ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Η ιστορία πίσω από το «θαυματουργό» Κόκκινο Νερό!
Ο πρώτος που ανέφερε τις ιδιότητες της ποσιθεραπείας των τρεχούμενων νερών της περιοχής, ήταν ο Λατίνος ιστορικός Πλιόνιος
Ένα από τα πιο γνωστά τουριστικά θέρετρα της ΠΕ Λάρισας σε Ελλάδα αλλά και εξωτερικό είναι το Κόκκινο Νερό. Επίσης διάσημη είναι η ιστορία του γύρω από τις ευεργετικές του ιδιότητες αλλά και τις προσπάθειες εκμετάλλευσής του.
To Larissanet.gr στέκεται στο τεκμήριο μηνός Ιουνίου 2022, των Γενικών Αρχείων του Κράτους νομού Λάρισας και αναδημοσιεύει κείμενο που επιμελήθηκε με ιδιαίτερη προσοχή η Αλεξάνδρα Πετούση.
Σύμφωνα μ’ αυτό η Ιαματική Πηγή του Κόκκινου Νερού ήταν γνωστή και χρησιμοποιούταν από την αρχαιότητα, όπως έχουν αναδείξει οι ανασκαφές στην πόλη Ευρημεναί ή Ερυμναί, μια σημαντική πόλη της αρχαίας Μαγνησίας, η οποία βρισκόταν κοντά στη θέση της σημερινής κωμόπολης Στόμιο Λάρισας, έδρας του πρώην Δήμου Ευρυμενών, που ανήκει πλέον στον Δήμο Αγιάς.
Ο πρώτος που ανέφερε τις ιδιότητες της ποσιθεραπείας των τρεχούμενων νερών της περιοχής, ήταν ο Λατίνος ιστορικός Πλιόνιος ο οποίος είπε ότι «εάν κάποιος ρίξει στο σιντριβάνι των Ευρυμενών ένα χρυσό κόσμημα αυτό θα μετατραπεί σε πέτρα…». Το νερό του σιντριβανιού θα πρέπει να ήταν το σημερινό μεταλλικό Κόκκινο Νερό.
Όπως συνεχίζει η Αλεξάνδρα Πετούση, το ανθρακούχο μεταλλικό κόκκινο νερό, οφείλει το όνομά του στο ότι αν και άχρωμο και διαυγές, αφήνει στα μέρη και τα σκεύη που έρχεται σε παρατεταμένη επαφή, ένα βαθύ κόκκινο χρώμα, γεγονός που οφείλεται στα μεταλλικά άλατα που αυτό περιέχει. Αναβλύζει σε σταθερή θερμοκρασία 17°C, θεωρείται ιαματικό, πίνεται μόνον επιτόπου και δεν εμφιαλώνεται . Το νερό ήταν γνωστό και ιδιαιτέρως αποτελεσματικό για την αντιμετώπιση και θεραπεία διαφόρων ασθενειών.
Οι πρώτες μαρτυρίες που μιλάνε για «θαυματουργό νερό» συναντώνται το 1842. Από το Αρχείο Δημοσίων Κτημάτων, που παραδόθηκε και φυλάσσεται στο Αρχειοφυλακείο Αγιάς, από τη Δ.Ο.Υ. Αγιάς, ανασύραμε έγγραφα που βεβαιώνουν την ενοικίαση και εκμετάλλευση των «εν τοις Δήμοις Δωτίου και Ευρυμενών ιαματικών υδάτων Τσάγεζι επικαλούμενων “Κόκκινο Νερό”», με Βασιλικό Διάταγμα του 1892.
Στη διακήρυξη της δημοπρασίας, του 1900, προβλέπονται σαφώς οι υποχρεώσεις του αναδόχου για κατασκευή σκεπαστών λουτήρων και οικημάτων, πλησίον των πηγών, εξοπλισμένα με κρεβάτια και καθίσματα, καθώς και ξεχωριστού οικήματος για τη λειτουργία ιατρείου, και ακόμα ένα για την στρατιωτική φρουρά που θα επιβλέπει την τάξη και ασφάλεια των λουομένων.
Στο ίδιο κείμενο των ΓΑΚ Ν. Λάρισας αναφέρεται πως ο ανάδοχος θα εισέπραττε, από την εκμετάλλευση των ιαματικών πηγών, ενοίκιο «κατ’ άτομο μίαν δραχμήν ημερησίως δι’ έκαστη κλίνη, δια δικαίωμα λουτρών πεντήκοντα λεπτά, κατ΄ άτομον δι’ έκαστον λουτρόν, και πέντε λεπτά δι’ εκάστην φιάλην πλήρη ύδατος των πηγών», ενώ εξαιρούνταν των υποχρεώσεων καταβολής λουτρικών δικαιωμάτων τα παιδιά κάτω των επτά ετών.
Γρήγορα έκαναν τη εμφάνιση τους και οι προσπάθειες εμφιάλωσης του «θαυματουργού νερού». Πρώτος αποπειράθηκε ο βουλευτής Αγιάς Μιλτιάδης Δάλλας το 1896, στη συνέχεια ο Κωνσταντίνος Λογοθέτης, πολιτικός από την Αθήνα και αργότερα ο Γεώργιος Δημητρακόπουλος, εκδότης της εφημερίδας «Ελευθερία». Ιδρύθηκε, μάλιστα και Ανώνυμη Εταιρεία Πόσιμων Ιαματικών Υδάτων, με κυριότερο μέτοχο την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδας, όπου το ιαματικό νερό της περιοχής θα εξαγόταν στην Τουρκία, την Αίγυπτο, τη Ρωσία και πολλές ακόμη χώρες.
Το 1900 ενδιαφέρθηκε να εμφιαλώσει το ιαματικό νερό μια αγγλική εταιρία, η οποία προέβη σε υδρομάστευση (κατασκευή τεχνικού έργου συγκέντρωσης του νερού μίας πηγής) και κατασκευή εξέδρας στην παραλία του Κόκκινου Νερού. Η εξέδρα που απαρτίζονταν από δύο τσιμεντένιες βάσεις που υπάρχουν μέχρι και σήμερα μπροστά από τα θερμά θαλάσσια λουτρά, χρησιμοποιήθηκε πιθανόν για τις θαλάσσιες μεταφορές του εμφιαλωμένου νερού και ήταν σε χρήση μέχρι το 1935, όταν κατασκευάστηκε η εξέδρα από το ξενοδοχείο του Γ. Δημητρακόπουλου. Όπως φαίνεται όμως από τα στοιχεία, η εμφιάλωση αυτή δε διήρκησε πολύ και η αγγλική εταιρία αποχώρησε από την περιοχή.
Ο Γ. Δημητρακόπουλους, σύμφωνα με τα ΓΑΚ Ν. Λάρισας, επιχείρησε τη δεκαετία του ΄30 μια δεύτερη απόπειρα εμφιάλωσης του ιαματικού νερού των πηγών, ενοικιάζοντας από το Δημόσιο τις πηγές και κάνοντας εισαγωγή χιλιάδων γυάλινων φιαλών, ειδικά για αυτό τον σκοπό. Η επιχείρηση δεν κράτησε πολύ λόγω δυσκολίας του νερού να διατηρηθεί στη φυσική του κατάσταση. Ο ίδιος έκανε κι άλλη απόπειρα εμφιαλώσεως τη δεκαετία του 1950 με την κυκλοφορία χιλιάδων φιαλών, με σύγχρονο πρεσαριστό πώμα, άλλα για τους ίδιους λόγους η επιχείρηση απέτυχε.
Όλες οι προσπάθειες για την εμφιάλωση του ιαματικού νερού απέτυχαν αφενός γιατί ο άφθονος σίδηρος που περιείχε κατακάθονταν στον πυθμένα της φιάλης και καθιστούσε το νερό ανενεργό για τις παθήσεις που θεραπεύει και αφετέρου επειδή χάνονταν η φυσική ουσία που περιείχε. Έκτοτε δεν επιχειρήθηκε ξανά η εμφιάλωση του ιαματικού νερού και το ιαματικό Κόκκινο Νερό, πίνονταν μόνο από την πηγή.
Ο Friedrich Stahlim στο βιβλίο του «Η αρχαία Θεσσαλία» αναφέρει τις δυο πηγές μεταλλικού κόκκινου νερού και σχολιάζει «ότι το νερό είναι ευχάριστα δροσερό (12 βαθμοί Κελσίου) και έχει ωραία γεύση». Ενώ ο Heldreich Theodor, γερμανός βοτανολόγος του 19ου αιώνα που έζησε και εργάστηκε στην Ελλάδα, το παρομοιάζει με το γνωστό γαλλικό νερό Hauterive του Βισύ και μας πληροφορεί ότι οι δύο πηγές έχουν μεγάλο όγκο νερού αλλά διαφορετική γεύση.
Φωτογραφίες από τα τεκμήρια των Γενικών Αρχείων του Κράτους: