Σε ένα πρόγραμμα ορόσημο αναμένεται να προχωρήσει η κυβέρνηση του προέδρου Τζο Μπάιντεν επιτρέποντας στην πολιτεία της Νέας Υόρκης να επιβάλει διόδια στα οχήματα που εισέρχονται στο Κάτω Μανχάταν.
Τα διόδια εντάσσονται στο Πρόγραμμα Διοδίων Κεντρικής Επιχειρηματικής Περιφέρειας και έχουν ως στόχο να περιορίσουν τη συμφόρηση στο κέντρο της Νέας Υόρκης.
Στην πράξη λειτουργεί όπως όλα τα άλλα διόδια, αλλά επειδή χρεώνει συγκεκριμένα τους οδηγούς που εισέρχονται στην περιοχή κάτω από την 60η οδό στο Μανχάταν, αποτελεί ουσιαστικά το πρώτο πρόγραμμα αυτού του είδους στις ΗΠΑ.
Οι προτάσεις κυμαίνονται από τη χρέωση των οδηγών από 9 έως 23 δολάρια κατά τις ώρες αιχμής και πρόκειται να τεθεί σε ισχύ την επόμενη Άνοιξη.
Το σχέδιο είχε καθυστερήσει για χρόνια, όμως ο δρόμος άνοιξε τον περασμένο μήνα, όταν η Ομοσπονδιακή Διοίκηση Αυτοκινητοδρόμων έδωσε την άδεια για τη διεξαγωγή μιας περιβαλλοντικής αξιολόγησης. Το κοινό έχει περιθώριο μέχρι τη Δευτέρα να εξετάσει αυτή την αξιολόγηση και η ομοσπονδιακή κυβέρνηση αναμένεται εν συνεχεία να την εγκρίνει.
Από εκεί, η Μητροπολιτική Αρχή Μεταφορών της Νέας Υόρκης (MTA) θα οριστικοποιήσει τα τέλη διοδίων, καθώς και τις εκπτώσεις και τις εξαιρέσεις για ορισμένους οδηγούς.
Το σχέδιο αποτελεί την επιτομή των προσπαθειών μισού και πλέον αιώνα για την εφαρμογή «τιμολόγησης συμφόρησης» στην πόλη της Νέας Υόρκης. Παρά την υποστήριξη πολλών δημάρχων της Νέας Υόρκης και από κυβερνήτες άλλων πολιτειών, ιδιοκτήτες αυτοκινήτων και φορτηγών σε εξωτερικούς δήμους και στα προάστια αρνούνταν τις προτάσεις αυτές και μπλόκαραν το σχέδιο.
Το χειρότερο αδιέξοδο στις ΗΠΑ
Κάθε μέρα 700.000 αυτοκίνητα, ταξί και φορτηγά κυκλοφορούν στο Κάτω Μανχάταν, μια από τις πιο πολυσύχναστες περιοχές στον κόσμο που ευθύνεται για ένα από τα χειρότερα αδιέξοδα στους δρόμους των ΗΠΑ.
Οι Νεοϋορκέζοι χάνουν κατά μέσο όρο 117 ώρες κάθε χρόνο μπλοκαρισμένοι στην κίνηση, γεγνός που τους κοστίζει περίπου 2.000 δολάρια σε απώλεια παραγωγικότητας και άλλο κόστος, σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Τα διόδια έχουν σχεδιαστεί για να μειώνουν τον αριθμό των οχημάτων που εισέρχονται στη ζώνη συμφόρησης κατά τουλάχιστον 10% ημερησίως και να μειώνουν τα χιλιόμετρα που διανύουν τα αυτοκίνητα εντός της ζώνης κατά 5%.
Η συμφόρηση συνοδεύεται και από φυσικό και κοινωνικό κόστος: περισσότερα ατυχήματα, εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα και ρύπανση.
Οι υποστηρικτές σημειώνουν επίσης ότι το μέτρο θα βελτιώσει και τη δημόσια συγκοινωνία, ένα ουσιαστικό μέρος της ζωής της Νέας Υόρκης. Περίπου το 75% των μετακινήσεων στο κέντρο της πόλης γίνονται μέσω δημόσιας συγκοινωνίας.
Αλλά η επιβατική κίνηση στα μέσα μαζικής μεταφοράς είναι 35% έως 45% χαμηλότερη σε σύγκριση με τα προς της πανδημίας επίπεδα. Το MTA λέει ότι τα τέλη συμφόρησης θα δημιουργήσουν μια κρίσιμη πηγή εσόδων για τη χρηματοδότηση 15 δισ. δολαρίων σε μελλοντικές επενδύσεις για τον εκσυγχρονισμό του 100χρονου συστήματος δημόσιας συγκοινωνίας της πόλης.
Οφέλη, κριτικές και μέτρα αντιμετώπισης
Ενώ καμία άλλη πόλη των ΗΠΑ δεν έχει ακόμη εφαρμόσει «τιμολόγηση συμφόρησης», το μέτρο αυτό το εφαρμόζουν εδώ και χρόνια η Στοκχόλμη, το Λονδίνο και η Σιγκαπούρη.
Αυτές οι πόλεις έχουν αναφέρει οφέλη, όπως μειωμένη ρύπανση από διοξείδιο του άνθρακα, υψηλότερες μέσες ταχύτητες και μείωση της κυκλοφοριακής συμφόρησης.
Μόλις ένα χρόνο αφότου το Λονδίνο επέβαλε τη συγκεκριμένη χρέωση το 2003, η κυκλοφοριακή συμφόρηση μειώθηκε κατά 30% και οι μέση ταχύτητα αυξήθηκε κατά το ίδιο ποσοστό. Στη Στοκχόλμη, μια μελέτη διαπίστωσε ότι το ποσοστό των επισκέψεων σε γιατρό με οξύ άσθμα των παιδιών μειώθηκε κατά περίπου 50% σε σύγκριση με τα ποσοστά πριν από την έναρξη του προγράμματος το 2007.
Ωστόσο, ορισμένες ομάδες αντιτίθενται σθεναρά στα διόδια στη Νέα Υόρκη. Οι οδηγοί ταξί, η μεγάλη πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού με χαμηλά εισοδήματα και μετανάστες, φοβούνται ότι το μέτρο θα βλάψει τους οδηγούς που ήδη δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα. Το MTA εκτιμά ότι η «τιμολόγηση συμφόρησης» θα μπορούσε να μειώσει τη ζήτηση για ταξί έως και 17% στη ζώνη.
Επιβάτες και Γερουσιαστές από τις περιφέρειες της Νέας Υόρκης και το Νιου Τζέρσεϊ λένε ότι το πρόγραμμα βλάπτει τους οδηγούς που δεν έχουν βιώσιμο τρόπο να φτάσουν στο κέντρο του Μανχάταν εκτός από το αυτοκίνητο και ότι αυτό θα επηρεάσει δυσανάλογα τους οδηγούς χαμηλού εισοδήματος. Ωστόσο, από μια περιοχή 28 εκατομμυρίων ανθρώπων, υπολογίζεται ότι μόνο 16.100 άτομα χαμηλού εισοδήματος μετακινούνται στην εργασία τους με αυτοκίνητο στο Κάτω Μανχάταν, σύμφωνα με το MTA.
Τα ταξί και τα ενοικιαζόμενα οχήματα θα χρεώνονται μόνο μία φορά την ημέρα. Οι οδηγοί που βγάζουν λιγότερα από 50.000 δολάρια ετησίως ή είναι εγγεγραμμένοι σε ορισμένα προγράμματα κρατικής βοήθειας θα έχουν 25% έκπτωση μετά τα πρώτα 10 ταξίδια τους κάθε μήνα. Τα φορτηγά και άλλα οχήματα θα έχουν εκπτώσεις 50% κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Πάντως, το διακύβευμα του προγράμματος της Νέας Υόρκης είναι μεγάλο και οι αρχές σε άλλες πόλεις παρακολουθούν στενά τα αποτελέσματα.
Εάν επιτύχει, το μέτρο θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο και για άλλες πόλεις των ΗΠΑ, οι οποίες προσπαθούν να ανακάμψουν από την πανδημία και να αντιμετωπίσουν παρόμοιες προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής και της ανανέωσης των δημοσίων υποδομών.
Πηγή: moneyreview.gr