LIFESTYLE
The Crown: H ιστορία μίας φωτογραφίας που άλλαξε τη ζωή της Νταϊάνα
Οι φωτογραφίες του Μπρένα σηματοδότησαν την αρχή μιας παγκόσμιας φρενίτιδας γύρω από την κοσμαγάπητη πριγκίπισσα που οδήγησε στον θάνατο της ίδιας και του συντρόφου της, την τελευταία νύχτα του Αυγούστου του 1997
Καλοκαίρι 1997 και η πριγκίπισσα Νταϊάνα ερωτοτροπεί με τον κοσμοπολίτη Ντόντι αλ Φαγέντ στο πολυτελές γιοτ «Jonikal» στα νερά της Μεσογείου.
Η Νταϊάνα του λέει πως της αρέσουν οι άνδρες με «χείλη στη σωστή θερμοκρασία».
«Είναι τα δικά μου στη σωστή θερμοκρασία;» ανταποκρίνεται στην πρόκληση ο Ντόντι, με την Νταϊάνα να απαντά: «Δεν ξέρω, πρέπει να δοκιμάσω».
Το ζευγάρι φιλιέται μακάρια, αγνοώντας πως λίγα μέτρα μακριά του βρίσκεται ο Ιταλός φωτογράφος Μάριο Μπρένα, που παρακολουθεί και καταγράφει.
Λίγες ημέρες μετά, τα στιγμιότυπα του Μπρένα με τους ερωτευμένους κάνουν το γύρο της υφηλίου σε παγκόσμια αποκλειστικότητα.
Αυτή είναι η κεντρική σκηνή στην έκτη και τελευταία σεζόν της σειράς Το Στέμμα, The Crown που έκανε πρεμιέρα την περασμένη εβδομάδα στο Netflix.
Αυτή είναι και η στιγμή που σηματοδότησε την αρχή μιας παγκόσμιας φρενίτιδας γύρω από την κοσμαγάπητη πριγκίπισσα, που οδήγησε στον θάνατο της ίδιας και του συντρόφου της, στις 31 Αυγούστου της ίδιας χρονιάς.
Διαρροή ή τύχη;
Σύμφωνα με το The Crown, ο πατέρας του Ντόντι, Μοχάμεντ αλ Φαγέντ, φέρεται να ήταν εκείνος που είχε προσλάβει τον Μπρένα για να φωτογραφίσει το ζεύγος, ώστε να γίνει η σχέση γνωστή και να εκμαιεύσει με αυτόν τον τρόπο ένα γάμο.
Η Ανι Σουλτσμπέργκερ, επικεφαλής έρευνας της σειράς, σημειώνει πως «υπάρχουν κάποιες θεωρίες για το πώς κατάφερε ο Μπρένα να βρει το “Τζόνικαλ” κάπου στη Μεσόγειο», με την πιο «αξιόπιστη» από αυτές τις θεωρίες σύμφωνα με την ομάδα της σειράς, αυτή που θέλει υπαλλήλους του πατρός Αλ Φαγέντ να ενημερώνουν τον Μπρένα για την τοποθεσία του γιοτ.
Ωστόσο, σύμφωνα με τον ατζέντη του φωτογράφου, Μπρούνο Μάλκα, ο οποίος είχε βοηθήσει στην πώληση των φωτογραφιών στο Paris Match, ο Μπρένα, καθώς είχε περάσει πολλά χρόνια δουλειάς στη συγκεκριμένη περιοχή, γνώριζε το γιοτ «χωρίς να ξέρει, όμως, πως τη συγκεκριμένη ημέρα βρίσκονταν εκεί η Νταϊάνα και ο Ντόντι».
Η εκδοχή του Μπρένα
Ο Μάριο Μπρένα, μιλώντας τους New York Times, στην πρώτη του συνέντευξη σε αγγλόφωνη εφημερίδα όπως λέει, χαρακτηρίζει τη φημολογία περί διαρροής της τοποθεσίας του σκάφους ή, πολύ περισσότερο, της πρόσληψής του από τον πατέρα Αλ Φαγέντ «παράλογη και εντελώς επινοημένη».
Σύμφωνα με τον Ιταλό φωτογράφο, η καταγραφή των γεγονότων είναι κάθε άλλο παρά ακριβής.
Οπως λέει ο ίδιος, κάθε καλοκαίρι τέτοια περίοδο βρισκόταν στη Σαρδηνία για να φωτογραφίζει τους διάσημους που παραθέριζαν στα νερά της Μεσογείου και το ότι έπεσε πάνω στην Νταϊάνα και τον Ντόντι ήταν απλώς «τεράστια τύχη».
Σύμφωνα με τον Μπρένα, την 1η Αυγούστου του 1997 πλησίασε με ένα φουσκωτό το γιοτ για να μιλήσει «σε μια ξανθιά γυναίκα στο επάνω κατάστρωμα» που νόμιζε πως ήταν παλιά γνωστή του. Σύντομα εμβρόντητος συνειδητοποιούσε πως η τύχη τού είχε χαμογελάσει.
Αφού εντόπισε το ζεύγος, ο Μπρένα πέρασε τις επόμενες ημέρες παρακολουθώντας το πολυτελές σκάφος – ακόμη κι αν αυτό συνεπαγόταν κινδύνους, όπως την αναρρίχηση στην άκρη ενός γκρεμού για καλύτερη θέα. Από εκείνο το υπερυψωμένο σημείο, δε, σε απόσταση περίπου 400 μέτρων από τους πρωταγωνιστές των κλικ του, τράβηξε πολλές λήψεις, αν και αρκετά θολές λόγω απόστασης και ζέστης, των Νταϊάνα και Ντόνι σε πιο προσωπικές στιγμές.
Ο ίδιος έβγαλε τα φιλμ από τη φωτογραφική του μηχανή και τα έθαψε ώστε να τα προστατεύσει αφενός από την έκθεση στον καυτό ήλιο, ενώ συνέχιζε να τραβά φωτογραφίες, αφετέρου από τους ανταγωνιστές συναδέλφους τους που, αν διαπίστωναν το αντικείμενο των φωτογραφιών, θα μπορούσαν να κλέψουν το υλικό του.
Ο Μπρένα ήξερε από την αρχή πως είχε εξασφαλίσει «μια ιστορική φωτογραφία» που «έλυσε τα προσωπικά και οικογενειακά προβλήματά» του, λίγο μετά από το διαζύγιό του και σε μια συγκυρία όπου «δεν κολυμπούσε στο χρήμα», όπως παραδέχεται.
Στις 10 Αυγούστου, μία από τις φωτογραφίες του φιγουράριζε στο πρωτοσέλιδο της Sunday Mirror υπό τον πηχυαίο τίτλο «The Kiss». Κατά παραδοχή του, τους επόμενους έξι με οκτώ μήνες, οι φωτογραφικοι αυτοί θησαυροί τού είχαν αποφέρει περί τα 2,1 εκατ. δολάρια.
Φρενίτιδα για μία λήψη
Οι φωτογραφίες αυτές, ωστόσο, πυροδότησαν μια ανεξέλεγκτη κούρσα ανταγωνισμού για το καλύτερο στιγμιότυπο του ζεύγους, με χιλιάδες φωτογράφους να συρρέουν στην περιοχή σε ένα ακατάσχετο κυνήγι δημοσιότητας.
Σύμφωνα με τον Βρετανό φωτογράφο, Τζέισον Φρέιζερ, μετά τη δημοσίευση των πρώτων αυτών φωτογραφιών, πάνω από 2.000 φωτογράφοι κατέκλυσαν τη Μεσόγειο, φιλοδοξώντας κι εκείνοι σε ανάλογα καρέ, δόξα και χρήμα. «Ενιωσα πως το όλο θέμα είχε ξεφύγει από κάθε έλεγχο», δήλωνε το 2013 ο Φρέιζερ.
Τα πρώτα εκείνα ιστορικά «κλικ» αποδείχτηκαν δυσοίωνα. Λίγες εβδομάδες μετά, το ζευγάρι έχανε τη ζωή του σε ένα φρικτό δυστύχημα στο Παρίσι, καταδιωκόμενο από παπαράτσι.
To τέλος
Μετά τον τραγικό θάνατο Νταϊάνα και Ντόντι, ο Μοχάμεντ αλ Φαγέντ μήνυσε τον Φρέιζερ για τη λήψη φωτογραφιών, επικαλούμενος λόγους παραβίασης της ιδιωτικότητας.
Ο Μπρένα, από την πλευρά του, ομολογεί πως δεν είχε καμία δικαστική περιπέτεια, υποστηρίζοντας πως οι δικές του φωτογραφίες ήταν νόμιμες καθώς «ελήφθησαν σε εξωτερικό, δημόσιο χώρο».
Παραδέχεται πως εκείνος και η οικογένειά του απόλαυσαν τον θρίαμβο αυτών των φωτογραφιών εκείνο τον Αύγουστο, μέχρι τη στιγμή των τραγικών γεγονότων στην Πόλη του Φωτός.
Οταν έμαθε τα νέα, ο Μπρένα –που σήμερα ζει κοντά στη λίμνη Κόμο όπου συνεχίζει να φωτογραφίζει διάσημους σε ένα επάγγελμα εκ θεμελίων διαφορετικό λόγω των social media– «δεν μπορούσε να το πιστέψει».
Εκλαψε και θρήνησε, γιατί είχε και ο ίδιος δύο παιδιά και μπορούσε να καταλάβει τι σήμαινε για τον Γουίλιαμ και τον Χάρι η απώλεια της μητέρας τους. Αποφάσισε τότε «να μη μιλήσει δημοσίως ή να αποκαλύψει κάτι για το συμβάν, έως ότου ενηλικιωθούν τα δύο αγόρια».
Και μόνο η σκέψη ότι οι φωτογραφίες «θα μπορούσαν να έχουν συμβάλει στο κυνήγι αυτό της Νταϊάνα και του Ντόντι, προφανώς με θλίβει» λέει ο ίδιος, θεωρώντας ωστόσο πως «αν δεν ήμουν εγώ, κάποιος άλλος θα είχε τραβήξει αυτές τις φωτογραφίες».
Πηγή: New York Times