ΑΠΟΨΕΙΣ
Η απαλλαγή του εμπόρου από τα χρέη του
Δεν είναι άνευ ουσιαστικών προϋποθέσεων ούτε εξαρτάται μόνον από το χρονικό διάστημα έναρξης της πτωχευτικής διαδικασίας.
Του Αργύρη Αργυριάδη*
Τις επόμενες ημέρες ξεκινάει το έργο της η νομοπαρασκευαστική επιτροπή για το νέο Πτωχευτικό Κώδικα. Αντικείμενο της εργώδους προσπάθειάς που πρέπει να καταβάλει θα είναι τόσο η ενοποίηση των διάσπαρτων πτωχευτικών, προπτωχευτικών και παραπτωχευτικών διατάξεων (απόρροια της παρατεταμένης κρίσης που γνώρισε η χώρα και των σπασμωδικών προσπαθειών του νομοθέτη να αντιμετωπίσει το φαινόμενο της πρωτόφαντης αστικής και εμπορικής αφερεγγυότητας) όσο και η ενσωμάτωση στο εθνικό δίκαιο της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 1023/2019.
Η νομοθετική πρωτοβουλία σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως καταγράφεται στην ανωτέρω Οδηγία στοχεύει να συμβάλει στην εύρυθμη λειτουργία της εσωτερικής αγοράς και να άρει εμπόδια στην άσκηση θεμελιωδών ελευθεριών, όπως η ελεύθερη κυκλοφορία των κεφαλαίων και η ελευθερία εγκατάστασης, τα οποία απορρέουν από διαφορές μεταξύ των εθνικών δικαίων και διαδικασιών για την προληπτική αναδιάρθρωση, την αφερεγγυότητα και την απαλλαγή από τα χρέη των οφειλετών. Περαιτέρω διακηρύσσει ότι οποιαδήποτε προσπάθεια αναδιάρθρωσης οφειλών θα πρέπει να παρέχει στους οφειλέτες που αντιμετωπίζουν οικονομικές δυσχέρειες τη δυνατότητα να συνεχίσουν πλήρως ή εν μέρει τη λειτουργία τους, μέσω ποικίλων τρόπων (κεφαλαιοποίηση οφειλών, πώληση περιουσιακών στοιχείων σε δομημένο πλαίσιο και όχι σε βάρος των πιστωτών κλπ).
Αυτό που ήδη συζητείται στα μέσα ενημέρωσης είναι η απαλλαγή του οφειλέτη από τα χρέη του όπως περιγράφεται στα άρθρα 20 έως 23 της Οδηγίας. Ωστόσο, το περιλάλητο «fresh start» (άλλως η δεύτερη ευκαιρία) αποτελεί ήδη επιλογή του Έλληνα νομοθέτη που έχει ενσωματωθεί στον υφιστάμενο Πτωχευτικό Κώδικα (άρθρο 168) μετά την τροποποίηση που επέφερε ο Ν. 4446/2016. Έτσι, λοιπόν, δίδεται η δυνατότητα σε ένα φυσικό πρόσωπο (έμπορο) να υποβάλει αίτηση πτώχευσης. Αφού γίνει αυτή δεκτή από το δικαστήριο – κάτι που συνεπάγεται ότι όλη η περιουσία του οφειλέτη «απαλλοτριώνεται» και οδεύει προς ρευστοποίηση - ο τελευταίος δύναται να υποβάλει μετά την παρέλευση δύο ετών από την κήρυξη της πτώχευσης, ή μέχρι την περάτωσή της εάν αυτή επέρχεται νωρίτερα, νέα αίτηση στο πτωχευτικό δικαστήριο αιτούμενος αυτήν τη φορά την απαλλαγή του από το σύνολο των χρεών του. Τόσο στο υφιστάμενο νομοθετικό καθεστώς όσο και στην Οδηγία προβλέπονται εξαιρέσεις από την ανωτέρω διαγραφή χρεών που σκόπιμο είναι να διευκρινιστούν κατά τις εργασίες της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής. Για παράδειγμα, τόσο ο υφιστάμενος ΠτΚ όσο και η Οδηγία εξαιρούν από τη διαγραφή τα χρέη που προκύπτουν από αδικοπρακτική ευθύνη. Ωστόσο, σύμφωνα με το Ελληνικό δίκαιο αδικοπρακτική ευθύνη δημιουργείται και από την έκδοση ακάλυπτων επιταγών, όπως επίσης και από τη μη καταβολή χρεών προς το δημόσιο και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς. Εάν εξαιρεθούν όλες αυτές οι οφειλές (κάτι που ουδόλως φαίνεται να συνάδει με τη ratio του θεσμού της πτωχευτικής απαλλαγής) η ρύθμιση θα είναι απολύτως αλυσιτελής.
Εξάλλου πρέπει να διευκρινιστεί ότι τόσο με τον υφιστάμενο Πτωχευτικό Κώδικα (άρθρο 167) όσο και υπό το πρίσμα της Οδηγίας (άρθρο 23) η απαλλαγή από τα χρέη δεν είναι άνευ ουσιαστικών προϋποθέσεων ούτε εξαρτάται μόνον από το χρονικό διάστημα έναρξης της πτωχευτικής διαδικασίας. Σύμφωνα με την Οδηγία την απαλλαγή δεν δικαιούται ο αφερέγγυος επιχειρηματίας που ενήργησε έναντι των πιστωτών του δολίως ή κακόπιστα κατά τη περίοδο συσσώρευσης των χρεών του, κατά τη διαδικασία αφερεγγυότητας ή κατά το χρόνο της πληρωμής των χρεών του. Με παραπλήσια, αλλά μάλλον ευνοϊκότερη διατύπωση το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο στη χώρα μας χορηγεί την απαλλαγή όταν ο οφειλέτης πτώχευσε δικαιολογημένα, δηλαδή για λόγους που δεν οφείλονται σε δόλια προαίρεσή του ή σε βαριά αμέλεια ή σε κακόπιστη συμπεριφορά. Δηλαδή επέρχονται οι ευεργετικές συνέπειες της απαλλαγής μόνο σε εκείνους τους οφειλέτες που κρίνονται ως «άξιοι συγγνώμης» (ο όρος που χρησιμοποιεί ο νόμος είναι «συγγνωστός» δηλαδή αυτός που πρέπει ή μπορεί να συγχωρηθεί).
Το ζήτημα της απαλλαγής ενός οφειλέτη από τα χρέη του δεν αποτελεί καινοφανή εξέλιξη. Αντίστοιχες ρυθμίσεις συναντούμε από την εποχή των Βαβυλωνίων, ψήγματα βρίσκουμε στην Παλαιά Διαθήκη, ενώ ιδιαίτερα γνωστός σε εμάς είναι ο όρος «σεισάχθεια» που «πολυφορέθηκε» στο πλαίσιο της πολιτικής αντιπαράθεσης τα χρόνια του μνημονίου, αλλά ανάγεται στην εποχή του Σόλωνα όταν με νομοθετική πρωτοβουλία του τελευταίου, οι φτωχοί πολίτες της Αθήνας απαλλάχθηκαν από τα χρέη τους, με παράλληλη κατάργηση της ποινής στέρησης της προσωπικής τους ελευθερία.
Το μόνο βέβαιο είναι ότι σε μια χώρα που ακόμη και σήμερα το ιδιωτικό χρέος (δηλαδή οι οφειλές επιχειρήσεων και νοικοκυριών) ανέρχεται σε 224 δις ευρώ σε Δημόσιο και τράπεζες απαιτείται ριζική αντιμετώπιση του προβλήματος, ώστε ένα σημαντικό τμήμα του πληθυσμού να επανέλθει εμφανώς στην παραγωγική διαδικασία, ώστε να συμβάλει στη νέα αναπτυξιακή πορεία που έχει ανάγκη η χώρα.
*Δικηγόρου Παρ’ Αρείω Πάγω – Διαπιστευμένου Διαμεσολαβητή
& Διαχειριστή Αφερεγγυότητας
www.alf.g