ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ενεργειακή κρίση: Εφιάλτης ο φετινός λογαριασμός θέρμανσης
Εως 6 δισ. ευρώ πρέπει να πληρώσουν τα νοικοκυριά για να βγάλουν τον χειμώνα
Ο εφιάλτης είναι εδώ: τα νοικοκυριά να χρειαστεί να πληρώσουν 5-6 δισ. ευρώ για να αγοράσουν τις ίδιες ποσότητες φυσικού αερίου και πετρελαίου θέρμανσης που αγόρασαν και πέρυσι για να περάσουν τον χειμώνα. Οταν πέρυσι τον Οκτώβριο η σεζόν ξεκίνησε με τιμή πετρελαίου θέρμανσης στα 1,16 ευρώ ανά λίτρο και τώρα κινδυνεύουμε να ξεκινήσουμε να το πληρώσουμε 1,7 ευρώ, όταν το φυσικό αέριο είχε πέρυσι τον Οκτώβριο 6 λεπτά η κιλοβατώρα και φέτος μπορεί να εκτοξευτεί και πάνω από τα 24 λεπτά, ο κίνδυνος γίνεται εύκολα αντιληπτός.
Αν παραμείνουν αυτές οι τιμές και το επόμενο χρονικό διάστημα –προς το παρόν όλες οι προβλέψεις είναι εξαιρετικά δυσοίωνες– τότε τα νοικοκυριά θα βρεθούν αντιμέτωπα με το δίλημμα ή να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας ή να πληρώσουν πολύ περισσότερα σε σχέση με πέρυσι. Η αύξηση του επιδόματος θέρμανσης και η επιδότηση της τιμής του φυσικού αερίου παραμένουν στην ατζέντα του οικονομικού επιτελείου. Ωστόσο, με δεδομένο το «δημοσιονομικό βαρίδι» που έχει δημιουργηθεί για την επιδότηση του ηλεκτρικού ρεύματος, τα περιθώρια για πολύ γενναία στήριξη από την πλευρά του κράτους και για την κάλυψη της θέρμανσης είναι περιορισμένα.
• Το φυσικό αέριο. Τα νούμερα που τεκμηριώνουν τον κίνδυνο της πολύ μεγάλης επιβάρυνσης των νοικοκυριών είναι πολύ συγκεκριμένα. Από το σύνολο της κατανάλωσης φυσικού αερίου –περίπου 30 TWh σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία για το α΄ εξάμηνο της φετινής χρονιάς– περίπου 8,2 τεραβατώρες διατίθενται μέσω του δικτύου διανομής και καταλήγουν κυρίως στα νοικοκυριά. Αρα, σε ετήσια βάση, τα νοικοκυριά καταναλώνουν για θέρμανση περίπου 16 δισεκατομμύρια κιλοβατώρες. Τον Ιανουάριο του 2021 μια κιλοβατώρα φυσικού αερίου κόστιζε 1,6 λεπτά στο χρηματιστήριο του Αμστερνταμ. Τον Οκτώβριο του 2021 η περυσινή χειμερινή σεζόν ξεκίνησε με την τιμή στα 6,38 λεπτά του ευρώ αυξημένη κατά 294% σε σχέση με τις αρχές του χρόνου, καθώς η ενεργειακή κρίση είχε ήδη ξεσπάσει. Φτάσαμε τον Αύγουστο φέτος στα 17 λεπτά του ευρώ και ο εφιάλτης είναι η τιμή του Σεπτεμβρίου. Επειδή η τιμολόγηση γίνεται με βάση τη χρηματιστηριακή τιμή του προηγούμενου μήνα, από τον Σεπτέμβριο τα νοικοκυριά θα αρχίσουν να τιμολογούνται με βάση τα 300άρια που καταγράφονται εδώ και μερικά 24ωρα για την τιμή της μεγαβατώρας. Ακόμη λοιπόν και αν ληφθούν υπόψη οι εκπτώσεις που γίνονταν μέχρι τώρα (30 ευρώ ανά μεγαβατώρα από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης), οι τελικοί καταναλωτές κινδυνεύουν να πληρώσουν μια κιλοβατώρα φυσικού αερίου ακόμη και πάνω από 24-25 λεπτά. Με δεδομένη την κατανάλωση, ο «λογαριασμός» κινδυνεύει να φτάσει ακόμη και στα 4 δισ. Αν λοιπόν δεν υπάρξει αποκλιμάκωση των τιμών το επόμενο διάστημα ή πολύ γενναία επιδότηση από το κράτος (εξελίξεις και οι δύο όχι πολύ πιθανές με βάση τα τωρινά δεδομένα), η «στροφή» σε άλλο καύσιμο θα μπει αναγκαστικά στο τραπέζι.
• Το πετρέλαιο θέρμανσης. Ξεκίνησε πέρυσι τον Οκτώβριο να πωλείται προς 1,16 ευρώ το λίτρο. Κατά τη διάρκεια του χειμώνα οι τιμές ανέβηκαν πολύ και στο τέλος της προηγούμενης χειμερινής σεζόν φτάσαμε στο σημείο ένα λίτρο να κοστίζει 1,6 ευρώ. Τον Ιούνιο, με την έκρηξη της τιμής του πετρελαίου η τιμή αναρριχήθηκε ακόμη και στα 1,9 ευρώ, ενώ με τα σημερινά δεδομένα βρισκόμαστε κοντά στα 1,7 ευρώ. Ετσι, το νοικοκυριό που γέμισε τη δεξαμενή πέρυσι τον Οκτώβριο και περιμένει την 15η Οκτωβρίου φέτος για ανεφοδιασμό, θα πληρώσει το λίτρο περίπου 46% ακριβότερα αν δεν υπάρξει αλλαγή σκηνικού όσον αφορά τη διεθνή τιμή του πετρελαίου. Δεδομένου ότι η ετήσια κατανάλωση ανέρχεται περίπου στα 1,2-1,3 δισεκατομμύρια λίτρα, η επιβάρυνση μπορεί να ξεπεράσει τα 2 δισ. ευρώ για τα νοικοκυριά που στρέφονται στο πετρέλαιο για την κάλυψη των αναγκών θέρμανσης.
• Το ηλεκτρικό ρεύμα. Για τα νοικοκυριά που επιλέγουν το ρεύμα για να καλύψουν τις ανάγκες θέρμανσης η φετινή χειμερινή σεζόν ξεκινάει με μια πολύ μεγάλη διαφορά σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή. Η κρατική επιδότηση επεκτείνεται στο σύνολο της κατανάλωσης και δεν περιορίζεται στις 300 κιλοβατώρες ανά μήνα. Ετσι, για τα νοικοκυριά που θερμαίνονται με ρεύμα –και κατά κανόνα ξεφεύγουν από το όριο των 300 κιλοβατωρών τον μήνα– η τελική χρέωση ανά κιλοβατώρα θα είναι χαμηλότερη σε σχέση με πέρυσι, παρά την έκρηξη της τιμής του ηλεκτρικού ρεύματος που έχει φτάσει να πωλείται σε τιμές λιανικής ακόμη και πάνω από 80 λεπτά η κιλοβατώρα. Φυσικά, η ελάφρυνση θα ισχύει για όσο ακολουθείται το σημερινό σύστημα κρατικής επιδότησης το οποίο χρηματοδοτείται με 2 δισ. ευρώ ανά μήνα. Με τα σημερινά δεδομένα η τελική τιμή λιανικής μιας κιλοβατώρας μπορεί να πέσει και κάτω από τα 22 λεπτά του ευρώ και να μετατρέψει το ηλεκτρικό ρεύμα σε φθηνότερη λύση θέρμανσης για τα νοικοκυριά, ειδικά αν χρησιμοποιηθεί συσκευή περιορισμένης κατανάλωσης, όπως είναι τα κλιματιστικά ή οι αντλίες θερμότητας.
• Τα ξύλα και τα pellet. Δεδομένου ότι η εγχώρια παραγωγή δεν καλύπτει την ολοένα και αυξανόμενη ζήτηση, η τιμή του ξύλου αλλά και του pellet αναμένεται ότι θα είναι πολύ αυξημένη σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή. Παρά την αύξηση της τιμής η «στροφή» στην καύση αναμένεται να είναι ακόμη πιο μεγάλη φέτος, ειδικά στη Β. Ελλάδα και τις ορεινές περιοχές.
Έρχεται βαρύς χειμώνας στις πολυκατοικίες
Με ορατό τον κίνδυνο το κόστος της θέρμανσης να εκτοξευθεί φέτος ακόμη και πάνω από τα 5-6 δισ. ευρώ, είναι προφανές ότι τα 167 εκατ. ευρώ που δόθηκαν πέρυσι ως επίδομα θέρμανσης σε 830.000 νοικοκυριά μοιάζει πολύ «μικρό» για να περιορίσει το πολύ υψηλό κόστος. Η αύξηση του διαθέσιμου κονδυλίου είναι στα σχέδια της κυβέρνησης, ωστόσο το επιπλέον ποσό που θα δοθεί θα εξαρτηθεί από τα δημοσιονομικά περιθώρια. Περιθώρια που στενεύουν ολοένα και περισσότερο κάθε φορά που η τιμή του φυσικού αερίου –και κατά συνέπεια και του ηλεκτρικού ρεύματος, που σε μεγάλο βαθμό είναι συνδεδεμένη– ανεβαίνει σε υψηλότερα επίπεδα. Οσο υψηλότερη η τιμή του φυσικού αερίου, τόσο μεγαλύτερο το κόστος επιδότησης των λογαριασμών ηλεκτρικού ρεύματος και κατά συνέπεια τόσο στενότερα τα περιθώρια για άλλα μέτρα στήριξης, μεταξύ των οποίων και το επίδομα θέρμανσης.
Τα τελευταία δύο χρόνια το επίδομα θέρμανσης έχει διευρυνθεί και καλύπτει όχι μόνο το πετρέλαιο, αλλά και το φυσικό αέριο και άλλα καύσιμα, ακόμη και τα καυσόξυλα. Και πάλι όμως τα τελικά στατιστικά στοιχεία από την περυσινή σεζόν δείχνουν ότι, πρακτικά, αυτοί που εισπράττουν το επίδομα είναι εκείνοι που χρησιμοποιούν πετρέλαιο: σε σύνολο 830.000 δικαιούχων, οι 642.000 αγόρασαν πετρέλαιο και οι υπόλοιποι 187.000 φυσικό αέριο και λοιπά καύσιμα. Κατά συνέπεια, στην «επικαιροποίηση» των κριτηρίων θα αναζητηθεί όχι μόνο πρόσθετος δημοσιονομικός χώρος, αλλά και τρόπος να διευρυνθεί ο κατάλογος των δικαιούχων, ειδικά αυτών που ζουν σε πολυκατοικίες με κεντρική θέρμανση φυσικού αερίου και οι οποίες είναι πιθανό να μείνουν χωρίς θέρμανση λόγω κόστους ή ασυμφωνίας στις γενικές συνελεύσεις.
Για την ενίσχυση των νοικοκυριών θα προωθηθεί και η επιδότηση της τιμής του φυσικού αερίου, ωστόσο και πάλι τα διαθέσιμα δημοσιονομικά περιθώρια θα κρίνουν το κατά πόσον η επιδότηση θα μπορεί να ξεπερνά τα 30 ευρώ ανά μεγαβατώρα δεδομένου ότι και αυτά τα χρήματα προέρχονται από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης.
Φωτογραφία από Michael Schwarzenberger από το Pixabay