ΚΡΗΤΗ
Αντώνης Τσαπατάκης: Πώς άλλαξε η ζωή του κρητικού αθλητή - Από το τροχαίο στους Ολυμπιακούς Αγώνες
Μπορεί καμία φορά να βλέπει ακόμα στον ύπνο του πως στέκεται και περπατά στα δυο του πόδια, όμως τα όνειρα στα οποία έχει αποφασίσει να επενδύσει είναι αυτά που κάνει με ανοιχτά μάτια
Ο Αντώνης Τσαπατάκης έχει κάτι που άλλοι αντιλαμβάνονται ως χάρισμα, κάποιοι ως ταλέντο και άλλοι ως προσόν. Όπως και αν το ερμηνεύσει κανείς, το αποτύπωμά του είναι το ίδιο. Ο 36χρονος πρωταθλητής της κολύμβησης αναδεικνύει τον καλύτερο εαυτό των ανθρώπων. Χωρίς να το επιδιώκει ή, πολύ περισσότερο, να το εκβιάζει. Απλώς με το να είναι.
Ακόμα και ο Στέφανος Τσιτσιπάς, για παράδειγμα, ο οποίος εσχάτως έχει μια μάλλον ασαφή αντίληψη περί τρόπων καλής συμπεριφοράς, κοσμιότητας και ευγενούς άμιλλας, χαιρέτισε μέσω κοινωνικών δικτύων την κατάκτηση του αργυρού μεταλλίου από τον Τσαπατάκη στους Παραολυμπιακούς Αγώνες του Παρισιού με ένα εγκάρδιο μήνυμα. «Αντώνη Τσαπατάκη, συγχαρητήρια για την εκπληκτική σου απόδοση στους Παραολυμπιακούς Αγώνες! Η αποφασιστικότητά σου και το πάθος σου για το άθλημα είναι παράδειγμα για όλους μας. Ο αγώνας σου δεν είναι μόνο αθλητικός, αλλά και ανθρώπινος. Είσαι ένας ήρωας που μας διδάσκει πως τίποτα δεν είναι αδύνατο όταν υπάρχει θέληση».
Δείτε βίντεο: Ο τελικός που χάρισε το αργυρό μετάλλιο στον Αντώνη Τσαπατάκη
Από την προηγούμενη Δευτέρα, όταν ο Χανιώτης κολυμβητής κατέκτησε το ασημένιο μετάλλιο στα 100 μέτρα πρόσθιο SB4 διασχίζοντας την πισίνα της νεότευκτης La Defence Arena σε χρόνο 1.36:16”, πιθανότατα έχει βαρεθεί να φυλλομετρά δημοσιεύματα και αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα που τον περιγράφουν ως «ήρωα», «μαχητή», «γίγαντα», «νικητή της ζωής» κ.λπ. Μπορεί με τις μεγαλόστομες λέξεις να προσπαθούν όλοι φιλότιμα να αρθρώσουν τον θαυμασμό τους για τη συνέπεια, τη δύναμη και τη μαχητικότητα του Τσαπατάκη, όμως η αλήθεια είναι ότι ο ίδιος δεν βρίσκει τίποτα υπεράνθρωπο στην απόφασή του όχι να πετυχαίνει (εκείνοι που τον συναναστρέφονται γνωρίζουν από πρώτο χέρι πως τα μετάλλια δεν λειτούργησαν ποτέ ως αυτοσκοπός για εκείνον), αλλά να ζει.
Δείτε βίντεο: Η απονομή του ασημένιου μεταλλίου στον Αντώνη Τσαπατάκη
Ή πιο σωστά να αναλαμβάνει την ευθύνη για τη ζωή του και να επιλέγει ο ίδιος και όχι οι περιρρέουσες συνθήκες τον τρόπο που θα τη ζει. Η δήλωσή του αμέσως μετά το σημαντικότερο έως σήμερα αθλητικό ανδραγάθημά του που πρόσθεσε στο παλμαρέ του και τον τίτλο του αργυρού Ολυμπιονίκη των Παραολυμπιακών Αγώνων (στο Τόκιο το 2021 είχε κατακτήσει το χάλκινο) αποκρυσταλλώνει ανάγλυφα την κοσμοθεωρία του: «Σήμερα είναι η πρώτη μέρα που θα παραδεχθώ κάτι που δεν μπορώ να κάνω. Δεν μπορώ να τα παρατάω».
Η προσωπική κιβωτός
Στο νερό ο Έλληνας Ολυμπιονίκης της κολύμβησης βρίσκεται πάντα στο στοιχείο του, σύμφωνα με το protothema.gr. Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Νέα Χώρα Χανίων, με την παραλία σε απόσταση αναπνοής από το πατρικό του, ο Τσαπατάκης είχε βρει από παιδί στη θάλασσα ένα ιδανικό παιχνίδι που αργότερα έγινε δεύτερο σπίτι του και ακόμα πιο μετά η πολύ προσωπική κιβωτός του. Τα παιδικά χρόνια του κύλησαν με σκηνικό μια παραλία που μπορεί να μην έχει την πιο καρτ-ποσταλική ομορφιά, είχε όμως φίλους, βουτιές, εξορμήσεις, περιπέτεια, αναμνήσεις. Ακόμα και σήμερα λέει πως δεν έχει καταφέρει να νιώσει πουθενά αλλού στον κόσμο τα αισθήματα που τον κατακλύζουν κάθε φορά που πατά τα πόδια του σ’ εκείνη την αμμουδιά και δεν έχει βρει ομορφότερο ηλιοβασίλεμα από εκείνο που αγναντεύει κάθε φορά από την παραλία των παιδικών του χρόνων.
Δραστήριος και αεικίνητος από παιδί, στα πέντε του χρόνια βούτηξε για πρώτη φορά σε πισίνα στο κολυμβητήριο της γενέτειράς του. Και παρότι η απόφαση ήταν περισσότερο των γονιών του, ένιωσε από τις πρώτες ημέρες πως βρισκόταν στο φυσικό του περιβάλλον. Δεν ήταν, όπως έχει πει, ο καλύτερος ή ο ταχύτερος κολυμβητής, όμως μέσα στο νερό γαλουχήθηκε, ανδρώθηκε και διαμορφώθηκε ως άνθρωπος. Μέσα από τις νίκες και τις ήττες γνώρισε τον εαυτό του, αναγνώρισε τα όριά του και έμαθε να προσπαθεί για να τα διευρύνει ολοένα πιο μακριά.
Οι αθλητικές επιτυχίες σε εθνικό επίπεδο ήρθαν στην εφηβεία του, όταν πια είχε μεταπηδήσει από την κολύμβηση στο πόλο. Ηταν αθλητικός, μαχητικός, ωραίος, δημοφιλής στις παρέες του. Είχε ό,τι μπορούσε να ζητήσει ένας νέος στην ηλικία του. Ενιωθε άτρωτος και ανέγγιχτος από οτιδήποτε θα μπορούσε να μπει ως ανάχωμα στη διαδρομή του. Ωσπου έμαθε ότι δεν ήταν.
Θλίψη και αγωνία
Στις 14 Δεκεμβρίου του 2006, έναν μήνα πριν από τα 19α γενέθλιά του, ο Αντώνης Τσαπατάκης έχασε λόγω υπερβολικής ταχύτητας τον έλεγχο της μηχανής του λίγα μέτρα μακριά από το κολυμβητήριο. Ηταν μέρα, οδηγούσε σε έναν δρόμο στον οποίο κινούνταν από παιδί και τον γνώριζε καλύτερα από καθετί, όμως έτρεχε. Μέσα σε δευτερόλεπτα από αναβάτης στη μηχανή για την οποία είχε δώσει μάχες με τους γονείς του βρέθηκε σοβαρά τραυματισμένος στο οδόστρωμα. Τις επόμενες σκηνές τις θυμάται μάλλον αποσπασματικά. Κάθε φορά που άνοιγε τα μάτια του στο νοσοκομείο έβλεπε θλίψη και αγωνία στα πρόσωπα συγγενών και φίλων - έχει πει πως δεν θα συγχωρέσει ποτέ στον εαυτό του το γεγονός ότι έκανε τη μητέρα του να κλαίει.
Σαφή γνώση της κατάστασής του δεν είχε αρχικά. Δεν ένιωθε, όπως έχει εξιστορήσει, τα πόδια του, αλλά δεν μπορούσε να είναι βέβαιος για το τι συνέβαινε. Εκείνα που εντυπώθηκαν στη μνήμη του ήταν τα λόγια του γιατρού του, όταν λίγες εβδομάδες αργότερα τον ενημέρωσε χωρίς περιστροφές πως το τροχαίο ατύχημα του είχε κληροδοτήσει μια σοβαρή μόνιμη βλάβη στα κάτω άκρα. Είχε δύο πολύ σαφείς και ξεκάθαρες επιλογές. Να περάσει μια ζωή με ένα αναπάντητο γιατί ή να τη ζήσει. Επέλεξε το δεύτερο.
Ξανά στην πισίνα
Το νέο κεφάλαιο στη ζωή του Τσαπατάκη δεν ξεκίνησε χωρίς πόνο και χωρίς κόπο, όπως θα μπορούσε να εικάσει κανείς παίρνοντας ως δεδομένο το σήμερα. Χρειάστηκε να μάθει να ζει από την αρχή. Και μιλάμε για καθημερινά, πρακτικά, μέχρι πριν αυτονόητα ζητήματα, όπως το να ντύνεται, να ξαπλώνει και να σηκώνεται από το κρεβάτι, να βγαίνει από το σπίτι, να σχετίζεται με τους άλλους ανθρώπους, να περιποιείται τον εαυτό του, ακόμα και να πηγαίνει στην τουαλέτα. Ναι, ο Ελληνας Ολυμπιονίκης έχει παραδεχτεί πως στους 10 μήνες που διήρκεσε το πρώτο στάδιο της αποκατάστασής του πολλές φορές έφτασε ακόμα και να κατουριέται πάνω του.
Οχι, η περίοδος μετά το ατύχημα δεν ήταν ούτε εύκολη ούτε ρόδινη. Υπήρξε όμως καθοριστική για να επανατοποθετηθεί απέναντι στον εαυτό του και τη ζωή και να αναθεωρήσει τον αξιακό κώδικά του. Ακόμα και το γεγονός ότι για καιρό ξυπνούσε μεσημέρι, έβγαινε κάθε βράδυ έως τα ξημερώματα και είχε πάρει περί τα 30 κιλά βάρους λειτούργησε τελικά ως θρυαλλίδα ώστε οκτώ μήνες μετά το ατύχημα να πέσει ξανά στην πισίνα. Ηταν μια σημαδιακή απόφαση. Μέσα στο νερό μπορούσε να διεκδικήσει ξανά την ανεξαρτησία του. Και έδωσε κάθε ικμάδα του για να την κατακτήσει από την αρχή.
Απόλυση από την ΕΛ.ΑΣ.
Ο Τσαπατάκης μπορεί να μη φοβήθηκε ποτέ τη θάλασσα, όμως χρειάστηκε να καταδυθεί σε έναν σκοτεινό και αχαρτογράφητο βυθό για να ξεκινήσει την ανάδυσή του προς το φως. Την πρώτη του διάκριση σε διεθνές επίπεδο την είχε το 2009. Ούτε δύο χρόνια από την ημέρα που είχε επιστρέψει στον υγρό στίβο ήταν πια μέλος της εθνικής ομάδας. Αγωνίστηκε στο Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα IPC στην Ισλανδία και κατάφερε να κατακτήσει το χάλκινο μετάλλιο.
Μόνο ως τραγική ειρωνεία μπορεί να εκλάβει κανείς την πληροφορία πως λίγους μήνες νωρίτερα η Ελλάδα, η χώρα με το εθνόσημο της οποίας αγωνιζόταν, του είχε δείξει τον δρόμο της απόλυσης από το αστυνομικό σώμα, κρίνοντάς τον ακατάλληλο από υγειονομικής πλευράς.
Εναν χρόνο πριν από το ατύχημα, το 2005, ο Αντώνης Τσαπατάκης είχε ξεκινήσει τη θητεία του ως δόκιμος αστυφύλακας στο Τμήμα Δοκίμων Αστυφυλάκων Ρεθύμνου. Για να επιστρέψει τελικά στο Σώμα μεσολάβησαν οκτώ χρόνια, μια ντουζίνα διακρίσεις του σε Παγκόσμια και Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα, δύο συμμετοχές του σε Ολυμπιακούς Αγώνες (ήταν τέταρτος στο Λονδίνο και στο Ρίο στα 100 μ. πρόσθιο) και μια επιστολή του ίδιου προς τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Τον Αύγουστο του 2017, ο πολυνίκης πρωταθλητής επέστρεψε τελικά στο Σώμα, έχοντας πετύχει μια νίκη που μπορεί να έμοιαζε προσωπική, ήταν όμως στην πραγματικότητα βαθιά συλλογική. Αυτό αποτύπωσε και ο ίδιος στο μήνυμα που είχε δημοσιεύσει τότε στα κοινωνικά δίκτυα: «Μετά από 11 χρόνια φοράω για πρώτη φορά αυτή τη στολή. Κι όμως δεν την πέταξα, ούτε την αποθήκευσα σε κάποια κούτα που θα τοποθετούσα σε κάποιο αραχνιασμένο ράφι του υπογείου. Αντιθέτως, την έπλυνα, τη σιδέρωσα και την κρέμασα στην ίδια ντουλάπα με τα καθημερινά μου ρούχα. Και κάθε μέρα που την έβλεπα, θυμόμουν την υπόσχεση που είχα δώσει στον εαυτό μου. Να τη φορέσω ξανά ως αστυνομικός. Οσα χρόνια και αν περάσουν, να τη φορέσω και να δείξω σε αυτούς που πίστεψαν σε εμένα, σε αυτούς που προσποιήθηκαν ότι πίστεψαν σε εμένα, αλλά και σε αυτούς που μάχονται καθημερινά για τα δικαιώματα που έχουν ως πολίτες μιας ευνομούμενης κοινωνίας ότι τα χτυπήματα της μοίρας οφείλουν συχνά να γίνονται τραγικώς ευπρόσδεκτα και ότι πρέπει να πολεμήσεις για να δικαιωθείς για τις πληγές που σε μάτωσαν και σε γονάτισαν».
Μετά την κατάκτηση της τρίτης θέσης στους Ολυμπιακούς του Τόκιο, ο Χανιώτης αθλητής προήχθη σε αξιωματικό της Ελληνικής Αστυνομίας. Ακόμα και τότε πρόταξε με τις δηλώσεις του όχι το προσωπικό επίτευγμα, αλλά το γεγονός πως μέσω της προσπάθειας που είχε κάνει για την αλλαγή της επίμαχης νομοθετικής ρύθμισης είχε πετύχει την επαναπρόσληψη στο Σώμα 14 συναδέλφων του που κάποτε είχαν κριθεί ανίκανοι για υπηρεσία, όπως ο ίδιος.
Ο Τσαπατάκης δεν έχει κερδίσει μόνο το στοίχημα του σπουδαίου αθλητή. Εχει πετύχει κάτι μεγαλύτερο. Να είναι ένας άνθρωπος που εμπνέει άλλους ανθρώπους. Και παρότι οι δημόσιες παρεμβάσεις του είναι μέχρι κεραίας αυτό που περιγράφει ο επιθετικός προσδιορισμός καθηλωτικές, ο ίδιος αρνείται τον νεόκοπο τίτλο του motivational speaker. Αυτό που κάνει, λέει, είναι να συνομιλεί με τους ανθρώπους και να τους υπενθυμίζει να ονειρεύονται. Εκτός από τις εργατοώρες που δαπανά καθημερινά στην πισίνα, και πέρα από τις ομιλίες που δίνει σε σχολεία, ιδρύματα, εταιρείες, συλλόγους και οργανισμούς, ο Τσαπατάκης έχει μεταφέρει ένα μέρος των βιωματικών εμπειριών του σε δύο παιδικά βιβλία, τα οποία έχει συγγράψει με την εκπαιδευτικό Ελενα Θωίδου, με κεντρικό ήρωα τον Τόνυ.
Οχι, δεν το κάνει από αυταναφορικότητα ή φιλαυτία. Θα ήταν άδικο να το υποθέσει κανείς. Αλλά για να θυμίζει με τον πιο εμφατικό και βιωματικό τρόπο πως καθένας μπορεί να ζει όπως επέλεξε ο ίδιος: καταδικασμένος ελεύθερος. Ο Τσαπατάκης, που επιμένει να θυμίζει πως δεν είναι τίποτα καλύτερο και τίποτα χειρότερο από τους άλλους, επέλεξε να είναι ο εαυτός του σε έναν κόσμο που πασχίζει να μοιάζει με κάτι διαφορετικό από αυτό που στην πραγματικότητα είναι και καταφέρνει να στέκει φωτεινός, ακέραιος, όρθιος.
Μπορεί καμία φορά να βλέπει ακόμα στον ύπνο του πως στέκεται και περπατά στα δυο του πόδια, όμως τα όνειρα στα οποία έχει αποφασίσει να επενδύσει είναι αυτά που κάνει με ανοιχτά μάτια. Εκείνα στα οποία μπορεί να δίνει σάρκα και οστά με θέληση και πείσμα, προσπάθεια και ιδρώτα, με τις αποτυχίες και τις επιτυχίες του. Αλλωστε, η ερώτηση για τον αργυρό Παραολυμπιονίκη του Παρισιού δεν ήταν ποτέ «γιατί σε μένα;» αλλά «τι κάνω με εμένα;».