
Διατήρηση της ανοδικής πορείας των τιμών στην αγορά κατοικίας, αλλά και σημαντική διαφοροποίηση στο "μείγμα" των αγοραστών, προβλέπουν για το 2025 οι ειδικοί της αγοράς ακινήτων.
Αντίστοιχα, στα ακίνητα εισοδήματος αναμένεται να διατηρηθεί το σημαντικό αγοραστικό ενδιαφέρον, αλλά εκτιμάται ότι θα επιστρέψουν και οι ξένοι επενδυτές, που απέχουν την τελευταία διετία εξαιτίας των υψηλών επιτοκίων και άλλων παραγόντων.
Σύμφωνα με τον κ. Γιάννη Ρεβύθη, επίτιμο πρόεδρο του Συλλόγου Κτηματομεσιτών Αττικής και εκτιμητή ακινήτων, "η νέα χρονιά αναμένεται να είναι αρκετά διαφορετική από την προηγούμενη, λόγω των αλλαγών που έχει δρομολογήσει το υπουργείο Οικονομικών σε θέματα που αφορούν την αγορά ακινήτων".
Οι βασικότερες διαφορές είναι τρεις και αφορούν την αναδιαμόρφωση του προγράμματος "Χρυσή Βίζα", που επηρεάζει τις επενδύσεις από πολίτες χωρών εκτός Ε.Ε., η δεύτερη αλλαγή είναι οι νέες προδιαγραφές για τα καταλύματα βραχυχρόνιας μίσθωσης και συνολικά για την αγορά αυτή και η τρίτη διαφοροποίηση αφορά τις αλλαγές στον οικοδομικό κανονισμό, που ναι μεν θα άρουν το καθεστώς ανασφάλειας στην αγορά, αλλά από την άλλη θα έχουν και καθοριστική επίδραση στις ενάρξεις νέων οικοδομών.
Όπως τονίζει ο κ. Ρεβύθης, "τα τρία θετικά στοιχεία είναι η παράταση της αναστολής ΦΠΑ και του φόρου υπεραξίας στα ακίνητα, όπως και η εφαρμογή του προγράμματος "Σπίτι μου 2”, που αποτελούν θετικές εξελίξεις για το 2025. Ωστόσο παραμένει επιτακτική ανάγκη η ολοκλήρωση του Κτηματολογίου και των δασικών χαρτών, όπως επίσης σημαντική είναι η απλοποίηση των πολύπλοκων και χρονοβόρων διαδικασιών που απαιτούνται για τις μεταβιβάσεις ακινήτων, ειδικά όσον αφορά το πιστοποιητικό ταυτότητας κτιρίου, το πιστοποιητικό ενεργειακής απόδοσης και άλλα πιστοποιητικά που είναι χρονοβόρα και με υψηλό κόστος και που δεν προσφέρουν ουσιαστικό όφελος. Δεν υπάρχουν στατιστικά στοιχεία που να αποδεικνύουν τη χρησιμότητα των πιστοποιητικών, ούτε και εάν υπάρχουν σημαντικές αλλαγές προς όφελος των ιδιοκτητών, της ενεργειακής αναβάθμισης και της δόμησης".
Σε ό,τι αφορά την πορεία των τιμών πώλησης, αυτές προβλέπεται να συνεχίσουν να κινούνται ανοδικά, ειδικά αν πρόκειται για παλιές κατοικίες στο κέντρο της Αθήνας, για βιοτεχνικούς χώρους στα προάστια της Αττικής και για εκτός σχεδίου αγροτεμάχια, όπου ανεγείρονται βιομηχανικές και επαγγελματικές αποθήκες. Επίσης, ο κ. Ρεβύθης προβλέπει αύξηση τιμών και για μικρές κατοικίες σε μικρά νησιά ή σε νησιά που διαθέτουν διεθνές αεροδρόμιο. Αύξηση θα καταγράψουν και οι αξίες των εντός σχεδίου οικοπέδων που διαθέτουν υψηλό συντελεστή δόμησης στα Bόρεια και τα Nότια Προάστια και σε υπερπολυτελείς εξοχικές κατοικίες, σε όλες τις τουριστικές περιοχές. Υψηλότερες αναμένονται και οι τιμές των επαγγελματικών κτιρίων γραφείων με πιστοποιήσεις ενεργειακής αναβάθμισης.
Σε ό,τι αφορά τα ενοίκια, ο κ. Ρεβύθης εκτιμά ότι "οι τιμές θα παραμείνουν υψηλές στις πόλεις με αυξημένη ζήτηση, όπως η Αθήνα, η Θεσσαλονίκη, η Πάτρα και το Ηράκλειο. Υψηλά ενοίκια θα συναντάμε επίσης σε περιοχές με πανεπιστήμια, με υψηλό τουριστικό ενδιαφέρον και όπου υπάρχει ανάγκη για δωμάτια προσωπικού, είτε μόνιμου είτε εποχιακού. Αντίστοιχα, υψηλές τιμές αναμένονται κοντά σε σταθμούς του μετρό και του ΗΣΑΠ, καθώς και σε νεόδμητα διαμερίσματα". Σύμφωνα με τον ίδιο, εκτός από τα κενά ακίνητα, ακόμα ένας λόγος για τον οποίο παρατηρείται μεγάλη αύξηση των τιμών των ακινήτων, τόσο πώλησης όσο και ενοικίασης, και χρήζει αντιμετώπισης είναι η αστυφιλία.
"Η κυβέρνηση πρέπει να παρέχει κίνητρα για ανάπτυξη στην περιφέρεια, όπως δημιουργία καινούργιων βιομηχανικών και αποθηκευτικών ζωνών, εγκατάσταση νέων πανεπιστημίων και κέντρων εκπαίδευσης, μεταφορά υπουργείων ή δημόσιων φορέων, περισσότερα έργα υποδομών σε δρόμους, αεροδρόμια, λιμάνια, μαρίνες. Παράλληλα, απαιτούνται μεγαλύτερες επιδοτήσεις για την αναβάθμιση και κατασκευή νέων επαγγελματικών κτιρίων και δημόσιων κατοικιών για εγκατάσταση εργαζομένων στις δημόσιες υπηρεσίες και νέες φοιτητικές εστίες. Σήμερα το 65% του τζίρου της κτηματαγοράς συγκεντρώνεται στο κέντρο της Αττικής, κάτι που υπογραμμίζει την ανάγκη άμεσης αποκέντρωσης", επισημαίνει χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, όπως αναφέρει ο κ. Ρεβύθης, για να έχουμε σταθερότητα στις τιμές ακινήτων, και σε κάποιες περιοχές ενδεχομένως ακόμα και μείωση, θα πρέπει να υπάρχει έλεγχος από την κυβέρνηση στον τιμοκατάλογο υλικών, μείωση σε εργοδοτικές εισφορές, εντάξεις περιοχών στο σχέδιο πόλεως, έλεγχος στα ακίνητα των τραπεζών και των εταιρειών διαχείρισης χρέους (servicers), προκειμένου να διατεθούν περισσότερα ακίνητα στην αγορά και με λογικό περιθώριο κέρδους για τις εταιρείες. Επίσης, απαιτείται και μείωση φορολογίας στα ενοίκια, που φτάνει μέχρι και το 45%. Επιπλέον, η αγορά κατοικίας παραμένει άπιαστο όνειρο για πολλές οικογένειες που βλέπουν να μην αυξάνονται οι μισθοί τους, ενώ παράλληλα το κόστος ζωής παραμένει υψηλό και οι στεγαστικές λύσεις ανεπαρκείς. Θα πρέπει να υπάρξει μέριμνα για αυτές τις οικογένειες, εκτός από το "Σπίτι μου 2" να υπάρξουν και άλλα προγράμματα με ευέλικτες στεγαστικές λύσεις.
Στον τομέα των επαγγελματικών ακινήτων, πρόσφατη ανάλυση της εταιρείας Proprius σημείωνε ότι το 2025 καταγράφονται "προσδοκίες για βελτιωμένες συνθήκες δανεισμού και επίλυση γεωπολιτικών συγκρούσεων, που πιθανότατα να τονώσουν τις επενδύσεις σε εμπορικά ακίνητα. Οι θετικές επιδόσεις της αγοράς των χρηστών που καταγράφηκαν το 2024 τόσο στην Αθήνα όσο και στη Θεσσαλονίκη και η μεγαλύτερη διαφάνεια σχετικά με τις ζητήσεις των χρηστών αναμένεται να επιταχύνουν τη λήψη επενδυτικών αποφάσεων. Σε συνδυασμό με τις ευνοϊκές μακροοικονομικές προοπτικές, τη βελτιωμένη επιχειρηματική και καταναλωτική εμπιστοσύνη και τη χαλάρωση των επιτοκίων, τίθενται ισχυρά θεμέλια για το επόμενο έτος, με τη δραστηριότητα να αναμένεται να ποικίλλει ανά τομέα, προσαρμοσμένη στις μεταβαλλόμενες τάσεις της αγοράς, του περιβάλλοντος και της τεχνολογίας. Το χαμηλότερο κόστος κεφαλαίου αναμένεται να επιτρέψει περισσότερες εξαγορές ακινήτων μεγάλης κλίμακας σε σχέση με το προηγούμενο έτος".
Κατά τον κ. Ρεβύθη, "είναι βέβαιο ότι θα συνεχίσουν οι μεγάλοι "παίκτες” της αγοράς να ανταλλάσσουν μεταξύ τους ακίνητα εισοδήματος και όχι μόνο, θα έχουμε σημαντικές αλλαγές στις εταιρείες ακινήτων ΑΕΕΑΠ και θα δούμε μεγάλες επενδύσεις από ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες και ιδιαίτερα από ξένους επενδυτικούς ομίλους σε τουριστικά ακίνητα (ξενοδοχεία ή εξοχικές κατοικίες)".