ΚΡΗΤΗ

Παν. Βαρβατσούλης: Δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα - Ένα «ίχνος» σαν κόκκος ρυζιού μπορεί να οδηγήσει στο δολοφόνο

Από την «καρδιά» του Ελληνικού CSI στα … άδυτα της Εγκληματολογικής Ψυχολογίας

Παναγιώτης Βαρβατσούλης

Της Ευαγγελίας Καρεκλάκη

Έχει βρεθεί σε δεκάδες «σκοτεινούς» τόπους αποτρόπαιων εγκλημάτων ανά την Ελλάδα για τον εντοπισμό «ιχνών» (αποτυπώματα, DNA, ίνες κ.α). Ήταν επί χρόνια ένας από τους ανθρώπους  με τις λευκές στολές, τα καλυμμένα πρόσωπα και τα ειδικά βαλιτσάκια που έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε σε σκηνές εγκλήματος. Σήμερα πια ως καθηγητής Εγκληματολογικής Ψυχολογίας ο κ. Παναγιώτης Βαρβατσούλης καλείται να ερευνήσει κίνητρα, εσωτερικές συγκρούσεις, τραυματικές εμπειρίες…Κατά τον ίδιο το  «τέλειο έγκλημα» μπορεί να φαίνεται τέλειο μόνο για όσο το βλέμμα της επιστήμης δεν έχει φτάσει ακόμα εκεί». Η αίσθηση του «σε τσάκωσα», όπως περιγράφει, είναι μοναδική. «Είναι εκείνη η στιγμή που τα κομμάτια του παζλ αρχίζουν να κουμπώνουν, και ξέρεις πως έχεις φτάσει στην αλήθεια» και είναι πραγματικά συναρπαστικό πώς ένα σπασμένο τζάμι σε μέγεθος κόκκου ρυζιού έφερε την ανατροπή σε υπό έρευνα έγκλημα.

Χαρακτηρίζει την υπόθεση της δολοφονίας της Αμερικανίδας Σούζαν Ίτον, στην Κρήτη, από τις πιο απαιτητικές και δύσκολες στην Ελληνική επικράτεια, ενώ η υπόθεση που τον σημάδεψε βαθιά είχε θύμα, όπως εξομολογείται, ένα μικρό παιδί. «Η μεγαλύτερη δυσκολία στην ανάλυση της ψυχής είναι να διατηρείς την αντικειμενικότητά σου» υπογραμμίζει, ενώ αναφέρει ότι «πίσω από κάθε υπόθεση υπάρχει ένα θύμα που αξίζει δικαιοσύνη».

Image
Παναγιώτης Βαρβατσούλης

 Ερ: Ως ερευνητής Σκηνής Εγκλήματος, με εξειδίκευση στην δακτυλοσκοπία και στο DNA, βρεθήκατε σε τόπους φρικτών εγκλημάτων. Μέχρι πρότινος η δουλειά σας ήταν να βρείτε «ποιος το έκανε» και να οδηγήσετε τις έρευνες από το «σκοτάδι» στο φως της εξιχνίασης. Σήμερα και ως Πραγματογνώμονας Εγκληματολογίας και Εγκληματολογικής Ψυχολογίας…καταδύεστε πια σε άλλου τύπου σκοτάδια, στα ενδότερα της ψυχής, και δουλειά σας είναι να μάθετε «γιατί το έκανε». Πόσο δύσκολο ήταν να διανύσετε την απόσταση ανάμεσα στο «ποιος» και το «γιατί»;

Απ: Η μετάβαση αυτή ήταν μια μεγάλη πρόκληση, αλλά και μια φυσική εξέλιξη. Στη σκηνή του εγκλήματος, τα στοιχεία είναι αντικειμενικά, είναι εκεί μπροστά σου (αποτυπώματα, DNA, άλλα ίχνη, ίνες, ύλες) και η δουλειά μου ήταν να εντοπίσω αυτά τα δεδομένα και να τα ερμηνεύσω. Όταν όμως μπαίνεις στον κόσμο της ψυχολογίας, καλείσαι να ερευνήσεις άυλα στοιχεία: τα κίνητρα, τις εσωτερικές συγκρούσεις, τις τραυματικές εμπειρίες και τις κοινωνικές συνθήκες που μπορεί να οδήγησαν έναν άνθρωπο σε εγκληματική συμπεριφορά. Αυτή η μετάβαση απαιτεί περισσότερη ενσυναίσθηση και κατανόηση, καθώς και την ικανότητα να αποδεχθείς ότι οι απαντήσεις δεν είναι πάντα σαφείς ή απόλυτες. Όταν καταδύεσαι στην ψυχολογία, καλείσαι να αναμετρηθείς με τα πιο βαθιά και σκοτεινά μονοπάτια της ανθρώπινης φύσης. Αυτή η διαδικασία είναι πιο απαιτητική, γιατί δεν υπάρχει κάτι «χειροπιαστό». Η δυσκολία έγκειται στο γεγονός ότι συχνά η ψυχή ενός δράστη αντικατοπτρίζει και πλευρές της κοινωνίας που τον διαμόρφωσε. Η συνεχής εκπαίδευση και η δια βίου ακαδημαϊκή ενημέρωση είναι κρίσιμης σημασίας για όλες τις εγκληματολογικές εξειδικεύσεις, καθώς η φύση των εργασιών απαιτεί εξειδικευμένες γνώσεις, ηθική υπευθυνότητα και συνεχή προσαρμογή στις νέες επιστημονικές εξελίξεις. Είναι βασικά στοιχεία που διασφαλίζουν ότι θα παραχθούν ακριβείς, επιστημονικά έγκυρες και ηθικές υπηρεσίες. Χωρίς αυτά, η αξιοπιστία και η αποτελεσματικότητά μπορούν να υπονομευθούν, θέτοντας σε κίνδυνο την απονομή της δικαιοσύνης και την προστασία των εμπλεκόμενων ατόμων.

Ερ: Τι είναι πιο δύσκολη, η εξερεύνηση σε έναν τόπο εγκλήματος για την αναζήτηση «ιχνών» ή η εξερεύνηση στα βάθη της ανθρώπινης ψυχής για την ανάλυση της συμπεριφοράς ενός δράστη;

Απ. Και οι δύο διαδικασίες έχουν τις προκλήσεις τους. Στον τόπο του εγκλήματος, τα ίχνη μπορεί να είναι κρυμμένα ή παραποιημένα, αλλά υπάρχουν εκεί, περιμένοντας να τα βρεις. Η ψυχολογία, από την άλλη, είναι ένας αχαρτογράφητος χώρος. Οι άνθρωποι είναι σύνθετοι και η συμπεριφορά τους επηρεάζεται από αμέτρητους παράγοντες – βιολογικούς, περιβαλλοντικούς, κοινωνικούς. Η μεγαλύτερη δυσκολία στην ανάλυση της ψυχής είναι να διατηρείς την αντικειμενικότητά σου, ενώ παράλληλα προσπαθείς να κατανοήσεις τα βαθύτερα αίτια που κινητοποιούν τις πράξεις.

Image
Σκηνή εγκλήματος

Ερ: Μέχρι πριν από περίπου έναν χρόνο υπηρετούσατε στη Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών της ΕΛ.ΑΣ. Έχετε βρεθεί σε σκηνές αποτρόπαιων εγκλημάτων ανά την Ελλάδα που σόκαραν την κοινή γνώμη. Πώς το ζήσατε όλο αυτό, ποιο ήταν το «τίμημα» σε προσωπικό επίπεδο και ποιο το στοίχημα;

Απ: Η δουλειά αυτή αφήνει ανεξίτηλα σημάδια. Το να δουλεύεις σε τόσο σκληρές υποθέσεις είναι σαν να κουβαλάς έναν αόρατο σάκο με ιστορίες που σε συνοδεύουν όπου κι αν πας. Ένα από τα μεγαλύτερα “τιμήματα” ήταν η συναισθηματική αποστασιοποίηση που πολλές φορές επέβαλα στον εαυτό μου για να μπορέσω να ανταπεξέλθω. Οι εικόνες που βλέπεις, οι ιστορίες που μαθαίνεις, γίνονται μέρος σου. Το στοίχημα ήταν να μπορώ να επιστρέφω στον εαυτό μου, στην οικογένεια και την καθημερινότητά μου, χωρίς να αφήνω το βάρος αυτών των εμπειριών να με καταβάλει. Παράλληλα, το μεγαλύτερο κίνητρο ήταν πάντα η δικαίωση των θυμάτων και των οικογενειών τους. Πίσω από κάθε υπόθεση υπάρχει ένα θύμα που αξίζει δικαιοσύνη, και μια κοινωνία που περιμένει να αισθανθεί ασφάλεια. Οι σκηνές που βλέπεις, οι μυρωδιές, οι ήχοι, όλα αυτά σε στιγματίζουν. Στην αρχή προσπαθούσα να τα αφήσω πίσω μου, αλλά συνειδητοποίησα ότι αυτό είναι αδύνατο. Έμαθα να ζω με αυτά, να τα επεξεργάζομαι και να προχωράω. Ταυτόχρονα με βοήθησαν πολύ νομίζω οι παράλληλες ανησυχίες μου σε διάφορα πεδία, άσχετα με την εγκληματολογία. Γράφω ακόμα βιβλία, γράφω στοίχους τραγουδιών, συνθέτω μουσική, ολοκλήρωσα ακόμα ένα πτυχίο στο Πανεπιστήμιο στη Δημόσια Διοίκηση και πολλά άλλα. Τα χόμπι νομίζω ενισχύουν την αυτογνωσία και την προσωπική ανάπτυξη. Αυτό μπορεί να σε κάνει πιο ισορροπημένο και σίγουρο, κάτι που αποτυπώνεται και στην επαγγελματική σου απόδοση. Λειτουργούν ως ένας τρόπος να διευρύνεις τον ορίζοντά σου και να εξελιχθείς όχι μόνο προσωπικά, αλλά και επαγγελματικά.

Ερ: Υπήρξε σκηνή εγκλήματος που έχει χαραχτεί για κάποιο λόγο περισσότερο στην ψυχή σας;

Απ: Υπήρξε μια υπόθεση που με σημάδεψε βαθιά. Ήταν ένα περιστατικό με θύμα ένα παιδί, όπου η αγριότητα της πράξης αλλά και η αδιαφορία του δράστη ήταν συγκλονιστικές. Εκείνη η στιγμή με έκανε να συνειδητοποιήσω πόσο κρίσιμο είναι να κατανοήσουμε τα κίνητρα των εγκλημάτων, ώστε να προλάβουμε παρόμοιες πράξεις στο μέλλον. Παράλληλα, μου δίδαξε τη σημασία της διατήρησης της ψυχραιμίας και της επαγγελματικής στάσης, ακόμα και στις πιο δύσκολες καταστάσεις.

Ερ: Τον Ιούλιο του 2019 βρεθήκατε στην Κρήτη για τις έρευνες εξιχνίασης της δολοφονίας της Αμερικανίδας Σούζαν Ίτον. Τι θυμάστε από αυτήν την υπόθεση που αναπόφευκτα απασχόλησε και τα διεθνή ΜΜΕ;

Απ: Η υπόθεση της Σούζαν Ίτον και η φρίκη του εγκλήματος που έκοψε τη ζωή της τόσο βίαια, ήταν από τις πιο απαιτητικές αλλά και από τις πιο περίπλοκες που έχουν συμβεί στην ελληνική επικράτεια. Θυμάμαι έντονα την αποφασιστικότητα της ομάδας, τη συνεργασία με τις τοπικές αρχές και τη συναισθηματική φόρτιση που επικρατούσε. Ήταν ένα εξαντλητικό ερευνητικό δεκαήμερο, με πολλά γεγονότα που διαδραματιζόταν ταυτόχρονα και έπρεπε να αξιολογηθούν. Σε αυτό το έγκλημα, αλλά και γενικότερα σε όλα τα εγκλήματα πρέπει να κινηθείς σε τρεις πυλώνες (επιστήμη, λογική και δίκαιο). Η σκηνή του εγκλήματος λειτουργεί ως «γέφυρα» μεταξύ αυτών των τριών πυλώνων, καθώς απαιτεί τη συνεργασία τους για να επιτευχθεί η απονομή δικαιοσύνης. Η επιστημονική γνώση ενισχύει την αντικειμενικότητα, η λογική συμβάλλει στη σωστή ανάλυση, και το νομικό πλαίσιο εξασφαλίζει τη νομιμότητα και την ηθική διαχείριση των στοιχείων. Η πίεση να φέρουμε την υπόθεση στο φως ήταν τεράστια, και το γεγονός ότι το καταφέραμε, έφερε μια αίσθηση δικαιοσύνης, έστω και αργά.

Image
Σούζαν Ίτον

 Ερ: Η σορός είχε βρεθεί τυχαία από δύο φίλους με χόμπι την εξερεύνηση σπηλαίων. Αν δεν ήταν εκείνοι, ίσως το πτώμα να εντοπίζονταν χρόνια αργότερα, ίσως και ποτέ. Πιστεύετε στη Θεία Δίκη;

Απ: Προτιμώ να πιστεύω στη δύναμη της ανθρώπινης προσπάθειας και της δικαιοσύνης που απονέμεται από εμάς τους ίδιους. Φυσικά, υπάρχουν περιπτώσεις όπου οι συγκυρίες φαίνεται να παίζουν καταλυτικό ρόλο, αλλά για μένα η ευθύνη είναι πάντα ανθρώπινη. Το έργο των δύο φίλων που βρήκαν τη σορό είναι ένα υπέροχο παράδειγμα του πώς η τύχη και η ανθρώπινη παρέμβαση μπορούν να συνεργαστούν για ένα σημαντικό αποτέλεσμα. Ο παράγοντας της τύχης μπορεί να παίξει ρόλο στην εξιχνίαση των εγκλημάτων, αλλά συνήθως δρα σε συνδυασμό με την επιστημονική ανάλυση, τη λογική σκέψη και την επιμονή των ερευνητών. Ωστόσο, η τύχη από μόνη της σπάνια επαρκεί για την εξιχνίαση. Χρειάζεται μία καλή προετοιμασία, διότι ένα εκπαιδευμένο μάτι είναι πιο πιθανό να αναγνωρίσει ένα τυχαίο εύρημα ως σημαντικό και χρειάζεται επίσης μία συστηματική έρευνα, καθότι η μεθοδικότητα στη συλλογή και ανάλυση στοιχείων μεγιστοποιεί τις πιθανότητες να αξιοποιηθεί κάτι τυχαίο.

 Ερ: Υπάρχει  «τέλειο έγκλημα» ή η φερόμενη τελειότητα είναι στην πραγματικότητα αποτέλεσμα ελλείψεων και ατελειών του μηχανισμού (ανθρώπων και μέσων)  που κάθε φορά ενεργοποιείται για τη διερεύνηση και εξιχνίαση μιας υπόθεσης;

Απ: Δεν υπάρχει τέλειο έγκλημα. Υπάρχουν μόνο τέλειες συνθήκες για να μείνει ένα έγκλημα ανεξιχνίαστο: έλλειψη τεχνολογίας, ανθρώπινες αδυναμίες, περιορισμένοι πόροι, πολιτική εσωστρέφεια. Όσο εξελίσσεται η επιστήμη και η τεχνολογία, τόσο περισσότερο κλείνουμε τα κενά που άλλοτε έκαναν την εξιχνίαση δύσκολη. Το «τέλειο έγκλημα» είναι περισσότερο μύθος παρά πραγματικότητα. Δεν υπάρχει έγκλημα που να αφήνει μηδενικά ίχνη ή να μην παρουσιάζει κάποια ασυνέπεια, κάποια λεπτομέρεια που μπορεί να το προδώσει. Όταν μιλάμε για «τελειότητα» σε ένα έγκλημα, στην ουσία αναφερόμαστε σε αδυναμίες που μπορεί να υπάρχουν στον μηχανισμό διερεύνησης όπως αναφέραμε πριν: ελλείψεις σε πόρους, τεχνολογία, εκπαίδευση ή ακόμα και ανθρώπινα λάθη. Η επιστήμη, όμως, εξελίσσεται. Μέθοδοι που άλλοτε θεωρούνταν αδιανόητες, όπως η ανάλυση DNA ή οι προηγμένοι αλγόριθμοι εντοπισμού, το ΑΙ, μας δίνουν σήμερα τη δυνατότητα να φωτίζουμε υποθέσεις που στο παρελθόν έμοιαζαν αδύνατον να εξιχνιαστούν. Γι' αυτό λέω πάντα ότι το «τέλειο έγκλημα» μπορεί να φαίνεται τέλειο μόνο για όσο το βλέμμα της επιστήμης δεν έχει φτάσει ακόμα εκεί. Με την πρόοδο της τεχνολογίας και την καλύτερη κατανόηση της ανθρώπινης συμπεριφοράς, τα κενά μειώνονται διαρκώς. Όλα αυτά βέβαια τις περισσότερες φορές απαιτούν αντιεγκληματικές πολιτικές, νομοθετικές παρεμβάσεις, αλλαγή κουλτούρας και εξωστρέφεια από τις αρχές επιβολής του νόμου. Στην Ελλάδα για παράδειγμα αν σαν ερευνητής ζητήσεις για την επίλυση ενός εγκλήματος έναν εγκληματολογικό ψυχολόγο, έναν criminal data analyst και έναν criminal profiler, δύσκολα θα βρεις αυτές τις εξειδικευμένες ειδικότητες και πολύ πιθανόν να γελάσουν και μαζί σου.

Image
Παναγιώτης Βαρβατσούλης

Ερ: «Σε τσάκωσα!». Πόσες φορές το έχετε πει αυτό στη διάρκεια διερεύνησης υποθέσεων; Θυμάστε κάποιο στοιχείο-ίχνος που να έφερε ανατροπή σε υπόθεση;

Απ: Είναι μια φράση που έλεγα και λέω συχνά. Η αίσθηση του «σε τσάκωσα» είναι μοναδική. Είναι εκείνη η στιγμή που τα κομμάτια του παζλ αρχίζουν να κουμπώνουν, και ξέρεις πως έχεις φτάσει στην αλήθεια. Είναι η στιγμή που η νοητή ανακατασκευή της σκηνής του εγκλήματος που διερωτάσαι τι έγινε εκεί πριν πας, αρχίζει πλέον να μιλάει. Θυμάμαι μια συγκεκριμένη υπόθεση όπου ένα φαινομενικά ασήμαντο στοιχείο έφερε την ανατροπή. Ήταν ένα κομμάτι μικροσκοπικού θραύσματος γυαλιού μεγέθους κόκκου ρυζιού, σε μια κουκούλα αθλητικής φόρμας υπόπτου, που συνδέθηκε και ταυτίστηκε απόλυτα με ένα σπασμένο τζάμι αυτοκίνητου που βρέθηκε σε απομονωμένο δρόμο, κοντά σε έναν τόπο εγκλήματος. Ο ύποπτος είχε ισχυριστεί ότι δεν είχε βρεθεί ποτέ σε εκείνη την περιοχή, αλλά το ίχνος αυτό ήταν αδιάψευστος μάρτυρας. Αυτές οι στιγμές επιβεβαιώνουν τη σημασία της λεπτομέρειας στη δουλειά μας. Μικρά στοιχεία, που συχνά περνούν απαρατήρητα, έχουν τη δύναμη να αλλάξουν την πορεία μιας έρευνας και να αποκαλύψουν την αλήθεια. Είναι η απόδειξη ότι η υπομονή, η ακρίβεια και η επιστημονική σκέψη πάντα αποδίδουν.

Ερ: Πόσο παγίδα είναι «ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας»;

Απ: Είναι από τις μεγαλύτερες παγίδες. Ο άνθρωπος της διπλανής πόρτας συνήθως κρύβεται πίσω από μια εικόνα κανονικότητας και οικειότητας. Αυτή η ψευδαίσθηση μπορεί να παραπλανήσει ακόμη και τους ειδικούς. Χρειάζεται προσοχή, γιατί οι δράστες συχνά προσαρμόζουν τη συμπεριφορά τους για να μη κινήσουν υποψίες. Είναι ίσως η μεγαλύτερη παγίδα που μπορεί να συναντήσει κανείς, όχι μόνο στις εγκληματολογικές έρευνες, αλλά και στην καθημερινή μας αντίληψη για τους ανθρώπους γύρω μας. Πρόκειται για ένα άτομο που παρουσιάζεται ως φυσιολογικό, ευγενικό, ίσως και υπεράνω υποψίας. Αυτή η εικόνα δημιουργεί μια ψευδαίσθηση ασφάλειας και συχνά αποτρέπει τους άλλους από το να αναζητήσουν βαθύτερα τι μπορεί να κρύβεται πίσω από τη «μάσκα». Αυτός ο τύπος ανθρώπου, εάν εμπλέκεται σε εγκληματική δραστηριότητα, συχνά χρησιμοποιεί την κανονικότητα ως όπλο του. Είναι εκείνος που γνωρίζει πώς να περνά απαρατήρητος, πώς να προσαρμόζεται στο περιβάλλον και πώς να αποφεύγει να κινεί υποψίες. Αυτή η συμπεριφορά δεν είναι μόνο στρατηγική, αλλά συχνά είναι προϊόν βαθύτερων ψυχολογικών μηχανισμών ή ακόμη και κοινωνικών συνθηκών. Ως ερευνητής, έχω δει υποθέσεις όπου οι γείτονες ή οι συνάδελφοι αρνούνταν να πιστέψουν ότι «αυτός ο άνθρωπος» ήταν υπεύθυνος για ένα έγκλημα. Η μεγαλύτερη πρόκληση σε τέτοιες περιπτώσεις είναι να παραμένεις ανοιχτός σε όλα τα ενδεχόμενα, χωρίς προκαταλήψεις, και να αξιολογείς τα δεδομένα με ψυχραιμία και αντικειμενικότητα. Αυτό μας υπενθυμίζει ότι δεν πρέπει ποτέ να βασιζόμαστε μόνο στις εμφανίσεις ή στην πρώτη εντύπωση.

Image
Σκηνή εγκλήματος

Ερ: Πρόσφατα εκπονήσατε μία σημαντική έρευνα για την αξιοπιστία των μαρτυρικών καταθέσεων και πόσο επηρεάζεται αυτή από συναισθήματα, παρατηρητικότητα, γλωσσικές διατυπώσεις. Ποιο είναι το συμπέρασμα; Και πώς μπορεί να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της προδικασίας καθώς έχει παρατηρηθεί ο τρόπος υποβολής των ερωτήσεων από ειδικούς να μην είναι ο ενδεδειγμένος.

Απ: Η έρευνά μου ήταν στα πλαίσια της διατριβής μου στο Μεταπτυχιακό μου στην Ψυχολογία και ανέδειξε ότι η αξιοπιστία των μαρτυρικών καταθέσεων είναι εξαιρετικά ευάλωτη σε μια σειρά παραγόντων. Τα συναισθήματα του μάρτυρα, όπως το άγχος, ο φόβος ή η αμηχανία, αλλά και οι προκαταλήψεις μπορούν να αλλοιώσουν την ακρίβεια της μνήμης. Η παρατηρητικότητα, από την άλλη, επηρεάζεται από τη διάρκεια έκθεσης στο γεγονός, τις συνθήκες φωτισμού και ήχου, αλλά και από τις γνωστικές δυνατότητες κάθε ατόμου. Επιπλέον, η γλωσσική διατύπωση των ερωτήσεων από τους ειδικούς παίζει καθοριστικό ρόλο. Μια ερώτηση που υποβάλλεται με τρόπο καθοδηγητικό ή φορτισμένο συναισθηματικά μπορεί να ενθαρρύνει τον μάρτυρα να παράσχει ανακριβείς ή ακόμα και ψευδείς πληροφορίες. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι οι μνήμες των μαρτύρων είναι πιο εύθραυστες και ευμετάβλητες από ό,τι συχνά πιστεύεται. Για να διασφαλιστεί η αξιοπιστία της προδικασίας, είναι απαραίτητο να υιοθετηθούν επιστημονικά τεκμηριωμένες μέθοδοι λήψης καταθέσεων, όπως το Cognitive Interviewing (Γνωστική Συνέντευξη). Αυτή η προσέγγιση περιλαμβάνει στρατηγικές που μειώνουν την προκατάληψη και επιτρέπουν στον μάρτυρα να θυμηθεί γεγονότα με τον δικό του τρόπο, χωρίς εξωτερικές παρεμβολές. Επιπλέον, απαιτείται εκπαίδευση των ειδικών στην τέχνη της ανοιχτής, μη κατευθυντικής ερώτησης. Για παράδειγμα, αντί να ρωτήσουμε «Ήταν το αυτοκίνητο κόκκινο;», θα μπορούσαμε να πούμε «Τι θυμάστε για το χρώμα του αυτοκινήτου;». Αυτές οι μικρές διαφοροποιήσεις στον τρόπο διατύπωσης έχουν αποδειχθεί ότι μειώνουν τις πιθανότητες παραμόρφωσης της μνήμης. Με την εξέλιξη της τεχνολογίας και με αξιοποίηση τεχνολογιών που δεν απαιτούν τεράστιους οικονομικούς πόρους, η διαδικασία θα πρέπει να ηχογραφείται ή να βιντεοσκοπείται για να διασφαλιστεί η διαφάνεια και να μπορούν οι αρμόδιες αρχές να αξιολογήσουν εάν οι ερωτήσεις υποβλήθηκαν με αντικειμενικότητα. Με αυτόν τον τρόπο, προστατεύεται τόσο η ακεραιότητα της μαρτυρίας όσο και το δικαίωμα σε μια δίκαιη δίκη.

Ερ: Είναι αλήθεια ότι το διάστημα των εορτών έχουμε περισσότερα εγκλήματα;

Απ: Υπάρχουν μελέτες και στατιστικά δεδομένα τόσο στην Ελλάδα όσο και στον υπόλοιπο κόσμο που εξετάζουν τις τάσεις της εγκληματικότητας κατά τη διάρκεια των εορτών, και τα αποτελέσματα μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με την περιοχή, το είδος του εγκλήματος, αλλά και άλλους κοινωνικοοικονομικούς παράγοντες. Κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς για παράδειγμα, οι κλοπές από σπίτια ή καταστήματα τείνουν να αυξάνονται, αφού πολλοί άνθρωποι ταξιδεύουν, αφήνοντας τα σπίτια τους άδεια, και επειδή τα δώρα και οι αγορές δημιουργούν μεγαλύτερο κίνητρο για κλοπές. Η περίοδος των εορτών είναι συχνά περίοδος αυξημένων online αγορών, γεγονός που οδηγεί στατιστικά σε περισσότερες απάτες μέσω διαδικτύου, όπως phishing ή ακόμα και ψεύτικα e-shops. Επίσης η αυξημένη κατανάλωση αλκοόλ στις γιορτές συσχετίζεται με αυξημένα περιστατικά βίας, καυγάδες και οδήγηση υπό την επήρεια. Σε κάποιες περιπτώσεις, οι γιορτές αυξάνουν ακόμα και το άγχος, τις συγκρούσεις και τις εντάσεις μέσα στις οικογένειες, ειδικά όταν υπάρχουν οικονομικές δυσκολίες ή προβλήματα σχέσεων. Παρατηρούνται βέβαια και ιδιαιτερότητες στους ψυχολογικούς παράγοντες. Οι γιορτές συχνά φέρνουν συναισθηματική ένταση, μοναξιά ή κατάθλιψη σε ορισμένους ανθρώπους, γεγονός που μπορεί να συμβάλει σε αυτοκαταστροφικές ή επιθετικές συμπεριφορές.
 

Image
Παναγιώτης Βαρβατσούλης



* ο Παναγιώτης Βαρβατσούλης είναι Δικαστικός Πραγματογνώμονας Εγκληματολογίας, με ειδίκευση στην Εφαρμοσμένη Εγκληματολογία, Διερεύνηση Σκηνής Εγκλήματος, Εγκληματολογικής Ψυχολογίας και Πραγματογνώμονας Δακτυλικών Αποτυπωμάτων, Αναπληρωτής καθηγητής στην Αστυνομική Ακαδημία στο πεδίο Επιστημονικής Αστυνομίας σε θέματα Εξερευνήσεων Σκηνών Εγκλημάτων και συνεργάτης καθηγητής Εγκληματολογικής και Δικαστικής Ψυχολογίας στη Σχολή Ψυχολογίας του Μητροπολιτικού Κολλεγίου. 


 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση