ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ανατιμήσεις - φωτιά και τα έξοδα στα ύψη!
Πού ξοδεύουν οι Έλληνες καταναλωτές τα περισσότερα χρήματα
Σε 17.037 ευρώ ανήλθε η μέση ετήσια δαπάνη των ελληνικών νοικοκυριών για αγορές το 2021 καταγράφοντας ετήσια αύξηση 6,6% (1.055,52 ευρώ) σε σχέση με το 2020, σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε σήμερα η ΕΛΣΤΑΤ. Όπως προκύπτει από τα ίδια στοιχεία, η συνολική ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών πέρυσι ανήλθε σε 69,403 δισ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 6,5% σε σύγκριση με το 2020.
Σε πραγματικούς όρους, η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών αυξήθηκε σε ποσοστό 1,4% ή 240,48 ευρώ, λόγω της επίδρασης του πληθωρισμού, βάσει του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή του 2020 (5,1%).
Ομοίως, η μέση ετήσια δαπάνη για κάθε άτομο, το 2021, ανήλθε σε 6.669 ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 6,6% ( 413,40 ευρώ ετησίως) σε σύγκριση με το 2020.
Η υψηλότερη μέση ετήσια δαπάνη καταγράφηκε στην Περιφέρεια Αττικής και ανήλθε σε 19.687,92 ευρώ, ενώ η χαμηλότερη στην Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος και ανήλθε σε 12.236,64 ευρώ.
«Μαχαίρι» στις δαπάνες σε σχέση με το 2008
Σημειώνεται ότι η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών το 2021 εμφανίζεται μειωμένη κατά 33% σε σύγκριση με το 2008, δηλαδή με τα προ κρίσης επίπεδα.
Πού δαπανούν περισσότερα
ΕΛΣΤΑΤ
Ένα στα δύο νοικοκυριά δαπανούσαν περισσότερα από 1.297 ευρώ τον μήνα το 2021. Τα νοικοκυριά που διέμεναν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούσαν το 18,9% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.
Βάσει ειδικότερα των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ, το μεγαλύτερο μερίδιο των δαπανών του μέσου προϋπολογισμού των νοικοκυριών, σε τρέχουσες τιμές, αφορά: στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (22,0%), στη στέγαση (14,7%) και στις μεταφορές (12,7%), ενώ το μικρότερο μερίδιο των δαπανών (3,4%) αντιστοιχεί στις υπηρεσίες εκπαίδευσης.
Η μεγαλύτερη ποσοστιαία αύξηση δαπανών των νοικοκυριών, σε σχέση με την προηγούμενη έρευνα (2020), παρουσιάζεται σε: εστιατόρια, καφενεία και ξενοδοχεία (18,6%), αναψυχή και πολιτισμό (15,1%), είδη ένδυσης και υπόδησης (14,6%), ενώ η μικρότερη ποσοστιαία αύξηση παρουσιάζεται στα είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά (1,3%). Μείωση παρουσιάστηκε μόνο στις υπηρεσίες εκπαίδευσης (-3,8%).