ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Γιατί δεν δεσμεύεται για το χρονοδιάγραμμα των επόμενων μειώσεων επιτοκίων η ΕΚΤ
Η κεντρική τράπεζα δεν δεσμεύτηκε, όπως αναμενόταν, για το πότε θα γίνει η επόμενη μείωση, επαναλαμβάνοντας τη φράση - κλισέ ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση με βάση τα νεό-τερα στοιχεία που θα είναι διαθέσιμα για τις προοπτικές του πληθωρισμού.
Στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα δεν αρέσουν οι εκπλήξεις, ούτε να διακινδυνεύει την αξιοπιστία της. Είχε διαμηνύσει από καιρό ότι τον Ιούνιο θα προχωρούσε στην πρώτη μείωση των επιτοκίων της και το επιβεβαίωσε την περασμένη Πέμπτη, όταν το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης και το επιτόκιο καταθέσεων μειώθηκαν κατά 25 μονάδες βάσης, στο 4,25% και 3,75% αντίστοιχα, από το ύψος - ρεκόρ που είχαν διαμορφωθεί από πέρυσι τον Σεπτέμβριο.
Η κεντρική τράπεζα δεν δεσμεύτηκε, όπως αναμενόταν, για το πότε θα γίνει η επόμενη μείωση, επαναλαμβάνοντας τη φράση - κλισέ ότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται σε κάθε συνεδρίαση με βάση τα νεό-τερα στοιχεία που θα είναι διαθέσιμα για τις προοπτικές του πληθωρισμού.
Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, τόνισε ιδιαίτερα ότι είναι μεγάλη η αβεβαιότητα σχετικά με την ταχύτητα που θα γίνουν οι επόμενες μειώσεις των επιτοκίων καθώς και με τον χρόνο που θα χρειαστεί για να ολοκληρωθεί η καθοδική φάση του κύκλου της νομισματικής πολιτικής.
Η αποφυγή δέσμευσης σε συνδυασμό με προηγούμενες δηλώσεις στελεχών της κεντρικής τράπεζας - όπως του επικεφαλής της Μπούντεσμπανκ Γιόαχιμ Νάγκελ και της Ίζαμπελ Σνάμπελ - ότι δεν φαίνεται δικαιολογημένη μία νέα μείωση στη συνεδρίαση του Ιουλίου, μεταθέτει μάλλον για τον Σεπτέμβριο την απόφαση για την επόμενη μείωση επιτοκίων, με την προϋπόθεση ότι τα νεότερα στοιχεία που θα ανακοινωθούν έως τότε θα είναι συνεπή με τις προβλέψεις για αποκλιμάκωση του πληθωρισμού προς τον στόχο του 2% μέσα στο 2025.
Οι υπηρεσίες της ΕΚΤ αναθεώρησαν ελαφρά προς τα πάνω τις προβλέψεις τους για τον γενικό πληθωρισμό στην Ευρωζώνη - στο 2,5% για φέτος και στο 2,2% για το 2025 αντί για 2,3% και 2,0%, αντίστοιχα, που προέβλεπαν τον Μάρτιο - κάτι που μπορεί να επιβραδύνει κάπως το χρονοδιάγραμμα μείωσης των επιτοκίων. Ωστόσο, η Λαγκάρντ ξεκαθάρισε ότι έχει βελτιωθεί σημαντικά η εμπιστοσύνη των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΚΤ στην επίτευξη του μεσοπρόθεσμου στόχου για πληθωρισμό.
Σύμφωνα με την ανάλυση των εμπειρογνωμόνων, ο γενικός πληθωρισμός θα φθάσει στον στόχο του 2% στο δ' τρίμηνο του 2025 αντί στο γ' τρίμηνο που προβλεπόταν τον Μάρτιο, άρα μιλάμε για μία χρονική διαφορά ενός τριμήνου. Για φέτος, η πρόβλεψη είναι ότι ο πληθωρισμός θα έχει μικρά σκαμπανεβάσματα περί το 2,5%, κυρίως λόγω του αρνητικού αποτελέσματος βάσης για τις τιμές της ενέργειας και κάποιας μικρής ανόδου τους σε σχέση με αυτή που αναμενόταν προηγουμένως.
Με βάση τις προθεσμιακές τιμές που διαμορφώνονται στις αγορές ενεργειακών προϊόντων, γίνεται η υπόθεση ότι η τιμή του πετρελαίου θα διαμορφωθεί σε μέσα επίπεδα φέτος στα 83,8 δολάρια το βαρέλι, οριακά υψηλότερα από πέρυσι (83,7 δολάρια), για να μειωθεί στα 78 δολάρια το 2025.
Η υπόθεση για την τιμή του φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι ότι θα είναι μειωμένη φέτος στα 30,8 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 40,6 ευρώ πέρυσι, αλλά θα αυξηθεί στα 35,4 ευρώ το 2025, συμπαρασύροντας ανοδικά και την τιμή του ρεύματος στα 87,7 ευρώ ανά μεγαβατώρα από 73 ευρώ που εκτιμάται φέτος.
Οι τιμές των τροφίμων, οι αυξήσεις των οποίων έχουν αποκλιμακωθεί σημαντικά φέτος, αναμένεται να «τρέξουν» με ρυθμό 3% φέτος από 10,9% πέρυσι, για να επιβραδυνθούν περαιτέρω στο 2,7% το 2025.
Τα περιθώρια κέρδους των επιχειρήσεων αναμένεται να παραμείνουν σταθερά φέτος (αύξηση μόλις 0,1%) μετά τη σημαντική αύξησή τους κατά 6,2% πέρυσι, ενώ οι αυξήσεις των μισθών (αμοιβές ανά εργαζόμενο) προβλέπεται να κινηθούν κοντά στα περυσινά επίπεδα (4,8% έναντι 5,2% για να επιβραδυνθούν στο 3,5% το 2025).
Το κρίσιμο ερώτημα είναι κατά πόσο αυτές οι προβλέψεις επιβεβαιωθούν από τα στοιχεία που θα βλέπουν το φως της δημοσιότητας. Η Λαγκάρντ έκανε λόγο για αξιοπιστία των προβλέψεων της ΕΚΤ αλλά τόνισε ότι στην πορεία μείωσης του πληθωρισμού θα υπάρχουν εμπόδια που μπορεί να επηρεάσουν την πορεία μείωσης των επιτοκίων.