ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

The Godfather 50 χρόνια μετά: Ο Al Pacino θυμάται τον πρώτο του μεγάλο ρόλο

Πώς του δόθηκε η ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει στην εμβληματική πια ταινία; Πώς τον προσέγγισε και πώς συνδέθηκε για πάντα με τον Michael Corleone;

 The Godfather 50 χρόνια μετά: Ο Al Pacino θυμάται τον πρώτο του μεγάλο ρόλο

Δύσκολα μπορεί να φανταστεί κανείς την ταινία Ο Νονός χωρίς τον Αλ Πατσίνο. Η ανεπιτήδευτη ερμηνεία του στον ρόλο του Μάικλ Κορλεόνε, o οποίος έγινε ήρωας πολέμου άξιος θαυμασμού, παρά τη διεφθαρμένη οικογένειά του, περνά σχεδόν απαρατήρητη την πρώτη ώρα της ταινίας – εωσότου ο Μάικλ υψώσει επιτέλους το ανάστημά του και αναλάβει σταδιακά τα ηνία της εγκληματικής οργάνωσης των Κορλεόνε και μαζί τα ηνία ολόκληρης της ταινίας. 

Ούτε ο Αλ Πατσίνο, όμως, θα υπήρχε χωρίς τον Νονό. Εκείνη την εποχή, ο ηθοποιός ήταν ένα υποσχόμενο αστέρι της νεοϋορκέζικης θεατρικής σκηνής, με μόνο έναν όμως κινηματογραφικό ρόλο στο δράμα του 1971, Πανικός στο Νιντλ Παρκ, με θέμα τα ναρκωτικά. Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα, ωστόσο, πάλεψε για εκείνον, παρά τις επιθυμίες της εταιρείας παραγωγής Paramount Pictures, προκειμένου να υποδυθεί τον στοχαστικό πρίγκιπα του έπους του για τη μαφία. Ακολούθησε μισός αιώνας καθοριστικών κινηματογραφικών ρόλων, περιλαμβανομένων των δύο επιστροφών του ως Μάικλ Κορλεόνε στις άλλες δύο ταινίες της τριλογίας, O Νονός ΙΙ (1974) και Ο Νονός ΙΙΙ (1990).

Ο Νονός έκανε πρεμιέρα στη Νέα Υόρκη στις 15 Μαρτίου 1972 και, πενήντα χρόνια μετά, μπορεί να φανταστεί κανείς όλους τους λόγους για τους οποίους ο Πατσίνο μπορεί να μην ήθελε να μιλά άλλο για την ταινία. Μπορεί να ντρεπόταν ή να ενοχλούνταν που αυτή και μόνο η ερμηνεία του από το ξεκίνημα της κινηματογραφικής του καριέρας κυριαρχεί ακόμη στο βιογραφικό του. Ή μπορεί απλώς να είχε πει όλα όσα είχε να πει γι’ αυτήν.

Στην τηλεφωνική μας συνέντευξη τον περασμένο μήνα, ωστόσο, ο 81χρονος, πλέον, Πατσίνο ήταν διατεθειμένος να φιλοσοφήσει για την ταινία, την οποία εξακολουθεί να θαυμάζει, ακόμα και να αστειευτεί. Θαυμασμό εξακολουθεί να του προκαλεί και η προσπάθεια που κατέβαλαν ο Κόπολα και οι συμπρωταγωνιστές του για να τον στηρίξουν, ενώ ακόμα τον εκπλήσσει το ότι οφείλει την καριέρα του σε αυτόν και μόνο τον ρόλο. «Βρίσκομαι εδώ γιατί έκανα τον Νονό», μου είπε από το σπίτι του στο Λος Άντζελες. «Για έναν ηθοποιό αυτό είναι σαν να κερδίζει το Λόττο. Και η αλήθεια είναι πως η μόνη μου συνεισφορά στην ταινία ήταν ότι έπαιξα έναν ρόλο». Ο ίδιος ο Κόπολα θυμάται πως εξαρχής είχε φανταστεί τον Πατσίνο στον ρόλο του Μάικλ και, παρά το ελλιπές βιογραφικό του, άξιζε να πολεμήσει για να τον πάρει στην ταινία του. «Διαβάζοντας το βιβλίο, φανταζόμουν συνεχώς τον Πατσίνο», είχε πει ο Κόπολα σε μια άλλη συνέντευξη. «Και δεν είχα δεύτερη επιλογή. Για μένα, ήταν εξαρχής ο Αλ Πατσίνο. Γι’ αυτό ήμουν τόσο επίμονος. Αυτό ήταν το πρόβλημά μου». 

Για τον ηθοποιό, ωστόσο, η ερμηνεία αυτή ζωής θα έφερνε άλλα βάσανα. «Είναι δύσκολο να εξηγήσεις σε κάποιον σήμερα – να εξηγήσεις ποιος ήμουν τότε και το πώς αυτή η ταινία έσκασε σαν κεραυνός», μου είπε ο Πατσίνο. «Αισθανόμουν λες και ξαφνικά κάποιο πέπλο είχε σηκωθεί και όλα τα βλέμματα είχαν στραφεί πάνω μου. Βέβαια, ήταν στραμμένα και σε άλλους στην ταινία. Απλώς σ’ εμένα ο Νονός έδωσε μια νέα ταυτότητα, και αυτό ήταν κάτι το οποίο δυσκολευόμουν να διαχειριστώ». Ο Πατσίνο μίλησε περαιτέρω για το πώς προσλήφθηκε για τον ρόλο και το πώς έκανε την ταινία, για το βάρος της κληρονομιάς της και γιατί δεν έπαιξε ποτέ ξανά κάποιον ρόλο σαν αυτόν του Μάικλ Κορλεόνε. 
Ακολουθούν αποσπάσματα από την τηλεφωνική μας συζήτηση. 

Όταν σας καλούν και σας ζητούν να μιλήσετε για τον Νονό, σκέφτεστε ποτέ «ωχ, όχι πάλι!»; Καταντά ποτέ βαρετό;
Δεν θα το έλεγα. Το περιμένεις. Περιμένεις να μιλήσεις για τα όσα λειτούργησαν στην ταινία και για όσα δεν λειτούργησαν. Το διαισθάνεσαι όταν κάποιος ετοιμάζεται να σε ρωτήσει γι’ αυτήν και τότε σκέφτεσαι «οκέι, το έχω ξανακάνει, το έχω». Δεν με πειράζει όμως. Είναι καλύτερο από το να μιλάω για την ταινία στον εαυτό μου.

Πώς προέκυψε ο ρόλος του Μάικλ Κορλεόνε;
Σ’ εκείνη τη φάση της ζωής μου δεν είχα επιλογή. Ο Φράνσις με ήθελε. Είχα κάνει μόνο μία ταινία και ο κινηματογράφος δεν με ενδιέφερε στον βαθμό που έφτασε να με ενδιαφέρει. Το μυαλό μου ήταν αλλού. Στις πρώτες ταινίες που έκανα, αισθανόμουν παράταιρος. Θυμάμαι είχα πει στον φίλο μου τον Τσάρλι (σ.σ. τον καθηγητή υποκριτικής και μέντορά του, Τσαρλς Λότον): Απίστευτο! Στις ταινίες όλοι μιλάνε λες και πρόκειται για κάτι πραγματικό, ενώ δεν είναι. Γιατί παντού γύρω σου υπάρχουν καλώδια. Και επίσης πρέπει να κάνεις το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά! (Γέλια) Το κάνεις και σου λένε «οκέι, αλλά ξανά, κάν’ το ξανά». Είναι αληθινό και δεν είναι την ίδια στιγμή. Πράγμα που θέλει χρόνο για να το συνηθίσεις.

the-godfather-50-chronia-meta-o-al-pacino-thymatai-ton-proto-toy-megalo-rolo0

Πότε συναντηθήκατε με τον Κόπολα;
Για την ιστορία, ο Φράνσις είχε την Zoetrope (σ.σ. την American Zoetrope, την εταιρεία παραγωγής του) και μαζί με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, τον Τζορτζ Λούκας, τον (Μάρτιν) Σκορσέζε και τον (Μπράιαν) Ντε Πάλμα ήταν όλοι ένα παρεάκι. Και θυμάμαι βρισκόμουν με κάποιους από αυτούς όταν ο Φράνσις μού ζήτησε να πάω στο Σαν Φρανσίσκο. Με είχε δει σε μια παράσταση στο Μπρόντγουεϊ. Την ξέρεις αυτή την ιστορία; Σου λέω παλιές ιστορίες τώρα. (Γέλια)

Δεν πειράζει. Γι’ αυτό είμαστε εδώ.
Με είχε δει λοιπόν σε μια παράσταση (στο Does a Tiger Wear a Necktie του 1969), αλλά δεν έτυχε να τον συναντήσω ποτέ. Είχε ήδη γράψει το Patton και μου έστειλε ένα άλλο σενάριο για μια υπέροχη ιστορία αγάπης που είχε γράψει (και ποτέ δεν γυρίστηκε). Ήθελε να με δει. Που σήμαινε ότι έπρεπε να μπω σε ένα αεροπλάνο και να πάω στο Σαν Φρανσίσκο, κάτι στο οποίο δεν ήμουν συνηθισμένος. Αναρωτιόμουν αν υπήρχε άλλος τρόπος να πάω εκεί ή αν μπορούσα να του πω να έρθει εκείνος σ’ εμένα. Τελικά έσφιξα τα δόντια μου και πήγα. Πέρασα πέντε ημέρες μαζί του. Η ταινία εκείνη ήταν πραγματικά ιδιαίτερη. Μας απέρριψαν, όμως, και τους δύο. Εγώ ήμουν ένας άγνωστος ηθοποιός κι εκείνος είχε κάνει μόνο μια δυο ταινίες, το Τώρα που έγινες άνδρας και τους Ανθρώπους της βροχής. Οπότε, επέστρεψα σπίτι μου και δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ.

Τελικά όμως μιλήσατε. Πότε έγινε αυτό;
Πριν κυκλοφορήσει το Πανικός στο Νιντλ Παρκ. Ο Φράνσις Κόπολα με πήρε τηλέφωνο, ένα όνομα από το παρελθόν, και το πρώτο που μου είπε ήταν ότι θα σκηνοθετήσει τον Νονό και εγώ σκέφτηκα πως μάλλον είχε πάθει κάποιον μικροκλονισμό. Πώς του είχαν δώσει να σκηνοθετήσει τον Νονό;

Δεν πιστεύατε δηλαδή πως ήταν δυνατόν;
Πρέπει να σου πω ότι το βιβλίο από μόνο του ήταν ήδη πολύ σπουδαίο. Πού να τολμήσεις ως νεαρός ηθοποιός να φανταστείς ότι μπορεί να σε δεχτούν να συμμετάσχεις στην κινηματογραφική μεταφορά ενός τέτοιου βιβλίου; Τέτοιες δουλειές δεν είναι –ακόμη– για τα μέτρα σου. O Φράνσις, όμως, συνέχισε λέγοντας πως όχι μόνο θα το σκηνοθετούσε (σκάει στα γέλια), αλλά ότι με ήθελε να παίξω στην ταινία. Συγγνώμη που γελάω, αλλά μου είχε φανεί εξωφρενικό. Πραγματικά νόμιζα πως του είχε στρίψει, αλλά είπα να πάω με τα νερά του. Με ήθελε να παίξω τον ρόλο του Μάικλ. Και εγώ του απάντησα «ναι, Φράνσις, οκέι». Ξέρεις, όπως σου μιλάνε όταν έχεις αρχίσει να τα χάνεις. Εκείνος όμως δεν είχε αρχίσει να τα χάνει. Έλεγε την αλήθεια. Και έτσι μου έδωσαν τον ρόλο.

Η Paramount, ωστόσο, ως γνωστόν είχε τις αντιρρήσεις της.
Η αλήθεια είναι πως είχαν απορρίψει ολόκληρο το καστ που είχε προτείνει ο Κόπολα! (Γέλια) Είχαν απορρίψει τον Μπράντο. Είχαν απορρίψει τον Τζίμι Κάαν και τον Μπομπ Ντιβάλ. Υπήρχε διαμάχη.

Πρόσφατα είδα κάποια από τα δοκιμαστικά σας για τον Νονό, στα οποία μοιάζει να έχετε ένα βλέμμα γεμάτο αμηχανία όταν σας ζητάνε να επαναλάβετε τη σκηνή ξανά και ξανά.
Ναι, πάντα είχα αυτό το βλέμμα. (Γέλια) Ήταν ένα προσωπείο που με βοηθούσε να επιβιώσω σ’ εκείνες τις οντισιόν. Γιατί υπήρχαν σπουδαίοι ηθοποιοί που έκαναν οντισιόν γι’ αυτόν τον ρόλο. Εδώ όμως είναι το μυστικό. Για κάποιο λόγο, ο Κόπολα ήθελε εμένα. Και το ήξερα. Και δεν υπάρχει ωραιότερο συναίσθημα από το να σε θέλει ένας σκηνοθέτης. Πραγματικά, είναι το καλύτερο που μπορεί να συμβεί σε έναν ηθοποιό.

Δεν ήσασταν, όμως, και εντελώς άγνωστος. Είχατε ήδη κερδίσει ένα βραβείο Tony.
Ναι, στο Μανχάταν τα πράγματα πήγαιναν καλά για μένα. Είχα παίξει στο θεατρικό The Indian Wants the Bronx. Ήμουν νέος. Είχα κερδίσει το βραβείο Obie και μετά κέρδισα ένα Tony. Και μετά με απέλυσαν από ένα θεατρικό… (Γέλια)

Ποιο θεατρικό;
Ένα. Με έδιωξαν. Ας το θέσουμε έτσι. Είσαι ο πρωταγωνιστής, αλλά πρέπει να σε απολύσουμε. Τόσο κακός είσαι στον ρόλο. Οπότε, ναι, με γνώριζαν σε κάποιους κύκλους. Με την έννοια αυτή, δεν έψαχνα για δουλειά – είχα πράγματα να κάνω.

the-godfather-50-chronia-meta-o-al-pacino-thymatai-ton-proto-toy-megalo-rolo1

Όταν αρχίσατε τα γυρίσματα του Νονού και βρεθήκατε να δουλεύετε πλάι σε ηθοποιούς όπως ο Κάαν, ο Ντιβάλ και ο Μπράντο, που είχαν πολύ μεγαλύτερη εμπειρία στον κινηματογράφο, ποιον θαυμάζατε περισσότερο και πώς τα βγάζατε πέρα;
Σκεφτόμουν τον ρόλο. Τότε δεν μπορούσα να το εκφράσω με λέξεις. Τώρα όμως μπορώ. Σκεφτόμουν πως αυτός είναι ένας χαρακτήρας που θα μπορούσε να αποδειχτεί πολύ αποτελεσματικός, αν κάνει την παρουσία του αισθητή στα ξαφνικά, εκεί που δεν τον περιμένεις. Έτσι τον είχα φανταστεί. Φυσικά, δεν μπορούσα να το πω σε κανέναν, γιατί δεν ήξερα πώς να το εκφράσω. Μπορούσα όμως να το σκεφτώ. Και αισθανόμουν πως ήταν ήδη εκεί στο σενάριο όταν το διάβασα.

Πώς δηλαδή;
Ο Μάικλ δεν εμφανίζεται πολύ. Είναι εκεί, αλλά δεν είναι ακριβώς ορατός. Ίσως γιατί ο χαρακτήρας του χτιζόταν σταδιακά μέχρι τον μονόλογο εκείνον όπου λέει ότι θα βγει να πιάσει εκείνους τους τύπους (τον έμπορο ναρκωτικών Σολότσο και τον διεφθαρμένο αστυνόμο Μακλάσκι) και όλοι πεθαίνουν στα γέλια.

Θέλετε να πείτε πως τον Μάικλ τον υποτιμούσαν και αυτό είναι κάτι με το οποίο μπορούσατε να ταυτιστείτε και να χρησιμοποιήσετε προς όφελός σας;
Ακριβώς. Ωστόσο, πρέπει να σας πω ότι όλοι τους μου έδειχναν μεγάλη συμπαράσταση. Ήμουν νέος, ήμουν άγνωστος, και εκείνοι τόσο καθησυχαστικοί. Τους αγαπούσα και το καταλάβαιναν, ειδικά ο Μπράντο. Αλλά και οι άλλοι. Είχαν γίνει σαν τους μεγάλους μου αδελφούς και τους συμβούλους που υποδύονται και στην ταινία. Και τα συναισθήματα αυτά τα εξέφραζαν τόσο στην ερμηνεία τους όσο 
και στην πραγματικότητα. 

Υπήρξε ποτέ στιγμή κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων που συνειδητοποιήσατε πόσο μεγάλη επιτυχία θα είχε η ταινία;
Θυμάσαι τη σκηνή της κηδείας του Μάρλον; Είχαμε τελειώσει, που λες, για τη μέρα, ο ήλιος έδυε και φυσικά ήμουν χαρούμενος γιατί θα πήγαινα σπίτι μου και θα άραζα με κάνα δυο ποτάκια. Επέστρεφα στο τροχόσπιτό μου σκεπτόμενος ότι τα είχα πάει καλά εκείνη τη μέρα. Δεν είχα πρόζα, δεν είχα υποχρεώσεις, όλα καλά. Μέρα χωρίς πρόζα είναι μια καλή μέρα. Επιστρέφοντας, λοιπόν, στο τροχόσπιτό μου, βλέπω τον Φράνσις Φορντ Κόπολα καθισμένο σε μια ταφόπλακα να κλαίει σαν μωρό. Μιλάμε για πολύ κλάμα. Τον πλησιάζω και του λέω: «Φράνσις, είσαι καλά; Τι συνέβη;». Και μου απαντά: «Δεν με αφήνουν να κάνω άλλο πλάνο». Δηλαδή δεν τον άφηναν να κάνει νέο στήσιμο με την κάμερα. Θυμάμαι σκέφτηκα: Οκέι, μάλλον είμαι σε καλή ταινία. Γιατί ο Φράνσις είχε τέτοιο πάθος και η απόδειξη ήταν μπροστά μου.

Έχετε ξαναδεί την ταινία πρόσφατα;
Πρόσφατα όχι, αλλά μπορεί να την είδα πριν από δύο ή τρία χρόνια. Είναι αυτού του είδους η ταινία που, αν αρχίσεις να τη βλέπεις, δεν μπορείς να σταματήσεις.

Σας πιάνει ποτέ ανασφάλεια όταν βλέπετε τις ταινίες σας;
Όχι. Μου αρέσει να τις βλέπω. Κάποιες φορές τις δείχνω και σε άλλους. Λέω: «Έλα να δεις κάτι! Εγώ είμαι, ναι! Κοίτα αυτή τη σκηνή!». Εντάξει, δεν το τραβάω τόσο, αλλά θα το έκανα αν μπορούσα. Νομίζω πως ο Νονός δεν θα πάψει ποτέ να προβάλλεται. Με εκπλήσσει, ωστόσο, όταν συνειδητοποιώ πόσοι άνθρωποι δεν τον έχουν δει ποτέ.

Συναντάτε, δηλαδή, ανθρώπους που γνωρίζουν την ταινία Ο Νονός ως πολιτιστικό φαινόμενο, αλλά δεν την έχουν δει ποτέ;
Συναντάω μερικούς που την έχουν απλώς ακουστά: «Α, ναι, κάτι μου λέει – παίζατε και εσείς; Ταινία δεν είναι;». «Ναι. Και ο Πολίτης Κέιν ταινία είναι – έπαιζα και σε αυτήν»… Γιατί όχι; Δεν το ξέρουν.

Υπάρχει μια απίθανη ηρεμία στον τρόπο που υποδύεστε τον Μάικλ στον Νονό, που δεν νομίζω πως έχω ξαναδεί στις άλλες σας ταινίες, ούτε και στις άλλες ταινίες της τριλογίας. Αυτή η ηρεμία αποτελούσε μέρος της προσωπικότητάς σας και χάθηκε με τα χρόνια ή ήταν κάτι που απαιτούσε ο συγκεκριμένος ρόλος;
Θα ήθελα να πιστεύω πως ήταν στοιχείο της προσωπικότητας του συγκεκριμένου χαρακτήρα και στοιχείο εκείνης της ερμηνείας. Δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιον άλλον χαρακτήρα από αυτούς που υποδύθηκα έκτοτε ο οποίος θα μπορούσε να παιχτεί με αυτόν τον τρόπο. Από την άλλη, τότε ήμουν νέος – στον Νονό III δεν ήμουν πια νέος, αλλά δεν φταίω εγώ γι’ αυτό. (Γέλια)

Συγκριτικά όμως με άλλους χαρακτήρες με τους οποίους έχετε συνδεθεί, όπως τον Τόνι Μοντάνα στον Σημαδεμένο;
Κοίτα, τον χαρακτήρα του Τόνι Μοντάνα τον είχε δημιουργήσει ο Όλιβερ Στόουν και τον είχε σκηνοθετήσει ο Μπράιαν ντε Πάλμα, ο οποίος ήθελε τους συμβολισμούς και το υπερβολικό συναίσθημα που περιμένεις από μια όπερα. Εγώ απλώς ήθελα να μιμηθώ τον Πολ Μιούνι (σ.σ. τον πρωταγωνιστή του αυθεντικού Σημαδεμένου του 1932). (Γέλια) Αν όμως βάλω το Σκυλίσια μέρα πλάι στον Νονό και το Σέρπικο, δεν βρίσκω ομοιότητες στους χαρακτήρες. Τον Μάικλ θα τον αποκαλούσες συνεσταλμένο, έτσι δεν είναι; Αυτό θα έλεγα και εγώ. Δεν έχω, όμως, υποδυθεί έκτοτε άλλον συνεσταλμένο χαρακτήρα. Αν όμως καθίσουμε οι δυο μας και συμβουλευτούμε τη φιλμογραφία μου, κάτι θα βρούμε.

Πήρατε την πρώτη σας υποψηφιότητα για Όσκαρ για την ερμηνεία σας στον Νονό, παρ’ όλα αυτά δεν παρευρεθήκατε στην απονομή εκείνη τη χρονιά. Το κάνατε σε ένδειξη διαμαρτυρίας επειδή ήσασταν υποψήφιος για Β΄ ανδρικού και όχι για Α΄;
Όχι βέβαια. Απλώς σ’ εκείνη τη φάση της ζωής μου ήμουν κάπως αντιδραστικός. Έχω παρευρεθεί σε απονομές έκτοτε. Απλώς δεν το έκανα στην αρχή της καριέρας μου. Έτσι είθιστο να κάνουν κάποιοι ηθοποιοί. Ούτε και ο Μπομπ (σ.σ. Ντε Νίρο) είχε πάει σε κάποια από αυτές. Ο Τζορτζ Σι Σκοτ δεν είχε πάει γιατί τον είχε πάρει ο ύπνος. (Γέλια). Ο Μάρλον δεν πήγε. Για την ακρίβεια, ο Μάρλον επέστρεψε το Όσκαρ. Τι έχεις να πεις γι’ αυτό; Επαναστατούσαν απέναντι στο Χόλιγουντ. Αυτό ήταν το κλίμα που επικρατούσε τότε.

Οπότε, όλα αυτά συνέβαλαν στο πώς αισθανόσασταν τότε σχετικά με την αυξανόμενη φήμη σας;
Αισθανόμουν κάπως άβολα στη θέση εκείνη, στον κόσμο εκείνο. Την ίδια περίοδο έπαιζα και σε ένα θεατρικό στη Βοστώνη (στον Ριχάρδο ΙΙΙ). Αυτό όμως ήταν δικαιολογία. Απλώς φοβόμουν να πάω στην απονομή. Ήμουν νέος, πιο νέος ακόμα και από όσο πραγματικά ήμουν. Ήμουν νέος στον χώρο. Και γενικά ήμουν στην τσίτα. Σίγουρα είχε να κάνει και με τα ναρκωτικά που έπαιρνα τότε. Δεν είχα ιδέα τι συνέβαινε γύρω μου.

Όταν πήρατε το Όσκαρ για το Άρωμα γυναίκας, σκεφτήκατε ίσως ότι θα προτιμούσατε να το είχατε πάρει για τον ρόλο σας ως Μάικλ Κορλεόνε;
Όχι, ποτέ. Αν το σκεφτόμουν τώρα, θα έλεγα: «Ναι, αμέ, έπρεπε να το έχω κερδίσει! Θα είχα τρία Όσκαρ! Θα ήμουν σαν τα μεγάλα αγόρια». (Γέλια) Όχι, δεν σκέφτομαι έτσι. Τα Όσκαρ δεν είναι για να σπάμε πλάκα. Σ’ τα απονέμουν σε ένδειξη τιμής.

Οπότε πλέον αισθάνεστε άνετα με τους επαίνους που έχετε λάβει –και εξακολουθείτε να λαμβάνετε– για την ερμηνεία σας στον Νονό;
Ω, ναι. Με τιμούν βαθύτατα. Αλήθεια. Είμαι τυχερός που συμμετείχα σε αυτό το κινηματογραφικό έργο. Μου πήρε όμως μια ζωή για να το αποδεχτώ και να πάω παρακάτω. Δεν έπαιξα δα και τον Σούπερμαν.

Έχετε κάποιο μέτρο σύγκρισης για να κρίνετε τις ταινίες στις οποίες έχετε δουλέψει;
Υποθέτω είναι οι δικές μου ταινίες, αυτές που έχω γράψει και έχω σκηνοθετήσει και που κανείς, φαντάζομαι, δεν έχει δει, όπως το Αναζητώντας τον Ρίτσαρντ ή το Σαλώμη με την Τζέσικα Τσαστέιν – μιλάω όμως για τον εαυτό μου. Θα έπρεπε να μιλάω για τον Νονό. Δεν ξέρω τι με πιάνει και αρχίζω και μιλάω για τον εαυτό μου. Ίσως γιατί δεν γνωρίζω κανέναν άλλον τόσο καλά. (Γέλια) Με είχε πάρει κάποιος τηλέφωνο και μου είχε πει: «Πρέπει να είστε μόνος σας». Και του είχα απαντήσει: «Όχι, είμαι εδώ με το εγώ μου». (Γέλια)

Πηγή:Καθημερινή

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση