. Πρέπει να συγχρονιστούμε με τα ρολόγια της ιστορίας. Η απαξίωση του αντιμνημονιακού αφηγήματος δεν σημαίνει ότι θα μειωθεί άμεσα η επιρροή του εθνικολαϊκισμού.
Η απελπισία και δυσπιστία των πολιτών μετά τα τερατώδη ψέματα που ακούστηκαν τα τελευταία χρόνια, δεν οδηγεί νομοτελειακά στην επιστροφή τους σε πιο συμβατές με την πραγματικότητα επιλογές. Η εμπιστοσύνη για να κερδηθεί χρειάζεται πραγματικές λύσεις που προτείνονται από αξιόπιστα πρόσωπα και τα οποία δε συνδέονται με καθεστωτικές και πελατειακές αντιλήψεις. Δεν γίνεσαι πλέον πιστευτός όταν λες πως δεν θα μειωθούν άλλο οι συντάξεις χωρίς να συνδέεις τη σιγουριά σου με τις εξελίξεις στην ανεργία και στο δημογραφικό.
Αν κοιτάξουμε γύρω μας, καταλαβαίνουμε ότι τα πράγματα είναι οριακά. Ο λαός δεν αντέχει να ζει χωρίς όνειρα και προοπτική. Χρειαζόμαστε μία νέα εκδοχή ευρωπαϊσμού που θα ασκεί γόνιμη κριτική χωρίς μανιχαϊσμούς. Χρειαζόμαστε ένα κοινωνικό μοντέλο που προκρίνει την κοινωνική κινητικότητα, δίνοντας ευκαιρίες σε όσους η οικονομική κρίση σπρώχνει στο περιθώριο. Αν δεν ακουμπήσουμε το συνεχώς αυξανόμενο ακροατήριο αυτών που νιώθουν ότι τα πράγματα δεν μπορούν να αλλάξουν, το εγχείρημα δεν έχει τύχη.
Γιατί αυτές οι ανάγκες σε ένα βαθμό δε γίνονται κατανοητές από το παρόν πολιτικό σύστημα;
Σεβόμενοι την προσφορά των παλαιότερων και χωρίς ανθρωποφαγικές διαθέσεις, στη δημόσια σφαίρα κυριαρχεί ακόμα μια "χρυσή" γενιά μεσηλίκων η οποία, έχοντας συσσωρεύσει τεράστια προνόμια σε σχέση με τις πραγματικές της δυνατότητες, λειτουργεί ως τροχοπέδη στην ανανέωση ιδεών και νοοτροπιών.
Τέλος, είναι προφανές ότι στόχος είναι το ΠΑΣΟΚ να γίνει καταλύτης για έναν νέο συνασπισμό εξουσίας που θα εκφράζει τη συμμαχία των μεσαίων με τα ασθενέστερα κοινωνικά στρώματα. Η Δημοκρατική Παράταξή και οι ιδέες της πρέπει να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος αν θέλουμε να έχουμε μία ανοιχτή κοινωνία με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης. Γιατί σε άλλη περίπτωση ο λεπενισμός αργά ή γρήγορα θα κλείσει και σε εμάς το μάτι.
*Συνέντευξη του Ν. Ανδρουλάκη στην εφημερίδα "Τα Νέα"