ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Goldman Sachs: Η ύφεση στην ευρωζώνη θα επικρατήσει το 2023
Η απότομη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου και η πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη είναι πιθανό να μετριάσουν το βάθος της ύφεσης, όπως σημειώνει η Goldman
Όλα τα στοιχεία δείχνουν ότι η ευρωζώνη μπαίνει σε ύφεση από αυτό το τρίμηνο, η οποία και θα χαρακτηρίσει το σύνολο του 2023, με τη Γερμανία να δέχεται το μεγαλύτερο "χτύπημα", προειδοποιεί η Goldman Sachs. Η απότομη πτώση που έχουν σημειώσει οι τιμές του φυσικού αερίου το τελευταίο διάστημα και η πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη είναι πιθανό να μετριάσουν το βάθος της, ωστόσο ο κίνδυνος εφαρμογής δελτίου ενέργειας το χειμώνα είναι υπαρκτός και θα στείλει την ευρωζώνη σε πολύ βαθιά ύφεση της τάξης του 2,2% το επόμενο έτος.
Πιο αναλυτικά, όπως σημειώνει η Goldman Sachs, ο σύνθετος δείκτης PMI της ευρωζώνης υποχώρησε στο 47,1 τον Οκτώβριο, σημαντικά κάτω από τις προσδοκίες της αγοράς και κινήθηκε περαιτέρω σε έδαφος που υποδηλώνει συρρίκνωση. Η πτώση ήταν πιο έντονη στη μεταποίηση (ιδιαίτερα στη Γερμανία) ενώ τα στοιχεία που δείχνουν τη μελλοντική τάση έχουν επιδεινωθεί περαιτέρω. Ενώ τα σκληρά δεδομένα της βιομηχανίας διατηρήθηκαν καλύτερα από το αναμενόμενο κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, αυτό πιθανότατα αντανακλά τουλάχιστον εν μέρει τη χαλάρωση των περιορισμών της εφοδιαστικής αλυσίδας και τα πιο έγκαιρα στοιχεία της έρευνας δείχνουν μια απότομη ύφεση στο μέλλον, ειδικά σε βιομηχανίες έντασης ενέργειας. Σύμφωνα με αυτό, η Goldman Sachs αναμένει απότομη πτώση της βιομηχανικής παραγωγής τους επόμενους μήνες, ωθώντας την οικονομία της ζώνης του ευρώ σε ύφεση το τρέχον τέταρτο τρίμηνο. Πρόσφατα η τράπεζα υποβάθμισε την πρόβλεψή της για τη Γερμανία και τώρα βλέπει ύφεση -1,1% το 2023 (έναντι -0,5% που αναμένει το consensus), ενώ στην ευρωζώνη η ύφεση θα διαμορφωθεί στο -0,5% (έναντι 0% του consensus).
Η απότομη πτώση των τιμών του φυσικού αερίου και η πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη είναι πιθανό να μετριάσουν το βάθος της ύφεσης, όπως σημειώνει η Goldman, ωστόσο δεν θα μπορέσουν να την εκμηδενίσουν. Οι τιμές του φυσικού αερίου έχουν υποχωρήσει κάτω από τα 100 ευρώ—εξαιτίας των υψηλών αποθεμάτων, των ισχυρών εισαγωγών LNG και των ήπιων καιρικών συνθηκών—και η ομάδα εμπορευμάτων της G.S προβλέπει περαιτέρω πτώση στα 85 ευρώ το α’ τρίμηνο πριν ανέβουν απότομα το επόμενο καλοκαίρι καθώς κτίζονται και πάλι τα επίπεδα αποθήκευσης. Ταυτόχρονα, οι κυβερνήσεις ανακοίνωσαν πρόσθετη δημοσιονομική στήριξη για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, ύψους σε μέσο όρο περίπου 2,5% του ΑΕΠ για το 2022 και ανάλογου επιπέδου το 2023. Η Γερμανία, ειδικότερα, συμφώνησε σε πρόσθετα μέτρα τους τελευταίους μήνες, συμπεριλαμβανομένου ενός πακέτου ύψους 200 δισ. ευρώ (ή 6% του ΑΕΠ) για την ενίσχυση νοικοκυριών και επιχειρήσεων με την ενεργειακή κρίση. Ως αποτέλεσμα, η Goldman διατηρεί την πρόβλεψή της για μια σχετικά ρηχή ύφεση στην ευρωζώνη.
Ωστόσο, οι κίνδυνοι για την πρόβλεψή της παραμένουν, αντανακλώντας τις συνεχείς ανησυχίες σχετικά με τη διαθεσιμότητα φυσικού αερίου. Ενώ η παράδοση φυσικού αερίου από τη Γαλλία στη Γερμανία τις τελευταίες εβδομάδες υποστηρίζει την άποψή της για την ευρωπαϊκή αλληλεγγύη, η δύσκολη πολιτική ισορροπία που αντιμετωπίζουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής μεταξύ της θωράκισης των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών και τη διασφάλιση επαρκούς καταστροφής της ζήτησης φυσικού αερίου, μπορεί να οδηγήσει σε πολύ μικρή μείωση της ζήτησης αερίου, ιδίως στην περίπτωση ενός ασυνήθιστα κρύου χειμώνα. Έτσι, σε ένα σενάριο όπου η κατανάλωση φυσικού αερίου πρέπει να περιοριστεί με την εφαρμογή δελτίου ενέργειας, η συρρίκνωση θα ήταν πολύ πιο έντονη με αποτέλεσμα πολύ πιο βαθιά ύφεση στην ευρωζώνη της τάξης του 2,2% το 2023, όπως προειδοποίει η Goldman Sachs.
Ενώ η πτώση των τιμών του φυσικού αερίου θα μπορούσε να προσφέρει κάποια ανακούφιση για τον πληθωρισμό τους επόμενους μήνες (κυρίως στην Ιταλία και την Ισπανία), οι υποκείμενες πληθωριστικές πιέσεις συνεχίζουν να αυξάνονται. Τα στοιχεία του πληθωρισμού του Σεπτεμβρίου ήταν ισχυρά, ωθώντας τη μέση εκτίμηση της Goldman για τον δομικό πληθωρισμό υψηλότερα, στο 5,2% σε τριμηνιαία ετήσια βάση, ενώ αναμένεται περαιτέρω αύξηση στα στοιχεία του Οκτωβρίου που θα δημοσιοποιηθούν την προσεχή Δευτέρα. Ταυτόχρονα, οι πιέσεις για τον πληθωρισμό των τιμών των αγαθών συνέχισαν να μειώνονται, με περαιτέρω πτώση στους χρόνους παράδοσης και χαμηλότερες παγκόσμιες τιμές παραγωγού στον κλάδο της μεταποίησης. Ωστόσο, οι αυξημένες προσδοκίες για τον πληθωρισμό (με πιθανή περαιτέρω αύξηση των εκτιμήσεων της ΕΚΤ το δ’ τρίμηνο) και η αύξηση των μισθών των επιχειρήσεων (που η Goldman εκτιμά ότι θα κινηθεί στο 4% περίπου το δεύτερο εξάμηνο), είναι πιθανό να διατηρήσουν ανοδική πίεση στον πληθωρισμό των υπηρεσιών τους επόμενους μήνες. Συνολικά, αναμένει ότι ο δομικός πληθωρισμός θα ανέλθει περαιτέρω στο 5% τον Νοέμβριο και τον Δεκέμβριο, πριν υποχωρήσει το α’ εξάμηνο του 2023 και τελειώσει το 2023 στο 2,9%.
Τι θα κάνει η ΕΚΤ
Τέλος, σε ότι αφορά την ΕΚΤ, η Goldman Sachs εκτιμά ότι μία νέα αύξηση των επιτοκίων της τάξης των 75 μ.β. είναι εξαιρετικά πιθανή στην αυριανή συνεδρίαση, και πως οι επενδυτές θα επικεντρωθούν στις ειδήσεις πέρα από την απόφαση για τα επιτόκια. Πρώτον, η Λαγκάρντ είναι απίθανο να δώσει πολύ πρόσθετο "χρώμα" στον μελλοντικό ρυθμό αυστηροποίησης ή στο επίπεδο του τερματικού επιτοκίου. Δεύτερον, αναμένεται να αναγνωρίσει ότι η συζήτηση γύρω από την ποσοτική σύσφιξη (QT) έχει ξεκινήσει, αλλά ότι το Δ.Σ. σχεδιάζει να "ομαλοποιήσει" τα επιτόκια πολιτικής πριν προχωρήσει στο QT. Τρίτον, το Δ.Σ. είναι πιθανό να λάβει μέτρα για να περιορίσει τη γενναιοδωρία των υφιστάμενων TLTRO είτε αλλάζοντας το επιτόκιο χρηματοδότησης (ώστε να κυμαίνεται κοντά στο επιτόκιο καταθέσεων) είτε προσαρμόζοντας τον εκτοκισμό των πλεοναζόντων.
Πέραν της συνεδρίασης της Πέμπτης, η Goldman διατηρεί την άποψή της ότι η ΕΚΤ θα αυξήσει τα επιτόκια σε έδαφος περιοριστικής πολιτικής, στο 2,75%, για να αντιμετωπίσει τις συνεχιζόμενες οξείες πληθωριστικές πιέσεις. Αν και περαιτέρω ανοδικές εκπλήξεις στον πληθωρισμό και στις προσδοκίες για τον πληθωρισμό θα μπορούσαν να απαιτήσουν μια τρίτη αύξηση 75 μ.β τον Δεκέμβριο, η G.S. πιστεύει ότι μια υποχώρηση στις 50 μ.β φαίνεται πιο πιθανή καθώς η οικονομία αρχίζει να συρρικνώνεται (και οι προβλέψεις για την ανάπτυξη του προσωπικού της ΕΚΤ μειώνονται απότομα), το επιτόκιο καταθέσεων κινείται σε ουδέτερο έδαφος και η Fed (πιθανότατα) επιβραδύνει τον ρυθμό σύσφιξης. Σε ότι αφορά το QT, το Δ.Σ. αναμένεται να αποφασίσει στο α’ τρίμηνο να σταματήσει τις επανεπενδύσεις από τις αρχές του β’ τριμήνου, κάτι το οποίο οι αγορές ομολόγων θα είναι σε θέση να αφομοιώσουν, αν και μία έναρξη του QT νωρίτερα είναι δυνατή το α’ τρίμηνο (με σχετική ανακοίνωση τον Δεκέμβριο).