ΚΡΗΤΗ
Γ. Στεφανάκης: «Με σεβασμό στο συνάνθρωπο και τήρηση των μέτρων να επιστρέψουμε στην νέα κανονικότητα»
Aνάγκη στήριξης των δημόσιων δομών υγείας και μόνιμων προσλήψεων προσωπικού στο νοσοκομείο
SHARE:
Με πιστή τήρηση των μέτρων και σεβασμό στο εαυτό μας και τον συνάνθρωπο οφείλουμε να επιστρέψουμε στη νέα κανονικότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται μετά την εξαγγελία της σταδιακής άρσης των μέτρων.
Αυτό τόνισε ο πρόεδρος του Ιατρικού Συλλόγου Ρεθύμνου, Γιώργος Στεφανάκης, υπογραμμίζοντας πως οι ευπαθείς ομάδες παραμένουν στην ίδια «κόκκινη» περιοχή κίνδυνου και οφείλουν και οι ίδιοι να προστατεύσουν τον εαυτό τους αλλά και η κοινωνία να μην τους θέσει σε κίνδυνο.
Ο ίδιος τόνισε, μιλώντας στον Team fm ότι τα ιδιωτικά ιατρεία θα συνεχίσουν να λειτουργούν με όλα τα μέτρα προστασίας και υπογράμμισε ότι η πολιτεία οφείλει επιτέλους να ενισχύσει την δημόσια πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας και να προχωρήσει σε μόνιμες προσλήψεις προσωπικού για τα περιφερειακά νοσοκομεία.
«Επιστρέφουμε σε μια καινούρια κανονικότητα, ωστόσο είναι πολύ εύθραυστη η ισορροπία. Μπορεί να έχουμε μόνο λίγα επιβεβαιωμένα κρούσματα στην Κρήτη, αλλά έχουμε και ένα πολύ μικρό ποσοστό ανοσίας που υπολογίζεται από τους ειδικούς περίπου στο 1%. Στη γρίπη για παράδειγμα είναι 70% η ανοσία, άρα αν πετύχουμε ένα 40-50% στον κορονοιό θα πανηγυρίζουμε. Το 1% λοιπόν, απέχει πάρα πολύ από αυτόν τον αριθμό.
Άρα ότι εξαγγέλθηκε πρέπει να τηρηθεί αυστηρότητα και σεβασμό», είπε χαρακτηριστικά.
Τα ιατρεία των ιδιωτών γιατρών, είπε, θα συνεχίσουν να λειτουργούν με τους ίδιους κανόνες που είχαν τεθεί από την αρχή της πανδημίας και το ίδιο θα συμβεί και στα ιατρεία το νοσοκομείου. «Ακόμα και αν επικρατήσει τελικά η άποψη ότι οι υψηλές θερμοκρασίες αδρανοποιούν τον ιό στο εξωτερικό περιβάλλον , αυτό δε σημαίνει ότι ισχύει για τους εσωτερικούς χώρους. Οι ευπαθείς ομάδες επίσης, παραμένουν ευπαθείς και παραμένουν στην ίδια ‘κόκκινη’ περιοχή κινδύνου.
Θα πρέπει να τηρούνται αυστηρά οι κανόνες, να συνεχίσει η ενημέρωση. Στη Γερμανία ήδη εμφανίστηκε δεύτερο κύμα ανθρώπων με αυτή τη λοίμωξη.
Να επανέλθουμε στην κανονικότητα με σεβασμό στον εαυτό μας και τους γύρω μας και προσοχή. Ο καθένας πρέπει να θεωρεί τον εαυτό του εν δυνάμει φορέα ή ικανό να μεταδώσει τον ιό.
Τα ιατρεία θα λειτουργούν με τηλεφωνική προσυνενόηση, με το σκεπτικό να μην υπάρχουν παραπάνω από δυο άτομα στο χώρο αναμονής. Όπου δεν χρειάζεται συνοδός, να μην ακολουθεί τον ασθενή.
Για τους επόμενους δυο μήνες, σίγουρα θα πρέπει να λειτουργούμε με αυτόν τον τρόπο. Και το νοσοκομείο θα πρέπει να λειτουργεί έτσι».
Σχετικά με την επιδημιολογική μελέτη που θα γίνει από το Πανεπιστήμιο Κρήτης για τον κορονοιό στο νησί και την οποία συνδράμει και ο Ιατρικός Σύλλογος Ρεθύμνου, ο κ. Στεφανάκης τόνισε πως αυτή «θα βοηθήσει να δούμε που ακριβώς βρισκόμαστε από πλευράς ανοσίας και ίσως σε δεύτερο χρόνο να ασχοληθούμε με το γιατί μείναμε αλώβητοι σχεδόν από αυτήν την κατάσταση. Δεν θα θέλαμε να αλλάξει αυτή η κατάσταση με τις μετακινήσεις του πληθυσμού που αναμένονται, όταν επιτραπεί, από μεγάλα αστικά κέντρα προς την Κρήτη».
ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΕΣ ΟΙ ΠΡΟΣΛΗΨΕΙΣ ΜΟΝΙΜΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΣΤΙΣ ΔΗΜΟΣΙΕΣ ΔΟΜΕΣ ΥΓΕΙΑΣ
Στο Ρέθυμνο έχουμε κενό στην πρωτοβάθμια δημόσια περίθαλψη, κυρίως στην πόλη που συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο κομμάτι του πληθυσμού, επισήμανε ο κ. Στεφανάκης. «Η έλλειψη του Κέντρου Υγείας αστικού τύπου είναι μεγάλη. Το Κ.Υ. ισχύει στα χαρτιά και δεν έχει καμία στελέχωση. Είναι πολύ σημαντικό όμως. Η πόλη συγκεντρώνει τον μισό πληθυσμό του νομού», είπε.
Οκ. Στεφανάκης μίλησε με στοιχεία για να γίνει κατανοητή η κατάσταση με το ιατρικό δυναμικό του Ρεθύμνου. «Το δυναμικό του ιατρικού συλλόγου είναι 300 άτομα, εκ των οποίων οι 186 είναι του δημόσιου τομέα (μαζί με τους ειδικευόμενους και τους γιατρούς των Κ.Υ.) και οι 120 του ιδιωτικού τομέα. Χρειάζεται μελέτη για τη συνεργασία των διαφόρων δομών του δημοσίου και να στηθεί επιτέλους το κέντρο υγείας αστικού τύπου. Τα Χανιά και το Ηράκλειο έχουν, το Ρέθυμνο όχι. Χρειάζεται το Κέντρο Υγείας, με δυο βάρδιες και το αναγκαίο προσωπικό για να βοηθηθεί και το νοσοκομείο. Είναι ευκαιρία τώρα να βγει ενδυναμωμένο το σύστημα υγείας και να γίνει λειτουργικός ο εξοπλισμός που έχουμε».
Πολλές φορές έχει γίνει αντικείμενο συζήτησης ότι δεν εκφράζεται ενδιαφέρον από γιατρούς να στελεχώσουν το νοσοκομείο Ρεθύμνου και άλλα περιφερειακά νοσοκομεία. Αυτό σύμφωνα με τον ίδιο οφείλεται και στο γεγονός ότι οι έλληνες γιατροί που σε μεγάλο βαθμό έχουν εξειδίκευση είναι περιζήτητοι στο εξωτερικό και για αυτό προτιμούν να εργαστούν σε άλλη χώρα, αλλά κυρίως στο ότι το ελληνικό κράτος δεν δίνει κίνητρα στους γιατρούς από τη στιγμή που δεν κάνει μόνιμες προσλήψεις.
«Υπάρχει διαχρονικό πρόβλημα με γιατρούς που δεν θέλουν να πάνε στα περιφερειακά νοσοκομεία. Υπάρχει εξειδικευμένο προσωπικό στη χώρα μας, είναι περιζήτητοι στο εξωτερικό για αυτό φεύγουν. Το 60% έχει ειδικότητα, κάτι που δε συμβαίνει σε άλλες χώρες.
Από την άλλη υπάρχει ανισοκατανομή του ιατρικού δυναμικού. Σε 2-3 μεγάλα αστικά κέντρα συγκεντρώνεται πάνω από το μισό του ιατρικού δυναμικού. Η περιφέρεια θέλει μια ιδιαίτερη μελέτη με κίνητρα για να μπορέσει να καλυφθεί αυτό το κενό.
Για να μιλήσουμε για το Ρέθυμνο, το να εγκατασταθεί ένας γιατρός με την οικογένειά του με ένα μισθό χαμηλό σε σχέση με τα ενοίκια για δυο χρόνια και μετά να ξαναφύγει, δεν είναι κίνητρο. Για αυτό μιλάμε για μόνιμες προσλήψεις, να προσλαμβάνονται γιατροί με ορίζοντα θητείας. Αν δεν αλλάξουν οι θέσεις, να γίνουν μόνιμες και σταθερές δεν θα αλλάξει η κατάσταση. Το επικουρικό δούλεψε τα χρόνια της κρίσης, λόγω των δημοσιονομικών μέτρων, τώρα όμως πρέπει να γίνουν μόνιμες προσλήψεις. Αν δεν είναι έτσι κανείς δεν πάει με την οικογένειά του στα 35 και 40 του να μείνει για δυο χρόνια στο Ρέθυμνο. Χρειάζονται σταθερές εργασιακές σχέσεις».