Μετά την κατάργηση των μέτρων στήριξης κατά της ενεργειακής κρίσης, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα στρέφει την προσοχή της στις μισθολογικές αυξήσεις, ως παράγοντα πληθωριστικών πιέσεων, σε ένα περιβάλλον αστάθειας και αβεβαιότητας που γεννά η κλιμάκωση της κρίσης στη Μέση Αναστολή.
Η ίδια η κ. Λαγκάρντ δεν έκρυψε την ανησυχία της για την επίδραση που θα έχουν οι αυξήσεις των εισοδημάτων στις χώρες της Ευρωζώνης, οι οποίες αναμένεται να καταγραφούν μέσα στον Μάρτιο.
Στην ίδια γραμμή, και το μέλος του Δ.Σ. της ΕΚΤ και επικεφαλής της Κεντρικής Τράπεζας της Ολλανδίας κ. Κλάους Κνότ, ο οποίος σημείωσε ότι η ΕΚΤ θα πρέπει να έχει πρώτα εικόνα από τους μισθούς που είναι ένα "μέρος του παζλ" της μείωσης των επιτοκίων.
Η Φρανκφούρτη θεωρεί ότι οι ανατιμήσεις από την αναστάτωση των εμπορευματικών συναλλαγών λόγω των εξελίξεων στην Ερυθρά Θάλασσα βρίσκονται καθ' οδόν. Για τον λόγο αυτό, θα πρέπει να εξεταστεί η επίδραση που θα έχουν οι αυξημένοι μισθοί στη διαμόρφωση του πληθωρισμού, ώστε να αποφασίσει αν οι μειώσεις θα ξεκινήσουν από το καλοκαίρι ή λίγο αργότερα.
Η κεντρική τράπεζα του Ευρώ θεωρεί ότι επειδή η αύξηση της απασχόλησης θα είναι μικρότερη φέτος, λόγω της οικονομικής επιβράδυνσης, αν έχουμε αυξήσεις πάνω από την αύξηση της παραγωγικότητας είναι πολύ πιθανό να έχουμε νέα αύξηση των πληθωριστικών πιέσεων στην Ευρωζώνη.
Οι προβλέψεις της ΤτΕ
Στην Ελλάδα, οι εκτιμήσεις της Τράπεζας της Ελλάδας είναι θετικές για την εξέλιξη των εισοδημάτων το 2024. Συγκεκριμένα, προβλέπει αύξηση 6,4% των αμοιβών ανά μισθωτό και 7,1% για το σύνολο των αμοιβών εξηρτημένης εργασίας. Σημαντικό ρόλο στην αύξηση αυτή θα παίξει η αύξηση των μισθών στο Δημόσιο κατά 10,5% και το ξεπάγωμα των τριετιών.
Ωστόσο, προβλέπει ότι η παραγωγικότητα εργασίας θα αυξηθεί κατά 1%, από 0,7% το 2023, και λόγω της βραδύτερης αύξησης της απασχόλησης θα έχουμε αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος κατά 4,6%.
Ειδική περίπτωση ακόμη η Ελλάδα
Ωστόσο, και αυτήν τη χρονιά η Ελλάδα αποτελεί "ειδική περίπτωση". Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η ΕΚΤ και ο ESM δέχθηκαν και τις αυξήσεις στο Δημόσιο και το "ξεπάγωμα" στις τριετίες, αλλά και την επικείμενη αύξηση του κατώτερου μισθού, η οποία αναμένεται για τον Απρίλιο. Είναι σαφές σε όλους ότι λόγω της οικονομικής κρίσης τα εισοδήματα στην Ελλάδα είναι χαμηλά, αφού βρίσκονται στο 69% του μέσου όρου της ΕΕ. Επίσης, έχουν χάσει μεγάλο μέρος της αγοραστικής τους δύναμης, λόγω του υψηλού πληθωρισμού.
Ένας ακόμη λόγος για τον οποίο ο κίνδυνος νέων πληθωριστικών πιέσεων λόγω των αυξήσεων είναι μικρός, είναι το ποσοστό ανεργίας. Παρότι μειώθηκε κατά περίπου 7% σε σχέση με το 2019, το 11,8% που ήταν το ετήσιο ποσοστό ανεργίας για το 2023 είναι το δεύτερο μεγαλύτερο εντός της ΕΕ. Με άλλα λόγια, οι αυξήσεις στην Ελλάδα αφορούν λιγότερους, με χαμηλότερα εισοδήματα και με αναλογικά μεγαλύτερη απώλεια εισοδήματος από ό,τι στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Επίσης, στην άλλη μεριά της ζυγαριάς των λελογισμένων αυξήσεων των μισθών βρίσκεται και μια εύλογη αναπλήρωση της απώλειας εισοδήματος. Για όλους αυτούς τους λόγους, οι αυξήσεις που ανακοίνωσε η Ελλάδα έγιναν δεκτές χωρίς αντιρρήσεις και από την ΕΚΤ.