ΑΠΟΨΕΙΣ

Εδώ που χάνεται η στεριά κι ο Κόσμος λιγοστεύει

Ατέρμονη πυκνότητα ενός βέβαιου θανατικού που φαρμακώνει για χρόνια τώρα τα χώματα του κάμπου και τα ανθρώπινα κορμιά. Νάιλον, νάιλον παντού, ίσαμε τον αφρό των κυμάτων.

Εδώ που χάνεται η στεριά κι ο Κόσμος λιγοστεύει

Του ΚΩΣΤΗ Ε. ΜΑΥΡΙΚΑΚΗ

 

 Τι θα μπορούσε άραγε να αντιπροσωπεύει σήμερα το κρητικό τοπίο για έναν Ευρωπαίο φιλέλληνα που για πολλά χρόνια βιώνει μια συνεχή κατάδυση στην ιστορία, στην αρχαιολογία και γενικότερα στον πολιτισμό του νησιού; Τι θα μπορούσε να σκεφτεί βλέποντας μιαν άλλη κατώτερη στο τοπίο Κρήτη, παραφωνία από το κάδρο των γνωρισμάτων που σμίλεψαν οι αιώνες σαν μοναδική της ταυτότητα; Ποια θα ‘ναι η αληθινή είσπραξη του ξένου που έχει βιώσει την άλλη, την «απάνω» Κρήτη του Πρεβελάκη, βλέποντας τη σημερινή πολλαπλή ατίμωση του κρητικού τοπίου; Ποιό θα ‘ναι πέρα από τη βεβαιότητα του ποιητή, για το τι παθαίνει κανείς όπου κι αν ταξιδέψει στην Ελλάδα; Αναμφίβολα, πολυποίκιλες οι πληγές στον αμφιβληστροειδή, μα κυρίως στην ψυχή.

Ήταν μόλις πριν λίγες μέρες, “ψιμοκαλόκαιρο” στις αρχές Νοέμβρη, όταν επισκεφτήκαμε με κάποιον φίλο φιλέλληνα εκείνα τα χωριά της Ιεράπετρας που από ψηλά αγναντεύουν το Λιβυκό πέλαγος. Κάποια από τα λιγοστά εναπομείναντα ίχνη πευκοδασών του Λάσσιου νομού που έχουν για μπαλκόνι τους τον γεραπετρίτικο κάμπο. Μια θαυμαστή νοτική λοτζέτα του ανατολικού νησιού, εκεί που βλέπει κανείς την Κρήτη να τανύζεται για ν’ ακουμπήσει την Ανατολή· να συνομιλήσει με τους μελαψούς νοτικούς ορίζοντες, τη μακρινή γη των Φαραώ. Τα στίφη των τουριστών ότι και είχαν αφήσει το νησί στην ησυχία του, κι εκείνο αμέριμνο χαιρόταν τον εαυτό του. Γεύση γλυκόστιφη στον ουρανίσκο η Κρήτη απ’ όπου κι αν τη δεις, ό,τι καιρός και να ‘ναι, παρηγοριά στον πληκτικό κατακλυσμό των καιρών.

Είτε να την περιπλέεις και ν’ αγναντεύεις τις σιλουέτες των βουνών της από τη θάλασσα, είτε ν’ αγναντεύεις από τις βουνοκορφές της, τους μακρινούς ειρηνικούς της ορίζοντες να χάνονται πέρα, ίσαμε τις θάλασσες που ασημοχρυσίζουν στον ήλιο. Έτσι κι εκείνη τη μέρα από τούτη την αέτια σκοπιά με την ονειρώδη θέα, ο γεραπετρίτικος κάμπος απλωνότανε ασύνορος, σιωπηλός και γαλήνιος κάτω από τα πόδια μας. Μόνο και μόνο η μακρινή ανάμνηση των αρχαίων Ιεραπυτνίων σε παραξένευε σαν κάτι το απίθανο και το παράταιρο. Ο αέρας αρωματισμένος από τις πευκοβελόνες και το ρετσίνι από το μικρό πευκοδάσος με τους σπαρμένους σκηνοθετικά βράχους πλάι στο δρόμο προς τις Μάλες, δεν ήταν παρά ένα ειδυλλιακό και φλύαρο τοπίο από τον κόσμο του Θεόφραστου. Τα πεύκα ριγούσαν στο μεσημβρινό φθινοπωρινό χάδι της κρητικής αύρας που έφτανε από το Λιβυκό. Κάποιες ξεχασμένες μέλισσες γέμιζαν με ρόδινους βομβισμούς την ακοή μας και ως και τα μικρά χόρτα που ότι κι αναδύονταν από το χώμα, όλα μαζί κεντούσαν συνθέσεις μαγευτικές που μόνο στην Κρήτη μπορείς να νιώσεις. Για κάποιες στιγμές εισέπραττες μιαν απίστευτη ευαγγελικότητα στο τοπίο, τόση που έβλεπες μπροστά σου ολοζώντανο το Γάλλο ναύαρχο Émile-Honoré Destelle που πριν από εκατό και βάλε χρόνια, συνήθιζε να εξασκεί εδώ τα ζωγραφικά του πινέλα. Η κρητική φύση και το τοπίο δεν κάνουν εκπτώσεις ακόμη και στις πιο απίθανες εποχές.

Φευ, όμως δεν ήταν μόνον η Λιβυκή θάλασσα εκεί ψηλά που σου επέστρεφε εκτυφλωτικά το φως. Ένα εξ’ ίσου ανυπόφορα εκτυφλωτικό φως από τα χιλιάδες στρέμματα με νάιλον από θερμοκήπια του κάμπου σου κακοποιούσε ανελέητα τα μάτια, και κυρίως την ψυχή. Ατέρμονη πυκνότητα ενός βέβαιου θανατικού που φαρμακώνει για χρόνια τώρα τα χώματα του κάμπου και τα ανθρώπινα κορμιά. Νάιλον, νάιλον παντού, ίσαμε τον αφρό των κυμάτων. Φυτοφάρμακα και δηλητήρια ίσαμε βαθιά τους υδροφόρους ορίζοντες. Πέρα από τη λογική. Ολόισια στο βέβαιο θάνατο. Ραντεβού στις κακουργηματικές υποθήκες των επόμενων γενεών. Μια κατ’ εξακολούθηση τυφλότητα σύμπασας της κοινωνίας που, ή αδυνατεί, ή δεν θέλει να δει. Προς δόξαν μιας ανεκλάλητης ρηχότητας στην Πολιτεία των κηνσόρων που καλούνται πολιτικοί ή θρησκευτικοί ταγοί της Ιεράπετρας. Εκείνοι που στερούν από τις επόμενες γενιές κάθε ελπίδα και κάθε δυνατότητα βιωσιμότητας. Προς επίρρωση μιας συλλογικής καχεκτικότητας με διαχρονική θεσμική έκφραση που παρασύρει στον όλεθρο μια τεράστια περιοχή. Προς δόξαν έτι περαιτέρω αρχών της πρόληψης στην αειφορία μέσα από γελοιόδοξα τοπικά χωροταξικά σχέδια που άλλα ευαγγελίζονται και άλλα ανέχονται.

Κάποτε το κρητικό τοπίο θεωρούνταν όχι απλά μια σκηνογραφία, αλλά μια εκπληκτική σύνθεση ομορφιάς και γραμμής. Κίνησης, αρμονίας, ιστορίας και αιωνιότητας που ανέδιδε το διαχρονικό πνεύμα του τοπικού γεωγραφικού χώρου. Το τοπίο ήταν η ενσάρκωση του πνεύματος. Η θαυμαστή διακόσμηση της κρητικής γης από την ίδια τη Φύση που στάθηκε το λίκνο και η πραγμάτωση του πλέον ευγενικού πολιτισμού της ανθρωπότητας ήταν συνυφασμένη με την Ιστορία της. Είχε τα αποτυπώματα των αιώνων. Σήμερα απλά το τοπίο δεν διηγείται μόνο τον πολιτισμό των νεοκρητών, αλλά είναι και μια βραδυφλεγής βόμβα.  Είναι η απασφαλισμένη χειροβομβίδα για τη μελλοντική προοπτική της ίδιας της ζωής. Κάποτε η νομική αναγνώριση του τοπίου ως αναπόσπαστου συστατικού του ανθρώπινου περιβάλλοντος, ως έκφραση της ποικιλίας της πολιτιστικής και φυσικής κληρονομιάς των πολιτών, και ως θεμέλιο της ταυτότητάς τους ήταν η ουσία για ένα κόσμο που δεν είχε παραδοθεί στο Μιθριδατισμό. Σήμερα απλά σε κάποιες περιοχές της Κρήτης, το τοπίο δεν έχει τίποτα άλλο να διηγηθεί πέρα από την ατίμαση της Γαίας, όπως θα ξανάλεγε ο μεγάλος  έλληνας αρχιτέκτονας και διανοούμενος Δημήτρης Πικιώνης.

 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση