ΚΟΣΜΟΣ

Πριγκίπισσα Νταϊάνα: Οι τελευταίες άγνωστες στιγμές πριν ξεψυχήσει στο Παρίσι

Ο αρχιπυροσβέστης που βρέθηκε στο σημείο του δυστυχήματος, ο γιατρός που της παρείχε τις πρώτες βοήθειες και ο καθολικός ιερέας που κλήθηκε στο πλευρό της μοιράζονται τις ιστορίες τους

No profile pic
«Ω Θεέ μου. Τι συνέβη ;»… Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της πριγκίπισσας Νταϊάνα προτού ξεψυχήσει στο πλευρό του αγαπημένου της Ντόντι Αλ Φαγέντ, όπως τα περιγράφει Γάλλος αρχιπυροσβέστης που είχε σπεύσει στο σημείο του δυστυχήματος που σημειώθηκε στις 31 Αυγούστου του 1997.

Την πρώτη Ιουλίου, εάν ζούσε σήμερα η πριγκίπισσα Νταϊάνα, θα έσβηνε 60 κεράκια. 'Όμως, η βρετανική εφημερίδα «Daily Mail» που έχει μιλήσει με κρίσιμους μάρτυρες που βρίσκονταν δίπλα της την ημέρα που έχανε τη μάχη με τη ζωή, αποκαλύπτουν συγκλονιστικές λεπτομέρειες.

Αυτές βλέπουν το φως της δημοσιότητας λίγα 24ωρα προτού γίνουν τα εγκαίνια για το άγαλμα προς τιμήν της μητέρας του πρίγκιπα Ουίλιαμ και του πρίγκιπα Χάρι, που πέθανε σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα ενώ την καταδίωκαν παπαράτσι σε ηλικία 36 ετών τον Αύγουστο του 1997.

Πριν από λίγες ημέρες, ο πρίγκιπας Χάρι αποκάλυψε στην τηλεπαρουσιάστρια Όπρα Γουίνφρεϊ ότι κατέφυγε στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά για να αντιμετωπίσει το θάνατο της μητέρας του. Σύμφωνα με το επίμαχο δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας λίγο προτού ξεψυχήσει η πριγκίπισσα Νταϊάνα συνέβησαν τα εξής:

Κυριακή 31 Αυγούστου του 1997

Μεσάνυχτα στο Παρίσι: Ο ταξίαρχος Σαρλ Ριτς, στρατιωτικός ακόλουθος της βρετανικής πρεσβείας, περπατά έξω από το ξενοδοχείο «Ritz» βλέποντας πλήθος φωτογράφων και άλλων πολιτών στην είσοδο του ξενοδοχείου, στην καρδιά της «πόλης του φωτός». Ο ταξίαρχος Ριτς, είναι ο πρώτος Βρετανός αξιωματούχος στην πόλη που ενημερώνεται για την παρουσία της «Λέιντι Ντι» στην περιοχή. Αργότερα θα δηλώσει στις αρχές ότι σκόπευε να ενημερώσει τον πρέσβη του για την παρουσία της, όχι όμως προτού ξημερώσει.



Ο μπάτλερ της Νταϊάνα Πολ Μπάρελ, θα δηλώσει ότι, ενώ η Νταϊάνα ήταν υποχρεωμένη να ενημερώσει τον υπουργό Εσωτερικών όταν ταξίδευε στο εξωτερικό, στην πράξη το έκανε μόνο για επίσημες επισκέψεις. Αυτή η βόλτα με τον Ντόντι ήταν ανεπίσημη.
Μετά το δείπνο τους στο ξενοδοχείο «Ritz», o Ντόντι «βγαίνει» από την σουίτα Imperial Suite και ενημερώνει τους δύο Βρετανούς σωματοφύλακές του, τον Τρίβορ Ρις Τζόουνς και την Κιζ Γουίνγκφιλντ ότι υπήρξε αλλαγή σχεδίου: Το ζευγάρι δεν θα φύγει από την μπροστινή είσοδο του ξενοδοχείου «Ritz» για να επιστρέψει στην έπαυλή του με τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιήθηκαν νωρίτερα το απόγευμα, ούτε έχοντας τη συντροφιά των δύο σωματοφυλάκων του και του αφοσιωμένου σοφέρ.

Αντ ' αυτού, τους λέει ο Ντόντι, αυτός και η Νταϊάνα θα φύγουν από την πίσω έξοδο με τον αναπληρωτή διευθυντή ασφαλείας του «Ritz», Χένρι Πολ που θα οδηγήσει άλλη Mercedes. Οι σωματοφύλακες θα βγουν έξω και θα ενεργήσουν ως δολώματα, ενώ το ζευγάρι και ο μπάτλερ Πολ Μπάλερ, θα επιχειρήσουν να ξεφύγουν από τους φωτογράφους. Οι δύο σωματοφύλακες φοβούνται το «κακό σχέδιο». Υπάρχει μια «έντονη συζήτηση» κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ντόντι λέει στους άντρες του: «Είναι εντάξει από τον Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, είναι εντάξει από τον πατέρα μου».

Τελικά συμφώνησαν. Ο Ρις Τζόουνς θα πάει με το ζευγάρι και τον Πολ. Οι σωματοφύλακες δεν είναι ικανοποιημένοι με αυτό, αλλά οι λέξεις του Ντόντι είναι οριστικές. Το ζευγάρι φεύγει από την «Imperial» σουίτα και, μαζί με τον Πολ και τον Ρις Τζόουνς κατεβαίνουν στο ισόγειο με το ασανσέρ που είναι μόνο για το προσωπικό. Παρκαρισμένη έξω - μια μαύρη Mercedes S280 τους περιμένει. Ο Ρις Τζόουνς κάθεται στο κάθισμα του συνοδηγού. Η Νταϊάνα με τον Ντόντι κάθονται στο πίσω κάθισμα με τον Πολ Μπάρελ να οδηγεί το αυτοκίνητο. Δεν φοράει κανείς ζώνη ασφαλείας. Απέχουν λίγα λεπτά από την τραγωδία.

Η «καταδίωξη»

Η Mercedes δεν ξεφεύγει από τους παπαράτσι που καταφέρνουν να έχουν μία από τις τελευταίες φωτογραφίες της Νταϊάνα. Ο Ρις-Τζόουνς φαίνεται αγχωμένος, ο Πολ σαν τα έχει χάσει. Σύμφωνα με αυτόπτη μάρτυρα, καθώς μπαίνει στο αυτοκίνητο, ο Πολ Μπάρελ λέει στους φωτογράφους: «Μην προσπαθήσετε να μας ακολουθήσετε. Σε κάθε περίπτωση, δεν θα μας πιάσετε».



Ο Πολ αναπτύσσει ιλιγγιώδη ταχύτητα με τους παπαράτσι να καταδιώκουν τη μαύρη λιμουζίνα με τον ίδιο να προσπαθεί να τους ξεφύγει. Το αυτοκίνητο κινείται κατά μήκος της όχθης του Σηκουάνα προς την υπόγεια διάβαση Pont de l'Alma. Την ώρα που εισέρχεται στην είσοδο της υπόγειας διάβασης, η Mercedes αναπτύσσει ταχύτητα ενώ στην άλλη κατεύθυνση κινείται ένα λευκό Fiat Uno. Ο Πολ χάνει τον έλεγχο και το αυτοκίνητο, βάρους δύο τόνων, προσκρούει στον 13ο πυλώνα της υπόγεια διάβασης. Το όχημα αρχίζει να κάνει κύκλους μπαίνοντας στην αντίθετη κατεύθυνση. Σκοτώνονται ο Πολ και ο Ντόντι. Ο Ρις Τζόουνς και η Νταϊάνα τραυματίζονται σοβαρά.

Η μαρτυρία του γιατρού

Δευτερόλεπτα αργότερα, ο γιατρός  Φρεντερίκ Μελιέ, που οδηγεί ένα Peugeot μπαίνει στη σήραγγα Alma από την αντίθετη κατεύθυνση. Ο γιατρός και ο εραστής του Μαρκ επέστρεφαν στο σπίτι τους από ένα πάρτι γενεθλίων. Έφυγαν νωρίς επειδή ο Γάλλος γιατρός έπρεπε να είναι νωρίς στο νοσοκομείο.«Είδα λίγο καπνό στη σήραγγα και οδήγησα πιο αργά και αργότερα και
μετά είδα τη Mercedes», υποστηρίζει ο Μελιέ στην εφημερίδα «Mail». «Ο καπνός έβγαινε από τον κινητήρα του αυτοκινήτου, ο οποίος είχε σχεδόν κοπεί στα δύο. Δεν υπήρχε κανείς γύρω από τα συντρίμμια».

Σταματά το αυτοκίνητό του. «Μέσα στη Mercedes, δύο άνδρες ήταν προφανώς νεκροί και δύο τραυματίστηκαν σοβαρά, αλλά ήταν ακόμα ζωντανοί. Έτσι έκανα μια πολύ γρήγορη αξιολόγηση. Τότε επέστρεψα στο αυτοκίνητό μου για να πάρω ό,τι ιατρικό εξοπλισμό είχα...Επέστρεψα στη Mercedes και προσπάθησα να βοηθήσω τη νεαρή γυναίκα». «Κάθισα στο πάτωμα με την πλάτη και ανακάλυψα ότι ήταν μια πολύ όμορφη γυναίκα και δεν είχε σοβαρά τραύματα στο πρόσωπό της. Δεν αιμορραγούσε τότε αλλά ήταν σχεδόν αναίσθητη και ανέπνεε με δυσκολία. Ο στόχος μου λοιπόν ήταν να την βοηθήσω να αναπνεύσει πιο εύκολα. Ήταν μια πολύ δύσκολη κατάσταση για μένα. Ήμουν μόνος, δεν είχα τον κατάλληλο εξοπλισμό. Φαινόταν καλά τα πρώτα λεπτά, αλλά στη διάρκεια ενός τέτοιου ατυχήματος, πάντα υποψιάζεται κανείς σοβαρά εσωτερικά τραύματα», όπως υποστηρίζει.

Ο γιατρός Μελιέ καλεί τις πρώτες βοήθειες από το κινητό του τηλέφωνο έχοντας ήδη τοποθετήσει αναπνευστήρα στη Νταϊάνα. Στη συνέχεια επιστρέφει στη δουλειά. Δεν έχει ιδέα ότι η τραυματισμένη γυναίκα που προσπαθούσε να βοηθήσει είναι η Νταϊάνα, πριγκίπισσα της Ουαλίας. «Το μόνο που έχει σημασία είναι ότι ο παλμός της είναι αδύναμος και γρήγορος. Τα φλας από τις κάμερες είναι πίσω του.



«Συχνά οι άνθρωποι τραβούν φωτογραφίες σε ένα ατύχημα επειδή είναι περίεργοι», λέει. «Αλλά εκείνη την εποχή υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που τραβούσαν φωτογραφίες, που με εξέπληξαν αλλά δεν με σταμάτησαν να κάνω τη δουλειά μου». Προσπαθεί να παρηγορήσει τη Νταϊάνα στα γαλλικά. Δεν ξέρει ότι είναι ξένη. Τότε κάποιος πίσω του λέει ότι η νεαρή γυναίκα μιλάει αγγλικά.
«Άρχισα λοιπόν να της μιλάω αγγλικά, λέγοντας ότι ήμουν γιατρός και ότι το ασθενοφόρο ήταν καθ΄οδόν και όλα θα πάνε καλά. Αυτό είναι το πράγμα που λες για να κάνεις έναν ασθενή να νιώσει άνετα», λέει χαρακτηριστικά.

Ο αρχιπυροσβέστης 

Ο πρώτος ένστολος αστυνομικός φτάνει στο σημείο του δυστυχήματος. Ο Σεμπαστιάν Ντορζί αναγνωρίζει αμέσως την πριγκίπισσα. Ο αρχιπυροσβέστης Ξαβιέ Γκουρμελόν καταφθάνει στο σημείο με δύο οχήματα κι ένα ασθενοφόρο «Marlar».
Γνωρίζει ήδη ότι θα είναι κάτι σοβαρό γιατί μια πλήρης ιατρική ομάδα έχει αποσταλεί στο σημείο. Βλέπει τον Τρίβορ Ρις Τζόουνς. «Ήταν πολύ ταραγμένος, προσπαθώντας να γυρίσει, μουρμουρίζει κάτι στα αγγλικά. Δεν μπορούσα να τον καταλάβω», λέει στην εφημερίδα «Mail».

Ο αρχιπυροσβέστης βλέπει επίσης τον γιατρό Μελιέ που ασχολείται με τη Νταϊάνα η οποία εξακολουθεί και κινεί τα σώμα της κι έχει επικοινωνία. Η ομάδα του Γκουρμελόν βγάζει τον Ντόντι από το αυτοκίνητο και προσπαθεί να τον επαναφέρει στη ζωή.

«Μόλις βγήκε, έμεινα με τη γυναίκα», λέει ο ίδιος. «Μίλησε στα αγγλικά και είπε, “Θεέ μου, τι συνέβη;“ Το κατάλαβα αυτό, έτσι προσπάθησα να την ηρεμήσω. Κράτησα το χέρι της. Τότε άλλοι ανέλαβαν. Όλα αυτά συνέβησαν μέσα σε δύο ή τρία λεπτά».

Ο συνάδελφός του από την Πυροσβεστική, Φιλίπ Μπουαγιέ, της τοποθετεί ένα κολάρο στον αυχένα κι ένα νέο αναπνευστήρα. Στη συνέχεια, την καλύπτει με ισοθερμική κουβέρτα. Η αναπνοή της είναι φυσιολογική, ο παλμός της «αρκετά δυνατός».
Φθάνει το πρώτο ασθενοφόρο και ενημερώνω τον γιατρό Ζαν Μαρ Μαρτίνο που ειδικεύεται στην θεραπεία ασθενών που νοσηλεύονται σε ΜΕΘ για την κατάσταση των τραυματιών. «Του έδωσα την εκτίμησή μου και επέστρεψα στο αυτοκίνητό μου», θυμάται ο Δρ Μελιέ. «Και έτσι έφυγα από το σημείο του δυστυχήματος χωρίς να γνωρίζω ποιος ανέλαβε τη θεραπεία».
Μαζί με τον εραστή του, ο Μαρκ επιστρέφει στο σπίτι, όπου θα αρχίσει να πλένει το λεκιασμένο λευκό κοστούμι του. Κρατάει όμως τον αναπνευστήρα που είχε...

Ξαφνικά, αρχίζει να πέφτει απότομα η πίεση της Νταϊάνα ενώ είναι στο ασθενοφόρο. Ο Mαρτίνο της χορηγεί και άλλη ντοπαμίνη αλλά φοβάται ότι τα συμπτώματα δείχνουν εσωτερική βλάβη. Τώρα θα πρέπει να την πάνε επειγόντως στο νοσοκομείο. Το ερώτημα είναι σε ποιο νοσοκομείο. Τελικά η πριγκίπισσα διακομίζεται στο Pitié-Salpêtrière που βρίσκεται στο 13ο διαμέρισμα με το νοσοκομείο να βρίσκεται επί ποδός.

Όταν η Νταϊάνα μεταφέρεται με ασθενοφόρο στο νοσοκομείο, ενημερώνεται ο Βρετανός πρέσβης, σερ Μάικλ Τζέι. Ενώ το ασθενοφόρο πλησιάζει το νοσοκομείο, η πίεση της Νταϊάνα πέφτει ξανά. Ο Mαρτίνο διατάζει τον οδηγό να σταματήσει, ενώ της χορηγεί και πάλι ντοπαμίνη. Κάποιοι ετοιμάζονται για το χειρότερο.



Η μαρτυρία του ιερέα

Στο διαμέρισμά του, κοντά στο νοσοκομείο, ο καθολικός ιερέας Ιβ Μαρί Κλοσάρ Μποσουέ ο οποίος εθελοντικά προσφέρει τις υπηρεσίες του, το Σαββατοκύριακο, ξυπνά από το τηλέφωνο. Είναι ο θυρωρός του νοσοκομείου. «Μου είπε, “Μπορείτε να μου δώσετε τη διεύθυνση ενός εκ των Αγγλικανών συναδέλφων σας; “», θυμάται ο ιερέας. «Είπα λοιπόν ότι δεν είχα κάποιο όνομα και πρόσθεσα: “Πρέπει να έχεις τον αριθμό ενός αγγλικανού ιερέα”. Αλλά μου είπαν: “Δεν απαντά”. Και είπα: “Λυπάμαι, δεν ξέρω” και έκλεισα το τηλέφωνο».

Το τηλέφωνο του ιερέα χτυπά ξανά. «Με κάλεσε πάλι και ρώτησε: “Μπορείς να έρθεις στη θέση του Αγγλικανού ιερέα;”. Είπα, “Ναι, αλλά γιατί;” Είπε: “Κοίτα, δεν μπορώ να σου πω.” Είπα λοιπόν: “Αστείο που δεν μπορείς να το πεις, γιατί αν πρόκειται να δω ένα άτομο στα δύο το πρωί, θα ήθελα πολύ να μάθω ποιος είναι”».

Ο ιερέας αρχίζει να πιστεύει ότι αυτός που του τηλεφώνησε μπορεί να είναι μεθυσμένος. Του λέει: «Αν δεν μπορείς να μου δώσεις το όνομα ή τον λόγο στις 2 το πρωί μου κάνεις πλάκα». Έτσι μου είπε: “Λοιπόν, θα σου πω τότε. Είναι η πριγκίπισσα της Ουαλίας”».

Ο ιερέας θεωρεί ότι πράγματι ο θυρωρός είναι υπό την επήρεια αλκοόλ και κλείνει το τηλέφωνο «αμέσως». Ακόμα κι έτσι, «ανησυχεί ελαφρώς». Δεν μπορεί να κοιμηθεί. Το ασθενοφόρο φτάνει επιτέλους στο νοσοκομείο. Η πριγκίπισσα βρίσκεται σε κατάσταση τραυματικού σοκ. Ο εφημερεύων καρδιο-θωρακικός χειρουργός, καθηγητής Μπρουνό Ριού, είναι παρών και της κάνει δύο ακτινογραφίες. Δείχνουν ότι αιμορραγεί εσωτερικά. Η Νταϊάνα αρχίζει να λαμβάνει θεραπεία, αλλά ο καθηγητής είναι απαισιόδοξος.

Το τηλέφωνο του ιερέα χτυπά ξανά. «Πατέρα, λυπάμαι πολύ, αλλά είναι αλήθεια αυτό που σου είπα», λέει εξοργισμένος ο θυρωρός. «Αναμένεται ο Βρετανός πρέσβης. Πρόκειται για μια πολύ σοβαρή ιατρική κατάσταση. Ο ιερέας σηκώνεται από το κρεβάτι και ντύνεται». Ο καθολικός ιερέας ήταν στο πλευρό της στο νοσοκομείο όπου πέθανε η πριγκίπισσα Νταϊάνα.
Ο ιερέας είναι τώρα μόνος με την Νταϊάνα. «Όλες αυτές οι φωτογραφίες, οι εραστές... Για μια γυναίκα που είναι μητέρα ενός μελλοντικού βασιλιά... δεν συμπεριφερόταν καλά. Δεν την συμπαθούσα», παραδέχεται.

Αλλά είχε διαβάσει τη συνέντευξή της στην εφημερίδα «Le Monde» τρεις ημέρες νωρίτερα και είχε αλλάξει γνώμη. «Υπήρχε μια σελίδα που εξηγούσε ότι έκανε και πολύ θετικά πράγματα. Και σκέφτηκα, «Λοιπόν... τελικά είναι καλή γυναίκα». Σκέφτεται τους δύο νέους πρίγκιπες, τους γιους της. «Θα πρέπει να τους ξυπνήσουν και να τους πουν “τελείωσε”... Είναι το χειρότερο πράγμα». Τότε άρχισε να προσεύχεται για την ψυχή της Νταϊάνα.
 

Γίνε ο ρεπόρτερ του CRETALIVE

Στείλε την είδηση