ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Με μισθό έως 820 ευρώ καθαρά, 1 στους 2 εργαζόμενους
Στον «πάγο» οι υψηλόμισθοι - Με λιγότερα από 500 ευρώ το μήνα αμείβονται 336.400 εργαζόμενοι στην Ελλάδα και μόνο 72.000 μισθωτοί λαμβάνουν περισσότερα από 3.000 μηνιαίως
Ένας στους δύο εργαζόμενους της χώρας θα αμείβεται στο τέλος του 2023 με μεικτές αποδοχές της τάξεως των 700-1.000 ευρώ, δηλαδή, έως και 820 ευρώ καθαρά.
Από την άλλη πλευρά η έλλειψη καλά πληρωμένων θέσεων παραμένει μια σημαντική «πληγή» στην ελληνική αγορά εργασίας που οδηγεί τους νέους εκτός συνόρων. Μεικτές αποδοχές άνω των 1.500 ευρώ στην Ελλάδα λαμβάνουν σήμερα μόλις ο ένας στους τέσσερις εργαζομένους.
Το θετικό είναι ότι ο αριθμός των εργαζόμενων με αμοιβές χαμηλότερες από 700 ευρώ στον ιδιωτικό αναμένεται να μειωθεί ακόμα περισσότερο το 2023 σε σχέση με το 2022.
Αντίθετα, αρνητικό είναι το γεγονός ότι οι μέσοι μισθοί που εξαρτώνται από τους εργοδότες και όχι από το κράτος, όπως ο κατώτατος , δε σημειώνουν αυξητική πορεία. Ο μέσος μεικτός μισθός του ιδιωτικού τομέα έχει αυξηθεί μέχρι τώρα κατά 13% σε σχέση με το 2019, όταν η αύξηση του κατώτατου μισθού θα ξεπεράσει από τον Απρίλιο το 22%.
Και αν αυτές είναι οι εκτιμήσεις για το τρέχον έτος ας δούμε πως «έτρεξαν» οι μισθοί το 2022 σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της ΕΡΓΑΝΗ.
Με λιγότερα από 500 ευρώ το μήνα αμείβονται 336.400 εργαζόμενοι στην Ελλάδα (14,95 %) και μόνο 72.000 μισθωτοί λαμβάνουν περισσότερα από 3.000 μηνιαίως.
Οι περισσότεροι εργαζόμενοι στην Ελλάδα και συγκεκριμένα 376.542 άτομα (16,74%) αμείβονται με 701-800 ευρώ μηνιαίως. Πάντως την περυσινή χρονιά αυξήθηκαν οι εργαζόμενοι που αμείβονται με περισσότερα από 700 ευρώ, ενώ αντίθετα μειώθηκαν όσοι αμείβονται με λιγότερα από 700 ευρώ.
Έτσι ο μέσος μισθός το 2022 ανήλθε σε 1.176,5 ευρώ έναντι 1.117 το 2021 και 1.046,3 ευρώ το 2019.
Η ακτινογραφία της αγοράς εργασίας
Αναλύοντας την «ανθρωπογεωγραφία» της αγοράς εργασίας για το 2022 όπως αποτυπώνεται στην ετήσια έκθεση της ΕΡΓΑΝΗ μπορούμε να διαπιστώσουμε τα εξής:
Το 2022 ο αριθμός των εργαζομένων που απασχολούνται με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανέρχεται σε 2.249.599 και είναι μεγαλύτερος σε σχέση με το έτος 2021, κατά 85.989 νέες θέσεις εργασίας, παρουσιάζοντας σε ετήσια βάση αύξηση κατά 3,97%. Από αυτούς οι άντρες ανέρχονται σε 1.177.211 (52,33 %) και οι γυναίκες σε 1.072.388 (47,67%).
Σημειώνουμε ότι από τα 263.263 άτομα ή +13,3 % που εντάχθηκαν στην αγορά το διάστημα 2019- 2022 το μεγαλύτερο μερίδιο κατέλαβαν οι γυναίκες (+15,8 %) σε σχέση με τους άνδρες (+11,1%). Έτσι το μερίδιο των γυναικών στο σύνολο των μισθωτών εργαζομένων αυξήθηκε κατά 1,1 μονάδα (από 46,6 % το 2019 σε 47,7 το 2022). Τα στοιχεία αυτά έρχονται να επιβεβαιώσουν τα στοιχεία της Eurostat, σύμφωνα με τα οποία η Ελλάδα είναι πρωταθλήτρια στην ΕΕ όσον αφορά την μείωση της ανεργίας μεταξύ 2019-2022, τόσο στο σύνολο του πληθυσμού (-30,3%), όσο και στις γυναίκες (-28,8%) με τον ρυθμό μείωσης να είναι μάλιστα τριπλάσιος των αντίστοιχων ευρωπαϊκών μέσων όρων.
Από το σύνολο των εργαζομένων περίπου 600.000 απασχολούνται λιγότερες από 35 ώρες την εβδομάδα, λαμβάνοντας μικρότερο μισθό ενώ περίπου 30.000 δουλεύουν μόνο έως 4 ώρες την εβδομάδα και αμείβονται ως ωρομίσθιοι.
Το λιανικό εμπόριο είναι ο μεγαλύτερος εργοδότης της χώρας ενώ ακολουθούν η εστίαση, το χονδρικό εμπόριο , η εκπαίδευση και η βιομηχανία τροφίμων. Σ΄ αυτούς τους πέντε κλάδους απασχολούνται περίπου 1 εκατ. εργαζόμενοι.
Οι περισσότεροι μισθωτοί (907.518) ανήκουν στην ηλικιακή κατηγορία 30-44 ενώ επιβεβαιώνεται η δυσκολία των νέων να ενταχθούν στην αγορά εργασίας καθώς στην ηλικία 19-24 εργάζονται μόνο 177.768 άτομα.
Όσον αφορά τον αριθμό των επιχειρήσεων αυξήθηκαν κατά 29.680 σε σχέση με το 2019 (+11,2 %) και κατά 3.084 περισσότερες σε σχέση με το 2021 (+1,057%).
Συγκεκριμένα οι επιχειρήσεις που απασχολούσαν εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου το 2022 ήταν 294.892, έναντι 291.808 το 2021 και 265.212 το 2019.
Ένα ακόμα στοιχείο που δείχνει την ιδιομορφία της ελληνικής οικονομίας είναι ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών επιχειρήσεων ( 260.129) απασχολούν έως 10 άτομα και από αυτές οι 213.982 απασχολούν έως τέσσερα άτομα.
Οι περισσότερες επιχειρήσεις δραστηριοποιούνται όπως είναι εύλογο στην Αττική (133.694) ενώ αμέσως μετά ακολουθεί η περιφέρεια της κεντρικής Μακεδονίας , της Κρήτης και της Θεσσαλίας.
Μισθολογικά κλιμάκια
Η μεγαλύτερη αύξηση -κατά 254.612 μισθωτούς (+39.6%) - σε σχέση με το 2021 καταγράφηκε στους αμειβόμενους με 701-1.000 ευρώ οι οποίοι αριθμούν την περυσινή χρονιά 898.282 άτομα. Βεβαίως πρέπει να σημειώσουμε ότι από αυτό το πλήθος οι 650.000 αμείβονται με τον κατώτατο μισθό που είναι 713 ευρώ μεικτά. Επίσης σε σχέση με το 2019 η αύξηση του αριθμού των εργαζομένων σε αυτό το κλιμάκιο υπερβαίνει το 60%.
Παράλληλα όμως, σε σχέση με το 2019, το τελευταίο έτος πριν από την πανδημία, αυξήθηκε κατά 23 % (+167.993) ο αριθμός των εργαζομένων που λαμβάνουν πάνω από 1.000 ευρώ. Δηλαδή, αύξηση του αριθμού των εργαζομένων δεν παρατηρείται μόνο στα εισοδηματικά κλιμάκια που βρίσκονται κοντά στον κατώτατο μισθό (κάτι που είναι αναμενόμενο μετά την διπλή αύξηση), αλλά επεκτείνεται και στα ανώτερα μισθολογικά κλιμάκια.
Έτσι, οι θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας έδωσαν τη δυνατότητα στις επιχειρήσεις να αυξήσουν τους μέσους μισθούς οι οποίοι ανήλθαν το 2022 σε 1.176,5 ευρώ έναντι 1.046,3 ευρώ το 2019.
Επισημαίνεται ότι ο Γενικός Δείκτης Τιμών καταναλωτή αυξήθηκε κατά 9,73 μονάδες την συγκεκριμένη περίοδο (από 101,26 σε 110,99 με έτος βάσης το 2000). Συνεπώς η αύξηση των μέσων μηνιαίων αμοιβών (12,4 %) υπερβαίνει την άνοδο του γενικού επιπέδου τιμών.
Σημειώνουμε ότι ο μέσος μισθός το 2021 είχε διαμορφωθεί στα 1.117.8 ευρώ. Επομένως η αύξηση των μέσων μισθών το 2022 σε σχέση με το 2021 ανέρχεται σε 58,7 ευρώ ( 5,25%) με πληθωρισμό 5,1%.
Από την άλλη πλευρά, μειώθηκαν κατά 269.512 άτομα οι απασχολούμενοι που εντάσσονται στα χαμηλότερα εισοδηματικά κλιμάκια (έως 700 ευρώ το μήνα).
Επισημαίνεται ιδιαίτερα η μείωση κατά 17,2% των εργαζομένων που λαμβάνουν λιγότερα από 500 ευρώ (εργαζόμενοι μερικής απασχόλησης). Υπενθυμίζεται ότι ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε την 1η Ιανουαρίου 2022 από 650 σε 663 ευρώ και την 1η Μαΐου 2022 από 663 σε 713 ευρώ.