Οι Έλληνες Μαθητές Και Η Έρευνα PISA

Μια έρευνα της διαΝΕΟσις

Γιατί οι επιδόσεις των Ελλήνων μαθητών είναι διαχρονικά κάτω του μετρίου σε αυτή τη μεγάλη διεθνή εκπαιδευτική έρευνα του ΟΟΣΑ; Ποια χρήσιμα συμπεράσματα μπορούν να προκύψουν από τη βαθύτερη μελέτη αυτών των αποτελεσμάτων;

Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις αποτελεί μια λεπτομερή καταγραφή και ανάλυση των αποτελεσμάτων του PISA 2015 (τα πιο πρόσφατα διαθέσιμα). Μια ομάδα ερευνητών με την επιμέλεια της Επικ. Καθηγήτριας Χρύσας Σοφιανοπούλου (που είναι η εθνική συντονίστρια του PISA στη χώρα μας) αναδεικνύει τους παράγοντες που σχετίζονται περισσότερο με τις χαμηλές επιδόσεις των μαθητών, και καταλήγει σε σημαντικά συμπεράσματα.

Οι Έλληνες μαθητές διαχρονικά βαθμολογούνται και στα τρία γνωστικά αντικείμενα κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ. Η επίδοση των Ελλήνων μαθητών είναι χειρότερη από σχεδόν όλες τις χώρες της Ε.Ε. και αντίστοιχη με την επίδοση μαθητών στη Χιλή, τη Σλοβακία και τη Βουλγαρία. Οι μαθητές στη Σιγκαπούρη έχουν τις καλύτερες επιδόσεις από όλους. Ο μέσος 15χρονος Έλληνας μαθητής έχει τις γνώσεις και τις ικανότητες του μέσου 12χρονου μαθητή της Σιγκαπούρης. Η μελέτη συγκρίνει τα αποτελέσματα των Ελλήνων με τα αποτελέσματα των μαθητών από τρεις ευρωπαϊκές χώρες: Τη Γαλλία, την Πορτογαλία και την Εσθονία.

Μόνο το 2,1% των Ελλήνων 15χρονων πετυχαίνει επίδοση που τους κατατάσσει στις ανώτερες βαθμίδες στις φυσικές επιστήμες. Το ποσοστό των μαθητών πολύ χαμηλών επιδόσεων στη χώρα μας είναι πάρα πολύ υψηλό. Το 32,7% των μαθητών στις φυσικές επιστήμες, το 27,3% στην κατανόηση κειμένου και το 35,8% στα μαθηματικά δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν ούτε στα πιο απλά προβλήματα.

Αναλύοντας τα αποτελέσματα του PISA στις έρευνες που έγιναν στους μαθητές και στους διευθυντές των σχολείων, η έρευνα εντοπίζει τους παράγοντες που σχετίζονται με την επίδοση των μαθητών.

Σταχυολογώντας ενδεικτικά:

*Μαθητές που είχαν λάβει προσχολική αγωγή για πολλά χρόνια πριν ξεκινήσουν το σχολείο, πετυχαίνουν καλύτερες επιδόσεις από το μέσο όρο, ή από αυτούς που είχαν λιγότερα χρόνια προσχολικής αγωγής.

*Το 9,2% των Ελλήνων μαθητών ιδιωτικών σχολείων πετυχαίνουν εξαιρετικά υψηλή επίδοση στις φυσικές επιστήμες. Μόνο το 1,8% των μαθητών των δημοσίων πετυχαίνουν αντίστοιχες επιδόσεις.

*Οι μαθητές των ιδιωτικών σχολείων έχουν σημαντικά καλύτερη επίδοση (520) από τους μαθητές δημόσιων σχολείων (452) στις φυσικές επιστήμες και στον μέσο όρο (455).

*Οι μισοί «μη προνομιούχοι» ως προς το οικονομικό, κοινωνικό και πολιτισμικό τους υπόβαθρο μαθητές πετυχαίνουν πολύ κακή επίδοση και κατατάσσονται στην κατώτερη κατηγορία κατάταξης.

*Μόνο το 18% των Ελλήνων «μη προνομιούχων» μαθητών κατατάσσονται στο ανώτατο 25% των επιδόσεων του PISA.

*Η παρακολούθηση εξωσχολικών μαθημάτων φαίνεται ότι δεν σχετίζεται με τις επιδόσεις των μαθητών στην PISA. Ίσα ίσα, μαθητές που κάνουν φροντιστήριο σε ομάδες άνω των 8 ατόμων τα πηγαίνουν χειρότερα στις φυσικές επιστήμες και από τον μέσο όρο και από τα παιδιά που δεν πηγαίνουν καθόλου φροντιστήριο.

*Οι μαθητές που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν ελάχιστα ή καθόλου το ίντερνετ εκτός σχολείου τα πηγαίνουν χειρότερα από ό,τι ο μέσος όρος. Αντίθετα, τα παιδιά που δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν το ίντερνετ από μισή έως τέσσερις ώρες την ημέρα εκτός σχολείου, τα πηγαίνουν καλύτερα από τον μέσο όρο.

• Οι οικονομικές και κοινωνικές ανισότητες, που μεταφέρονται στο εκπαιδευτικό σύστημα και αποτυπώνονται στις γνώσεις και τις ικανότητες των μαθητών.

• Το πρόβλημα των υποδομών στα σχολεία.

• Η επάρκεια του επιστημονικού προσωπικού.

• Οι ενδοσχολικοί και εξωσχολικοί παράγοντες που επηρεάζουν τη θέληση των παιδιών για μάθηση.

• Η έλλειψη αυτονομίας των σχολείων από την κεντρική κυβέρνηση.

Εντελώς σχηματικά, θα μπορούσε κάποιος να περιγράψει μια τέτοια Ελληνίδα μαθήτρια (ή μαθητή -οι διαφορές ανάμεσα στα φύλα δεν είναι στατιστικά σημαντικές) ως εξής:

Είναι μαθήτρια από αστική περιοχή, με μορφωμένους γονείς και υψηλό κοινωνικόοικονομικό-πολιτισμικό επίπεδο. Πήγε σε προνήπιο και παιδικό σταθμό από πολύ μικρή ηλικία, και στο σχολείο απολαμβάνει τα μαθήματα που έχουν σχέση με τις φυσικές επιστήμες, οι οποίες την ενδιαφέρουν πολύ. Είναι πολύ ευαίσθητη για τα περιβαλλοντικά θέματα, αλλά δεν είναι αισιόδοξη και ανησυχεί πολύ για το μέλλον του πλανήτη. Πηγαίνει σε ιδιωτικό σχολείο, που έχει καλό εξοπλισμό και δασκάλους που προσαρμόζονται ευκολότερα ανάλογα με τις ανάγκες της διδασκαλίας. Δεν πάει φροντιστήριο. Ανήκει σε μια ισχνή μειοψηφία.

Πηγή: Διαβάστε μια σύνοψη της μελέτης

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ