ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
DBRS: Αναβάθμισε την Ελλάδα σε ΒΒ, με θετικές προοπτικές
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας αντανακλά την επικαιροποιημένη αξιολόγηση του οίκου για τη χώρα
SHARE:
Επιβεβαίωσε τις προσδοκίες η DBRS, καθώς προχώρησε σε επί τα βελτίω αναθεώρηση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της Ελλάδας σε ΒΒ από BB(low) προηγουμένως, αναβαθμίζοντας παράλληλα και τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας σε θετικές από σταθερές.
Όπως αναφέρει ο καναδικός οίκος η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει τη θετική άποψη της DBRS Morningstar για τις δημοσιονομικές και οικονομικές εξελίξεις πριν από την πανδημία που προσέφεραν στη χώρα μεγαλύτερη ανθεκτικότητα ώστε να αντιμετωπίσει τις τρέχουσες προκλήσεις.
Οι ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας πριν από το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού και τα σημαντικά ταμειακά αποθέματα, που αυξήθηκαν σε 32,2 δισ. ευρώ στο τέλος Ιουνίου 2021, όπως τονίζει ο οίκος εξασφάλισαν δημοσιονομικό χώρο στην κυβέρνηση για να λάβει μέτρα στήριξης ώστε να μετριάσει τον αντίκτυπο της πανδημίας.
Η DBRS σημειώνει ότι παρά τη μεγάλη εξάρτηση από τον τουρισμό, η συρρίκνωση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 8,2% το 2020 ήταν ηπιότερη από την αρχική εκτίμηση, ανοίγοντας τον δρόμο για μια ισχυρή ανάκαμψη μέχρι τώρα το 2021.
Επιπλέον, προσθέτει ότι έχει σημειωθεί σημαντική πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) από την μεριά των τραπεζών, με τον δείκτη NPL να μειώνεται στο 21,3% τον Ιούνιο του 2021 από 40,6% τον Δεκέμβριο του 2019.
Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας αντανακλά την επικαιροποιημένη αξιολόγηση του οίκου για τη χώρα στις κατηγορίες: "Δημοσιονομική διαχείριση και πολιτική", "Οικονομική δομή και Απόδοση" και "Νομισματική πολιτική και Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα".
Σε ό,τι αφορά την επί τα βελτίω αναθεώρηση των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας, σε θετικές από σταθερές, αντικατοπτρίζουν την άποψή της ότι οι μελλοντικές οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας φαίνεται να ενισχύονται σημαντικά.
Όπως σημειώνει, παρά την υγειονομική κρίση, η ελληνική κυβέρνηση συνέχισε να εφαρμόζει το πρόγραμμα διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων σε συνεργασία με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα, βελτιώνοντας έτσι τη δυναμική της ανάπτυξης. Μάλιστα, ο οίκος τονίζει ότι έχουν ήδη
αρχίσει να εμφανίζονται έντονα σημάδια ανάκαμψης της οικονομίας.
Οι αρχικές εκτιμήσεις για το ΑΕΠ υποδηλώνουν ανάκαμψη 16,2% το β΄ τρίμηνο του τρέχοντος έτους, σε ετήσια βάση, με αποτέλεσμα ανάπτυξη 6,9% στο πρώτο μισό του 2021 έναντι του αντίστοιχου α΄ εξαμήνου του 2020.
Επιπλέον, τα στοιχεία από τις διεθνείς πτήσεις έδειξαν, μετά από ένα σχετικά αδύναμο ξεκίνημα, ισχυρή ανάκαμψη του τουριστικού τομέα το τρίτο τρίμηνο του έτους, με τις αφίξεις να φτάνουν στο 93% των επιπέδων του 2019.
Ωστόσο, ο οίκος επισημαίνει ότι ο πιο σημαντικός παράγοντας είναι ότι η Ελλάδα αναμένεται να λάβει ένα σημαντικό ποσό κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης της ΕΕ και από το πολυετές δημοσιονομικό πλαίσιο ύψους περίπου 70 δισ. ευρώ. Σημειώνει ότι το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας της Ελλάδας, ήτοι το γνωστό "Ελλάδα 2.0” περιλαμβάνει μεταρρυθμίσεις που πιθανότατα θα ενισχύσουν την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, μειώνοντας το επενδυτικό χάσμα μεταξύ της Ελλάδας και των αντιστοιχων χωρών της ευρωζώνης.
Η αγορά θεωρούσε πιθανή την αναβάθμιση της Ελλάδας από την DBRS δεδομένου ότι ο οίκος, μαζί με την Moody’s (Ba3 σταθερές προοπτικές), βαθμολογούν τη χώρα πιο αυστηρά από τους Fitch και S&P (BB με σταθερές και θετικές προοπτικές αντίστοιχα), και τρεις βαθμίδες κάτω από το Investment Grade. O οίκος αξιολόγησης Scope Ratings, ο οποίος πρόσφατα αναβάθμισε την Ελλάδα στο ΒΒ+ από ΒΒ πριν, με σταθερές προοπτικές, και είναι ο πιο θετικός από όλους, ωστόσο δεν ανήκει στους Big 4 τους οποίους... "ακούει" η ΕΚΤ.
Τα στοιχεία για την πορεία του ΑΕΠ β’ τριμήνου τα οποία εντυπωσίασαν τους αναλυτές και οδήγησαν σε έναν γύρο ανοδικών αναθεωρήσεων των στόχων για την ανάπτυξη της Ελλάδας φέτος, με πιο πρόσφατες αυτές των Moody’s Analytics, Capital Economics και Oxford Economics οι οποίοι τοποθετούν την αύξηση του ΑΕΠ πάνω από το 8% φέτος, σε συνδυασμό με τη σημαντική βελτίωση που έχουν σημειώσει οι ελληνικές τράπεζες στη μείωση των NPEs με στόχο έναν μονοψήφιο δείκτη το 2022, θεωρούνταν από την αγορά ικανοί καταλύτες για να… σπρώξουν το "χέρι” της DBRS.
Άλλωστε κατά την προηγούμενη έκθεση αξιολόγησης τον Μάρτιο, ο καναδικός οίκος είχε επισημάνει ότι οι παράγοντες που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναβάθμιση της αξιολόγησής της για την Ελλάδα είναι πρώτον η αποτελεσματική διαχείριση της κρίσης του κορονοϊού, που θα επιστρέψει την οικονομία σε σταθερή τροχιά ανάπτυξης, και δεύτερον η τήρηση των δεσμεύσεών της στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής εποπτείας, η συνεργασία της με τους θεσμούς σε δημοσιονομικό επίπεδο και η συνέχιση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.
Αντίθετα, παράγοντες που θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά την αξιολόγησή της είναι μια παρατεταμένη αρνητική απόδοση της οικονομίας, η αντιστροφή ή η καθυστέρηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και μακροπρόθεσμα η έλλειψη δημοσιονομικής προσπάθειας, καθώς και το ενδεχόμενο νέας αστάθειας του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Σημειώνεται ότι τα επόμενα "ραντεβού" της Ελλάδας με τους οίκους αξιολόγησης είναι στις 22 Οκτωβρίου με την S&P, στις 19 Νοεμβρίου με την Moody’s και στα μέσα Ιανουαρίου του 2022 με την Fitch.