No profile pic

Του Παναγιώτη Ν. Πρινιωτάκη*

Οι τελευταίες μέρες, κρίσιμες για την περιοχή του νοτιοανατολικού Αιγαίου αλλά για την εθνική ακεραιότητα της χώρας μας, επαναφέρουν κατά τρόπο έντονο στο τραπέζι την συζήτηση περί των τουρκικών διεκδικήσεων. Η Τουρκία διατηρεί πάγια μαξιμαλιστική πολιτική στο πεδίο των διεκδικήσεών της, πράγμα που είναι εμφανές από την συνολική διαχρονικά στάση και ρητορική της. Την ρητορική αυτή συνέχισε και έκανε πιο εμφατική διεθνώς ο Ερντογάν. 

Η ιστορία είναι παλιά. Ήδη το 1982, όταν κυρώθηκε η Διεθνής Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, η οποία οριοθετούσε τα χωρικά ύδατα στα 12 ναυτικά μίλια, η Τουρκία εναντιώθηκε σφόδρα σε αυτήν την σύμβαση με διττό τρόπο. Αφενός δεν υπερψήφισε αυτήν την συμφωνία και αφετέρου δήλωσε ότι θεωρεί «αιτία πολέμου» την επέκταση των χωρικών υδάτων της Ελλάδας στα 12 ναυτικά μίλια. Η συμπεριφορά της Τουρκίας είναι πράγματι προβληματική για την ευρύτερη Μεσόγειο και ήδη η δήλωση του προέδρου Μακρόν περί «στρατιωτικής ενίσχυσης» στην περιοχή λόγω της «ανησυχητικής» κατάστασης, συντείνει προς τα παραπάνω. 

Η τουρκική προκλητικότητα, όπως εκδηλώνεται αυτές τις μέρες, με το ερευνητικό πλοίο «Oruc Reis», επαναφέρει στο προσκήνιο την ήδη από το 1975 πρωτοβουλία της γείτονος περί κοινής έρευνας και συνεκμετάλλευσης υδρογονανθράκων διαφόρων θαλασσίων περιοχών. Η έννοια της «γαλάζιας πατρίδας», που τώρα επανέρχεται αφορά μία «καζάν-καζάν» ή αλλιώς «win-win» πρόταση περί από κοινού συνεκμεταλλεύσεως του ελληνικού υπεδάφους. Επειδή η διεκδίκηση χερσαίου εδάφους από πλευράς Τουρκίας είναι πρακτικά δύσκολη, εφευρέθηκε αυτή η πρόταση που αφορά τα χωρικά ύδατα. Αυτή είναι η απάντηση της Τουρκίας, ώστε να σταματήσει η διαρκής ένταση, η αβεβαιότητα και η καχυποψία στις ελληνοτουρκικές σχέσεις στο Αιγαίο και την ΝΑ Μεσόγειο.

Με αυτή τη λογική και στρατηγική, η Τουρκία θα προσπαθήσει το επόμενο διάστημα να πιέσει σε «διάλογο» με την Ελλάδα και πιθανόν με άλλες χώρες, επιχειρώντας να καρπωθεί όσα περισσότερα μπορεί στην ευρύτερη περιοχή. Αν υπάρξει αυτός ο διάλογος, θα είναι αποτέλεσμα μίας σκληρής πίεσης από πλευράς της Τουρκίας είτε με απειλή θερμού επεισοδίου είτε κατόπιν πιέσεων του διεθνούς παράγοντα βλ. ήδη δηλώσεις του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ανωτάτων στελεχών του  ΝΑΤΟ και υψηλών αξιωματούχων της Γερμανικής κυβέρνησης. 

Για την Ελλάδα, λύση δεν είναι μόνο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις των άξιων ενόπλων δυνάμεών μας αλλά και η διπλωματία, η οποία πολλές φορές συνέβαλε καθοριστικά στην επίλυση προβλημάτων με την γείτονα. Όμως, υποχωρήσεις και «διάλογοι» υπό καθεστώς δήθεν αμοιβαίου σεβασμού δεν μπορούν και δεν πρέπει να γίνουν αποδεκτές από την Ελλάδα, που οφείλει να προστατεύσει την εθνική της κυριαρχία με κάθε μέσο.

 

*Δικηγόρος, LLM 

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση