ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΥΠΕΘΟ: Aλλάζει σχέδια για τη φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων
Το υφιστάμενο πλαίσιο δεν προβλέπει με σαφήνεια την φορολογική μεταχείριση των κρυπτονομισμάτων
Παγώνει μέχρι νεωτέρας το σχέδιο του Υπουργείου Εθνικής Οικονομίας για την φορολόγηση των κρυπτονομισμάτων καθώς με σχετική απόφαση καταργείται η 16μελής επιτροπή που είχε έργο τον καθορισμό πλαισίου φορολόγησης και ελέγχου των κρυπτονομισμάτων και ψηφιακών περιουσιακών στοιχείων,πέντε μήνες μετά τη συγκρότηση της.
Με δεδομένο ότι έχει τεθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση ως στόχος η μετάβαση στο ψηφιακό ευρώ κρίθηκε απαραίτητη η σύσταση της επιτροπής κατόπιν της έκδοσης της Ευρωπαϊκής Οδηγίας MiCAR [Market in Crypto-Assets / REGULATION .
Στην επιτροπή συμμετείχαν εφοριακοί της ΑΑΔΕ και του ΣΔΟΕ, υπάλληλοι της Τράπεζας της Ελλάδος, της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και της Αρχής Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες με έργο την υποβολή προτάσεων για το φορολογικό καθεστώς των κρυπτονομισμάτων.
Πρόκειται για ένα ακανθώδες πρόβλημα, καθώς μέχρι σήμερα η Φορολογική Διοίκηση δεν αναγνωρίζει τα κρυπτονομίσματα, ούτε ως νόμισμα ούτε ως επένδυση και μάλιστα έχει επιβάλει φόρους εισοδήματος και ΦΠΑ για άμεσες και έμμεσες συναλλαγές με cryptos.
Μετά την κατάργηση της επιτροπής, παρατείνεται το κενό που υπάρχει μέχρι σήμερα, με αποτέλεσμα τα κρυπτονομίσματα να μην αναγνωρίζονται από την εφορία, γεγονός που δημιουργεί προβλήματα σε φορολογούμενους που έχουν επενδύσεις σε αυτά.
Το ερώτημα είναι έαν το οικονομικό επιτελείο εγκαταλείπει οριστικά το σχέδιο του για τον καθορισμό ενός σαφούς νομοθετικού πλαισίου φορολόγησης των κρυπτονομισμάτων προκειμένου να αντιμετωπίσει σωρεία προβλημάτων από το κενό που υπάρχει στην φορολογική αντιμετώπιση των συγκεκριμένων συναλλαγών ή σκοπεύει να επανέρθει στο θέμα υπό άλλες συνθήκες.
Νομοθετικό κενό
Σημειώνεται ότι το υφιστάμενο πλαίσιο δεν προβλέπει με σαφήνεια την φορολογική μεταχείριση των κρυπτονομισμάτων, τα οποία στην πραγματικότητα είναι αόρατα και αφορολόγητα. Επί της ουσίας οι χρήστες των νομισμάτων κινούνται σε γκρίζα ζώνη.
Μέχρι σήμερα το bitcoin αντιμετωπίζεται ως μέσο πληρωμής και όχι επενδυτικό προϊόν, οπότε και η αγοραπωλησία του δεν εμπίπτει σε ΦΠΑ (σύμφωνα με τη νομολογία του ευρωπαϊκού δικαστηρίου), ούτε υπάρχει και σχετική πρόβλεψη ως προς τη φορολογία από πλευρά εισοδήματος.
Ετσι η εφορία δεν δέχεται την προέλευση του εισοδήματος από συναλλαγές κρυπτονομισμάτων και… αρνείται να το φορολογήσει ενώ ο φορολογούμενος δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει νόμιμα τα κέρδη του, επειδή δεν αναγνωρίζονται από την Εφορία ως εισόδημα.
Σήμερα επιβάλλεται φόρος στην υπεραξία που προκύπτει από την πώληση:
α. Μετοχών σε εταιρεία μη εισηγμένη σε χρηματιστηριακή αγορά, μετοχών και άλλων κινητών αξιών εισηγμένων σε χρηματιστηριακή αγορά, εφόσον ο μεταβιβάζων συμμετέχει στο μετοχικό κεφάλαιο της εταιρείας με ποσοστό 0,5%.
β. Μεριδίων ή μερίδων σε προσωπικές εταιρείες.
γ. Κρατικών ομολόγων και εντόκων γραμματίων ή εταιρικών ομολόγων.
δ. Παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων.
Στην ανωτέρω λίστα δεν περιλαμβάνονται τα κρυπτονομίσματα, γεγονός που δεν επιτρέπει την επιβολή φόρου από τις Αρχές και κατ’ επέκταση την αναγνώριση του εισοδήματος που προκύπτει.
Κινητικότητα στην ΕΕ
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο προωθείται αυστηρότερη νομοθεσία με την ονομαστικοποίηση των επενδύσεων σε κρυπτονομίσματα καθώς σε πολλές περιπτώσεις χρησιμοποιούνται ως μέσα ξεπλύματος χρήματος, φοροδιαφυγής και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η έκθεση της Chainanalysis, εκτιμάται ότι κρυπτονομίσματα αξίας 8,6 δισεκατομμυρίων δολαρίων «ξεπλύθηκαν» κατά το 2021.
Επίσης η ΕΕ σχεδιάζει να επιβάλει στις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στις αγορές κρυπτονομισμάτων και έχουν Ευρωπαίους χρήστες να κοινοποιούν τα φορολογικά στοιχεία των πελατών τους στις εθνικές φορολογικές αρχές των κρατών μελών.
Πρόκειται για τον κανονισμό MiCA ο οποίος αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή από 1-1-2026 και θα απαιτεί από κάθε εταιρεία με πελάτες στην ΕΕ να εγγραφεί και να αναφέρει τις συναλλαγές στις εθνικές αρχές.