ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Φορολογικό "διαζύγιο" – Η προθεσμία για τις αιτήσεις
Ποια είναι τα «ατού» και τα μειονεκτήματα των χωριστών δηλώσεων
Αντίστροφα μετρά ο χρόνος για την λήξη της προθεσμίας που καθορίστηκε προκειμένου να υποβάλλουν αίτηση όσα ζευγάρια επιθυμούν να λάβουν φορολογικό… «διαζύγιο»:
Εκείνοι οι οποίοι έχουν αποφασίσει να υποβάλλουν χωριστές δηλώσεις θα πρέπει να γνωστοποιήσουν την πρόθεσή τους στην φορολογική αρχή μέσω της ΑΑΔΕ ώστε να κάνουν ξεχωριστές δηλώσεις για τα εισοδήματα που εισέπραξαν κατά το φορολογικό έτος 2022, ακόμη και εάν είχαν κάνει ανάλογη αίτηση την περασμένη χρονιά.
Η συγκεκριμένη διαδικασία δίνει διεξόδους, κρύβει όμως και «παγίδες» για όσους το αποφασίσουν να υποβάλλουν τις σχετικές αιτήσεις ως και τις 28 Φεβρουαρίου, οπότε και λήγει η προθεσμία. Η γνωστοποίηση του φορολογικού «διαζυγίου» γίνεται μέσω ειδικής ηλεκτρονικής εφαρμογής στον διαδικτυακό τόπο http://www.aade.gr, στον σύνδεσμο www.aade.gr/polites/eisodima/gnostopoiisi-horistis-dilosis με τους κωδικούς του TAXIS.
Φορολογικό διαζύγιο: Ποια είναι τα «ατού» και τα μειονεκτήματα των χωριστών δηλώσεων
Στην περίπτωση που ένα ζευγάρι επιλέξει να υποβάλλει χωριστές φορολογικές δηλώσεις τότε θα έχει τα εξής πλεονεκτήματα:
-έκδοση φορολογικής ενημερότητας του ενός συζύγου ακόμα και αν υπάρχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τη φορολογική διοίκηση από τον άλλο σύζυγο
-Εάν ο ένας σύζυγος δικαιούται επιστροφή δεν θα γίνει συμψηφισμός με τις οφειλές του άλλου συζύγου.
-Ο κάθε σύζυγος ορίζει ατομικά την πληρωμή του φόρου εισοδήματος
-Διατήρηση των προσωπικών δεδομένων
Αρκετά ωστόσο είναι και τα μειονεκτήματα, καθώς οι φορολογούμενοι χάνουν το δικαίωμα της «μεταφοράς» εισοδήματος από τον έναν στον άλλο σύζυγο για την κάλυψη τεκμηρίων και θα πρέπει να αρκεστούν στο ατομικό τους εισόδημα.
Δεν είναι λίγες και οι περιπτώσεις που μπορεί να χαθούν επιδόματα τα οποία ορίζουν ως κριτήριο το οικογενειακό και όχι το ατομικό εισόδημα.
Επίσης, στην ατομική επιχείρηση χάνεται το δικαίωμα μεταφοράς της ζημιάς, αν προκύψει διαφορά τεκμηρίων.
Στην ηλεκτρονική πλατφόρμα οι φορολογούμενοι θα μπορούν να γνωστοποιήσουν την επιλογή τους για την υποβολή χωριστών φορολογικών δηλώσεων, ενώ όσοι το έκαναν πέρυσι θα πρέπει να υποβάλουν ξανά αίτηση φέτος. Σε περίπτωση που κανείς από τους συζύγους δεν γνωστοποιήσει το σχετικό αίτημα μέχρι το τέλος Φεβρουαρίου τότε θα πρέπει να υποβάλουν φέτος κοινή φορολογική δήλωση.
Πού κρύβονται οι «παγίδες» στο «φορολογικό διαζύγιο»
Οι χωριστές δηλώσεις κρύβουν «παγίδες» και για αυτό οι φορολογούμενοι θα πρέπει να γνωρίζουν τα εξής:
Τεκμήρια. Στις χωριστές δηλώσεις δεν υφίσταται η έννοια του οικογενειακού εισοδήματος για την κάλυψη των τεκμηρίων διαβίωσης (αυτοκίνητα, κατοικίες κ.α) και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων καθενός από τους συζύγους, καθώς βαρύνουν τον κάθε σύζυγο ατομικά ενώ για τη δυνατότητα κάλυψης τεκμηρίων με ανάλωση κεφαλαίου δεν μπορεί να γίνει επίκληση εισοδημάτων από τη δήλωση του άλλου συζύγου. Σημειώνεται ότι το τεκμήριο ελάχιστης αντικειμενικής δαπάνης διαβίωσης για το άτομο είναι τα 3.000 ευρώ, αντί για 5.000 ευρώ που χρεώνεται στο ζευγάρι στην περίπτωση κοινής δήλωσης. Συνεπώς με βάση τα παραπάνω υπάρχει κίνδυνος κάποιοι να κληθούν να πληρώσουν έξτρα φόρο λόγω μη κάλυψης των τεκμηρίων διαβίωσης και του «πόθεν έσχες».
Αποδείξεις. Δεν υπάρχει δυνατότητα μεταφοράς ποσού αποδείξεων από τον ένα σύζυγο στον άλλο οπότε αν κάποιος έχει έλλειμμα αποδείξεων θα βρεθεί αντιμέτωπος με την επιβολή του πέναλτι 22% επί του ποσού που θα λείπει από το όριο του 30%.
Επιδόματα. Για τη χορήγηση των επιδομάτων λαμβάνεται υπόψη το οικογενειακό εισόδημα και όχι το ατομικό που θα δηλώσει ο κάθε σύζυγος στη φορολογική του δήλωση.
Κατοικίες. Ο κάθε σύζυγος συμπληρώνει το ποσοστό ιδιοκτησίας του σε περίπτωση ιδιόκτητης κατοικίας, το ποσοστό του ως μισθωτής σε περίπτωση μισθωμένης κατοικίας και το ποσοστό της δωρεάν παραχώρησης, αντίστοιχα. Ο σύζυγος που δεν διαθέτει καθόλου ποσοστό συνιδιοκτησίας ή χρήσης, συμπληρώνει στον πίνακα 6 την ένδειξη «συνοίκηση με σύζυγο». Ο άλλος σύζυγος δεν συμπληρώνει καμία ένδειξη.
Τέκνα. Τα τέκνα που προέρχονται από κοινό γάμο καθώς και τα αναγνωρισμένα τέκνα δηλώνονται ως εξαρτώμενα μέλη και από τους δύο συζύγους. Το εισόδημα του ανήλικου τέκνου που δεν φορολογείται στο όνομα του τέκνου, προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα που έχει το μεγαλύτερο εισόδημα και δηλώνεται μόνο από αυτόν τον γονέα. Το εισόδημα και οι αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων των προστατευόμενων τέκνων βαρύνουν τον σύζυγο με το υψηλότερο εισόδημα. Αν τα εισοδήματα είναι ίσα, τότε βαρύνουν τον πατέρα. Στην περίπτωση που ένας εκ των δύο γονέων έχει τα γονική μέριμνα το εισόδημα του ανήλικου τέκνου προστίθεται στα εισοδήματα του γονέα αυτού.
Ενημερότητα. Δεν «μπλοκάρεται» η έκδοση φορολογικής ενημερότητας του ενός συζύγου όταν ο άλλος σύζυγος έχει ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία.
Συμψηφισμοί. Δεν διενεργείται συμψηφισμός της εκκαθάρισης. Αν για παράδειγμα ο σύζυγος με βάση το εκκαθαριστικό πρέπει να καταβάλλει επιπλέον φόρο αλλά η σύζυγος έχει επιστροφή φόρου, τότε δεν γίνεται αυτόματος συμψηφισμός, πράγμα που σημαίνει ότι ο σύζυγος θα πληρώσει τον επιπλέον φόρο και η σύζυγος θα λάβει το ποσό της επιστροφής.
Προσωπικά δεδομένα. Ο κάθε σύζυγος διαχειρίζεται και τηρεί τα προσωπικά του φορολογικά δεδομένα για το ύψος των εισοδημάτων, των καταθέσεών ή άλλων περιουσιακών του στοιχείων.
Σε ποιες περιπτώσεις είναι υποχρεωτική η χωριστή δήλωση
Επισημαίνεται ότι με βάση το ισχύον νομοθετικό καθεστώς η υποβολή ξεχωριστής φορολογικής δήλωσης είναι υποχρεωτική στις ακόλουθες περιπτώσεις:
Έχει διακοπεί η έγγαμη συμβίωση κατά τον χρόνο υποβολής της δήλωσης. Το έγγραφο που απαιτείται να κατατεθεί στο μητρώο της εφορίας είναι το διαζευκτήριο ή η λύση συμφώνου συμβίωσης.
Έχει δηλωθεί διάσταση μετά από αίτηση του ενός μέρους τουλάχιστον με αποδεικτικό αίτησης κατάθεσης αγωγής διαζυγίου ή αίτηση συναινετικού διαζυγίου, χωρίς να έχει εκδοθεί η απόφαση.
Ο ένας από τους δύο συζύγους βρίσκεται σε κατάσταση πτώχευσης ή έχει υποβληθεί σε δικαστική συμπαράσταση.
Υφίσταται λύση γάμου που έχει προέλθει από θάνατο. Ακόμη και αν δεν έχει γίνει διακοπή του ΑΦΜ του θανόντος, με τη ληξιαρχική πράξη θανάτου, η οικογενειακή κατάσταση μεταβάλλεται «σε χηρεία».