Κάτω από το επίπεδο «ορόσημο» των 1.100 μονάδων υποχώρησε το Χρηματιστήριο Αθηνών υποκύπτοντας στις ισχυρές πτωτικές πιέσεις των τελευταίων ημερών, καθώς το πολιτικό ρίσκο επανήλθε στην εικόνα της εγχώριας αγοράς.
Συγκεκριμένα, στις 11:25, ο Γενικός Δείκτης Τιμών διαμορφώθηκε στις 1.094,84 μονάδες σημειώνοντας πτώση 1,78% (ενώ νωρίτερα έφτασε μέχρι και το -2,11%) και τζίρο στα 26,87 εκατ. ευρώ.
Ο δείκτης υψηλής κεφαλαιοποίησης σημειώνει πτώση σε ποσοστό 2,37%, ενώ ο δείκτης της μεσαίας κεφαλαιοποίησης υποχωρεί σε ποσοστό 1,64%.
Σύμφωνα με τους αναλυτές, οι βασικότεροι παράγοντες της πτώσης είναι, από τη μία, το «μούδιασμα» που προκάλεσε το πολύνεκρο δυστύχημα στα Τέμπη και από την άλλη το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας με φόντο την ανακοίνωση των εθνικών εκλογών. Ενώ παραμένουν «παρούσες» οι διεθνείς πιέσεις με φόντο την αύξηση των επιτοκίων στη μάχη κατά του πληθωρισμού.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το εβδομαδιαίο δελτίο της Beta Χρηματιστηριακή την προηγούμενη Παρασκευή, «τα τραγικά γεγονότα του σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη έχουν επιδράσει στην δυναμική της αγοράς καθώς διαφαίνεται μια συνολική αναθεώρηση των δεδομένων που καθορίζουν τους πολιτικούς συσχετισμούς ενόψει των επερχόμενων εκλογών.
Η αναμονή -προκειμένου να μετρηθεί η επίδραση των γεγονότων στο εκλογικό σώμα- φαίνεται να υιοθετείται προς ώρας ενώ ο χρόνος διεξαγωγής των εκλογών απέκτησε εκ νέου αυξημένο βαθμό αβεβαιότητας. Η αγορά ως είθισται σε αυτές τις περιπτώσεις θα αναπροσαρμόσει τις μεσοπρόθεσμες προσδοκίες και καθώς το ράλι των δύο προηγούμενων μηνών είχε σημαντικά κέρδη και υπεραξίες η αναδίπλωση σε συντηρητικότερες στρατηγικές από μέρος του επενδυτικού κοινού έβγαλε ρευστοποιήσεις στο τέλος της εβδομάδας σε όλο σχεδόν το εύρος των κεφαλαιοποιήσεων».
«Οι επόμενες 90 ημέρες έχουν έντονο και πυκνό περιεχόμενο νέων και εξελίξεων. Σε αυτό το διάστημα δεν αποκλείεται να δούμε δύο εκλογικές αναμετρήσεις με ότι αυτό συνεπάγεται για την στάση που θα τηρήσουν τα χαρτοφυλάκια πριν και μεταξύ των δύο εκλογών, την ολοκλήρωση των αποτελεσμάτων του 2022 αλλά και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του α’ τριμήνου του 2023. Το σκηνικό περιπλέκεται ακόμα περισσότερο καθώς σε αυτό το χρονικό διάστημα έχουμε δύο συνεδριάσεις επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών σε Ευρώπη και Αμερική. Όλα τα παραπάνω εκφράζονται σε αύξηση της μεταβλητότητας, αφού σε μια αγορά που έχει τρέξει 20% από την αρχή του έτους τα αντανακλαστικά αποκτούν διαφορετικούς βαθμούς ευαισθησίας ειδικά σε αστοχίες που αφορούν οικονομικά δεδομένα».