ΑΠΟΨΕΙΣ
Η κοινωνία του 1968
Η ταινία του Τάσου Μπουλμέτη «1968» υμνεί ένα αθλητικό επίτευγμα, τη νίκη της ΑΕΚ στον τελικό ευρωπαϊκού κυπέλλου μπάσκετ επί της Σλάβια Πράγας, με 89-82 στο Καλλιμάρμαρο, μπροστά σε 80.000 κόσμο
της Μαρίας Λιονάκη
Όταν λες καλημέρα και σου απαντάνε καλησπέρα καταλαβαίνεις ότι παρακοιμήθηκες μάλλον. Δεν ξέρεις ακριβώς πόσο, δεν ξέρεις αν το μουντό φως του δωματίου είναι από συννεφιά ή είναι φως δειλινού, αν η μέρα κοιμάται και η νύχτα ξυπνάει, καλημερίζει.
Αχνά σου έρχεται στο μυαλό μια ανάμνηση από το χθεσινό βράδυ, όταν αργά πήρες το σώμα και την ψυχή σου και πήγες να δεις την παράσταση «Σώμα και ψυχή» σε σινεμά στο κέντρο της πόλης. Η ταινία έχει σαν βασικούς ήρωες τον ‘Έντρε και τη Μάρια και είναι μια ασυνήθιστη ερωτική ιστορία με λυρισμό που δημιουργεί, αν παραλείψουμε λίγες ωμές σκηνές, συγκίνηση και ρομαντική διάθεση στους θεατές.
Ο Έντρε είναι οικονομικός επιθεωρητής σε εταιρεία παραγωγής βόειου κρέατος και έχει το αριστερό του χέρι παράλυτο, ενώ η Ρατς Μάρια είναι υπεύθυνη ποιοτικού ελέγχου στο ίδιο εργοστάσιο και εξίσου κλειστός χαρακτήρας. Όταν καλείται μια όμορφη ψυχολόγος να πάρει συνέντευξη από το προσωπικό του εργοστασίου για να διαλευκανθεί μια ατασθαλία που τάραξε τη ρουτίνα του διαπιστώνεται ότι οι δύο άγνωστοι ως τότε, εσωστρεφείς και φαινομενικά αταίριαστοι άνθρωποι έχουν δει συμπτωματικά, χωρίς να το ξέρουν, το προηγούμενο βράδυ το ίδιο ακριβώς όνειρο. Σε χιονισμένο τοπίο που κάνει τους θεατές να τυλίγουν πιο σφιχτά τις ζακέτες τους, σε ονειρική δασώδη έκταση που φέρνει ταξιδιάρικη διάθεση δυο ελάφια, ένα αρσενικό κι ένα θηλυκό ανταμώνουν, αφού διασχίζουν μεγάλη απόσταση σε παραδεισένια τοπία.
Πηδάνε από βουνοκορφή σε βουνοκορφή, τριγυρνάνε στα δάση, ανάμεσα στα γυμνά, ουρανομήκη δέντρα, με το χιόνι λευκό ρούχο, μέσα σε μια ατμόσφαιρα ασημένια, φρεσκοπλυμένη, γεμάτη πάχνη και υγρασία. Πρεσβευτές της ελευθερίας, της ζωής στη φύση, εκφραστές της γρήγορης, κομψής, χορευτικής κίνησης τα ελάφια προσωποποιούνται. Ο φακός εστιάζει με υπερκόσμια διάσταση στα μάτια τους, στο ανεξιχνίαστο βλέμμα τους και στέκεται παραπάνω στο ελάχιστο, μα τόσο πλήρες, τρυφερό αντάμωμα που κάνουν οι παγωμένες μύτες τους, καθώς υποτακτικά γέρνουν τα κεφάλια για να ξεδιψάσουν το σώμα και την ψυχή τους στην κρυσταλλένια, τραγουδιστά ρέουσα πηγή. Η ταινία είναι βραβευμένη με Χρυσή Άρκτο, υποψήφια για Οσκαρ και θίγει έντονα ένα θέμα αρκετά συνηθισμένο στην εποχή μας, την εσωστρέφεια δυο ανθρώπων, την καχυποψία, το δισταγμό τους να ανοιχτούν, την άρνησή τους να παραδοθούν εύκολα στους κινδύνους μιας σχέσης, λίγο πριν η παράδοση γίνει μονόδρομος.
Το ό,τι παραδόθηκες στην αγκαλιά του Μορφέα ώρες πολλές το κατάλαβες από τον υπαινικτικό χαιρετισμό που άκουσες. Αυτή την Κυριακή που ειρωνεύτηκες το χρόνο, κι αυτός άχρονος υποχώρησε στο αθώο βλέμμα αληθινής ανάγκης . Από το χθεσινό βράδυ, από την ταινία που παρακολούθησες σε σινεμά της πόλης σου έχει μείνει σαν ανάμνηση ένας προβληματισμός για το πόσο μπορεί να ταυτίζονται δυο άνθρωποι σε όνειρα, σκέψεις, επιθυμίες και να μη βρεθεί ποτέ συγκυρία να το μάθουν. Για το πόσο δύσκολο είναι να επιτρέψουν σε κάποιον να διαβεί το προσωπικό τους τελωνείο, να αλώσει το φρούριο τους, να περάσει τα σύνορά τους, αλλά και πόσο αναπόφευκτο, επιβεβλημένο από τη μοίρα, απίστευτα γοητευτικό, όμορφο, λυτρωτικό είναι αυτό κάποιες φορές. Επίσης σου έχει μείνει μια ευαισθησία, ένας ρομαντισμός, μια ονειροπόλα, λυρική διάθεση, μια χαριτωμένη κίνηση, λίγο χορευτική, όμοια με ελαφιού. Καθώς κινείσαι από πολυθρόνα σε καναπέ. Αποφεύγοντας να εστιάσεις στον φακό των άλλων.
Ευλογημένη η Κυριακή. Κριτικοί κινηματογράφου και μη, συμφωνούν ότι είναι η ομορφότερη μέρα, μέρα ωδή στην ελευθερία. Είτε αποφασίσεις να ξεκουραστείς στο σπίτι, είτε βγεις έξω στη φύση που σφίγγει τη ζακέτα της τέτοια εποχή , είτε γίνεις για δεύτερη συνεχόμενη μέρα, βραδιά, φίλος του σινεμά.
Σκοτεινοί οι δρόμοι καθώς οδηγείς το παλιό, λευκό σαν το χιόνι αυτοκίνητό σου εκτός πόλεως, σε μια περιοχή που σφύζει από ζωή το καλοκαίρι, αλλά τώρα μοιάζει αφύσικα, υπερκόσμια σιωπηλή. Με τις αισθήσεις σε επιφυλακή, μη χαθείς στο δάσος των δρόμων τρομάζεις όταν ακούς ξαφνικά ένα απροσδόκητο, παράξενο βουητό. Να είναι άγριο ζώο, σκέφτεσαι, λύκος ή λιοντάρι που κυνηγά ελάφι ή πρόκειται οσονούπω το παλιό μηχάνημα που οδηγείς να ανατιναχθεί; Όταν διαπιστώνεις ότι είναι παράσιτα από το ραδιόφωνο που ξεχάστηκε στη διαπασών κι αδυνατεί να εντοπίσει σταθμό γελάς ανακουφισμένη και τυχερή που αυτή τη φορά βρίσκεσαι εκτός οπτικού πεδίου κάποιου άλλου. Φτάνεις τελικά στο παραθαλάσσιο σινεμά και παρκάρεις αναγκαστικά στον πιο απομακρυσμένο χώρο στάθμευσης. Με 1968 αρνητικές σκέψεις: θα θυμηθώ που πάρκαρα μετά, θα το βρω το αυτοκίνητο στο σκοτάδι, θα το βρω όπως το άφησα; Κι να βρέξει πως θα περπατήσω μέσα στη λάσπη όλη αυτή τη χωμάτινη διαδρομή;
Η ταινία του Τάσου Μπουλμέτη «1968» υμνεί ένα αθλητικό επίτευγμα, τη νίκη της ΑΕΚ στον τελικό ευρωπαϊκού κυπέλλου μπάσκετ επί της Σλάβια Πράγας, με 89-82 στο Καλλιμάρμαρο, μπροστά σε 80.000 κόσμο. Μέσα από τις συνεντεύξεις αθλητών που συμμετείχαν στον αγώνα και τις μαρτυρίες θεατών της εποχής τιμάται η κορυφαία αθλητική στιγμή, τονίζεται η αξία της συλλογικής προσπάθειας και τονώνεται το εθνικό αίσθημα κάθε Έλληνα. Το ιστορικό πλαίσιο της ταινίας αφορά το διάστημα από τη μικρασιατική καταστροφή ως την περίοδο της Χούντας, ενώ ιδιαίτερα προβάλλεται η κοινωνία του 1968, το σκοτάδι της δικτατορίας, το κλίμα ενός συνοικιακού καφενείου, τα μέσα συγκοινωνίας, η διασκέδαση της εποχής, η ελπίδα μιας νεαρής κοπέλας να αποκατασταθεί με γάμο, η αγωνία ενός απελπισμένου ανθρώπου να βρει το χαμένο πρόσφυγα συγγενή. Πραγματικότητα και μυθοπλασία, χιούμορ και συγκίνηση, η ποιοτική μουσική της Ευανθίας Ρεμπούτσικα δένονται στην ταινία που προβάλλεται αυτό το διάστημα σε κινηματογραφικές αίθουσες.
Μαζί με άλλες αξιόλογες ταινίες που φέρνουν ασυνήθιστη κοσμοσυρροή αυτό το διάστημα στα σινεμά της πόλης μας. Άνθρωποι άγνωστοι μεταξύ τους ανταλλάσσουν βλέμματα συμπάθειας και αποδοχής , γείτονες στην ίδια κινηματογραφική φιλόξενη συνοικία. Συχνά ανταλλάσουν εντυπώσεις, κριτικές, επευφημούν η αποδοκιμάζουν φωναχτά. Με ένα μεγάλο χάρτινο κουτί στο χέρι με ποπ κορν, το σώμα βουλιάζει στο κάθισμα, βολεύεται, ετοιμάζεται για το μαγικό ταξίδι, για τη αναχώρηση από την πραγματικότητα. Μπροστά στην τεράστια οθόνη, ο κόσμος μοιάζει πιο απλός, κατανοητός, οι εικόνες πιο έντονα βαμμένες, οι ήχοι πολλαπλασιάζονται και η μοναξιά μηδενίζεται. Ο άνθρωπος χαίρεται με τη χαρά των πρωταγωνιστών ή συμπάσχει στα δράματα των ηρώων, ξεχνώντας τα δικά του, τινάζοντας με χορευτικό ελιγμό ελαφιού από το σώμα του τα πάθη της δικής του ψυχής.