ΑΠΟΨΕΙΣ
Ν. Ανδρουλάκης: Έξι προτάσεις για τη σωτηρία χιλιάδων νοικοκυριών
Ο ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ και υποψήφιος για την ηγεσία της Δημοκρατικής Παράταξης, μιλά για μια δεύτερη ευκαιρία αξιοπρέπειας που πρέπει να δοθεί σε όσους με τιμιότητα δεν άντεξαν την κρίση.
*Του Νίκου Ανδρουλάκη στα "ΝΕΑ"
Το ιδιωτικό χρέος, ύψους 230 - 240 δισ. ευρώ, αποτελεί βραδυφλεγή βόμβα που απειλεί να τινάξει στον αέρα εκατομμύρια νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Σχεδόν το ήμισυ του συγκεκριμένου ποσού, ήτοι 106 δισ. ευρώ, αφορά στα «κόκκινα» δάνεια.
Το πρόβλημα είναι εκρηκτικό καθώς τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια το 2008, προτού ξεκινήσει η κρίση, ήταν μόλις 12 δισ. ευρώ. Ταυτόχρονα οι καταθέσεις έχουν καταρρεύσει και μόνο το α’ εξάμηνο του 2015 χάθηκαν από τις τράπεζες περί τα 50 δισ.
Επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά δάνεια θέτουν σε κίνδυνο την ευστάθεια των τραπεζών και της οικονομίας, αλλά κυρίως απειλούν να βουλιάξουν νοικοκυριά, μικρομεσαίους, μεγάλες επιχειρήσεις.
Το πολιτικό σύστημα οφείλει να καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις για την επίλυση του μείζονος ζητήματος, στη βάση της κοινωνικής δικαιoσύνης αλλά και τη στήριξη του τραπεζικού συστήματος το οποίο αδυνατεί να προχωρήσει σε νέες χορηγήσεις και να ενισχύσει τη ρευστότητα της οικονομίας.
Πρόκληση της Δημοκρατικής Παράταξης είναι να δώσει μια δεύτερη ευκαιρία αξιοπρέπειας σε όσους με τιμιότητα δεν άντεξαν στην πρωτοφανή κρίση και αδυνατούν να εξυπηρετήσουν τα δάνειά τους. Όχι στους στρατηγικούς κακοπληρωτές αλλά σ’ εκείνους που αξίζουν να διασωθούν και να προχωρήσουν τη ζωή τους.
Προτείνω, λοιπόν, τα εξής:
1. Εξωδικαστική ρύθμιση οφειλών των νοικοκυριών, ελεύθερων επαγγελματιών και μικρών επιχειρήσεων.
Όσοι σήμερα οδηγούνται στο δικαστήριο με το νόμο 3689/2010 (Νόμος Κατσέλη) να μπορούν να βρουν λύση χωρίς αυτή τη διαδικασία. Αν και προβλεπόταν συγκεκριμένο άρθρο για εξωδικαστικό συμβιβασμό, αυτό ποτέ δεν έγινε στην πράξη. Σήμερα υποθέσεις με βάση το νόμο παίρνουν δικάσιμο μετά από 5 ή 7 χρόνια, οι μικροεπιχειρηματίες είναι στον αέρα, τα λουκέτα αυξάνονται δραματικά. Μόνο μια εξωδικαστική ρύθμιση - εξπρές μπορεί να σώσει χιλιάδες εταιρείες.
2. Ρύθμιση «κόκκινων» αγροτικών δανείων που φτάνουν το 1,75 δις με βάση τον παλαιό νόμο για τα πανωτόκια. Αν ο δανειολήπτης έχει πληρώσει δύο και τρεις φορές το δάνειό του να πετυχαίνει τη διαγραφή του υπολοίπου ποσού.
3. Εμμεσο «κούρεμα» που να συνδέεται με την αξία του ακινήτου στην παρούσα χρονική στιγμή σε σχέση με το υπόλοιπο της οφειλής. Το στεγαστικό δάνειο θα συνδέεται με την «αρνητική καθαρή αξία» του υποθηκευμένου ακινήτου. Θα εξετάζεται το Loan to Value ratio (LTV), δηλαδή ο λόγος του ύψους του στεγαστικού δανείου προς την εμπορική αξία του ακινήτου.
Π.χ. κάποιος χρωστά 120 χιλ. ευρώ, όμως, το ακίνητό του αποτιμάται 80 χιλιάδες και πληρώνει δόση για το δάνειο που διαθέτει. Να δίνεται η δυνατότητα να μπορεί να γίνει ρύθμιση για καταβολή δόσης με βάση το ποσό των 80 χιλ. ευρώ. Τα 40 χιλ. της διαφοράς μεταξύ αξίας ακινήτου και υπολοίπου δανείου θα «παγώνει» μέχρι το τέλος της σύμβασης και θα διαγράφεται αν ο δανειολήπτης δεν «ξανακοκκινήσει».
4. Κίνητρα για ενήμερους δανειολήπτες. Όσοι πληρώνουν με απίστευτες θυσίες τις δόσεις τους γιατί να μην επιβραβεύονται από τις τράπεζες ή ακόμη και από την εφορία; Θα μπορούσε να γίνεται αποδεκτό από την εφορία ως εισόδημα που εκπίπτει, μέρος ή όλο του ποσού που δίνεται ετησίως για την εξυπηρέτηση του δάνειου. Οι τράπεζες θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε μειώσεις του επιτόκιου δανεισμού στους συνεπείς πελάτες.
5. Υιοθέτηση του «μοντέλου Κύπρου». Δανειολήπτες και εγγυητές να καταθέτουν προσφορά αγοράς του υπολοίπου ποσού του δανείου, προτού καταλήξει σε funds, σε χαμηλότερη τιμή. Να υπάρχουν αυστηρά κριτήρια ώστε να αποκλειστούν οι ασυνεπείς δανειολήπτες. Να ερευνάται το ποσό που έχουν αποπληρώσει, το υπόλοιπο του δάνειου τους, αν έχουν εγγυήσεις, την προσωπική τους περιουσία κ.λπ.
6. Ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί με βάση την αντικειμενική αξία, όχι την εμπορική. Ο λόγος είναι ότι στις περισσότερες περιοχές οι τιμές αγοράς είναι πολύ χαμηλότερες από αυτές που αποδέχεται η εφορία. Δεν μπορεί ο δανειολήπτης να καταβάλει φόρους και τέλη επί αντικειμενικών τιμών που δεν αντιστοιχούν με την αγορά αλλά να χάνει την περιουσία του σε χαμηλότερη αξία.