ΑΠΟΨΕΙΣ
Η μετατροπή του θεσμού της πρότασης μομφής σε κυνική πράξη υπέρτατου λαϊκισμού και πολιτικής αυτοσυντήρησης
Στην προσεχή συζήτηση στη Βουλή δεν θα κριθεί μόνο εάν θεωρείται επαρκής συνθήκη για την πρόταση μομφής η διαχείριση της κακοκαιρίας «Ελπίδα» και η διαχείριση της πανδημίας.
Του Γιάννη Κεφαλογιάννη*
Παρακολουθώντας τη σύγχρονη κοινοβουλευτική ιστορία της χώρας και συμμετέχοντας σε αυτή από το 2012 που εκλέχθηκα για πρώτη φορά Βουλευτής Ρεθύμνου, οφείλω να τοποθετηθώ δημόσια και ξεκάθαρα αναφορικά με την υπό συζήτηση πρόταση μομφής εκ μέρους της Κ.Ο. του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία.
Η Κοινοβουλευτική διαδικασία της πρότασης μομφής, σύμφωνα με το άρθρο 84 του Συντάγματος, δίνει τη δυνατότητα στη Βουλή «να αποσύρει την εμπιστοσύνη της από την Κυβέρνηση ή από μέλος της». Αποτελεί ως εκ τούτου μια θεσμική δικλείδα του Συντάγματος που περιλαμβάνει συζήτηση για τα θέματα για τα οποία διεξάγεται και ονομαστική ψηφοφορία.
Η διαδικασία έρχεται να θωρακίσει το κοινοβουλευτικό μας σύστημα και την ποιότητα της δημοκρατίας μας σε συνθήκες εθνικά κρίσιμες, προκειμένου να δοθεί διέξοδος μέσα από το Κοινοβούλιο. Κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης, με βάση το στοιχειώδες πολιτικό ήθος και την ενσυναίσθηση του θεσμικού τους ρόλου, μέχρι σήμερα οι αρχηγοί της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, εξαιρουμένου του κυρίου Τσίπρα, έχουν καταθέσει συνολικά εννέα προτάσεις μομφής.
Αντίθετα, ο κύριος Τσίπρας έχει προχωρήσει σε μια άνευ προηγουμένου εργαλειοποίηση του θεσμού μετατρέποντας τον σε μια κυνική πράξη υπέρτατου λαϊκισμού και πολιτικής αυτοσυντήρησης, έχοντας καταθέσει συνολικά τέσσερεις προτάσεις μομφής. Το 2013 κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας για το κλείσιμο της ΕΡΤ. Το 2014 κατέθεσε πρόταση δυσπιστίας κατά του τότε Προέδρου της Βουλής επειδή είχε κρίνει ως μη παραδεκτή την πρόταση μομφής εναντίον του Υπουργού Οικονομικών, αποτελώντας τη μοναδική και πρωτοφανή στα μεταπολιτευτικά χρονικά πρόταση μομφής σε Πρόεδρο της Βουλής. Το 2020 επανήλθε στη γνωστή τακτική με πρόταση μομφής κατά του Υπουργού Οικονομικών εν μέσω πανδημίας, οικονομικής κρίσης και κρίσης με την Τουρκία. Σήμερα, τονίζει εμφατικά «να φύγετε, κύριοι της κυβέρνησης» ζώντας σε vertigo στιγμές του παρελθόντος και έχοντας ίσως νοερά στο μυαλό του τις αγκαλιές με τον Πάνο Καμμένο και την απαρχή της «πρώτης φοράς αριστερά». Δυστυχώς για αυτόν η μόδα του «να φύγετε» έχει παρέλθει ανεπιστρεπτί και η ελληνική κοινωνία έχει γυρίσει οριστικά την πλάτη στο λαϊκισμό και στη συντήρηση που ο κύριος Τσίπρας γνησίως εκπροσωπεί. Τον κύριο Τσίπρα που δεν δίστασε να συμπράξει και να συναθροίσει τις ψήφους των βουλευτών της Χρυσής Αυγής.
Με βάση τα παραπάνω, στην προσεχή συζήτηση στη Βουλή δεν θα κριθεί μόνο εάν θεωρείται επαρκής συνθήκη για την πρόταση μομφής η διαχείριση της κακοκαιρίας «Ελπίδα» και η διαχείριση της πανδημίας. Θα κριθεί αν το πολιτικό σύστημα ωρίμασε, αρνούμενο να ξαναδώσει ζωτικό χώρο στο λαϊκισμό και τον οπορτουνισμό, ή αν απλά ακολουθηθεί η μακιαβελική προσέγγιση με βάση την οποία οι πολιτικοί δρώντες πρέπει απλά να φαίνονται προικισμένοι με όλες τις αρετές (εν προκειμένω το πολιτικό ήθος) ακόμη και εάν δεν τις έχουν.
Σε κάθε περίπτωση, με απόλυτο σεβασμό στην ταλαιπωρία των συνανθρώπων μας και στην ανάγκη αποτύπωσης των αιτιών που οδήγησαν σε αυτή την κατάσταση αλλά και βελτίωσης των πρωτοκόλλων διαχείρισης συνολικά της πολιτικής προστασίας, σε ό,τι αφορά το ζήτημα της διαχείρισης των πρόσφατων καιρικών φαινόμενων που αποτελούν την αφορμή για την κοινοβουλευτική συζήτηση που θα ξεκινήσει, η συγγραφέας Ρέα Βιτάλη αναδεικνύει με τον καλύτερο τρόπο το διαζύγιο του κύριου Τσίπρα με το πολιτικό ήθος τονίζοντας χαρακτηριστικά:
«Σε κάθε τραγικό γεγονός, το πρώτο που ζητάμε είναι «Ένα συγγνώμη, βρε!». Αλλά μόλις λάβουμε τη συγγνώμη –πράγμα καθόλου αυτονόητο σε τούτον τον τόπο– προχωρούμε στο επόμενο ελληνικό συνήθειο «Και τι να την κάνω τη συγγνώμη; Ποιος θα με αποζημιώσει εμένα για ό, τι τράβηξα;». Είναι η πρώτη φορά που κάποιος Πρωθυπουργός έπραξε και τα δύο. Τονίζοντας, μάλιστα, ότι αυτό δεν ανακόπτει κανέναν από το να προχωρήσει τη δική του δικαστική οδό. Αν η ψήφος του λαού μάς οδήγησε από έναν πρώην Πρωθυπουργό που δεν καταδέχτηκε ποτέ τη συγγνώμη και ως απάντηση για αποζημίωση είχε δηλώσει: «Και να σου έδινα τα χρήματα, θα τα είχες ξοδέψει», σε έναν επόμενο Πρωθυπουργό, που ενήργησε όπως γράφω στο κείμενό μου, μπορώ να ελπίζω στο καλύτερο».
Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτό ότι, όταν η πρόταση μομφής κατατίθεται από αυτόν τον πρώην Πρωθυπουργό, η συζήτηση στη Βουλή θα έχει ενδιαφέρον. Κλείνοντας, θα ήθελα να ευχαριστήσω και να συγχαρώ δημόσια την Περιφέρεια Κρήτης, τους Δήμους, την Πολιτική Προστασία, την Αστυνομία, την Πυροσβεστική, τις Υγειονομικές κι όλες τις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες και τους εθελοντές σε όλο το νησί για την υπερπροσπάθεια που κατέβαλαν στο πλαίσιο της διαχείρισης των ακραίων καιρικών φαινόμενων των τελευταίων ημερών.
*Βουλευτής Ρεθύμνου