ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
"Ομαλή προσγείωση" της ελληνικής οικονομίας από την περίοδο των υψηλών επιτοκίων
Η μείωση των επιτοκίων θα έχει διπλό όφελος για την Ελλάδα
Ομαλή, στην πλειονότητα των περιπτώσεων, θα είναι η "προσγείωση" της ελληνικής οικονομίας από την περίοδο των υψηλών επιτοκίων, αφού η αλλαγή νομισματικής πολιτικής, η οποία αναμένεται από τα μέσα του χρόνου, θα επιδράσει θετικά και στην πραγματική οικονομία αλλά και στον δημόσιο δανεισμό.
Με τα μηνύματα από την εξέλιξη του πληθωρισμού να παραμένουν θετικά, οι αγορές στοιχηματίζουν κάθε μέρα για τον χρόνο έναρξης της μείωσης των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Την ίδια ώρα, τα μέλη του Συμβουλίου Νομισματικής Πολιτικής έχουν στο τραπέζι δύο θέματα. Το πρώτο αφορά την ταχύτητα με την οποία θα πρέπει να μειωθούν τα επιτόκια του ευρώ, που βρίσκονται σήμερα στο 4%-4,75%, μέχρι και το 2%, με τα σημερινά δεδομένα να θέλουν την εκκίνηση των μειώσεων να δίνεται στα μέσα του χρόνου. Το δεύτερο θα είναι η ταχύτητα με την οποία θα μειώσουν το "αποτύπωμα" της ΕΚΤ στις αγορές. Πόσο γρήγορα, δηλαδή, θα μειωθεί το τεράστιο χαρτοφυλάκιο, ύψους 3,8 τρισ. ευρώ, σε ομόλογα που έχει συγκεντρώσει η ΕΚΤ από το 2014 μέσω της ποσοτικής χαλάρωσης και τα 750 δισ., που συγκέντρωσε μέσα από το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς της πανδημίας (PEPP), στο οποίο συμμετείχε και η Ελλάδα. Και τα δύο θέματα απαιτούν προσεκτικές κινήσεις ώστε να μην υπάρξουν επικίνδυνες αναταράξεις από την αλλαγή της νομισματικής πολιτικής, καθώς οι μεγάλες οικονομίες της Ευρωζώνης αντιμετωπίζουν σήμερα μεγάλες δυσκολίες.
Προς το παρόν η ΕΚΤ βάζει ως ανάχωμα στις φωνές που θέλουν να αρχίσει να μειώνει τα επιτόκια πρώτη φορά τον Απρίλιο τις μισθολογικές αυξήσεις. Τονίζει ότι θέλει να έχει πρώτα οριστική εικόνα των αυξήσεων και στη συνέχεια να αποτιμήσει και την επίδραση που θα έχουν στον πληθωρισμό πριν πάρει τις αποφάσεις της. Ωστόσο όλοι αναγνωρίζουν, είτε κρυφά είτε φανερά, ότι η διατήρηση των υψηλών επιτοκίων και μετά τον Ιούνιο εγκυμονεί κινδύνους και για την ανάπτυξη της Ευρωζώνης αλλά και για το χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Πώς ωφελείται η Ελλάδα
Η μείωση των επιτοκίων, έστω και αν γίνει με αργούς ρυθμούς, θα έχει διπλό όφελος για την Ελλάδα, αφού θα βοηθήσει και την πραγματική οικονομία αλλά και τον δημόσιο δανεισμό.
Το υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών ενεργοποιεί για 3η φορά το APS "Ηρακλής" προκειμένου να ξεφορτώσει άλλα 2,7 δισ. κόκκινων δανείων αλλά και πολλά κόκκινα δάνεια των Attica Bank και Παγκρήτιας, που θα αποτελέσουν τον 5ο τραπεζικό πυλώνα. Η προσπάθεια αυτή στόχο έχει να μειώσει τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, αυξάνοντας τη δυνατότητα χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας. Αν η λειτουργία του προγράμματος "Ηρακλής III" συνοδευτεί και από τη μείωση των επιτοκίων της ΕΚΤ, υπάρχουν βάσιμες προσδοκίες ότι ο ρυθμός πιστωτικής επέκτασης, ο οποίος έφτασε στο τέλος του 2023 στο 2,5%, τουλάχιστον θα διπλασιαστεί.
Επίσης, στο πεδίο των μικρομεσαίων επιχειρήσεων θα πρέπει να περιμένουμε την ακόμα ταχύτερη απορρόφηση των δανείων του Ταμείου Ανάκαμψης, αφού τα επιτόκια θα επιστρέψουν σταδιακά κοντά στο 1,5%, από 2,4% που είναι σήμερα.
Μέχρι στιγμής έχουν εγκριθεί περίπου 300 επενδυτικές προτάσεις, οι οποίες έχουν απορροφήσει δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης της τάξης των 7 δισ. ευρώ. Απομένουν πλέον να απορροφηθούν άλλα 10,5 δισ. ευρώ δανείων, τα οποία θα μειώνουν τα επιτόκιά τους. Άρα θα έχουν ακόμα μεγαλύτερη ζήτηση από αυτά τα οποία έχουν ήδη εγκριθεί.
Επίσης, υπάρχει η ελπίδα ότι με τη μείωση των επιτοκίων θα γίνουν πιο ελκυστικά και τα στεγαστικά δάνεια των τραπεζών, που θέλουν και οι ίδιες να προωθήσουν. Με τη στροφή των καταναλωτών στην αγορά κατοικίας, θα αποσυμπιεστούν κάπως και τα ενοίκια, δίνοντας μια ανάσα στην αγορά κατοικίας.
Επιπλέον, και τα χρηματοδοτικά εργαλεία που εκπορεύονται από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα, είτε με τη μορφή εγγυήσεων είτε και με μορφή επιδοτήσεων επιτοκίου, που έχουν ξεπεράσει ήδη τα 850 εκατ. ευρώ, θα γίνουν πιο ελκυστικά για τις μικρές και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις.
Όλα αυτά δημιουργούν τις βάσεις για ανάπτυξη πάνω από 2,9% που έχει θέσει για φέτος το ΥΠΕΘΟ.
Ο δημόσιος δανεισμός
Ο δημόσιος δανεισμός έχει μόνο να ωφεληθεί από την αλλαγή πορείας της νομισματικής πολιτικής. Η αναβάθμιση στην επενδυτική βαθμίδα κατάφερε από μόνη της να διατηρήσει ψηλά τη ζήτηση για τους ελληνικούς τίτλους και χαμηλά τις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων. Με την εκκίνηση της μείωσης των επιτοκίων, οι αποδόσεις των ομολόγων μπορεί να μειωθούν κάτω από το 3% για πρώτη φορά μετά το 2021. Η δε μείωση του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ, με τον περιορισμό της επανεπένδυσης σε ομόλογα που λήγουν, είναι μάλλον επιθυμητή για την Ελλάδα. Στην παρούσα φάση, η ρευστότητα των ελληνικών ομολόγων είναι χαμηλή, ενώ το χρέος, παρά την αναμενόμενη μείωσή του στο 152,8% του ΑΕΠ, στο τέλος του χρόνου θα είναι ακόμη το υψηλότερο εντός της Ε.Ε. Μια μείωση των 38 δισ. των ελληνικών ομολόγων που κατέχει σήμερα η ΕΚΤ θα μειώσει ταυτόχρονα και το χρέος, τόσο ως ποσοστό του ΑΕΠ όσο και ως απόλυτο μέγεθος. Τούτο σε μια εποχή κατά την οποία ο στόχος είναι η Ελλάδα να έχει χρέος χαμηλότερο από αυτό της Ιταλίας μέχρι και το 2027.
Οι κίνδυνοι
Ωστόσο όλα θα πρέπει να γίνουν στον χρόνο και με την ένταση που απαιτεί η δύσκολη διεθνής συγκυρία που διανύει η παγκόσμια οικονομία. Μια ταχεία μείωση του χαρτοφυλακίου της ΕΚΤ μπορεί να πυροδοτήσει πιέσεις που μπορούν να επηρεάσουν και την Ελλάδα, αφού θα πιέσει τις χώρες με υψηλό χρέος και μεγάλες ανάγκες χρηματοδότησης. Μια βραδύτερη από την αναμενόμενη μείωση των επιτοκίων του ευρώ μπορεί να "γυρίσει" την ανάπτυξη της Ευρωζώνης σε ύφεση και να δημιουργήσει προβλήματα κόκκινων δανείων στις ευρωπαϊκές τράπεζες, τα οποία μπορούν να φτάσουν και στην Ελλάδα, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις.
Πηγή: capital.gr