της Μαρίας Τζανή
Σήμερα το μεσημέρι γύρω στις 3, κάθομαι στο σαλόνι. Η Μπελα είναι στο μπαλκόνι κ αγναντεύει ως συνήθως. Λίγο την Μποφώρ, λίγο το πάρκο Νεολαίας από κάτω, λίγο το λιμάνι παραπέρα. Αρχίζει να γαυγίζει. Βγαίνω έξω. Έχει δει στο πεζοδρόμιο απέναντι ενα ζευγάρι με ένα άσπρο σκυλάκι. Είναι και μια γειτόνισσα με τα 2 εγγονάκια της.
Μιλάνε όλοι μαζί. Βασίλη σε λένε είπες; ακούω τη γειτόνισσα. Κοιτάζω ξανά.Ένας νεαρός με ένα σακίδιο είναι ξαπλωμένος στο πεζούλι.Φαίνεται σα να αιωρείται, σηκώνεται κ πέφτει, αργά. Να πάρουμε τηλ στο ΕΚΑΒ λέει το ζευγάρι.
Παίρνουν τηλ. Μην κοιμηθείς Βασίλη, υπομονή, λέει η γειτόνισσα κ φεύγει με τα εγγόνια της. Το ζευγάρι μένει εκεί, μαζί με το σκυλάκι. Να κάνουν παρέα, να έχουν το νου τους στον άγνωστο νέο που βρέθηκε ποιός ξέρει πως σε ένα από τα κεντρικότερο σημεία του Ηρακλείου, σε ένα δικό του μοναχικό κόσμο, αυτό των παραισθήσεων. Το ασθενοφόρο έρχεται.
Ο Βασίλης (Γιώργος, Κώστας, ποιός ξέρει) μεταφέρεται και μόνο τότε το νεαρό ζευγάρι συνεχίζει τη βόλτα για την οποία λίγο νωρίτερα είχε ξεκινήσει.
Γιατί η ανθρωπιά, αυτό το "Αγάπα τον πλησίον σου" υπάρχει ακόμα τελικά, στις καρδιες των νέων