Κατεδάφιση στο "μίνι" καταυλισμό: Η άλλη όψη!

Αντώνης Παντινάκης
Αντώνης Παντινάκης

Απόγνωση και παράπονα για την γκρεμισμένη παράγκα

Του Αντώνη Παντινάκη

Κόντευε μεσημέρι Δευτέρας. Δεν είχαν περάσει παρά λίγα λεπτά απ’ την κατεδάφιση του αυθαίρετου κτίσματος, στην περιοχή των Σφαγείων. Στον αυτοσχέδιο καταυλισμό επικρατούσε μία σιωπηλή αναστάτωση, αλλά και κινητικότητα.

Πλησιάσαμε κι ένας άνδρας μέσης ηλικίας προθυμοποιήθηκε να μας υποδείξει το σημείο: “Στην πίσω πλευρά πηγαίνετε”. Τριγύρω του, βρίσκονταν διάφορα ανήλικα παιδιά. Μερικά “έκοβαν” βόλτες πάνω – κάτω, κι άλλα κοιτούσαν μ’ ένα χαμένο βλέμμα το γκρεμισμένο κτίσμα.

Μια ηλικιωμένη, στην όψη των ΜΜΕ άρχισε να θρηνεί γοερά: “Τι ήταν αυτό το κακό που μας βρήκε! Τι τους κάναμε;”.

Μπροστά από τα χαλάσματα βρισκόταν μια γυναίκα, η οποία διέμενε εκεί με την οικογένειά της.

Δεν προλάβαμε ούτε ερώτηση να της κάνουμε και ξεκίνησε να μας εξιστορεί τα γεγονότα όπως τα βίωσε: “Δεν γνώριζα τίποτα! Έλειπα. Ήμουν σε μία δουλειά μαζί με τον άντρα μου και τη γιαγιά μου. Με πήραν τηλέφωνο και μου είπαν, “έλα γρήγορα, σου ρίχνουν την παράγκα”. Ήρθα τρέχοντας και την είδα να την γκρεμίζουν. Ήρθαν σιγά σιγά, στα κρυφά, από κάτω κι από την πίσω πλευρά κι έκαναν ο,τι έκαναν”.

Η ίδια έδειχνε να ταράσσεται περισσότερο κάθε φορά που αναλογιζόταν: “Αν ήταν η κόρη μου μέσα και την είχα σκοτώσει, τι θα γινόταν ύστερα; Εγώ τι θα κάνω τώρα; Πού θα μείνω τώρα με τα παιδιά μου;”.

Το κατάλυμα της, όπως μας είπε, το έφτιαξε “με ιδρώτα” μαζεύοντας “δεκάρα - δεκάρα μαζί με τον σύζυγό μου. Είχα μπει δίμηνη στον Δήμο και πουλούσα αναπτήρες για να ζήσω τα παιδιά μου”.

Επικαλέστηκε μάλιστα και τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει: “Έχω βρογχικό άσθμα, μέχρι αναιμία έπαθα από τη δουλειά. Δεν έχουμε ούτε αμάξι για να κινηθούμε. Γύριζα στο σπίτι με τα πόδια από τη δουλειά.”.

Θέλοντας να μας πείσει, προς επιβεβαίωση των λεγομένων της, εκείνη και ο πεθερός της άνοιξαν δύο τσάντες, μία πάνινη και μία πλαστική μισοσκισμένη, οι οποίες ήταν γεμάτες φάρμακα.

“Η περιοχή εδώ είναι γεμάτη φίδια, ποντίκια και σκουπίδια. Φως δεν έχουμε, νερό δεν έχουμε, πώς θα ζήσουν αυτά τα παιδιά εδώ; Ούτε κάδους δεν θα έχουν φέρει εδώ! Η κόρη μου πώς θα πάει σχολείο τον Σεπτέμβρη;”, αναρωτήθηκε, ζητώντας “να με βοηθήσουν, να μου δώσουν κάποια αποζημίωση για να μείνω κι εγώ κάπου μαζί με την οικογένειά μου!”.

Ο πεθερός της φαινόταν πιο ψύχραιμος: “Ήρθαν σήμερα εδώ, χωρίς να μας έχει ειδοποιήσει κανείς, χωρίς να έχει έρθει ο εισαγγελέας, ούτε ο δήμαρχος. Πήγαν γύρω γύρω και ρίξανε το σπίτι! Είναι μεγάλη αμαρτία αυτό που κάνανε!”, ήταν τα πρώτα του λόγια.

Οι συνθήκες διαβίωσης σε μία τέτοια πρόχειρη κατασκευή είναι πολύ δύσκολες. “Αυτό εδώ το σπίτι είχε τσίγκο από επάνω. Εδώ μέσα, δεν μπορείς να σταθείς το καλοκαίρι. Φεύγεις αμέσως. Κάνει πολλή ζέστη”.

Και στην δική του την “παράγκα”, όπως την αποκαλεί, η κατάσταση είναι εξίσου ζόρικη: “ Για δύο χρόνια τους φιλοξενούσα εγώ. Μέναμε 25 άτομα μέσα. Και σας ρωτάω, μπορούμε, σας παρακαλώ, να μείνουμε 25 άτομα σε ένα τόσο μικρό σπίτι, με ένα μικρό σαλονάκι; Θεωρήσαμε λοιπόν ότι είναι σωστό η γυναίκα αυτή και η οικογένειά της να μείνουν σε αυτόν τον χώρο, για να αδειάσει και η άλλη παράγκα. Αυτή η γυναίκα δούλευε στο Δήμο μαζί με τον άνδρα της. Μαζεύαν δεκάρα δεκάρα για να φτιάξουν αυτό το σπίτι για να μείνουν με τα παιδιά τους. Το ένα από αυτά έχει μεσογειακή αναιμία! Και τώρα, που τους γκρέμισαν το σπίτι, μας λέτε πού θα μείνουν;”.

Η αναχώρησή μας έγινε εν μέσω παραπόνων, ερωτήσεων και εκκλήσεων για βοήθεια, από τους κατοίκους του καταυλισμού:

“Εδώ τριγύρω είναι όλα αυθαίρετα! Γιατί γκρεμίζουν μόνο τα δικά μας και δεν πάνε στα υπόλοιπα; Κι εμείς άνθρωποι είμαστε, Έλληνες Χριστιανοί! Τι τους έχουμε φταίξει; Σας παρακαλώ, να κάνουν κάτι για αυτή την οικογένεια. Έστω ένα τροχόσπιτο να φέρουν, για να μείνουν μέσα με τα παιδιά τους”.

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

ΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΕΙΔΗΣΗ